Κριτική για τη νέα ταινία του Γιώργου Λάνθιμου «The sacred deer» και συνέντευξη του σκηνοθέτη με τίτλο «Δεν θέλω να περάσω κανένα μήνυμα» δημοσιεύεται στη σημερινή έντυπη έκδοση της Die Welt.
Στη συνέντευξή του ο σκηνοθέτης αναφέρει ότι δεν επιθυμεί να ερμηνεύσει ο ίδιος την ταινία του, αλλά δημιουργεί τον χώρο για να σχηματίσει τη δική του άποψη το κοινό. «Παρουσιάζω το έργο στον κόσμο και μετά ο θεατής μπορεί να το καταναλώσει ή να το ερμηνεύσει ή να το αγαπήσει ή να το μισήσει. Δεν μπορώ να προβώ σε αυτοανάλυση (…) η αμφισημία προετοιμάζει τον θεατή για περισσότερη σκέψη. Ναι, εάν με αναγκάσει κανείς, θα μπορούσα να δώσω μια ερμηνεία, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι θα έχει μεγαλύτερη αξία από εκείνη του θεατή».
Ο Λάνθιμος αναφέρει ακόμα ότι εμπιστεύεται το ένστικτό του, ενώ σε καμία περίπτωση δεν μπαίνει στη διαδικασία να περάσει συγκεκριμένα μηνύματα με τις ταινίες του. Επισημαίνει ότι τον ενδιαφέρει η δυναμική της κατάστασης που εξελίσσεται στο έργο του «The Killing of the sacred deer», και όχι η θεματική της ενοχής που θέτει ο δημοσιογράφος. Υπογραμμίζει ακόμα την αξία που έχουν για τον ίδιο οι διάλογοι της ταινίας, οι οποίοι δεν περιέχουν φράσεις ασυνήθιστες στην καθημερινότητα, αλλά το πλαίσιο στο οποίο εξελίσσονται τούς δίνει μια σουρεαλιστική αίσθηση.
Σε ερώτηση για το τι έχει αφήσει πίσω της η δικτατορία στην Ελλάδα, ο Λάνθιμος απαντά: τη δυσπιστία των Ελλήνων απέναντι σε οποιαδήποτε μορφή εξουσίας. «Αυτή είναι και η αιτία της ευρέως διαδεδομένης διαφθοράς. Ο Έλληνας φοβάται ότι θα φανεί ανόητος, εάν ακολουθήσει τους κανόνες του παιχνιδιού». Ο σκηνοθέτης αναφέρεται ακόμη στη συνεργασία του με τον Δ. Παπαϊωάννου στην τελετή έναρξης των Ολυμπιακών Αγώνων στην Αθήνα το 2004.
Τέλος, σε ερώτηση, γιατί τις δύο τελευταίες ταινίες του τις έχει γυρίσει εκτός Ελλάδας, ο Λάνθιμος απαντά ότι δεν τον ικανοποιούσε πλέον ο τρόπος εργασίας στην Ελλάδα. «Μόνο μια χούφτα ανθρώπων κάνει ταινίες, επειδή πραγματικά είναι κάτι που αγαπά», αναφέρει ο Λάνθιμος, προσθέτοντας ότι κανείς δεν πληρώνεται. «Θέλω να κάνω σωστές ταινίες. Εάν ως σκηνοθέτης ήθελα να προοδεύσω, έπρεπε να εγκαταλείψω την πατρίδα μου».