Στο ζήτημα που έχει προκύψει με την είσοδο του ακροδεξιού μορφώματος Σπαρτιάτες -το οποίο ευχαριστεί τον καταδικασμένο Ηλία Κασιδιάρη- στη Βουλή και της συζήτησης για το αν μια προσφυγή στο Εκλογοδικείο, μπορούσε να ανατρέψει τα δεδομένα του εκλογικού αποτελέσματος αναφέρθηκε ο Ευάγγελος Βενιζέλος.
«Η αλήθεια είναι ότι επισήμως με δηλώσεις αναδεικνύεται η σχέση αυτή με τον Ηλία Κασιδιάρη του κόμματος Σπαρτιάτες, νομίζω ότι διατυπώθηκαν με πολύ μεγάλη θέρμη οι ευχαριστίες εκατέρωθεν και ενθουσιασμός πολιτικός για αυτήν την ταύτιση. Αυτό δείχνει πράγματι ότι καταστρατηγήθηκε η απαγόρευση συμμετοχής συνδυασμών οι οποίοι συνδέονται με πρόσωπα που εμπίπτουν σε απαγορεύσεις του νόμου και αυτό είναι μία αποτυχία νομική και θεσμική της μαχόμενης δημοκρατίας την οποία απεδέχθη ως θεωρία ρητά η νομολογία του Αρείου Πάγου με τις δύο αποφάσεις αυτές, τις πολύ σημαντικές που εξέδωσε για τον αποκλεισμό συνδυασμών από τις εκλογές».
Με αυτό τον τρόπο ο Ευ. Βενιζέλος σχολίασε μιλώντας στον τηλεοπτικό σταθμό ΣΚΑΙ το κατά πόσο η είσοδος του κόμματος «Σπαρτιάτες» στη Βουλή συνιστά καταστρατήγηση ή αποτυχία του νόμου που προσπάθησε να αποτρέψει την είσοδο ή τη νομιμοποίηση της εγκληματικής νεοναζιστικής οργάνωσης της Χρυσής Αυγής με τη συμμετοχή της στην επόμενη Βουλή.
«Εάν θέλετε την επιστημονική μου γνώμη, πρέπει να αθροίσουμε ορισμένα δεδομένα, γιατί όλοι μιλούν αόριστα και γενικόλογα. Στην προκειμένη περίπτωση πρέπει να θυμηθούμε ότι στις εκλογές του Μαΐου είχε προβληθεί ρητά ο ισχυρισμός ότι πρέπει να απαγορευτεί και το κόμμα του κ. Κανελλόπουλου, το «ΕΑΝ». Αυτό το είχε προβάλει το ΠΑΣΟΚ με το υπόμνημά του και ρητά απάντησε ο Άρειος Πάγος ότι δεν συντρέχει λόγος αποκλεισμού εκείνου του κόμματος» προσέθεσε.
Στο ερώτημα αν μπορεί κάποιος εκ των υστέρων να προσφύγει στο Εκλογοδικείο, με τον ισχυρισμό αποκαλύφθηκε ότι υπήρχε κρυμμένος αρχηγός καταδικασμένος για τη Χρυσή Αυγή, ώστε να ακυρωθεί η εκλογή, ο κ. Βενιζέλος απάντησε.
«Θα ξεκινούσα αντίστροφα, στα νομικά όλα ξεκινούν από το δικονομικό πλαίσιο. Το δικονομικό πλαίσιο στο Ανώτατο Ειδικό Δικαστήριο, το οποίο λειτουργεί και ως Εκλογοδικείο, είναι πάρα πολύ συγκεκριμένο και αυστηρό και πάρα πολύ επεξεργασμένο νομολογιακά επί δεκαετίες, δεν είναι μία καινούρια διάταξη και μία εκ των ενόντων διαδικασία όπως αυτή της ανακήρυξης συνδυασμών από το Α1 Τμήμα του Αρείου Πάγου, έχουμε μεγάλο πλούτο νομολογιακό και βιβλιογραφικό γύρω από τα θέματα αυτά. Θα ξεκινούσα από το αντίστροφο ερώτημα, οι αποκλεισθέντες από τις εκλογές του Ιουνίου, δηλαδή αυτοί που πήγαν να κάνουν το συνδυασμό ανεξαρτήτων υποψηφίων «Έλληνες» και τελικά διοχέτευσαν ψήφους στους Σπαρτιάτες θα προσφύγουν στο Ανώτατο Ειδικό Δικαστήριο, στο Εκλογοδικείο, ή το θεωρούν περιττό και είναι ικανοποιημένοι και εκπροσωπούνται; Αυτό θα συνιστά μία έμμεση, αλλά θεσμικού χαρακτήρα ομολογία της συνάφειας των δύο σχηματισμών. Από εκεί και πέρα δικονομικά οποιοσδήποτε έχει έννομο συμφέρον, στην πραγματικότητα κάθε εκλογέας μπορεί να προσφύγει στο Ανώτατο Ειδικό Δικαστήριο δεν είναι κάτι που το ελέγχουν τα κόμματα, δεν είναι κάτι που το ελέγχει η κυβέρνηση, δεν είναι κάτι που το ελέγχει η Εισαγγελία»
Ο κ. Βενιζέλος επεσήμανε ότι « το Ανώτατο Ειδικό Δικαστήριο πάρα πολύ συχνά έρχεται αντιμέτωπο με ενστάσεις οι οποίες είναι απροσδόκητες και θέτουν ζητήματα τα οποία είναι μεγάλης σημασίας. Από εκεί και πέρα, θα δούμε που μπορεί να θεμελιωθεί μία τέτοια πρωτοβουλία. Θα έλεγα πολύ απλά, μπορεί να προβληθούν δύο λόγοι, ο ένας είναι η έλλειψη νομίμων προσόντων και ο άλλος είναι η εκλογική παράβαση, όπως λέγεται. Εκλογική παράβαση με την έννοια της αλλοίωσης του εκλογικού ανταγωνισμού δεν έχουμε στην πραγματικότητα, αλλά και να είχαμε αυτό θα οδηγούσε σε επανάληψη των εκλογών, είναι στείρα αυτή η εκδοχή. Η άλλη εκδοχή της έλλειψης νομίμων προσόντων βασίζεται σε μία ερμηνεία του Συντάγματος του άρθρου 58, τι σημαίνει νόμιμο προσόν, εάν σημαίνει δικαίωμα του εκλέγειν και του εκλέγεσθαι ή εάν σημαίνει και συμμετοχή σε συνδυασμό που νομίμως συμμετέχει. Αυτά όμως τελούν υπό το πραγματικό δεδομένο ότι μεσολάβησαν εκλογές και ότι υπήρξαν 250.000 πολίτες οι οποίοι εκφράσθηκαν. Αυτό είναι κάτι που προφανώς λαμβάνουν υπόψη όλοι, το λαμβάνουν υπόψη οι αναλυτές, οι πολίτες που μπορεί να προσφύγουν και οι δικαστές που θα δικάσουν. Άρα πρέπει να συνεκτιμηθεί όλο αυτό το τοπίο, το οποίο όμως δεν μπορούμε να το ελέγξουμε ούτε συγκεντρωτικά ούτε ορθολογικά, υπάρχουν πάντα μεταβλητές οι οποίες δεν υπακούουν σε κανέναν κανόνα».