«Πάρτε θέση για τις καταγγελίες ότι δεν έγινε κατ΄οίκον έρευνα, ότι δεν κατασχέθηκε το κινητό του και ο Η/Υ του Λιγνάδη, καθώς και για το αν πρέπει να αρθεί το απόρρητο των επικοινωνιών του.
Θέλετε να μετατρέψετε το κράτος δικαίου σε κράτος Κουφοντίνα. Θα έχουμε ή κράτος δικαίου ή κράτος Κουφοντίνα, κράτος δηλαδή που δεν δίνει σημασία ούτε στο νόμο, ούτε στην ανθρώπινη ζωή.
Η διαδρομή του Λιγνάδη από τον προνομιακό διορισμό του μέχρι την επιχείρηση συγκάλυψης, απεικονίζει το μοντέλο διακυβέρνησης Μητσοτάκη.
Η κοινωνία θέλει κάθαρση αλλά δεν μπορείτε να τη φέρετε γιατί σας εμποδίζει το μοντέλο με το οποίο κυβερνάτε.
Χρησιμοποιείτε το νέο Ποινικό Κώδικα για να κατηγορήσετε τους πολιτικούς σας αντιπάλους όπως σας κατηγορούν κάποιοι στο διαδίκτυο. Έρχεστε να αμυνθείτε απέναντι πράγματι σε προσεγγίσεις οι οποίες δεν απέχουν καθόλου από τη χυδαιότητα -γιατί παιδεραστές προφανώς και δεν είστε και είναι αδιανόητο να σκεφτεί κανείς να ξεστομίσει τέτοια φράση- και έρχεστε να αμυνθείτε απέναντι σε αυτές τις χυδαίες καταστάσεις του διαδικτύου με τέτοια επιχειρηματολογία που ουσιαστικά παίρνει αυτήν ακριβώς τη λογική για να τη στρέψει εναντίον της Αντιπολίτευσης και να πείτε όσα είπατε για τον νέο Ποινικό Κώδικα;».
Έτσι ξεκίνησε την την ομιλία του ο Κοινοβουλευτικός Εκπρόσωπος του ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία, Γιάννης Ραγκούση, κατά την συζήτηση στη Βουλή του σ/ν του Υπ. Επικρατείας «Εθνική Αρχή Προσβασιμότητας, Εθνική Επιτροπή για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου και Εθνική Επιτροπή Βιοηθικής και Τεχνοηθικής» και συνέχισε λέγοντας,
«Διαδέχομαι στο Βήμα τον κ. Πλεύρη, τον Κοινοβουλευτικό Εκπρόσωπο της Νέας Δημοκρατίας επί προεδρίας Κυριάκου Μητσοτάκη, ο οποίος μας έδωσε πριν από λίγο την ευκαιρία να ακούσουμε και να παρακολουθήσουμε αυτό που νομίζω με ακρίβεια κάποιος μπορεί να χαρακτηρίσει ως έναν ακροδεξιό νομικό λαϊκισμό και, μάλιστα, στην παραληρηματική του εκδοχή.
Διότι αφού φτάσατε, κύριε Πλεύρη, Κοινοβουλευτικέ Εκπρόσωπε της Νέας Δημοκρατίας του Κυριάκου Μητσοτάκη, στο σημείο να χωρίζετε τη Βουλή ανάμεσα σε αυτούς που υπερασπίζονται θύματα και σε αυτούς που υπερασπίζονται θύτες, τότε νομίζω ότι έχετε φτάσει στο κατώτερο σκαλοπάτι της απολύτως αναξιοπρεπούς πολιτικής συμπεριφοράς μέσα στο Κοινοβούλιο.
Ακούστε, κύριε Πλεύρη, ακούστε, κυρίες και κύριοι της Νέας Δημοκρατίας, ακούστε το και εσείς, κύριε Γεραπετρίτη.
Χωριζόμαστε πράγματι σε δύο πλευρές.
Όμως, δεν είναι αυτές οι δύο πλευρές αυτές που είπε ο κ. Πλεύρης, αλλά είναι, πρώτον, η πλευρά που υπερασπίζεται τις βασικές και θεμελιώδεις αρχές του κράτους δικαίου από τη μια πλευρά, η πλευρά που θέλει ο νόμος να εφαρμόζεται αδιακρίτως για όλους, όπως συμβαίνει σε όλο τον πολιτισμένο κόσμο και από την άλλη πλευρά, δεύτερον, εκείνοι οι οποίοι θέλουν το κράτος δικαίου στην πραγματικότητα να το μετατρέψουν σε ένα “κράτος Κουφοντίνα”.
Το κράτος το οποίο περιγράψατε προηγουμένως, κύριε Πλεύρη, είναι το “κράτος Κουφοντίνα”, είναι το κράτος που δεν σέβεται τον νόμο.
Είναι ακόμη και τώρα που υπάρχουν αυτές οι οριακές στιγμές το κράτος που δεν σέβεται την ανθρώπινη ζωή.
Μα, αυτό έκανε ο Κουφοντίνας!
Για τον Κουφοντίνα, πριν καταδικαστεί για αυτές τις απάνθρωπες δολοφονίες που έκανε, αυτά τα δύο πράγματα ήταν ο βασικός οδηγός της ζωής του, να μην σέβεται το νόμο και να αδιαφορεί για την ανθρώπινη ζωή.
Αυτό που κάνετε εσείς, θέλοντας να μετατρέψετε το κράτος δικαίου στην Ελλάδα σε ένα «κράτος Κουφοντίνα», παραβιάζοντας τον νόμο που εσείς οι ίδιοι ψηφίσατε και αδιαφορώντας με αυτό τον κυνικό και απαράδεκτο τρόπο για την ανθρώπινη ζωή.
Και μετά περάσατε, βεβαίως -για μία ακόμη φορά, είναι η αλήθεια, ως προς αυτό, δεν είναι η πρώτη φορά- στο γνωστό, σε αυτό το επαίσχυντο, αυτό το λαϊκιστικό νομικού δήθεν περιεχομένου λόγο για τον νέο Ποινικό Κώδικα.
Την ώρα που γνωρίζετε πάρα πολύ καλά -και ιδίως εσείς δεν μπορείτε προσωπικά να εμφανιστείτε ότι δεν το γνωρίζετε- ότι αυτός ο Ποινικός Κώδικας είναι το επιστημονικό πρωτίστως αποτέλεσμα της δουλειάς που έκανε η αφρόκρεμα της νομικής επιστήμης της χώρας μας, ειδικά στο Ποινικό Δίκαιο -από καθηγητές του ποινικού δικαίου που κοσμούν τη νομική επιστήμη στην Ελλάδα και την καταξιώνουν σε διεθνές επίπεδο- και η οποία βασίζεται σε μία πολύ βασική αρχή -πολύ απλή στη συλλογιστική της, που ένα πολύ μεγάλο μέρος της ελληνικής κοινωνίας κάθε μέρα που περνάει όλο και περισσότερο την κατανοεί και βεβαίως και την αποδέχεται- ότι αντί να έχουμε τύποις ποινές είκοσι χρόνια, τριάντα χρόνια, σαράντα χρόνια, οι οποίες εκτίονται δύο χρόνια, τρία χρόνια, τέσσερα χρόνια, θα έπρεπε να υπάρξει μια προσαρμογή.
Και αντί να εμφανιζόμαστε ότι δήθεν επιβάλλουμε φοβερές και τρομερές ποινές, δις ισόβια, τρις ισόβια, που μεταφράζονται σε έκτιση ποινής λίγων ετών, ότι πρέπει να προσαρμόσουμε και να μειώσουμε αυτή την απόσταση που χωρίζει την ποινή που επιβάλλεται και την ποινή που εκτίεται.
Και αυτό που ψευδέστατα συνεχίζετε να λέτε και να παραπληροφορείτε τον ελληνικό λαό είναι ότι με τον νέο -αυτή είναι η βασική αλήθεια, δεν υπάρχει βασικότερη- Ποινικό Κώδικα εκτίονται πιο πολύ οι ποινές.
Είναι πολύχρονη η διάρκεια των ποινών που εκτίενται με τον νέο Ποινικό Κώδικα σε σύγκριση με τον παλαιότερο Ποινικό Κώδικα.
Και αυτοί οι οποίοι καταδικάζονται για βιασμό με τον νέο Ποινικό Κώδικα θα κάτσουν περισσότερο χρόνο μέσα στη φυλακή από ό,τι θα κάθονταν με τον παλαιότερο Ποινικό Κώδικα.
Όμως, κύριε Πλεύρη, είναι πραγματικά αισχίστου επιπέδου αντιπαράθεση και την κατεβάζετε σε αυτό το επίπεδο, γιατί αυτές τις αλήθειες τις γνωρίζετε και τις ξέρει και ο κ. Γεραπετρίτης πολύ καλά και ξέρει ότι ο νομικός κόσμος της χώρας δεκαετίες πάλευε για να υπάρξει αυτή η προσαρμογή στον Ποινικό Κώδικα βάσει αυτής της αρχικής θεμελιώδους άποψης.
Όμως και πέραν αυτού, τι θέλετε να πείτε δηλαδή;
Διαφωνείτε –σεβαστό!- με αυτό που μόλις ανέφερα και το έχουμε πει κατ’ επανάληψη.
Έχετε άλλη άποψη, σεβαστό!
Γιατί το επικαλείστε όλο αυτό;
Για να αμυνθείτε απέναντι σε αυτό που κατά τα άλλα θεωρείτε ότι σας βλάπτει και σας προσβάλλει και που αυτή τη στιγμή διοχετεύεται -κακώς διοχετεύεται- στο διαδίκτυο είτε με τα «#ΝΔ-παιδεραστές» κ.λπ. κ.λπ.;
Δηλαδή τι κάνετε σε τελική ανάλυση;
Έρχεστε να αμυνθείτε απέναντι πράγματι σε προσεγγίσεις οι οποίες δεν απέχουν καθόλου από τη χυδαιότητα -γιατί παιδεραστές προφανώς και δεν είστε και είναι αδιανόητο να σκεφτεί κανείς να ξεστομίσει τέτοια φράση- και έρχεστε να αμυνθείτε απέναντι σε αυτές τις χυδαίες καταστάσεις του διαδικτύου με τέτοια επιχειρηματολογία που ουσιαστικά παίρνει αυτήν ακριβώς τη λογική για να τη στρέψει εναντίον της Αντιπολίτευσης και να πείτε τι με όσα είπατε για τον νέο Ποινικό Κώδικα;
Ότι η πρώην Κυβέρνηση, η σημερινή Αξιωματική Αντιπολίτευση, χαρίζεται στους παιδεραστές; Μα, δεν ντρέπεστε επιτέλους;
Και όλα αυτά γίνονται, όταν είσαστε ανεπανόρθωτα εκτεθειμένοι στο θέμα του Λιγνάδη; Ανεπανόρθωτα εκτεθειμένοι!
Κατ’ αρχάς -και βασικότερο από όλα- διότι η περίπτωση του Λιγνάδη απεικονίζει το μοντέλο διακυβέρνησης του Κυριάκου Μητσοτάκη, από την ώρα που ο Λιγνάδης διορίστηκε μέχρι που εξαπολύθηκε η προσπάθεια συγκάλυψης όλων όσων έχουν ήδη κατατεθεί και αναφερθεί εναντίον του.
Αυτό είναι μια διαδρομή και έχει αρχή, μέση και τέλος.
Αυτό είναι το μοντέλο διακυβέρνησης του Κυριάκου Μητσοτάκη, έχει όνομα πια.
Γιατί έχει όνομα;
Γιατί ήταν σχεδόν το πρώτο -το πρώτο πρέπει να ήταν, δεν θυμάμαι αν είχε προηγηθεί άλλο- το νομοσχέδιο του κ. Γεραπετρίτη για το περιβόητο δήθεν επιτελικό κράτος της χώρας μας.
Με αυτό ήρθατε -πρώτη πράξη της Κυβέρνησής σας- να καταργήσετε τις νομοθετικές προβλέψεις που είχαν θεσπιστεί από το 2016 και σύμφωνα με τις οποίες έπρεπε ο καλλιτεχνικός διευθυντής στο Εθνικό Θέατρο να επιλεγεί μετά από διεθνή πρόσκληση -δημόσια πρόσκληση!- και αυτή είχε γίνει.
Και ήρθε εδώ ο κ. Γεραπετρίτης -νομοθετικός αυτουργός- για να πάρει με τον τρόπο που πήρε ο Λιγνάδης τη θέση του καλλιτεχνικού διευθυντή στο Εθνικό Θέατρο.
Και καταργήσατε αυτή τη δημόσια πρόσκληση, τη διεθνή πρόσκληση και δώσατε το δικαίωμα στην κ. Μενδώνη να διορίσει τον εκλεκτό σας.
Πράξη πρώτη, λοιπόν, εδώ είναι και ο νόμος για το επιτελικό κράτος που κατήργησε τις διατάξεις για διεθνή και δημόσια πρόσκληση, που επέτρεψαν στον Λιγνάδη να διοριστεί από την κ. Μενδώνη και στη συνέχεια και η τροποποίηση, η τροπολογία της κ. Μενδώνη, με την οποία τι ακριβώς έγινε;
Καταργήθηκαν οι προσκλήσεις που ήδη είχαν βγει στον αέρα.
Παρακαλώ, τα καταθέτω για τα Πρακτικά.
Και βέβαια, στη συνέχεια υπήρξαν οι αποκαλύψεις.
Υπήρξαν οι πρόσφατες αποκαλύψεις, 6 Φεβρουαρίου 2021.
Ο “Νίκος Σ.” με μια συγκλονιστική περιγραφή όλων όσων απάνθρωπων βίωσε δίνει μία δημόσια συνέντευξη, η οποία δημοσιεύεται στο “mag2020”.
Γιατί δεν κινήθηκε η δικαιοσύνη με πρωτοβουλία της κ. Μενδώνη; Αυτή η καταγγελία είδε το φως της δημοσιότητας 6 Φεβρουαρίου.
Και γιατί την ημέρα που ξέσπαγε το άλλο μέγα παράπτωμα του ίδιου του Πρωθυπουργού στην Ικαρία, την ίδια μέρα εμφανίστηκε να ανακοινώνει ότι ο κ. Λιγνάδης υπέβαλε την παραίτησή του;
Γιατί δεν είχατε -και για ποιον λόγο- το πολιτικό σθένος να ζητήσετε εσείς την παραίτησή του, να τον αποπέμψετε εσείς εκείνο το βράδυ, αλλά εμφανίσατε αυτός να υποβάλει την παραίτησή του και μάλιστα για προσωπικούς λόγους;
Άρα, έτσι είναι το μοντέλο διακυβέρνησης που υπάρχει στη χώρα πια. Καταργούμε τις διαφανείς και αξιοκρατικές διαδικασίες, θεσμοθετούμε τις προνομιακού τύπου, ρουσφετολογικού τύπου, κομματικού τύπου διαδικασίες στελέχωσης στον δημόσιο τομέα και όταν κάτι στραβώσει, αποκαλυφθεί σε σχέση με τη λειτουργία αυτών που έχουμε τοποθετήσει, ενεργοποιούμε τον μηχανισμό συγκάλυψης.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, ούτε υιοθετώ ούτε αξιολογώ ούτε ερμηνεύω.
Από χτες έχουν δει το φως της δημοσιότητας στο www.bloko.gr -έναν ιστότοπο που διαβάζει όλη η ελληνική αστυνομία, όλοι οι Έλληνες και Ελληνίδες αστυνομικοί- δύο πολύ σημαντικές πληροφορίες, για τις οποίες οφείλετε, κύριε Γεραπετρίτη, να πάρετε θέση.
Η πρώτη είναι ότι δεν έχει διαταχθεί κατ’ οίκον έρευνα κατά τη διάρκεια σύλληψης του κ. Λιγνάδη, με αποτέλεσμα να μην έχουν κατασχεθεί όλα τα ηλεκτρονικά πολύ κρίσιμα αντικείμενα, που είναι απολύτως γνωστό σε όλους ότι τις περισσότερες φορές αυτά είναι που οδηγούν στην εξεύρεση της αλήθειας.
Επίσης, δεν έχει γίνει καμία κατάσχεση στο κινητό του τηλέφωνο. Αυτά είναι αποκαλύψεις, για τις οποίες οφείλετε να πάρετε θέση.
Επίσης, φαντάζομαι ότι θα συμφωνήσετε, κύριε Γεραπετρίτη, αναμένουμε όλοι από τις ανακριτικές αρχές να κάνουν το έργο τους ως οφείλουν με βάση τον νόμο και ανάμεσα στα άλλα να άρουν και το τηλεφωνικό απόρρητο των συνομιλιών του κ. Λιγνάδη.
Φαντάζομαι ότι και η δική σας εκτίμηση είναι ότι αυτό αναμένεται να το αποφασίσουν οι ανακριτικές αρχές.
Το σημαντικότερο, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, για την κοινωνία, που πραγματικά συγκλονισμένη έχει παρακολουθήσει όλες αυτές τις αποκαλύψεις, είναι να επέλθει κάθαρση.
Το σημαντικότερο για την ελληνική κοινωνία, για τα εκατομμύρια των Ελληνίδων και των Ελλήνων είναι να επιβληθεί κάθαρση σ’ αυτήν την συγκλονιστική, τη δύσοσμη, την αποτρόπαιη, την απαράδεκτη κατάσταση που έχει δει το φως της δημοσιότητας.
Όμως, η ελληνική κοινωνία πια έχει σχηματίσει τη γνώμη ότι δεν μπορείτε να φέρετε την κάθαρση.
Και δεν μπορείτε να φέρετε την κάθαρση γιατί ακριβώς κυβερνάτε με ένα μοντέλο, που στην πραγματικότητα επειδή ακριβώς βασίζεται στην αδιαφάνεια και στην αναξιοκρατία δεν επιτρέπει την κάθαρση.
Διότι, φτάνουμε να έχουμε ανάγκη την κάθαρση σε περιπτώσεις όπως αυτή του Λιγνάδη, γιατί ο Λιγνάδης τοποθετήθηκε με βάση το δικό σας μοντέλο διακυβέρνησης αδιαφανώς και αναξιοκρατικά στη θέση του επικεφαλής του καλλιτεχνικού διευθυντή του Εθνικού Θεάτρου.
Είστε, λοιπόν, εσείς -που έχοντας εισάγει, έχοντας καθιερώσει αυτό το μοντέλο διακυβέρνησης- ο λόγος για τον οποίο δεν μπορείτε να φέρετε την κάθαρση στην πραγματικότητα, ό,τι τεχνάσματα επικοινωνιακά και αν επιχειρήσετε, τώρα και τις επόμενες ημέρες, γι’ αυτό το θέμα και όχι μόνο.
Όταν μιλάμε για μοντέλο διακυβέρνησης, αυτό δεν επιβεβαιώνεται βεβαίως μόνο στην περίπτωση του Λιγνάδη.
Επιβεβαιώνεται και στο νομοσχέδιο που έχουμε σήμερα.
Σας τα έχουν πει κατ’ επανάληψη όλοι οι Βουλευτές, όπως και η εισηγήτρια μας, κ. Φωτίου και σήμερα και στην επιτροπή.
Κύριε Γεραπετρίτη, όμως είναι το ίδιο μοντέλο διακυβέρνησης.
Έχουν γίνει πολύ σημαντικά βήματα για την υποστήριξη και την ικανοποίηση των αναγκών των ατόμων με αναπηρία στη χώρα μας τα τελευταία χρόνια.
Την ώρα που οι Έλληνες και οι Ελληνίδες που έχουν προβλήματα αναπηρίας περιμένουν το επόμενο βήμα μπροστά, που είναι η ακόμη μεγαλύτερη ενίσχυση του διοικητικού μηχανισμού που θα τους λύσει τα προβλήματα που έχουν ή που θα συνεχίσει να τους λύνει τα προβλήματα που έχουν, εσείς αντί να κάνετε το ένα βήμα μπροστά με τη θεσμοθέτηση ενός υφυπουργείου για τους αναπήρους, όπως έχει προτείνει ο Αλέξης Τσίπρας πρόσφατα και κατ’ επανάληψη έχει αναλύσει η κ. Φωτίου στις ομιλίες της, κάνετε ένα βήμα πίσω.
Και τι κάνετε με αυτό το νομοσχέδιο;
Πάτε πάλι και φτιάχνετε μια επιτροπή, πάλι υπό τον Πρωθυπουργό, πάλι στη λογική του ότι όλα θα λειτουργούν με κομματικά κριτήρια, καθώς μέχρι και σε αυτήν την αρχή προσβασιμότητας ο Πρωθυπουργός θα ορίζει τα έξι από τα έντεκα μέλη.
Και σαν να μην έφτανε αυτό, πάλι έχετε εισαγάγει προς ψήφιση διατάξεις, πάλι για προσλήψεις κατά παρέκκλιση από το ΑΣΕΠ και μάλιστα, μετά υποτίθεται από την υπερψήφιση αυτού του φοβερού και τρομερού νομοσχεδίου που θα έφερνε την αξιοκρατία για τις προσλήψεις, που φέρατε πριν από λίγες εβδομάδες για ψήφιση στη Βουλή.
Υπάρχει ένα βαθύτερο πρόβλημα πλέον στη χώρα, από το οποίο απορρέουν και όλα όσα ανέφερε προηγουμένως ο κ. Βούτσης, ο πρώην Πρόεδρος της Βουλής και όλα όσα καταγγέλλουμε κάθε φορά.
Όλοι, όμως, πρέπει πια να συνειδητοποιήσουμε ότι τίποτα δεν γίνεται τυχαία ούτε είναι σε τελική ανάλυση προσωπικής φύσης θέματα.
Όλα τα συμπτώματα που βρίσκει απέναντί της η ελληνική κοινωνία από ένα κράτος και μια διακυβέρνηση που αντί να λύνει προβλήματα, παράγει προβλήματα, οφείλονται στο γεγονός ότι στη χώρα έχει εγκατασταθεί ένα μοντέλο διακυβέρνησης, το οποίο στηρίζεται στην αδιαφάνεια, την αναξιοκρατία, σε τελική ανάλυση ακόμη και στην αμφισβήτηση κρίσιμων θεμελιωδών κανόνων, με βάση τους οποίους λειτουργεί ένα δημοκρατικό πολίτευμα, όπως είναι η δυνατότητα στην άλλη άποψη, η ελευθερία στη δυνατότητα διατύπωσης μιας άλλης άποψης.
Και άρα, υπό αυτήν την έννοια δεν πρόκειται να λυθεί κανένα από όλα αυτά τα προβλήματα αν δεν γυρίσουμε στη ρίζα του προβλήματος.
Και η ρίζα του προβλήματος είναι η ίδια η Κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη και το μοντέλο με το οποίο διακυβερνά τη χώρα όλο αυτό το διάστημα».
(ΑΠΕ-ΜΠΕ)