«Οι τιμές των ακτοπλοϊκών εισιτηρίων επί των ημερών διακυβέρνησης της Νέας Δημοκρατίας έχουν εκτοξευτεί, όπως έχει συμβεί σε όλο το φάσμα των παραγόμενων αγαθών και υπηρεσιών», τόνιζαν οι βουλευτές του ΠΑΣΟΚ – Κινήματος Αλλαγής, σε ερώτηση που είχαν καταθέσει προς τον υπουργό Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής.
Σημείωναν, μάλιστα πως «με μια πρόχειρη έρευνα, οι τιμές στα εγχώρια ακτοπλοϊκά εισιτήρια είναι ως και 60% υψηλότερες από τις τιμές για αντίστοιχες διαδρομές στην Βόρεια Ευρώπη. Για παράδειγμα, στη διαδρομή Όσλο – Κοπεγχάγη, που είναι οριακά μεγαλύτερη από την διαδρομή Πειραιάς – Ρόδος και συγκεκριμένα 316 ναυτικά μίλια, έναντι 296 στην διαδρομή Πειραιάς – Ρόδος, μια τετραμελής οικογένεια με εσωτερική καμπίνα και αυτοκίνητο ταξιδεύει με 696, όταν στην Ελλάδα για την αντίστοιχη διαδρομή το κόστος ανέρχεται σε 1105,50 ευρώ».
«Με άλλα λόγια, στην Ελλάδα πληρώνουμε 58,8% ακριβότερα τα ακτοπλοϊκά εισιτήρια από ό,τι οι Βορειοευρωπαίοι για μια διαδρομή μάλιστα οριακά έστω μικρότερη! Απέναντι σε αυτή την πραγματικότητα, η κυβέρνηση και το Υπουργείο Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής απαντούν με ‘nonpaper’, στο οποίο υιοθετούν την γραμμή των ακτοοπλόων περί ελάχιστων αυξήσεων και ψελλίζουν μια ελάχιστη κριτική για τις ενδονησιωτικές συνδέσεις και τις συνδέσεις με ταχύπλοα σκάφη, στα οποία παραδέχονται διψήφιες αυξήσεις όπως για παράδειγμα 11,76% στη Μύκονο και 32,8% στην γραμμή Πάρος-Νάξος με ταχύπλοο», υπογραμμίζει το ΠΑΣΟΚ.
Ιδιαίτερη αναφορά έκαναν οι βουλευτές του ΠΑΣΟΚ στο φαινόμενο που παρατηρείται με τις τιμές των ακτοπλοϊκών εισιτηρίων, όπου υπάρχει μία μόνο εταιρεία στη γραμμή και όπως αυτές διαμορφώνονται όταν εισέλθει και δεύτερη εταιρεία στο ίδιο δρομολόγιο.
«Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα της γραμμής Ηράκλειο – Μύκονος», σημείωσαν, καθώς «τη μία ημέρα που το πλοίο που συνδέει τη γραμμή είναι ένα, η τιμή του εισιτήριου είναι 105,70 ευρώ, ενώ την επόμενη μέρα υπάρχει και δεύτερο ανταγωνιστικό πλοίο με τιμή εισιτηρίου στα 79 και αναγκάζεται έτσι η εταιρεία να ρίξει την τιμή του εισιτηρίου από τα 105.7 στα 83 ευρώ».
Το ίδιο ισχύει και στη «γραμμή Ηράκλειο – Σαντορίνη: τις ημέρες που μόνο ένα πλοίο ή μια εταιρεία με δύο πλοία εξυπηρετεί τη γραμμή, η τιμή είναι 92.70 ευρώ. Όμως τις ημέρες που άλλα πλοία, άλλης εταιρείας μπαίνουν στη γραμμή, αυτή η τιμή μειώνεται μέχρι και τα 59 ευρώ», τονίζουν οι βουλευτές του ΠΑΣΟΚ.
Η απάντηση του Υπουργείου Ναυτιλίας στο ΠΑΣΟΚ
Από το Υπουργείο Ναυτιλίας, τονίζεται στην απάντηση που έδωσε στο ΠΑΣΟΚ πως «στις τιμές των εισιτηρίων στις θαλάσσιες ενδομεταφορές, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 2932/2001 (Α’ 145), όπως κωδικοποιήθηκε με το ν.4948/2022 (Α’ 125), από την 1η Νοεμβρίου 2002 εφαρμόζεται η αρχή της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών, με σκοπό την εναρμόνιση της εθνικής νομοθεσίας με τον Κανονισμό (ΕΟΚ) 3577/1992 του Συμβουλίου της 7ης Δεκεμβρίου 1992. Σε συμμόρφωση με το ως άνω θεσμικό πλαίσιο, έχει εκδοθεί η υπ΄ αριθμ. 3323.1/02/08/21-03-2008 απόφαση, σύμφωνα με την οποία δεν υφίσταται ανώτατη επιτρεπόμενη τιμολόγηση σε συνδέσεις λιμένων που πληρούν συγκεκριμένα-κριτήρια-προϋποθέσεις απελευθέρωσης των ναύλων, όπως ο ελάχιστος αριθμός διακινούμενων επιβατών και ο αριθμός των δραστηριοποιούμενων εταιρειών. […] Αντίθετα, τόσο στις συνδέσεις που δεν πληρούν τα κριτήρια απελευθέρωσης όσο και στις συνδέσεις που εξυπηρετούνται με σύμβαση ανάθεσης δημόσιας υπηρεσίας (επιδοτούμενα δρομολόγια) εφαρμόζεται το κρατικό τιμολόγιο, δηλαδή το Υπουργείο καθορίζει την ανώτατη επιτρεπόμενη τιμολόγηση της οικονομικής ή ενιαίας θέσης επιβατών, των Ι.Χ.Ε. οχημάτων μήκους μέχρι 4,25 μέτρα και την τιμή ανά μέτρο στα φορτηγά».
Το Υπουργείο επισημαίνει ότι «μέχρι την 15η Σεπτεμβρίου 2024, ανώτατες επιτρεπόμενες τιμές έχουν εφαρμογή μόνο στα δρομολόγια που εκτελούνται με συμβάσεις ανάθεσης δημόσιας υπηρεσίας, δηλαδή στις επιδοτούμενες γραμμές. Για τα υπόλοιπα δρομολόγια, οι βουλευτές του ΠΑΣΟΚ ενημερώθηκαν ότι δεν τηρούνται αρχεία ποσοστιαίας μεταβολής των τιμών των ναύλων, καθώς ο πλοιοκτήτης είναι ελεύθερος να εφαρμόζει την τιμολογιακή πολιτική που επιθυμεί», επισημαίνει η Χαριλάου Τρικούπη.
Επιπλέον, «στην ίδια απάντηση (01.08.2024/ αρ πρωτ.1500.1/56661/2024/207), αναφέρεται ότι στις επιδοτούμενες γραμμές δεν παρατηρείται αύξηση των τιμών των ναύλων, ενώ το Υπουργείο Ναυτιλίας υπενθυμίζει ότι απεστάλη στην Επιτροπή Ανταγωνισμού στις 26 Ιουνίου 2024, έγγραφο, με το οποίο ζητείται η ανάπτυξη και βελτίωση της ταχύτερης δυνατής αμοιβαίας συνεργασίας των δύο Φορέων για την αντιμετώπιση τυχόν μελλοντικών υποθέσεων που αφορούν στον ελεύθερο ανταγωνισμό και στην αποφυγή περιπτώσεων κατάχρησης δεσπόζουσας θέσης στην αγορά από τις ακτοπλοϊκές εταιρείες».
«Το αόρατο χέρι της αγοράς ‘ρυθμίζει’ ελεύθερα τις τιμές»
«Το αόρατο χέρι της αγοράς ‘ρυθμίζει’ ελεύθερα τις τιμές των ακτοπλοϊκών εισιτηρίων», τονίζει χαρακτηριστικά ο βουλευτής Ηρακλείου του ΠΑΣΟΚ, Φραγκίσκος Παρασύρης, προσθέτοντας πως «τα αποτελέσματα, τα αντιλαμβάνονται καλύτερα οι οικογένειες που το φετινό καλοκαίρι αντιμετώπισαν δυσκολίες ακόμα και ολιγοήμερων μετακινήσεων προς τα νησιά».
Όπως υπογραμμίζει, «η ελεύθερη αγορά που επικαλείται το υπουργείο δεν αφήνει περιθώρια παρέμβασης. Στις μεγάλες και περισσότερες γραμμές, οι τιμές των ναύλων τραβούν το ράλι της ανηφόρας. Η Επιτροπή Ανταγωνισμού, ενώ παρουσιάζει δεκάδες ελλείψεις οργανικών θέσεων, καλείται από το Υπουργείο Ναυτιλίας να συνεργαστεί για τον έλεγχο της αγοράς. Ουδεμία αντίληψη της πραγματικότητας, δηλαδή».
«Τα ίδια έλεγαν και για τις τιμές στα ράφια των super markets. Ελεύθερη αγορά και ανταγωνισμός. Μέχρι που έφτασαν στο σημείο να δημιουργήσουν έναν Big Brother, εκδίδοντας παράλληλα σειρά υπουργικών αποφάσεων για να ελέγξουν και να ρυθμίσουν τα ανώτατα όρια των τιμών σε βασικά καταναλωτικά αγαθά. Το ίδιο θα αναγκαστούν να πράξουν και για τα εισιτήρια των πλοίων. Να ρυθμίσουν και να παρέμβουν σε αυτά που τώρα θεωρούν ότι βαίνουν ‘όλα καλώς’», σημείωσε καταληκτικά ο κ. Παρασύρης.