Ανησυχία για την απόφαση της κυβέρνησης, που ξεκίνησε να υλοποιείται από χθες, 1η Ιουνίου, να αποχωρήσουν από το σύστημα υποδοχής περίπου 9.000 αναγνωρισμένοι πρόσφυγες εκφράζει σε ανακοίνωσή της η Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες (Υ.Α.).
Είναι κατανοητός, αναφέρει η Υ.Α., ο στόχος να διατεθούν περισσότεροι πόροι και θέσεις για τους αιτούντες άσυλο, καθώς το σύστημα υποδοχής της χώρας αντιμετωπίζει έλλειψη σε θέσεις στέγασης. Ωστόσο, επισημαίνει τα προβλήματα που ανακύπτουν, από την πρόωρη παύση της παροχής βοήθειας σε πολλούς αναγνωρισμένους πρόσφυγες, προτού να έχουν αποτελεσματική πρόσβαση στην αγορά εργασίας και σε προγράμματα κοινωνικής πρόνοιας, όπως προβλέπεται από την ελληνική νομοθεσία. Επίσης, η Υ.Α. έχει απευθύνει εκκλήσεις στην Ελλάδα να αυξήσει την εθνική ικανότητα υποδοχής σε δομές, διαμερίσματα, ξενοδοχεία αλλά και μέσω της παροχής μετρητών για την εξεύρεση στέγης.
Τονίζει, επίσης, πως είναι κρίσιμης σημασίας η αποτελεσματική πρόσβαση στα εθνικά συστήματα και προγράμματα ένταξης που παρέχουν μαθήματα γλώσσας, επαγγελματική κατάρτιση και πρόσβαση σε επ’ αμοιβή εργασία.
«Το να αναγκάζονται οι άνθρωποι να αποχωρήσουν από τη στέγασή τους χωρίς να υπάρχει ένα δίχτυ ασφαλείας, ούτε μέτρα για να εξασφαλιστεί η αυτάρκειά τους μπορεί να οδηγήσει πολλούς στη φτώχεια και την αστεγία», σημειώνει η Υ.Α.
Αναφέρει ακόμη πως αν και οι πρόσφυγες είναι επιλέξιμοι για πολλά εθνικά προγράμματα, όπως το Ελάχιστο Εγγυημένο Εισόδημα ή το Επίδομα Στέγασης καθώς και άλλες παροχές προς τους πλέον ευάλωτους, στην πράξη «αντιμετωπίζουν εμπόδια στο να αποκτήσουν πρόσβαση σε αυτή τη στήριξη».
Τέλος, η Υ.Α. εξηγεί, ότι το πρόγραμμα HELIOS μπορεί να γεφυρώσει σημαντικά κενά, «αλλά χρειάζεται ευελιξία για να καλυφθεί ένας μεγάλος αριθμός προσφύγων που αποχωρούν τώρα από τις δομές στέγασής τους».