Οι επιτρεπόμενες χρήσεις γης πρέπει να εναρμονίζονται με τις σύγχρονες ευρωπαϊκές και διεθνείς πρακτικές προστασίας, διατήρησης και βιώσιμης ανάπτυξης και να καταστεί εφικτή η ανάπτυξη επιχειρηματικών δραστηριοτήτων σε συμφωνία με τις ιδιαιτερότητες κάθε περιοχής.
Αυτό επισημαίνει ο ΣΕΒ σε έκθεση για τις υποχρεώσεις των επιχειρήσεων στον τομέα της προστασίας της βιοποικιλότητας, υπενθυμίζοντας ότι σύμφωνα με ευρωπαική πρόταση νόμου για την αποκατάσταση της φύσης, σε κάθε κράτος μέλος θα ισχύουν νομικά δεσμευτικοί στόχοι για την αποκατάσταση της φύσης σε διάφορα οικοσυστήματα που συμπληρώνουν την ισχύουσα νομοθεσία.
Η πρόταση νομοθετικής πράξης για την αποκατάσταση της φύσης είναι η πρώτη στην ιστορία νομοθετική πράξη της Ε.Ε. που στοχεύει ρητά στην αποκατάσταση της φύσης της Ευρώπης, και ειδικότερα στην αποκατάσταση του 80% των ευρωπαϊκών οικοτόπων που βρίσκονται σε κακή κατάσταση και στην επαναφορά της φύσης σε όλα τα οικοσυστήματα. Στόχος είναι τα μέτρα αποκατάστασης της φύσης να καλύψουν τουλάχιστον το 20% των χερσαίων και θαλάσσιων περιοχών της Ε.Ε. έως το 2030 και, τελικά, να επεκταθούν σε όλα τα οικοσυστήματα που χρήζουν αποκατάστασης έως το 2050.
Σημειώνει ακόμη ότι πέρα από την κλιματική διάσταση, η απώλεια της φύσης και της βιοποικιλότητας δημιουργεί αυξανόμενους κινδύνους και για την παγκόσμια οικονομία, αφού περισσότερο από το ½ του παγκόσμιου ΑΕΠ εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τη φύση.
«Στην Ελλάδα, η Εθνική Στρατηγική για τη Βιοποικιλότητα καταρτίστηκε το 2014 μαζί με το 5ετές σχέδιο δράσης, και χρήζει επικαιροποίησης με βάση και τα νέα δεδομένα αλλά και την κάλυψη εκκρεμοτήτων όπως ο προσδιορισμός των ειδικών ανά τόπο στόχων και μέτρων διατήρησης στις περιοχές Natura 2000. Η επικαιροποιημένη εθνική στρατηγική για τη βιοποικιλότητα θα πρέπει να διευκολύνει τη μετάβαση των επιχειρήσεων στο νέο πλαίσιο προσδιορισμού των εξαρτήσεών τους από τη φύση και δημοσιοποίησης πληροφοριών σχετικά με τις επιπτώσεις της δραστηριότητάς τους στη βιοποικιλότητα», καταλήγει ο ΣΕΒ.