Σε μία άγνωστη πτυχή του έργου του διάσημου ζωγράφου Πιέτ Μόντριαν, εμβληματικού εκπροσώπου της πρώιμης Αφηρημένης Τέχνης και του Νεοπλαστικισμού, παρουσιάζει το μουσείο Marmottan Monet στο Παρίσι, το οποίο φιλοξενεί έως τις 26 Ιανουαρίου 2020 μία έκθεση για τα αναπαραστατικά έργα του μεγάλου Ολλανδού δημιουργού.
Στα 70 εκθέματα της έκθεσης, η οποία εστιάζεται επίσης στο πρόσωπο του Σάλομον Σλίπερ, πιο σημαντικού συλλέκτη του Μόντριαν, αναδεικνύεται η νατουραλιστική φλέβα κι η ασύφταστη δεξιότητα του καλλιτέχνη στο σχέδιο και στο «κιαροσκούρο», μέσα από τα σχέδια και τους πίνακες που προέρχονται από τη συλλογή του μαικήνα του.
Η σύζευξη τούτη καλλιτέχνη και συλλέκτη αναδεικνύεται ιδιαίτερα, καθώς είναι χάρη στην οικονομική βοήθεια του Σλίπερ (ο οποίος μεταξύ 1916 -20 θα αγοράσει περίπου 180 έργα του), που ο Μόντριαν θα αποκτήσει την άνεση να συνεχίσει τις μεγαλοφυείς έρευνές του στην τεχνική και την θεματολογία της «ένδοξης» περιόδου του.
Από την πρώτη του εγνωσμένη δημιουργία (τον «Νεκρό Λαγό» του 1891, ζωγραφισμένη στα 19 του χρόνια), είναι σαφής η πρόθεση του να εντρυφήσει στην τεχνική της ολλανδικής σχολής του 17ου αιώνα, με στόχο να ανανεώσει ριζικά την τεχνοτροπία της νεκρής φύσης, μέσα από μία ρεαλιστική απόδοση του αναπαριστώμενου αντικειμένου.
Σε τούτη τη νεανική περίοδο του Μόντριαν αρχίζουν να εμφανίζονται τα «ατμοσφαιρικά τοπία» του, με τα επαναλαμβανόμενα θέματα τους— μύλοι, ή εργοστάσια—που τύποις μόνο προσεγγίζουν στην τεχνοτροπία τη Σχολή της Χάγης, με παράλληλες απηχήσεις και της γαλλικής σχολής της Μπαρμπιζόν. Και τούτο γιατί ο χρωστήρας του νεαρού, τότε, Ολλανδού δεν προσδοκά να αποτυπώσει φωτογραφικά το θέμα, αλλά προσανατολίζεται σε μία πιο μεταφυσική σύλληψη της εμπειρίας του τοπίου και της φύσης εν γένει. Δεν τον ενδιαφέρει η αποτύπωση της στιγμής, ένα «ενσταντανέ»του τοπίου, αλλά η διαρκής ενσυναίσθητη και θυμοειδής βίωσή του, εγκαθιδρύοντας μία εντελώς διανοητική προσέγγιση στην αναπαράσταση του πραγματικού.
Η πρώτη στροφή στην τεχνοτροπία του Μόντριαν καταγράφεται το 1907-08, όταν η παλέτα του—που πρώτα περιλάμβανε σκούρα χρώματα και «σφουμάτι», αλλάζει ριζικά περιλαμβάνοντας ζωντανά και φωτεινά χρώματα, αντιθετικά απλωμένα σε μία πιο επίπεδη ανάπτυξη πάνω στον πίνακα. Έργα σαν το «Μεγάλο Τοπίο» και «Μύλος στο Λυκόφως», καταδεικνύουν τη νέα χρωματική προσέγγισή του, με αποχρώσεις μοναδικές κι αμίμητες. Στο σημείο αυτό, ο καλλιτέχνης είναι φανερό πως παίρνει αποστάσεις από την ρεαλιστική απόδοση του θέματος και αρχίζει την κατάδυσή του στο βάθος και την ουσία της ίδιας της φύσης κι όχι στον τρόπο της αισθητηριακής αντίληψής της.
Είναι μία στροφή προς τον Νεοπλατωνισμό και τη Θεοσοφία, που περνά σαφώς κι από την συνάφεια της εμπειρίας του με τον Κυβισμό: το 1919 ο Μόντριαν θα αρχίσει να ζωγραφίζει τα πρώτα καθαρά αφαιρετικά του έργα. Στον πίνακα «Σύνθεση σε μεγάλο κόκκινο, κίτρινο, μαύρο, γκρι και μπλε επίπεδο» του 1921 η κάθε επαφή με τον ρεαλισμό εξαφανίζεται, στο εξής οι γραμμές και τα χρώματα γίνονται καθαρές κι απόλυτες με στόχο την αποκάλυψη «της απόλυτης αλήθειας και της ουσίας όλων των πραγμάτων».
Ωστόσο, ίσαμε σήμερα λίγοι γνωρίζουν πως ο Μόντριαν, μη μπορώντας να επιβιώσει από τις πωλήσεις των έργων του, συνέχιζε ακόμη και τότε να δημιουργεί, προς χάριν μίας συγκεκριμένης πελατείας του, αναπαραστατικούς και παραδοσιακούς πίνακες με λουλούδια –όπως το «Δύο Ρόδα, ή Ρόδα σε ανθοδοχείο». Η απόδοση των λουλουδιών θα είναι η μόνη αναπαραστατική παραχώρηση που θα διατηρήσει για το υπόλοιπο της ζωής του. Ακουαρέλες ντελικάτες, που απέχουν παρασάγγας από τα αφαιρετικά του έργα, με τα μεγάλα επίπεδα με καθαρά κόκκινα, κίτρινα και μπλε τμήματα.
Βέβαια, δεν είναι δυνατόν να λείπουν από μία έκθεση του Μόντριαν οι νεοπλαστικές του δημιουργίες, που αποτελούν το σκηνογραφικό υπόβαθρο της έκθεσης. Αυτές υποδεικνύουν τη συγκρουσιακή σχέση ανάμεσα στα αναπαραστατικά έργα των νεκρών του φύσεων και την καθαρότητα της αφαιρετικής του γραμμής. Ανάμεσα στο πριν και το μετά του ιδιοφυούς καλλιτέχνη, όπως έγραφε κι ο ίδιος στον Σλίπερ για τα αναπαραστατικά του έργα: «είμαι πολύ ευτυχής που τα βρίσκετε ωραία, γιατί εγώ εξακολουθώ να τα αγαπώ πολύ και να τα βρίσκω καλά, μόλο που οι αντιλήψεις μου έχουν εξελιχθεί. Οι αντιλήψεις, εξάλλου, είναι κάτι εξωτερικό που ανδρώνεται μαζί με το ανθρώπινο είναι, όμως η ψυχή, που είναι το εσώτερό του, παραμένει για πάντα η ίδια».
Βαθυστόχαστες σκέψεις που αποδεικνύουν με την εσωτερικότητά τους πως ο Μόντριαν δεν είναι μόνον ένας πρωτοπόρος της αφαίρεσης, αλλά κι ένας από τους πραγματικούς δασκάλους της τέχνης κι όπως αποδεικνύει κι η έκθεση τούτη, ένας από τους πιο σημαντικούς δεξιοτέχνες της αναπαραστατικής τέχνης στον 20ο αιώνα.