Σαν να μην της έφταναν τα προβλήματα που προέκυψαν από το σκάνδαλο με τους ρύπους, η γερμανική αυτοκινητοβιομηχανία αντιμετωπίζει έναν νέο πονοκέφαλο μετά την μήνυση που κατέθεσαν σε βάρος της πρώην εργαζόμενοι και ακτιβιστές, οι οποίοι κατηγορούν τη Volkswagen ότι επέτρεψε τα βασανιστήρια και τις διώξεις αντιφροντούντων επί της στρατιωτικής δικτατορίας στη Βραζιλία.
Η μήνυση κατατίθεται ενώ ο όμιλος βρίσκεται ήδη αντιμέτωπος με το τεράστιο σκάνδαλο των κινητήρων ντίζελ, έχοντας παραδεχτεί ότι 11 εκατομμύρια από τα οχήματά του σε όλο τον κόσμο ήταν εξοπλισμένα με λογισμικό παραποίησης των μετρήσεων των ρύπων, όπως αποκαλύφθηκε ύστερα από ελέγχους στις ΗΠΑ.
Στη Βραζιλία, η μήνυση που κατατέθηκε από το «Φόρουμ εργαζομένων για την αλήθεια, τη δικαιοσύνη και την αποκατάσταση», με την υποστήριξη συνδικάτων, δικηγόρων και ακτιβιστών των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, αναφέρεται στις δραστηριότητες της αυτοκινητοβιομηχανίας κατά τη διάρκεια της στρατιωτικής δικτατορίας (1964-1985).
«Η Volkswagen δεν ήταν η μοναδική εταιρεία που είχε εμπλακεί αλλά είχε διαχειριστικό ρόλο στο Σάο Πάολο και μάλιστα συντόνιζε τις άλλες» εταιρίες, εξήγησε ο Σεμπάστιαν Νέτο, ένας από τους επικεφαλής του Φόρουμ. Τα έγγραφα που έχουμε σε βάρος της είναι καταστροφικά, με την έννοια ότι η Volkswagen επέτρεψε την ύπαρξη αστυνομικού κράτους εντός της εταιρίας και συλλήψεις κατευθείαν από τις θέσεις εργασίας.
Η δικαστική διαδικασία υποστηρίζεται από δικηγόρους που συμμετείχαν στην Εθνική Επιτροπή Αλήθειας που συγκροτήθηκε το 2012 από την αριστερή πρόεδρο Ντίλμα Ρούσεφ για να διερευνηθούν τα εγκλήματα της στρατιωτικής δικτατορίας.
«Εργαζόμενοι της Volkswagen υπέστησαν βασανιστήρια και παράνομες κρατήσεις, άλλοι μπήκαν στην ανεργία και στη “μαύρη λίστα”, παρακολουθούν παράνομα», δήλωσε η Ρόζα Καρντόζο, μια από τις δικηγόρους που συντόνισε το έργο της επιτροπής και σήμερα εκπροσωπεί αρκετά θύματα.
Η μήνυση, που διεκδικεί αποζημιώσεις συλλογικά από τον όμιλο, αναφέρει 12 πρώην εργαζόμενους που συνελήφθηκαν και βασανίστηκαν μέσα στο εργοστάσιο του ομίλου στο Σάο Μπερνάρντο ντο Κάμπο, κοντά στο Σάο Πάολο, καθώς και δεκάδες άτομα που μπήκαν στη μαύρη λίστα. «Με οδήγησαν με χειροπέδες στο τμήμα προσωπικού και εκεί άρχισαν να με βασανίζουν», διηγείται ένας από αυτούς, ο Λούτσιο Μπελεντάνι, κομμουνιστής και εργαζόμενος της Volkswagen, 28 ετών την εποχή που διαδραματίζονταν τα γεγονότα. Ο Λούτσιο στη συνέχεια μεταφέρθηκε σε κέντρο κράτησης όπου πέρασε ένα χρόνο εν αναμονή της δίκης του.