Το θέμα των πυρκαγιών και τα όρια των αρμοδιοτήτων και της ευθύνης των δήμων για την αντιμετώπισή τους, αποτέλεσαν το κεντρικό θέμα συζήτησης στη σημερινή συνεδρίαση του Διοικητικού Συμβουλίου της ΚΕΔΕ, μετά τα χθεσινά «πυρά» που δέχτηκε η Τοπική Αυτοδιοίκηση περί ολιγωρίας στην άσκηση των αρμοδιοτήτων της και περί της διαχείρισης της επιχορήγησής της για την πυροπροστασία.
Ο πρόεδρος της ΚΕΔΕ Λάζαρος Κυρίζογλου απαντώντας τόσο σε σχετικές δηλώσεις αρμοδίων υπουργών όσο και σχετικών επικριτικών δημοσιευμάτων, χαρακτήρισε «άδικες» τις κατηγορίες και την επίθεση που δέχονται οι Δήμοι, γεγονός που επαναλαμβάνεται διαχρονικά και κάθε φορά που προκύπτει πρόβλημα, το οποίο αγγίζει τις ευθύνες του Κράτους.
Ο κ. Κυρίζογλου επανέλαβε ότι «οι φωτιές δεν ξεκίνησαν από την πλατεία Συντάγματος και πήγαν στα δάση, δεν ξεκίνησαν δηλαδή από περιοχές ευθύνης – κατά το νόμο και τον κοινό νου – των Δήμων αλλά ξεκίνησαν από δασικές και αγροτικές περιοχές, την ευθύνη για τους καθαρισμούς των οποίων δεν φέρουν οι οικείοι Δήμοι. Την ευθύνη φέρουν αποκλειστικά η Δασική Υπηρεσία, ο ΔΕΔΔΗΕ κ.λπ.».
Απαντώντας επίσης σε δημοσιεύματα τα οποία αναφέρονται σε δήθεν χρηματοδότηση 150 εκ. ευρώ προς τους Δήμους, είπε χαρακτηριστικά ότι «αυτό δεν είναι αληθές. Είναι ανακριβές».
Τα χρήματα που δόθηκαν το 2023, είπε ο κ. Κυρίζογλου, είναι 23.400.000 ευρώ στους Δήμους και 1.860.000 ευρώ στους Συνδέσμους Δήμων, συνολικά 25 εκ. ευρώ, ενώ το 2022 δόθηκαν 16.910.000 ευρώ στους Δήμους και 1.490.000 στους Συνδέσμους Δήμων, συνολικά 17.400.000 ευρώ.
«Είναι θετικό το γεγονός ότι υπήρξε αύξηση της επιχορήγησης, το αναγνωρίζουμε, τόνισε, αλλά σε καμία περίπτωση δεν επαρκούν τα συγκεκριμένα κονδύλια».
Σημείωσε ακόμη ότι όντως φέτος οι συμβάσεις για την πρόσληψη των εποχικού προσωπικού πυροπροστασίας έγιναν πεντάμηνες από τετράμηνες, αλλά είναι αναγκαίο αυτές να γίνουν εξάμηνες έτσι ώστε να συμπίπτουν με την αντιπυρική περίοδο. Σε ότι αφορά το προσωπικό για την πολιτική προστασία οι συμβάσεις θα πρέπει να γίνουν οκτάμηνες.
«Αυτή, τόνισε ο πρόεδρος της ΚΕΔΕ, είναι η πραγματική αλήθεια και τη «φωνάζουμε», γιατί σε καμία περίπτωση δεν θέλουμε να γίνουμε οι αεί φταίχτες. Όπου υστερούμε, όπου έχουμε άδικο – αν έχουμε- θα βγούμε και θα το πούμε. Αν όμως δεν φταίμε σε κάτι και άδικα κατηγορούμαστε, θα βγαίνουμε δημόσια και θα βάζουμε τα πράγματα στη θέση τους. Οι δήμοι στη συντριπτική τους πλειοψηφία έχουν κάνει τη δουλειά τους και έχουν προβεί στους καθαρισμούς στις εντός σχεδίου περιοχές. Στις εκτός σχεδίου περιοχές δεν έχουμε εμείς την ευθύνη, ούτε στις δασικές εκτάσεις.
Με τα χρήματα που δίδονται, για παράδειγμα στο Δήμο μου (αμιγώς αστικός Δήμος), μπορώ να καθαρίσω τα σαράντα παρατημένα οικόπεδα που έχω. Όμως ο Δήμος Αγρινίου με τους 150 οικισμούς και τα 1.247 τετραγωνικά χιλιόμετρα έκταση μπορεί να προβεί στους απαιτούμενους καθαρισμούς με τα χρήματα που παίρνει; Που ζούμε; Σε ποιους τα λέμε αυτά; Και έρχονται κάποιοι και τοποθετούνται με έναν μη προσήκοντα και απαράδεκτο τρόπο εναντίον μας».
Τέλος ο κ. Κυρίζογλου επισήμανε ότι «η ίδια η ζωή έδειξε ότι από το 1998 που μεταφέρθηκε η αντιμετώπιση των δασικών πυρκαγιών στην Πυροσβεστική Υπηρεσία, είχαμε 200 νεκρούς συνανθρώπους μας, πάνω 3.000 σπίτια, αμέτρητα ζώα και χιλιάδες στρέμματα δασών και αγροτικών εκτάσεων καμένα. Νούμερα ασύλληπτα με τεράστιο οικονομικό κόστος και πολλά αμείλικτα γιατί. Φυσικά είναι μη κοστολογήσιμη η πολύτιμη ανθρώπινη ζωή.
Εκ του αποτελέσματος λοιπόν, είναι άμεση ανάγκη να αλλάξει η στρατηγική και ο σχεδιασμός της πρόληψης και της καταστολής των πυρκαγιών υπαίθρου, με άμεση επαναδιοργάνωση και επαναστελέχωση των αποδιοργανωμένων και υποστελεχωμένων Δασικών Υπηρεσιών, με ανάθεση σ’ αυτές της διαχείρισης των δασών, της πρόληψης και κατάσβεσης των πυρκαγιών στα δάση και τις δασικές εκτάσεις και με εμπλοκή και των τοπικών κοινωνιών και των γεωργικών, δασικών και μελισσοκομικών συνεταιρισμών και των ρητινοκαλλιεργητών.
Η Πυροσβεστική Υπηρεσία να έχει την ευθύνη των λεγόμενων αστικών πυρκαγιών και όταν απαιτείται θα συνεπικουρεί τη Δασική Υπηρεσία.
Αυτό έδειξε η ίδια η ζωή. Και επειδή φωτιές είχαμε και θα έχουμε και ζούμε τα αποτελέσματα της κλιματικής αλλαγής, πρέπει να αλλάξουμε στρατηγική στην αντιμετώπισή τους».
Το ΔΣ της ΚΕΔΕ συμφώνησε ομόφωνα με την τοποθέτηση του Προέδρου της ΚΕΔΕ.
«Η Αντιμετώπιση των Δασικών Πυρκαγιών»
Την τελευταία δεκαπενταετία έχουμε 200 νεκρούς συνανθρώπους μας, περίπου 3.000 σπίτια, αμέτρητα ζώα και χιλιάδες στρέμματα δασών και αγροτικών εκτάσεων καμένα. Νούμερα ασύλληπτα με τεράστιο οικονομικό κόστος και πολλά αμείλικτα γιατί. Εξ αυτού του αποτελέσματος είναι άμεση ανάγκη να αλλάξει η φιλοσοφία, η στρατηγική και ο σχεδιασμός της πρόληψης και της καταστολής των πυρκαγιών υπαίθρου, με άμεση επαναδιοργάνωση και επαναστελέχωση των αποδιοργανωμένων και υποστελεχωμένων Δασικών Υπηρεσιών και με ανάθεση σ’ αυτές της πρόληψης και κατάσβεσης των πυρκαγιών στα δάση και τις δασικές εκτάσεις. Η Πυροσβεστική θα έχει την ευθύνη των λεγόμενων αστικών πυρκαγιών και όταν απαιτείται θα συνεπικουρεί τη Δασική Υπηρεσία.
Άρχισε και εφέτος, όπως κάθε χρόνο, η αντιπυρική περίοδος και η οργάνωση του κρατικού μηχανισμού προς αντιμετώπιση των δασικών πυρκαγιών. Σύμφωνα με το Ν. 998/79 «Περί προστασίας των δασών κ.λπ.» την ευθύνη για την πρόληψη και κατάσβεση των πυρκαγιών στα δάση και τις δασικές εκτάσεις την είχαν οι Δασικές Υπηρεσίες και οι σ’ αυτές υπηρετούντες δασικοί υπάλληλοι. Την περίοδο 1991-1993 (Κυβέρνηση Κων/νου Μητσοτάκη) αναβαθμίσθηκαν οι Δασικές Υπηρεσίες και συστάθηκε η Γενική Γραμματεία Δασών. Το 1993 μάλιστα υπήρξε και το γνωστό ομόφωνο πόρισμα της Διακομματικής Επιτροπής της Βουλής των Ελλήνων, το οποίο, δυστυχώς, δεν αξιοποιήθηκε.
Το 1998 (Κυβέρνηση Κ. Σημίτη) με νόμο αφαιρέθηκε η αρμοδιότητα κατάσβεσης των δασικών πυρκαγιών από τη Δασική Υπηρεσία και ανατέθηκε στην Πυροσβεστική. Μετά λοιπόν την παρέλευση 25 ετών (1998-2023) από την ανάληψη της αρμοδιότητας της κατάσβεσης των δασικών πυρκαγιών από την Πυροσβεστική Υπηρεσία, θα ήταν φρόνιμο, επιβεβλημένο και λίαν επωφελές να γίνει ένας καλόπιστος, καλοπροαίρετος απολογισμός για να διαπιστωθούν τα θετικά ή αρνητικά αποτελέσματα, να εντοπισθούν τα αίτια που τα προκάλεσαν, να μελετηθούν οι διορθώσεις που επιβάλλεται να γίνουν, ώστε, στο μέλλον, να πορευθούμε ως χώρα καλύτερα.
Την πρώτη δεκαετία (1998-2008) εφαρμογής του νέου συστήματος, εν συντομία, τα αποτελέσματα ήταν τα εξής: Χάθηκαν εκατό (100) και πλέον ανθρώπινες ζωές. Πρόκειται για νέους ανθρώπους στην πλειοψηφία τους, οι οποίοι κατακάηκαν από τις πυρκαγιές. Ο αριθμός είναι απίστευτα μεγάλος για τα Ελληνικά δεδομένα. Χιλιάδες σπίτια και δεκάδες χωριά καταστράφηκαν. Τουλάχιστον το 10% των δασών που υπήρχαν το 1998 κάηκαν (Ταΰγετος, Μαίναλο, Πάρνηθα, Εύβοια, Χαλκιδική, Ηλεία, Αχαΐα, Κορινθία, Πήλιο, Ρόδος κλπ). Χιλιάδες στρέμματα αναδασώσεων της προ του 1998 πεντηκονταετίας κάηκαν. Το κόστος πυρόσβεσης δεκαπλασιάσθηκε τουλάχιστον σε σχέση με τις προηγούμενες του 1998 δεκαετίες. Ενδεικτικά, προκειμένου να προβληματίσω, αναφέρω το εξής: στο Μαίναλο την όλη αντιπυρική επιχείρηση συντόνιζε ο αρχηγός του Πυροσβεστικού Σώματος, ο οποίος όμως δεν είχε πάει ποτέ στο Μαίναλο, ούτε γνώριζε την περιοχή. Τα συμπεράσματα δικά σας.
Η δεκαπενταετία (2008-2023) είχαμε τις τραγικές συνέπειες και τις κραυγές των θυμάτων της φονικής πυρκαγιάς στο Μάτι Αττικής.
Είναι εσφαλμένη η αντίληψη ότι τα αεροπλάνα σβήνουν τις φωτιές. Η αλήθεια είναι ότι συμβαίνει το αντίθετο. Τα αεροπλάνα καταστέλλουν τις πυρκαγιές στα δάση και οι επίγειες δυνάμεις ενεργούν την πλήρη κατάσβεση.
Στη διάρκεια 25 ετών (1998 – 2023) έχουμε 200 νεκρούς συνανθρώπους μας, περίπου 3.000 σπίτια, αμέτρητα ζώα και χιλιάδες στρέμματα δασών και αγροτικών εκτάσεων καμένα. Νούμερα ασύλληπτα με τεράστιο οικονομικό κόστος. Φυσικά οι ανθρώπινες ζωές δεν είναι δυνατόν να κοστολογηθούν.
Τίθενται λοιπόν πολλά αμείλικτα ΓΙΑΤΙ! Γιατί χάθηκαν τόσοι πολλοί (200) άνθρωποι, όσοι ενδεχομένως δεν έχουν καεί σε δασικές πυρκαγιές από συστάσεως του Ελληνικού Κράτους; Γιατί δεν μπορούμε να προστατεύσουμε όσα πλήρωσαν και δημιούργησαν οι προηγούμενες γενιές, για να ωφεληθούμε εμείς και οι επόμενες γενιές; Εδώ δεν μπορεί να γίνει δεκτή η δικαιολογία του «πολιτικού λάθους», ούτε αυτή της «ανάληψης της πολιτικής ευθύνης»…… Γιατί αφήσαμε τα δάση μας χωρίς επαρκή παρουσία, φύλαξη κι αστυνόμευση από μόνιμους δασικούς υπαλλήλους;
Είναι λοιπόν, εκ του αποτελέσματος, άμεση ανάγκη να αλλάξει η φιλοσοφία, η στρατηγική και ο σχεδιασμός της πρόληψης και της καταστολής των πυρκαγιών υπαίθρου.
Πρότασή μου λοιπόν, εκ του αποτελέσματος και όχι δογματικά, είναι: η άμεση επαναδιοργάνωση και επαναστελέχωση των αποδιοργανωμένων και υποστελεχωμένων Δασικών Υπηρεσιών και η ανάθεση σ’ αυτές της πρόληψης και κατάσβεσης των πυρκαγιών στα δάση και τις δασικές εκτάσεις. Η Πυροσβεστική θα έχει την ευθύνη των λεγόμενων αστικών πυρκαγιών και όταν απαιτείται θα συνεπικουρεί τη Δασική Υπηρεσία. Διευκρινίζω ότι δεν ισχυρίζομαι ότι είναι δυνατόν σήμερα οι σχεδόν διαλυμένες Δασικές Υπηρεσίες να αναλάβουν την πρόληψη και κατάσβεση των δασικών πυρκαγιών. Γι’ αυτό μίλησα για επαναδιοργάνωση και επαναστελέχωση των δασικών υπηρεσιών. Αυτή είναι η θεμελιώδης στρατηγική παραδοχή που πρέπει να υιοθετηθεί. Ταυτόχρονα απαιτείται εμπλοκή, για την αντιμετώπιση των δασικών πυρκαγιών και της Αυτοδιοίκησης και των τοπικών κοινωνιών και των γεωργικών, δασικών και μελισσοκομικών συνεταιρισμών και των ρητινοκαλλιεργητών. Γιατί βγάλαμε την κοινωνία εκτός; Έξω από το πνεύμα της παλλαϊκής αντιμετώπισης ενός τόσο σοβαρού ζητήματος. Αυτό που όμως πρωτίστως πρέπει να γίνει, να επιλεγεί, είναι η ορθή στρατηγική πρόληψης και αντιμετώπισης των δασικών πυρκαγιών.
Λυπούμαι βαθύτατα αλλά είμαι υποχρεωμένος να πω, να γίνω μάντης κακών μελλόντων να συμβούν ξανά, αν δεν αλλάξουμε μυαλά.
Επικεντρώνομαι στους εξής πέντε τομείς που κατά την γνώμη μου δεν μπορούν να περιμένουν άλλο.
α. Στα έργα και εργασίες προστασίας των δασών και ειδικότερα σε ασθένειες (έλκος πλατάνου, έντομα) και πυρκαγιές. Είναι τρομερό να εξαφανισθούν τα πλατάνια από την χώρα μας ή να καταστρέφονται δάση όπως το Σεϊχ Σου. Οι πυρκαγιές πρέπει να περιορισθούν.
β. Πρέπει να αρχίσει και πάλι η διαχείριση των δασών (Δημόσια και ιδιωτικά ) για εξασφάλιση προϊόντων και απασχόλησης. Είναι αδιανόητο σήμερα ο ξυλώδης όγκος να σαπίζει στο δάσος και να έχουμε εισαγωγές προϊόντων και ανεργία στους παραδασόβιους πληθυσμούς .
γ. Κατάρτιση μακροχρονίου προγράμματος εκτέλεσης ορεινών υδρονομικών έργων και εργασιών ώστε να μετριάσουμε τις ζημιές από τις πλημμύρες . Θα μπορούσε ενδεχομένως να ήταν λιγότεροι οι θάνατοι τόσων ανθρώπων και μικρότερες οι ζημιές στις περιουσίες των συμπατριωτών μας στις περιοχές Μάνδρας, Ψαχνών, Καρδίτσας, κλπ. αν είχαν εκτελεσθεί μερικά ορεινά υδρονομικά έργα στις αντίστοιχες λεκάνες απορροής.
δ. Σε πρώτη φάση οι Δασικές Υπηρεσίες να οργανωθούν και να εφοδιασθούν τον κατάλληλο εξοπλισμό για να σβήνουν τις φωτιές (όχι πυρκαγιές) στα δάση και δασικές εκτάσεις . Το τραγικό της ιστορίας είναι ότι ο Δήμος, ο ιδιώτης δασοκτήμονας, ο εθελοντικός Σύλλογος κλπ. μπορούν να έχουν πυροσβεστικά οχήματα και η κατ’ εξοχήν Υπηρεσία υπαίθρου, η Δασική Υπηρεσία να μην έχει. Αυτό μόνο στην χώρα μας συμβαίνει πουθενά αλλού.
ε. Στην οργάνωση – δημιουργία της Αστυνομίας Υπαίθρου. Τα δάση μας δεν αστυνομεύονται.
Τέλος, οι αρμόδιες υπηρεσίες των Δήμων σε συνεργασία με την Δασική Υπηρεσία, περιβαλλοντικές οργανώσεις, Συλλόγους κλπ να καταγράψουν και περιγράψουν τα μεγαλύτερα σε όγκο και ύψος αλλά και ιστορικά δένδρα, έστω και τοπικής σημασίας, όλων ειδών (άγρια και καλλιεργούμενα) που φύονται σε εκτάσεις ανεξαρτήτου ιδιοκτησιακού καθεστώτος. Να εξετασθούν από ειδικούς όσα κρίνονται ότι θέλουν κάποια ειδικά μέτρα προστασίας. Ενδεχομένως κάποια να κριθούν και να προταθούν ως μνημεία της φύσης. Ακολούθως να γίνει πρόταση υιοθεσίας από διάφορους Συλλόγους και οι Δήμοι να τα προβάλλουν για εκπαιδευτικούς, τουριστικούς κλπ. σκοπούς. Την δράση αυτή έχω την άποψη ότι μπορεί να χρηματοδοτήσει το Πράσινο Ταμείο αλλά και η Ευρωπαϊκή Ένωση από τα αντίστοιχα προγράμματα που έχει για το περιβάλλον.
Οφείλουμε να αναγνωρίσουμε ότι τα τελευταία χρόνια και ειδικότερα φέτος έχουν αυξηθεί και το προσωπικό και τα μέσα και οι πόροι για την αντιμετώπιση των δασικών πυρκαγιών. Ας επιλεγεί όμως η ορθή στρατηγική πρόληψης των φωτιών και αντιμετώπισής των δασικών πυρκαγιών.