Αναπολεί την αρχή: «Νομίζω ότι είναι σαν τις ιστορίες που διηγούνται όλοι: “ο πατέρας μου είχε μια παλιά Canon AE-1”, με την οποία συνήθιζα να παίζω, αλλά στην πραγματικότητα δεν σκεφτόμουν τη φωτογραφία, το έκανα λίγο για διασκέδαση».
Σύντομα, γνώρισε τον κόσμο του αναλογικού φιλμ και τη δουλειά καλλιτεχνών σαν τον Steven Shore, τον Joel Sternfeld και τον Andreas Gursky.
«Ξέρετε, το 2013, αφήνοντας την πόλη που γεννήθηκα για πρώτη φορά, και τον αχανή αυτόν τόπο, έγινα ένας έγκλειστος στον εαυτό μου, σε κατάθλιψη… κατά κάποιον τρόπο είδα αυτά τα συναισθήματα σαν έναν τρόπο να τα χρησιμοποιήσω στην τέχνη κι έτσι καταδύθηκα μέσα μου κι άρχισα να καταπιάνομαι με διαδικασίες και να πειραματίζομαι με καινούργιες ιδέες, τρόπους να πειράζω μια φωτογραφία ή να τραβάω μια φωτογραφία» εξομολογείται, σχετικά με τη διαδικασία που τον οδήγησε στη σημερινή αισθητική επιλογή.
Οι νοσταλγικές αποχρώσεις, η ονειρική αισθητική, η χρήση διπλής έκθεσης, ανακλάσεων φωτός και παρεμβάσεων με χημικά μέσα βρίσκονται στην καρδιά της αντίληψης που έχει ο Davis Ayer για την ομορφιά. Υπάρχει μια διαχρονικότητα στη δουλειά του. Αν και οι φωτογραφίες του ενέχουν καρέ από κινηματογραφικές ταινίες του παρελθόντος, η ψυχεδελική βεντάλια των χρωμάτων του τείνει προς το μέλλον.