Συνάντηση με τον επικεφαλής της ΑΔΑΕ, Χρήστο Ράμμο, είχε το μεσημέρι της Δευτέρας ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ Νίκος Ανδρουλάκης, σχετικά με το σκάνδαλο των υποκλοπών.
«Το σκάνδαλο αυτό δεν είναι μόνο πολιτικό. Είναι και οικονομικό, γιατί κάποιοι έβγαλαν εκατομμύρια εμπορεύοντας ένα παράνομο λογισμικό», είπε ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ, μετά τη συνάντηση.
«Ήρθα εδώ να ζητήσω από τον κ. Ράμμο να επιταχύνει τις διαδικασίες. Με ενημέρωσε ότι περιμένει να καθαρογράφει η απόφαση και αμέσως θα κάνει τα προβλεπόμενα για να έχω την ενημέρωση που χρειάζεται και με τη σειρά μου να ενημερώσω όπως έχω δεσμευτεί τον ελληνικό λαό. Σήμερα ανοίγει ο δρόμος της αλήθειας και μαζί το κουτί της Πανδώρας για τον κ. Μητσοτάκη και την κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας», συμπλήρωσε.
Υπενθυμίζεται ότι η Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας έκρινε μη νόμιμη και αντισυνταγματική την άρνηση της ΑΔΑΕ να ενημερώσει τον πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ και πρώην ευρωβουλευτή Νίκο Ανδρουλάκη για τους λόγους που έγινε η άρση του τηλεφωνικού απορρήτου του αλλά και τα στοιχεία που συγκεντρώθηκαν.
Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Ακυρωτικού Δικαστηρίου έκανε εν μέρει δεκτή την αίτηση ακυρώσεως που είχε καταθέσει κατά της πράξης του προέδρου της Α.Δ.Α.Ε., με την οποία απορρίφθηκε το από 7.9.2022 αίτημα του να του γνωστοποιηθούν, η εισαγγελική διάταξη και ο πλήρης φάκελος με το υλικό που είχε συλλεγεί, μετά την επιβολή σε βάρος του του μέτρου άρσης του απορρήτου των επικοινωνιών.
Η απόφαση του ΣτΕ αναφέρει πως:
Η ρύθμιση του άρθρου 87 του ν. 4790/2021, με το οποίο θεσπίσθηκε στην περίπτωση επιβολής του μέτρου άρσης του απορρήτου των επικοινωνιών για λόγους εθνικής ασφάλειας η πλήρης απαγόρευση της δυνατότητας ενημέρωσης του θιγόμενου, μετά τη λήξη του μέτρου, ακόμη και όταν δεν υφίσταται διακινδύνευση των σκοπών εθνικής ασφάλειας που οδήγησαν στην επιβολή του, αποτελεί υπέρμετρο περιορισμό του απαραβίαστου της επικοινωνίας, που δεν δικαιολογείται στο πλαίσιο της λειτουργίας του κράτους δικαίου, και, συνεπώς, αντίκειται στα άρθρα 19 παρ. 1 του Συντάγματος, 5 παρ. 1 και 15 παρ. 1 της οδηγίας 2002/58, 7, 8 και 11 του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης και 8 της ΕΣΔΑ και είναι ανίσχυρη.