Παρότι συνεργάστηκε από την πρώτη στιγμή με τις αστυνομικές αρχές και παρότι τα στοιχεία εναντίον της δεν επαρκούσαν η Ηριάννα Β.Λ καταδικάστηκε τελικά, με μοναδικό στοιχείο ένα αμφιλεγόμενο δείγμα DNA. Φαίνεται πως η υπόθεση της νεαρής κοπέλας, που εδώ και 7 χρόνια κατηγορείται ως τρομοκράτης, με στοιχεία που ποτέ δεν ήταν αρκετά, έχει συσπειρώσει μεγάλο μέρος της ελληνικής κοινωνίας γύρω της.
Η Ηριάννα που έχει κρατήσει χαμηλό προφίλ και δίνει τον αγώνα της αθόρυβα και με περηφάνια και αξιοπρέπεια μίλησε στην Εφημερίδα των Συντακτών για όλα αυτά που έχει υποστεί από το 2011.
Πράγματι, το 2011, μετά από έφοδο της ΕΛ.ΑΣ. στο σπίτι του συντρόφου μου, χωρίς δεύτερη σκέψη έδωσα DNA και αποτυπώματα. Δεν φαντάστηκα ότι αυτό θα μπορούσε να στραφεί με τον οποιονδήποτε τρόπο εναντίον μου. Εφόσον ποτέ δεν είχα την παραμικρή ανάμειξη σε παράνομες πράξεις, γιατί να μη δώσω; Άλλωστε θεώρησα ότι αυτή είναι η διαδικασία που ακολουθείται σε τέτοιες περιπτώσεις.
Όταν δύο χρόνια μετά με συνέλαβαν και έμαθα ότι μία από τις δύο σε βάρος μου κατηγορίες αφορά την «ανεύρεση» γενετικού μου υλικού σε όπλα, μετά το πρώτο σοκ, η αλήθεια είναι πως στο μυαλό μου ήρθε εκείνη η μέρα, η μέρα της σύλληψης του συντρόφου μου, και το γεγονός ότι η αστυνομία ήδη από καιρό είχε το DNA μου.
Το τι μπορεί να σημαίνει αυτό… μόνο υποθέσεις μπορώ να κάνω – περιορισμένες σε αριθμό μεν, υποθέσεις δε. Αλλά και να μην είχα δώσει δείγμα εγώ τότε, το DNA μου υπήρχε παντού στο σπίτι του συντρόφου μου, το οποίο η αστυνομία είχε κάνει φύλλο και φτερό το ’11.
Να εκδικηθούν τι όμως; Η Δικαιοσύνη ορθώς έκρινε ότι ο φίλος μου είναι αθώος. Από εκεί και πέρα τι έχουν να εκδικηθούν στο πρόσωπό μου; Εκδικούνται τη σχέση μου με έναν άνθρωπο που με τη σειρά του έχει φιλικές σχέσεις με άλλους ανθρώπους; Δηλαδή, στο στόχαστρο μπαίνουν όχι πράξεις, αλλά σχέσεις…
Ή, ορθότερα, αλυσίδες σχέσεων. Δεν ξέρω. Κάποια πράγματα με ξεπερνάνε. Υπερβαίνουν τη λογική μου. Και αυτά τα πράγματα είναι επικίνδυνα. Επικίνδυνα όχι μόνο για μένα, όχι μόνο για τους φίλους μου και τους γνωστούς μου. Επικίνδυνα για μια ολόκληρη γενιά. Και ακόμη περισσότερο για τις επόμενες. Αυτό που με ανησυχεί περισσότερο είναι η σκέψη ότι η υπόθεσή μου δεν είναι εξαίρεση, αλλά μέρος ενός κανόνα.
Αυτή είναι η άλλη πλευρά της όλης παράλογης εμπλοκής μου στην υπόθεση. Προσωπικά, τα μέλη της συγκεκριμένης οργάνωσης δεν τα γνωρίζω. Οπότε, ο μόνος «κρίκος» που με συνδέει γενικά με τη ΣΠΦ είναι ο φίλος μου, ο οποίος, από τα φοιτητικά του χρόνια, διατηρούσε φιλικές σχέσεις με δύο από τα μέλη της οργάνωσης.
Όπως ήταν φυσικό και επόμενο –ελλείψει οποιουδήποτε στοιχείου για συμμετοχή του στην οργάνωση– ο ίδιος αθωώθηκε στη δίκη του. Εγώ όμως θεωρούμαι από το πρωτόδικο δικαστήριο μέλος της οργάνωσης. Τι να σας πω… Όσο και αν διαβάζει κανείς τη σε βάρος μου δικογραφία δεν θα καταλάβει από πού προκύπτει αυτό.
Το 1/3 της ζωής μου (συν έναν χρόνο) το έχω ζήσει στη Φιλοσοφική. Μέσα στο κτίριο και τα τελευταία χρόνια πίσω από αυτό, στο Διδασκαλείο Ν. Ελληνικής. Ήταν επιλογή μου. Τα μαθήματα, οι συνεργάτες, οι ακαδημαϊκές και επαγγελματικές κινήσεις δεν ήταν απλά τα συστατικά μέρη ενός προγράμματος σπουδών ή ένα παραπάνω στοιχείο του βιογραφικού μου.
Ηταν βασικό κομμάτι του τρόπου σκέψης και ζωής μου. Και εγώ και οι τέως συμφοιτήτριες και νυν συνεργάτιδές μου Ζούσαμε (με το Ζ κεφαλαίο) μέσα στο Πανεπιστήμιο. Στο μυαλό μου δεν υπήρξε ποτέ κάποιος άλλος δρόμος ή εναλλακτική. Δεν φαντάζομαι ποιο ακραίο συναίσθημα (όπως του φόβου που αναφέρατε) θα μπορούσε ποτέ να σταθεί εμπόδιο στη ζωή που η ίδια είχα επιλέξει. Τώρα… τώρα είναι αλλιώς. Τουλάχιστον μπορώ και μιλάω με την ομάδα μου και μαθαίνω πώς εξελίσσονται όλα αυτά που με ανάγκασαν να αφήσω πίσω.
Δεύτερες και τρίτες σκέψεις μού φαίνονται δικαιολογημένες. Τις εκλαμβάνω ως ένστικτο επιβίωσης. Είναι μια αυθόρμητη, εγγενής προσπάθεια να αποκρούσεις το παράλογο. Είναι δύσκολο να δεχτείς πως όλα όσα είχες δεδομένα για χρόνια (ένα κράτος δικαίου για παράδειγμα) βρίθουν ρωγμών.
Όποιος κατανοεί πως λέξεις όπως «αδικία» δεν αρκούν για να περιγράψουν υποθέσεις σαν τη δική μου, σημαίνει ότι έφτασε σε σημείο να υπερβεί τα όρια της μέσης λογικής και να δει τις ενδείξεις δυστοπίας που αιωρούνται στην ατμόσφαιρα. Δεν θα μπορούσα να απαιτήσω κάτι τέτοιο από κανέναν. Και εγώ η ίδια ακόμη δεν μπορώ να το χωνέψω, και ας περιτριγυρίζομαι από δύο (ή τρεις;) σειρές τειχών στολισμένων με συρματοπλέγματα.
Ξέρω ότι η οικογένεια, οι φίλοι, οι συνεργάτες μου και οι δάσκαλοί μου, όντας μάρτυρες της ζωής μου, δεν έχουν την παραμικρή αμφιβολία για το τι είμαι και το τι δεν είμαι. Στέκονται δίπλα μου από την αρχή και ευγνωμονώ τον καθένα ξεχωριστά γι’ αυτό.
Από την άλλη πλευρά, είναι μια ανακούφιση που και εγώ και οι δικοί μου δεν στεκόμαστε μόνοι απέναντι σε αυτούς που μου ζητάνε να αποδείξω ότι δεν είμαι ροζ ελέφαντας που ίπταται πάνω από τα κεφάλια τους. Η αλήθεια είναι πως δεν έχω πλήρη –ή καλύτερα έχω πολύ περιορισμένη– εικόνα των έξω από τα τείχη κινήσεων και αντιδράσεων.
Μου αρκεί, όμως, που όταν μιλάω με τους γονείς, τον Κ. και τους φίλους μου στο τηλέφωνο, τους ακούω δυνατούς. Ε, αυτό πιστεύω ότι θα ήταν αδύνατον να το καταφέρουν τόσες μέρες μόνοι τους. Το ότι παραμένουν παραπάνω από όρθιοι οι δικοί μου, το ότι δεν έχουν σπάσει ούτε λεπτό, ξέρω ότι κατά βάση οφείλεται σε ανθρώπους άγνωστους σε εμένα. Αγάπη και δύναμη λοιπόν σε όλους, σε γνωστούς και αγνώστους.
Πηγή: Εφημερίδα των Συντακτών