«Αυτός είναι ένας προϋπολογισμός ο οποίος επιβεβαιώνει από τη μία πλευρά τη θετική προοπτική της ελληνικής οικονομίας, με ρυθμούς ανάπτυξης πολύ πάνω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, με σταθερά δημόσια οικονομικά, με ένα χρέος το οποίο αποκλιμακώνεται. Γιατί τα λέω αυτά; Διότι αυτά είναι τα θεμέλια πάνω στα οποία χτίζουμε μία οικονομική πολιτική η οποία τελικά, προφανώς, πρέπει να καταλήξει στους πολίτες, με βελτίωση του διαθέσιμου εισοδήματός τους» ανέφερε ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης στην εκπομπή «Αυτοψία» του Alpha και στον δημοσιογράφο Αντώνη Σρόιτερ υπογραμμίζοντας ότι ο προϋπολογισμός έχει 12 μειώσεις φόρων.
Ο πρωθυπουργός είπε ότι οριζόντια μείωση ΦΠΑ σήμερα, μία μονάδα -και ας υποθέταμε ότι περνούσε πλήρως αυτό στον καταναλωτή-, στοιχίζει 1,5 δισ. «Οι δύο μονάδες, που εισηγείται σήμερα ο κ. Ανδρουλάκης, στοιχίζουν 3 δισεκατομμύρια ευρώ, για ένα αποτέλεσμα ως προς τις τιμές το οποίο είναι αμφίβολο. Επιλογή, λοιπόν, της κυβέρνησης είναι τα αυξημένα έσοδα από την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής να τα ρίξει σε δαπάνες που έχουν να κάνουν με την παιδεία, με την υγεία, με το πρόγραμμα δημοσίων επενδύσεων. Να στηρίξουμε τους χαμηλοσυνταξιούχους, τους κατόχους του ΕΚΑΣ, με μια έκτακτη ενίσχυση την οποία θα πάρουν πριν από τα Χριστούγεννα. Αυτό είναι το μείγμα της οικονομικής πολιτικής το οποίο επιλέγει η κυβέρνηση» είπε.
Για την διαγραφή του πρώην πρωθυπουργού Αντώνη Σαμαρά είπε «είναι πάντα δυσάρεστο όταν διαγράφεται οποιοσδήποτε από ένα κόμμα, πόσω μάλλον ένας τέως πρωθυπουργός. Εγώ δεν ξεχνώ ότι ήμουν υπουργός επί της πρωθυπουργίας του Αντώνη Σαμαρά, τον οποίο θεωρώ κι έναν καλό πρωθυπουργό, ο οποίος κράτησε τη χώρα σε μία σταθερή κατεύθυνση σε μια πολύ δύσκολη συγκυρία».
«Αλλά θα σας έλεγα ότι ο Αντώνης Σαμαράς ήταν ένας πρωθυπουργός που βίωσε το πιο σκληρό πρόσωπο του λαϊκισμού και θα περίμενα από τον ίδιο σήμερα να κοιτάξει μπροστά και να μην αναπαράγει θεωρίες, οι οποίες ουσιαστικά υπονομεύουν και το δικό μου κύρος και το κύρος του υπουργού Εξωτερικών, υπονομεύουν τον ίδιο τον Πρόεδρο της Κυπριακής Δημοκρατίας. Αυτά τα οποία ειπώθηκαν σε αυτή την συνέντευξη ξεπέρασαν κατά πολύ αυτά τα οποία είχαν ειπωθεί στο παρελθόν. Κατά συνέπεια έκρινα ότι δεν είχα καμία άλλη επιλογή, για να διαφυλάξω και την ενότητα της παράταξης αλλά και για να εξηγήσω με τον πιο σαφή τρόπο ότι δεν μπορώ εγώ να επιτρέπω να διακινούνται τέτοιες θεωρίες, οι οποίες να με κατηγορούν εμένα και τον υπουργό Εξωτερικών ότι δήθεν «κάνουμε μυστική διπλωματία», ότι «είμαστε ενδοτικοί απέναντι στην Τουρκία». Αυτά είναι πράγματα τα οποία, επιτρέψτε μου, δεν μπορώ να τα ανεχτώ και νομίζω ότι κανείς δεν θα τα ανεχόταν, αν ήταν στη θέση μου» πρόσθεσε.
Αναφερόμενος στο ΠΑΣΟΚ είπε ότι αυτό που τον προβληματίζει πολύ είναι ότι οι αντιπροτάσεις του είναι παντελώς ατεκμηρίωτες, πρόχειρες, ακοστολόγητες και εκτός του ευρωπαϊκού πλαισίου. «Αναφέρομαι συγκεκριμένα στην πρόταση για τον ΦΠΑ. Δείχνουν ότι δεν υπάρχει ούτε βασική κατανόηση του τρόπου με τον οποίο δουλεύει το ευρωπαϊκό πλαίσιο και των δεσμεύσεων που έχει αναλάβει η χώρα ως μέλος της ευρωζώνης» είπε.
Επίσης διευκρίνισε ότι δεν έχει καμία πρόθεση να αλλάξει τον εκλογικό νόμο. «Οι κανόνες του παιχνιδιού είναι σταθεροί. Το εκλογικό σύστημα είναι αυτό το οποίο έχουμε αυτή τη στιγμή. Το πλαφόν εισόδου στη Βουλή είναι το 3%, το μπόνους καθορίζεται όπως καθορίζεται αυτή τη στιγμή, με αυτό το εκλογικό σύστημα θα πάμε στις εκλογές του 2027» υπογράμμισε.
Σε ερώτηση για τις ελληνοτουρκικές σχέσεις τόνισε ότι «η Τουρκία επιμένει στις θέσεις της και εμείς επιμένουμε στις δικές μας θέσεις. ‘Αρα, αυτή τη στιγμή περιθώριο να συζητήσουμε σε μεγαλύτερο βάθος τη μία διαφορά, από τη στιγμή που η Τουρκία θέλει να συζητήσουμε και άλλα πράγματα τα οποία εμείς δεν είμαστε διατεθειμένοι να συζητήσουμε, σημαίνει ότι αυτή τη στιγμή στον τομέα αυτόν δεν έχει επιτευχθεί καμία ουσιαστική πρόοδος».
«Εμείς θα εξακολουθούμε να συζητούμε με την Τουρκία. Θα εξακολουθούμε να επιδιώκουμε ήρεμα νερά με την Τουρκία. Και να σας πω και κάτι που το έχω ξαναπεί: μπορούμε να συμφωνούμε και ότι διαφωνούμε. Αυτό είναι ενδεχομένως και το πιο πιθανό σενάριο αυτή τη στιγμή. Αυτό δεν σημαίνει ότι πρέπει να είμαστε μονίμως σε καθεστώς έντασης, να μην συζητούμε άλλες πτυχές των σχέσεων μας και να είμαστε μονίμως με το «δάχτυλο στην σκανδάλη» και με τον φόβο ενός θερμού επεισοδίου. Δεν νομίζω ότι οι Έλληνες θέλουν αυτό» συμπλήρωσε.