Για τα απογευματινά χειρουργεία και τις αντιδράσεις που έχουν προκύψει μίλησε ο υπουργός Υγείας Άδωνις Γεωργιάδης, υποστηρίζοντας ότι γίνονται διαγωνισμοί για πρόσληψη αναισθησιολόγων ωστόσο κηρύσσονται άγονοι, καθώς δεν υπάρχει ανταπόκριση.
Συγκεκριμένα, μιλώντας στον ΣΚΑΙ ο κ. Γεωργιάδης σημείωσε ότι οι γιατροί δεν επιλέγουν τα δημόσια νοσοκομεία καθώς «τα χρήματα που τους δίνει το ΕΣΥ δεν τους ικανοποιούν. Η αντιπολίτευση λέει θα διπλασιάσει τους μισθούς. Για να γίνει αυτό χρειάζονται 3 δισ. ευρώ. Πού θα βρεθούν;».
Ακολούθως είπε ότι τα νοσοκομεία που θα πραγματοποιούν απογευματινά χειρουργεία στην Αττική και συγκεκριμένα ο Ευαγγελισμός, το Γεννηματάς, το ΚΑΤ και το Σωτηρία, «για να τα οργανώσουν, σημαίνει ότι βρήκαν προσωπικό».
Επεσήμανε τέλος ότι στόχος της μεταρρύθμισης είναι η αύξηση των μισθών, ωστόσο πρέπει να βρεθούν τρόποι ώστε το κράτος να αντέξει δημοσιονομικά το οικονομικό βάρος.
Από την πλευρά της, η πρόεδρος της Ελληνικής Αναισθησιολογικής Εταιρείας Ελεάνα Γαρίνη, μιλώντας στην ΕΡΤ, υπογράμμισε τα εξής για το ζήτημα:
«Είναι αλήθεια ότι πράγματι γίνονται προκηρύξεις αναισθησιολόγων και δεν πάει κανένας σε τέτοια νοσοκομεία όπως το Ιπποκράτειο ή το Παπανικολάου, αλλά είναι η μισή αλήθεια.
Διότι όταν τα νοσοκομεία αυτά αφέθηκαν να μείνουν με το ένα τρίτο των αναισθησιολόγων που χρειαζόταν, όταν υπήρχαν δηλαδή όλες αυτές οι παραιτήσεις οι οποίες δεν ανανεώνονται στην ώρα τους και η αντίδραση να προκηρυχθούν θέσεις ήταν πολύ μερική και πολύ αργά. Όταν δηλαδή βγάζεις σιγά – σιγά αυτές τις θέσεις, ο υποψήφιος θα καταλάβει ότι πάει σε ένα νοσοκομείο στο οποίο θα υποστεί ένα τέτοιο φόρτο εργασίας, που θα καθιστά τη ζωή του πάρα πολύ δυσχερή».
Ακολούθως πρόσθεσε: «Την ίδια στιγμή υπάρχει ένας ιδιωτικός τομέας ο οποίος έχει ανάγκη από αναισθησιολόγους, γιατί όπως είπαμε είμαστε λίγοι και δημιουργεί ένα ανταγωνιστικό εργασιακό περιβάλλον. Για ποιο λόγο λοιπόν ο υποψήφιος να διαλέξει ένα τέτοιο νοσοκομείο; Και κάπως έτσι βρισκόμαστε στο Ιπποκράτειο ή στο Παπανικολάου και σε άλλα τα οποία έρχονται μικρότερα νοσοκομεία τα οποία φυλλοροούν και μένουν με ελάχιστο προσωπικό, να μη θέλει ο αναισθησιολόγος να πάει να εργαστεί εκεί».
Μιλώντας για το Ιπποκράτειο που είναι από τα νοσοκομεία στα οποία θα πραγματοποιούνται απογευματινά χειρουργεία, δήλωσε: «Σε νοσοκομεία που έχουν μείνει με τόσο λίγο προσωπικό και που είναι αυτά τα οποία έχουν το μεγαλύτερο πρόβλημα, είναι σχεδόν αδύνατο να γίνουν απογευματινά χειρουργεία διότι το προσωπικό κάνει πάρα πολλές εφημερίες, είναι στα όρια της εξόντωσης και αν κάνουνε, θα κάνουνε εις βάρος ουσιαστικά της υγείας τους, της ασφάλειας τους.
»Σαν λύση λοιπόν να δίνετε μόνο τα απογευματινά χειρουργεία, ότι αυτό θα αλλάξει το δυσμενές εργασιακό περιβάλλον και το δυσμενές οικονομικό περιβάλλον μας φαίνεται πολύ μερικό και ετεροβαρές. Δηλαδή στα νοσοκομεία στα οποία έχουν το μεγαλύτερο πρόβλημα, εκεί είναι και πιο δύσκολο να λειτουργήσει.
»Υπήρξε ένα επίδομα κάποια στιγμή στους αναισθησιολόγους, αναγνωρίζοντας αυτό το πρόβλημα, το οποίο δόθηκε ένα χρόνο και μετά φορολογήθηκε και εξανεμίστηκε. Εμείς αυτό που ζητάμε είναι η πρωινή εργασία να οχυρωθεί».
«Να υπάρξουν οικονομικά κίνητρα για την αναισθησιολογία ή για άλλες άγονες ειδικότητες όπου υπάρχει πρόβλημα, ούτως ώστε να επιστρέψει ο κόσμος πίσω στο δημόσιο νοσοκομείο και να μπορεί να εργάζεται εκεί αξιοπρεπώς. Καλά τα απογευματινά χειρουργεία, αλλά σημαίνουν και άλλες ώρες εργασίας. Δηλαδή θα πρέπει να δουλεύεις από το πρωί μέχρι το βράδυ για να πλησιάσεις από πολύ μακριά, τα χρήματα τα οποία θα έπαιρνε σε ένα άλλο ίδρυμα ιδιωτικό», πρόσθεσε η ίδια.
Aπαντώντας στο αν είναι λύση η μετακίνηση από άλλα νοσοκομεία, νοσηλευτών, χειρουργών, αναισθησιολόγων για να μπορέσουν να κάνουν τα απογευματινά στο Ιπποκράτειο, σχολίασε τα εξής: «Λύση για τους γιατρούς, σίγουρα όχι, είναι δύσκολο, είναι αρκετά δύσκολο για έναν αναισθησιολόγο ο οποίος είναι σε άμεση συνάρτηση με την ομάδα και τα μηχανήματα τα οποία ξέρει να χειρίζεται.
Είναι άμεση συνάρτηση το περιβάλλον του, είναι δύσκολο να μετακινείται και επίσης ένα από τα προβλήματα τα οποία έχει αυτή η ειδικότητα είναι αυτές οι αναγκαστικές μετακινήσεις από το ένα νοσοκομείο στο άλλο για να καλύψουν κενά, το οποίο λειτουργεί αρνητικά, λειτουργεί σαν ώθηση, σαν φυγόκεντρος δύναμη.
»Πρέπει να μπορεί κανένας το εργασιακό συμβόλαιο το οποίο έχει υπογράψει ότι εγώ είμαι γιατρός του “Θεαγένειο”, εγώ είμαι γιατρός του “ΑΧΕΠΑ”, εγώ είμαι γιατρός του “Ιπποκρατείου”, να τηρείται».
Ως προς τις απολαβές του κλάδου ανέφερε τα εξής: «Ο πρώτος μισθός του Β’ είναι 1.500 ευρώ χωρίς τις εφημερίες, χωρίς τις υπερωρίες. Στον ιδιωτικό τομέα ο πρώτος μισθός, χωρίς τα έξτρα, από 3.000 έως 5.000 σε μια μέτρια θέση. Και δεν συζητάμε για την Κύπρο, η οποία είναι και αυτός ένας πόλος έλξης των αναισθησιολόγων. Μια άλλη χώρα με παρόμοια με παρόμοιο σύστημα και όχι ιλιγγιώδη διαφορά στο ΑΕΠ δίνει τριπλάσια μισθούς. Και μιλάμε τώρα για το ΓΕΣΥ. Μιλάμε για το δημόσιο σύστημα υγείας της Κύπρου και όχι για κάποιο ιδιωτικό».