Υπέρ της άρσης της ασυλίας της τάχθηκε η Ζωή Κωνσταντοπούλου μιλώντας στη σχετική συζήτηση που πραγματοποιήθηκε για το θέμα στη Βουλή, έπειτα από αίτημα των δικαστικών αρχών του Βόλου για περιστατικό κατά τη διάρκεια δίκης στο Μονομελές Πλημμελειοδικείο της περιοχής, τον περασμένο Μάιο, όπου μετείχε ως συνήγορος υπεράσπισης, με την κατηγορία να σχετίζεται με «διατάραξη δικαστικών συνεδριάσεων κατ’ εξακολούθηση και αθέμιτη επιρροή σε δικαστικούς λειτουργούς».
«Είναι η πρώτη φορά που εμφανίζομαι εδώ στο βήμα της Βουλής σε υπόθεση άρσης της ασυλίας μου και ομολογουμένως αισθάνομαι μεγάλη τιμή γιατί στοχοποιούμαι με αίτημα άρσης της ασυλίας, για την υπερασπιστική μου δράση, για την κοινωνική δικηγορία, την οποία επιτελώ από την πρώτη ημέρα που έγινα δικηγόρος, για την ακτιβιστική μου δράση και για τη σταθερή τοποθέτησή μου στην πλευρά των πολιτών, στην πλευρά των κοινωνικών κινημάτων, στην πλευρά του δικαίου και στην πλευρά των ανθρώπων απέναντι στις εξουσίες και πολύ περισσότερο απέναντι στις αδυσώπητες εξουσίες που νομίζουν ότι όλα μπορούν να τα ελέγχουν, να τα συγκαλύπτουν και όλα μπορούν να τα διαχειρίζονται και στο τέλος όλα μπορούν να τα ισοπεδώνουν», τόνισε η κ. Κωνσταντοπούλου.
Η πρόεδρος της Πλεύσης Ελευθερίας υπενθύμισε ότι το κόμμα της έθεσε από το 2019 τρεις προϋποθέσεις για την αναθεώρηση του Συντάγματος, οι οποίες -όπως είπε- «αποτελούν προϋπόθεση μιας δημοκρατικής λειτουργίας. Την κατάργηση της υπουργικής ασυλίας, την κατάργηση της βουλευτικής ασυλίας και την αλλαγή του τρόπου διορισμού-ανάδειξης στην ηγεσία της δικαιοσύνης».
Η κ. Κωνσταντοπούλου ευχαρίστησε τα κόμματα της αντιπολίτευσης για «τον προβληματισμό και την πολιτική θέση που διατύπωσαν» ότι δηλαδή «η σημερινή υπόθεση είναι μια υπόθεση πολιτικής στοχοποίησης και πολιτικής δίωξης εναντίον μου», δηλώνοντας ότι «δεν επιθυμώ εγώ, έχοντας αυτή τη διαδρομή και πορεία και βεβαίως κρυστάλλινη αντίληψη του τι σημαίνει να στοχοποιείσαι και να μην έχεις ασυλία, να κάνω χρήση αυτού του προνομίου, αυτής της προστασίας, γιατί ξέρω πολύ καλά ως υπερασπίστρια των πολιτών του Βόλου ότι τα ίδια θα έκανα και τα ίδια έχω κάνει σε όλη μου τη δικηγορική πορεία… υπερασπίζομαι, δεν υποκλίνομαι».
Η πρόεδρος της Πλεύσης Ελευθερίας εξήγησε ότι «στόχος» της δεν είναι να προστατευτεί η ίδια αλλά «να προστατεύσει την κοινωνία από αυτή την στοχοποίηση κάθε ανθρώπου ο οποίος διεκδικεί, κάθε ανθρώπου ο οποίος μάχεται…».
«Είναι τιμή μου να με στοχοποιείτε, είναι τιμή μου να ζητώ την άρση της ασυλίας μου», τόνισε, μεταξύ άλλων, η κ. Κωνσταντοπούλου. Και πρόσθεσε ότι υπερασπίστηκε τους πολίτες του Βόλου, «οι οποίοι το 2017, επτά χρόνια πριν, κινητοποιούνταν εναντίον της δημοτικής αρχής για τα νεκρά ψάρια στον Παγασητικό και διεκδικούσαν καθαρό περιβάλλον και να μην ρίχνει ο δήμαρχος Μπέος και η δημοτική του αρχή, λήμματα στον Παγασητικό», εξαπολύοντας σφοδρή επίθεση στον δήμαρχο του Βόλου, Αχιλλέα Μπέο. Όπως είπε, «υπερασπίζομαι τους πολίτες του Βόλου, απέναντι σε ένα σύστημα μιας τοπικής αρχής, που έχει μετατρέψει αυτή την πανέμορφη την πόλη σε «γκόθαμ σίτι» και που έχει δυστυχώς στην τσέπη και στο χέρι της και το δικαστικό σύστημα των τοπικών δικαστηρίων», το οποίο -όπως είπε- το έχει καταγγείλει εδώ και χρόνια.
Τέλος, η κ. Κωνσταντοπούλου χαρακτήρισε την υπόθεση «ακραία παραβίαση του κράτους δικαίου», κάνοντας λόγο για «εκφοβισμό μαρτύρων» και «παραποίησης πρακτικών», ενώ μίλησε για μια «διαδικασία εκδικητική και πολιτικής στοχοποίησης» εναντίον της και μια «απόπειρα τρομοκράτησης» και «ανάσχεσής» της από τα υπερασπιστικά της καθήκοντα.