Για πρωτοφανείς, άκρως δυσμενείς συνθήκες του φετινού ελληνικού καλοκαιριού και πώς αυτές επέδρασαν στις φωτιές (έναρξη – αντιμετώπιση) μίλησε ο υπουργός Επικρατείας Άκης Σκέρτσος στον τηλεοπτικό σταθμό Mega. Αναφέρθηκε, όμως, και στις υπεράνθρωπες προσπάθειες όσων συμμετέχουν στο έργο της πυρόσβεσης, αναγνωρίζοντας, συγχρόνως, ότι απαιτείται επανασχεδιασμός.
Όπως παρατήρησε εισαγωγικώς ο υπουργός Επικρατείας, ζούμε έναν «παρατεταμένο καύσωνα με υψηλές θερμοκρασίες, δυνατούς ανέμους, ξηρασία στο έδαφος -όλα αυτά δημιουργούν ένα εκρηκτικό μείγμα, εύφλεκτο μείγμα σε κάθε περιοχή της χώρας. Και όσο περνά το καλοκαίρι και ξηραίνεται περισσότερο η ατμόσφαιρα, το έδαφος, τα δάση μας, όταν φυσούν πολύ ισχυροί άνεμοι, τα μελτέμια τον Αύγουστο, τότε γίνονται πιο δύσκολες οι συνθήκες. Πέρυσι τον Αύγουστο, από τις 10 Αυγούστου και μετά, είχαμε βροχές. Αυτό βοήθησε πάρα πολύ στο να μην έχουμε αυτής της έντασης πυρκαγιές».
Επιπλέον, «το επίπεδο κινδύνου 5 φέτος έχει χτυπήσει “κόκκινο” επτά φορές. Το 2021 ήταν τέσσερις φορές, δύο φορές το 2019, μία φορά το 2012. Έχουμε ένα πολύ χειρότερο καλοκαίρι από τον καύσωνα του 1987, που έχει χαραχτεί στη συλλογική μνήμη […] Τις τελευταίες έξι μέρες, από την Παρασκευή ως χθες, είχαμε 418 δασικές πυρκαγιές, όχι απλές, σύνθετες και δύσκολες πυρκαγιές, οι οποίες οδηγούν προφανώς και σε μια πολυδιάσπαση. Είναι 70, κατά μέσο όρο, πυρκαγιές την ημέρα σε όλη τη χώρα, με μία mega-fire, μεγάλη πυρκαγιά, όπως ορίζεται, στα σύνορά μας στον Έβρο. Μόνο στην Αττική ταυτόχρονα ξέσπασαν πυρκαγιές στην Ελευσίνα, στον Ασπρόπυργο, στο Λαύριο, στα Καλύβια, στην Πάρνηθα, εννιά πυρκαγιές, επίσης στη Βοιωτία έξι πυρκαγιές, στην Εύβοια μια μεγάλη πυρκαγιά. Συνολικά 16 πυρκαγιές που οδηγούν σε μια πολυδιάσπαση αναγκαστικά των δυνάμεων της Πυροσβεστικής, της Δασικής Υπηρεσίας, της Αστυνομίας….».
Σύμφωνα με τον κ. Σκέρτσο, «από το 2021 και μετά – για να μην πω από το 2019 και μετά – έχει υπάρξει ανασύσταση της Πολιτικής Προστασίας στη χώρα μας και της Πυροσβεστικής. Το 2019 υπήρχαν 59 εναέρια μέσα, φέτος έχουμε 90 εναέρια μέσα. Οι πυροσβέστες μας μαζί με τους εποχικούς αγγίζουν τους 16.500, δεν ήταν τόσοι το 2019. Οι εθελοντές ήταν 2.000 -2.500, αγγίζουν πλέον τους 5.000».
Εξ άλλου, «ο κρατικός μηχανισμός κάνει το καλύτερο που μπορεί, δίνει μια υπεράνθρωπη προσπάθεια. Αξίζει τιμή και σεβασμός στη δουλειά που κάνουν οι πυροσβέστες, οι αστυνομικοί, οι δασικοί […] οι άνθρωποι στο Κέντρο Επιχειρήσεων της Πυροσβεστικής έχουν να κοιμηθούν δυο μήνες. Οι πυροσβέστες μας είναι στο δρόμο με κίνδυνο της ζωής τους, δίνουν μια αγωνιώδη προσπάθεια να σώσουν την Πάρνηθα τη στιγμή αυτή».
Ταυτοχρόνως, ο υπουργός Επικρατείας αναφέρθηκε και στο πρόγραμμα προετοιμασίας της χώρας πριν την έναρξη της αντιπυρικής περιόδου: «Από το 2021 και μετά η χώρα απέκτησε για πρώτη φορά ένα μεγάλο εθνικό κεντρικό πρόγραμμα για καθαρισμούς, διαπλατύνσεις, αντιπυρικές ζώνες ύψους 150 εκατ. ευρώ, με χρηματοδότηση πρωτίστως από το Ταμείο Ανάκαμψης. Έχουν γίνει χιλιάδες διαπλατύνσεις, αντιπυρικές ζώνες». Όταν, όμως μια μεγάλη πυρκαγιά διαπερνά τα εθνικά οδικά δίκτυα που αποτελούν από μόνα τους τη μεγαλύτερη και ασφαλέστερη αντιπυρική ζώνη (Εθνική Οδός Αθηνών – Λαμίας, Εγνατία Οδός), αυτό σημαίνει ότι και «τα εργαλεία αυτά δεν επαρκούν», ανέφερε επικαλούμενος και το φαινόμενο της κηλίδωσης, της μεταφοράς, δηλαδή, φλόγας.
«Ποτέ δεν είναι αρκετή η προετοιμασία, πάντα θα υπάρχουν πυρκαγιές που θα υπερβαίνουν τις δυνατότητες ακόμη και του πιο άρτια οργανωμένου πυροσβεστικού μηχανισμού», τόνισε ακόμη και ζήτησε «όλοι συνολικά να καταλάβουμε ότι τα καλοκαίρια μας θα είναι πιο δύσκολα. Η Μεσόγειος είναι μια ζώνη που θα φλέγεται…». Υπογράμμισε δε, ότι ήταν άμεση η επέμβαση στη φωτιά στα ‘Ανω Λιόσια, καθώς τα πυροσβεστικά αεροσκάφη επιχειρούσαν εκείνη την ώρα στην Ελευσίνα και τον Ασπρόπυργο. «Έκαναν ρίψεις νερού μέσα σε πέντε λεπτά. Αμεσότερη, πιο έγκαιρη παρέμβαση δεν θα μπορούσε να υπάρξει», όμως φυσούσαν άνεμοι έως 9 Μποφόρ, συμπλήρωσε.
Είπε μάλιστα, «το κράτος δεν μπορεί να τα κάνει όλα μόνο του (!) . Πρέπει ο καθένας μας να καθαρίζει την αυλή του και όλοι να έχουμε μια διαφορετική κουλτούρα. Όταν υπάρχει συναγερμός επιπέδου 5, αυτό σημαίνει ότι οποιαδήποτε ανθρώπινη παρουσία ή ανθρωπογενής δραστηριότητα απαγορεύεται “δια ροπάλου” στα δάση μας. Γιατί ακόμη και από μια αμέλεια μπορεί να προκύψει πυρκαγιά. Να παρακολουθούμε τα καιρικά δεδομένα, να ακολουθούμε τις συστάσεις της Πυροσβεστικής της Πολιτικής Προστασίας», ζήτησε εν κατακλείδι.
Σε άλλο σημείο της συνέντευξης, ο ‘Α. Σκέρτσος επεσήμανε ότι «έχουν γίνει περισσότερες από 100 συλλήψεις φέτος για εμπρησμούς. Δεν είναι όμως η μοναδική αιτία για την πρόκληση των πυρκαγιών. Σύσσωμος ο κρατικός μηχανισμός – και αυτό είναι ένα από τα επιτεύγματα και τις κατακτήσεις του τρόπου διοίκησης και επιτελικής λειτουργίας τα τελευταία τέσσερα χρόνια – κάθεται στο ίδιο τραπέζι. Με το που τελειώνει η αντιπυρική περίοδος ξεκινά την αμέσως επόμενη ημέρα η προετοιμασία για την επόμενη αντιπυρική περίοδο. Σε ένα τέτοιο τραπέζι κάθεται η Πυροσβεστική, η Πολιτική Προστασία, οι Ένοπλες Δυνάμεις, οι δασικές υπηρεσίες, η Ελληνική Αστυνομία, οι δήμοι -όλοι, πλέον, κάθονται και συνεργάζονται. Αν δεν έχουμε αυτό το πνεύμα συνεργατικότητας – διακλαδικότητας, δεν θα μπορέσουμε να αντιμετωπίσουμε ένα φαινόμενο που πολλές φορές υπερβαίνει τις δυνάμεις τις δυνάμεις του κρατικού μηχανισμού».
Απαντώντας δε, στα πυρά σύσσωμης της αντιπολίτευσης για την ανεπάρκεια του κρατικού μηχανισμού να ανταποκριθεί στα πύρινα μέτωπα, υποστήριξε ότι «η Πολιτική Προστασία, η Δημόσια Υγεία δεν πρέπει να αποτελούν πεδίο για πολιτική αντιπαράθεση. Εδώ όλοι υπερασπιζόμαστε το φυσικό περιβάλλον, τις περιουσίες και την ανθρώπινη ζωή πρώτα και πάνω από όλα τα τελευταία χρόνια έχουν γίνει βήματα που δεν πρέπει να απαξιώνουμε. Η αντιπολίτευση, και ειδικά ο ΣΥΡΙΖΑ, θα έπρεπε να θυμούνται ότι μετά το Μάτι είχε συσταθεί μια επιτροπή ειδικών υπό τον επιστήμονα κ. Γκολντάμερ». Και, από τα πορίσματα και τις συστάσεις της έκθεσης Γκολντάμερ «έχει εφαρμοσθεί σχεδόν το 90%. ‘Αρα να μην απαξιώνουμε, να μην ισοπεδώνουμε, να μην υποκύπτουμε στην ευκολία μιας εύκολης αντιπολίτευσης». Ειδικότερα, «η έκθεση Γκολντάμερ προέβλεπε τη δημιουργία επιτελικής δομής. Δημιουργήθηκε το Υπουργείο Κλιματικής Κρίσης, το οποίο έρχεται και συγκεντρώνει πλέον όλες τις κρίσιμες δυνάμεις. Έλεγε ότι πρέπει να αναβαθμιστούν και να αλλάξουν χαρακτήρα τα εναέρια μέσα. Πήραμε περισσότερα και πιο στοχευμένα (μέσα)», για να καλυφθούν οι γεωμορφολογικές ανάγκες της χώρας.
Και, σε έναν πρώτο απολογισμό, «πέρυσι πήγαμε καλύτερα, φέτος δεν έχουμε πάει τόσο καλά όσο θα μπορούσαμε αλλά σε ένα ακραίο καιρικά καλοκαίρι, το χειρότερο ιστορικά. Όταν λήξει η αντιπυρική περίοδος, πρέπει να κάνουμε έναν απολογισμό και να δούμε πού μπορούμε να βελτιώσουμε τις επιδόσεις μας. Στο επίπεδο συνεργασίας με τους δήμους πρέπει να υπάρξει βελτίωση. Υπάρχουν δήμοι που ανταποκρίνονται, υπάρχουν δήμοι που δεν έχουν πάρει ακόμη το μήνυμα της κλιματικής κρίσης. Εκεί ο εποπτικός μηχανισμός πρέπει να γίνει καλύτερος, αυστηρότερος, πιο αποτελεσματικός σε όλα τα επίπεδα».
Στα αίτια της πυρκαγιάς του Έβρου, είπε πως δεν θέλει να μπει σε σενάρια. Άλλωστε, «τη στιγμή αυτή γίνεται έρευνα από το Ανακριτικό της Πυροσβεστικής, την αστυνομία και τη δικαιοσύνη». Επικαλούμενος, όμως, τα ψυχρά δεδομένα, όπως είπε, «όταν έχεις 15 μέτωπα και εστίες παράλληλα, σχεδόν ταυτόχρονα, σε μια ευαίσθητη περιοχή, σε ένα ευαίσθητο οικοσύστημα, όπως αυτό της Δαδιάς και της Αλεξανδρούπολης, τότε ναι, υπάρχει ένα πρόβλημα. Να ερευνήσουμε γιατί σε ένα δάσος με αυτά τα χαρακτηριστικά υπήρχαν 15 παράλληλες εστίες», επεσήμανε με την ταυτόχρονη διευκρίνιση ότι «όταν έχεις τέτοια πολυδιάσπαση εστιών, είναι πολύ δύσκολο να ελέγξεις μια πυρκαγιά», πολλώ μάλλον όταν συνέβαλαν και άλλοι παράγοντες (ισχυροί άνεμοι, υψηλή ξηρασία).
Και, σε επόμενο σημείο, «το κράτος υπάρχει, λειτουργεί, συνεργάζεται, θέλω να το ακούσουν οι πολίτες. Γιατί εύλογα μπορεί να κλονίζεται η εμπιστοσύνη τους σε τέτοιες δύσκολες στιγμές. Είναι εικόνες που μας πληγώνουν όλους και μας κάνουν να ανησυχούμε […] ο Έβρος ξέρουμε ότι είναι σημείο διέλευσης μεταναστών, έχουμε πολύ αυστηρή αλλά δίκαιη πολιτική ως προς την φύλαξη των συνόρων. Για αυτό επιμένουμε ότι χρειάζεται καλύτερη φύλαξη και των χερσαίων και των θαλασσίων συνόρων. Οι άνθρωποι αυτοί είναι δυστυχισμένοι, έρχονται από μακριά, το τελευταίο πράγμα που μπορεί να έχουν στο μυαλό τους είναι το τι συμβαίνει με την κλιματική κρίση ή πώς θα συμμορφωθούν με συστάσεις του κράτους. Το οποίο όμως κάνει τη δουλειά του όταν στέλνει μήνυμα μέσω του 112 το λαμβάνει και ο αλλοδαπός που βρίσκεται στη χώρα μας, είναι και στα ελληνικά και στα αγγλικά. Αυτό που μας απασχολεί είναι η προστασία της ανθρώπινης ζωής. Όλα τα υπόλοιπα θα τα ερευνήσουμε και θα αποδοθεί δικαιοσύνη όπου χρειάζεται».
Ερωτηθείς, τέλος, για τυχόν ευθύνες του επιχειρησιακού μηχανισμού, ο υπουργός Επικρατείας απάντησε σημειώνοντας ότι «η Πυροσβεστική Υπηρεσία έχει κάνει το καλύτερο δυνατό που μπορούσε. Ζούμε συνθήκες μιας ασύμμετρης κατάστασης που υπερβαίνει σε πολλές περιπτώσεις τις δυνατότητες των Σωμάτων που ασχολούνται με τη δασοπυρόσβεση. Δεν είναι η ώρα των ευθυνών. Μετά από κάθε αντιπυρική περίοδο γίνεται απολογισμός. Να περιμένουμε όλοι λίγο και να δούμε τι πήγε καλά και τι όχι».