Την εκτίμηση ότι η πανδημία του νέου κορονοϊού COVID-19 θα επισπεύσει σημαντικά σειρά μεγάλων αλλαγών, που είχαν αρχίσει να αναδύονται στον κλάδο της εφοδιαστικής αλυσίδας, τόσο παγκοσμίως όσο και στην Ελλάδα, διατυπώνει μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο Αθανάσιος Μαύρος, partner της ΕΥ (Ernst & Young) κι επικεφαλής του Τμήματος Εφοδιαστικής Αλυσίδας και Διεπιχειρησιακών Λειτουργιών των EY Ελλάδος και EY Κεντρικής, Ανατολικής, Νοτιοανατολικής Ευρώπης και Κεντρικής Ασίας (CESA).
Εκτιμά ότι πιθανότατα η πανδημία σηματοδοτεί «τέλος εποχής» για τις γραμμικές εφοδιαστικές αλυσίδες, στις οποίες όλες οι διαδικασίες και τα συστήματα βρίσκονται συγκεντρωμένα μέσα στις εγκαταστάσεις κάθε εταιρείας και αναμένει ότι αργά ή γρήγορα αυτές θα δώσουν τη θέση τους σε ευέλικτα διασυνδεμένα οικοσυστήματα, με εμπλοκή πολλών διαφορετικών «παικτών».
Προσθέτει ότι σε μια εποχή που οι αναταραχές, όπως αυτή της πανδημίας, δεν αποκλείεται να είναι η νέα «κανονικότητα», γίνεται σαφές ότι οι επιχειρήσεις του κλάδου θα πρέπει να αναπροσαρμόσουν άμεσα τη στρατηγική τους, για να αυξήσουν την ανθεκτικότητά τους σε κρίσεις, διαισθανόμενες απευθείας πού «πηγαίνει» η αγορά με λογική «demand sensing» και πώς αλλάζει η τάση της ζήτησης από τον τελικό καταναλωτή, αντί να επαφίενται απλώς στην κατεύθυνση που «δείχνει» τo λιανεμπόριο.
Τα προβλήματα που ανέδειξε η πανδημία είναι μια καλή αφορμή για να γίνουν οι αλλαγές που θα αυξήσουν την ανθεκτικότητα των επιχειρήσεων. Όπως θα έλεγε και ο Τσώρτσιλ, “never waste a good crisis” (σε ελεύθερη μετάφραση, ποτέ μην αφήνεις μια κρίση να πάει χαμένη)» παρατηρεί.
Το 50% των καταναλωτών πιθανότατα δεν θα επιστρέψει στα φυσικά καταστήματα
Αναμένει ότι σημαντικό ποσοστό των καταναλωτών, ενδεχομένως ακόμη και το 50% (ανεξαρτήτως ηλικίας), που στράφηκαν κατ’ ανάγκη στο ηλεκτρονικό εμπόριο αυτό το διάστημα, πιθανότατα δεν θα επιστρέψουν στα φυσικά καταστήματα των σούπερ μάρκετ μετά τη λήξη του εγκλεισμού, γεγονός το οποίο θα έχει επίπτωση στον αριθμό των σημείων πώλησης των λιανεμπορικών αλυσίδων, που δεν αποκλείεται να συρρικνωθεί.
Περιγράφει τρία σενάρια για την ταχύτητα υπέρβασης και τις οικονομικές επιπτώσεις της κρίσης του COVID-19, ενώ επισημαίνει ότι πέρα από τα προβλήματα που δημιούργησε -και θα δημιουργήσει- η πανδημία στις εφοδιαστικές αλυσίδες και γενικά στην οικονομία, αυτό που προβληματίζει ιδιαίτερα είναι το γεγονός ότι η πλειονότητα των στελεχών επιχειρήσεων (ποσοστό 79%, σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα της ΕΥ) δεν είναι πλήρως προετοιμασμένα για την αντιμετώπιση απρόσμενων γεγονότων τέτοιας κλίμακας (ενώ, την ίδια στιγμή, σύμφωνα με έρευνα του fortune.com, το 94% των στελεχών των εταιρειών του δείκτη Fortune- 1000 εκτιμούν ότι ο COVID-19 θα προκαλέσει ζημία στην εφοδιαστική τους αλυσίδα).
Στην Ελλάδα τα προβλήματα είναι ήδη ορατά, αφού όπως επισημαίνει, έχει επηρεαστεί το κομμάτι της ομαλής διακίνησης πρώτων υλών, π.χ. από την Κίνα και το εμπόριο με Ιταλία και Ισπανία, ενώ αρρυθμίες υπάρχουν ακόμα και στην κίνηση εντός των χωρών, με αποσταθεροποίηση της εφοδιαστικής αλυσίδας.
Τα τρία σενάρια: όταν ούτε το «καλό» σενάριο είναι ευνοϊκό
Μεταξύ των τριών σεναρίων για τη διάρκεια της κρίσης και τις επιπτώσεις της, ούτε το πιο ευνοϊκό είναι θετικό: «στο θετικό σενάριο, που ονομάσαμε “fast recovery- catch up”, σε έναν- δύο μήνες από την έναρξη των μέτρων στα μέσα Μαρτίου, θα μπορούσαμε να επανέλθουμε σε μερική λειτουργία της αγοράς. Σε αυτό το σενάριο, θα ακολουθούσε ένα συναισθηματικό σοκ άλλων δύο μηνών τουλάχιστον, στη διάρκεια των οποίων οι καταναλωτές δεν θα ήταν πρόθυμοι να κάνουν αγορές μη αναγκαίων ειδών ή ταξίδια. Ο κλάδος HORECA (Hotel, Restaurant, Catering) στην Ευρώπη, που επηρεάζεται άμεσα από το πλήγμα στον τουρισμό, εκτιμάται πως θα χάσει το 50% του τζίρου του στο καλύτερο σενάριο», εξηγεί ο κ. Μαύρος.
Το μεσαίο σενάριο, με τίτλο «The Year of Corona», στο οποίο αναμένεται επιστροφή στη μερική λειτουργία της αγοράς τον Σεπτέμβριο, κάτι που σημαίνει ότι ο κλάδος HORECA στην Ευρώπη θα χάσει τους μήνες έντονης δραστηριότητας του καλοκαιριού, η πτώση τζίρου εκτιμάται ότι θα φτάσει στο 75%, αφού και σε αυτή την περίπτωση θα υπάρξει συναισθηματικό σοκ διάρκειας τουλάχιστον δύο μηνών, με αποτέλεσμα η «αρρυθμία» να «τραβήξει» μέχρι το τέλος του έτους.
Στο δε χειρότερο σενάριο («Corona is here to stay»), η επιστροφή της αγοράς σε μερική λειτουργία θα αργήσει μέχρι και πάνω από εννέα μήνες, με αποτέλεσμα -εξαιτίας και της κακής καταναλωτικής ψυχολογίας, που θα διαρκέσει περισσότερο από το lockdown- να χαθεί το 80%-85% του τζίρου του κλάδου HORECA.
Αξίζει να σημειωθεί ότι από το σύνολο των 487 συμμετεχόντων σε πρόσφατο σεμινάριο της ΕΥ για τις επιπτώσεις της πανδημίας στην εφοδιαστική αλυσίδα, μόλις το 6,85% θεωρεί ότι τελικά θα επιβεβαιωθεί το «καλό» σενάριο.
«Πρόσω ολοταχώς» λόγω πανδημίας ο ψηφιακός μετασχηματισμός;
Προσθέτει ότι η πανδημία θα επιταχύνει ενδεχομένως τον ψηφιακό μετασχηματισμό του κλάδου. «Πολλές δραστηριότητες θα γίνονται ηλεκτρονικά και θα μειωθεί η ανταλλαγή εγγράφων σε φυσικό επίπεδο. Η ανάγκη για λειτουργία με ψηφιακά μέσα είναι κάτι που θα παραμείνει, όταν η κρίση τελειώσει», υπογραμμίζει.
Ερωτηθείς αν η πανδημία ενδέχεται να δρομολογήσει ταχύτερες εξελίξεις ως προς την εφαρμογή του blockchain στην εφοδιαστική αλυσίδα, επισημαίνει ότι αν και πολλοί άνθρωποι συζητούν πλέον για αυτό, δεν υπάρχουν ακόμη πειστικά business cases.
«Θα θέλαμε αυτόματες, paperless συναλλαγές με ασφάλεια, και άλλες ψηφιακές λύσεις, αλλά κάτι τέτοιο απαιτεί μεγάλες επενδύσεις από πλευράς των επιχειρήσεων», παρατηρεί, επισημαίνοντας ότι αυτές οι επενδύσεις δεν συνδέονται μόνο με το κόστος, αλλά κυρίως με την καλύτερη εξυπηρέτηση πελατών και το ανταγωνιστικό πλεονέκτημα που αυτές επιφέρουν.
«Κάποιοι παραλληλίζουν την πανδημία με πόλεμο. Και η ιστορία δείχνει ότι ο πόλεμος γεννάει τις αλλαγές σε τεχνολογία και επιστήμη. Για παράδειγμα, οι “last mile” διανομές μέχρι τον τελικό καταναλωτή εκτιμώ ότι θα οργανωθούν αποτελεσματικά και θα πάρουν σημαντικό μερίδιο. Σίγουρα θα δούμε πολλά πράγματα να αλλάζουν και πιστεύω πως θα δούμε και θετικές αλλαγές», καταλήγει.
(ΑΠΕ-ΜΠΕ)