Οι βασικοί ένοχοι γι’ αυτήν την εξέλιξη είναι η αύξηση της θερμοκρασίας, η μη βιώσιμη ανθρώπινη κατανάλωση και η καθίζηση.
Ερευνητές από το Ινστιτούτο CIRES του Πανεπιστημίου του Κολοράντο στο Μπόλντερ, το Πολιτειακό Πανεπιστήμιο του Κάνσας, το Πανεπιστήμιο της Τουλούζης στη Γαλλία και το Πανεπιστήμιο Επιστήμης και Τεχνολογίας KAUST στη Σαουδική Αραβία δημιούργησαν μια τεχνική για τη μέτρηση των μεταβολών της στάθμης του νερού σε σχεδόν 2.000 από τις μεγαλύτερες λίμνες, φυσικές και τεχνητές, του κόσμου, οι οποίες αντιπροσωπεύουν το 95% της συνολικής αποθήκευσης νερού στις λίμνες της Γης. Ανάμεσα σε αυτές, μελέτησαν και ελληνικές, στις οποίες εντοπίζουν τάση ξήρανσης: τις Πρέσπες, την τεχνητή λίμνη του Πολυφύτου και την τεχνητή λίμνη των Κρεμαστών.
Η ομάδα συνδύασε παρατηρήσεις τριών δεκαετιών από μια σειρά δορυφόρων με μοντέλα για να ποσοτικοποιήσει τις τάσεις στην αποθήκευση νερού στις λίμνες, σε παγκόσμιο επίπεδο. Χρησιμοποίησε 250.000 στιγμιότυπα από 1.972 από τις μεγαλύτερες λίμνες της Γης, που καταγράφηκαν από δορυφόρους την περίοδο 1992-2020. Επίσης, συγκέντρωσαν μετρήσεις για τις στάθμες νερού από εννέα δορυφορικά αλτίμετρα και μελέτησαν τις μετρήσεις αυτές σε βάθος χρόνου για να μειώσουν την όποια αβεβαιότητα. Για τις λίμνες χωρίς μακροχρόνια καταγραφή στάθμης, χρησιμοποίησαν πρόσφατες μετρήσεις νερού που έγιναν από δορυφόρους. Ο συνδυασμός των πρόσφατων μετρήσεων στάθμης με πιο μακροπρόθεσμες μετρήσεις του εμβαδού τους, επέτρεψε στους επιστήμονες να ανακατασκευάσουν τον όγκο των λιμνών πριν από δεκαετίες.
Σύμφωνα με τα αποτελέσματα, το 53% των λιμνών παγκοσμίως, τόσο στις ξηρές όσο και στις υγρές περιοχές, παρουσίασε μείωση του όγκου τους. Οι ερευνητές παρομοιάζουν αυτή τη μείωση με το μέγεθος 17 λιμνών Μιντ, που είναι η μεγαλύτερη τεχνητή λίμνη στις Ηνωμένες Πολιτείες. Οι απώλειες στις υγρές τροπικές λίμνες και στις λίμνες της Αρκτικής υποδηλώνουν πιο εκτεταμένες τάσεις ξήρανσης από ό,τι είχε γίνει προηγουμένως αντιληπτό. Στις τεχνητές λίμνες αυτή η μείωση είναι μεγαλύτερη: σχεδόν τα δύο τρίτα τους παγκοσμίως, παρουσίασαν σημαντικές απώλειες νερού.
Σε παγκόσμιο επίπεδο, οι λίμνες αποθηκεύουν το 87% του νερού του πλανήτη, γεγονός που τις καθιστά πολύτιμο πόρο για το οικοσύστημα της Γης. Σε αντίθεση με τα ποτάμια, σημειώνουν οι ερευνητές, οι λίμνες δεν παρακολουθούνται επαρκώς, αν και παρέχουν νερό για ένα μεγάλο μέρος της ανθρωπότητας. Μάλιστα, εκτιμούν ότι περίπου το ένα τέταρτο του παγκόσμιου πληθυσμού, δηλαδή δύο δισεκατομμύρια άνθρωποι κατοικεί στη λεκάνη μιας λίμνης που ξηραίνεται, γεγονός που υποδηλώνει την ανάγκη για αλλαγές στη βιώσιμη διαχείριση των υδάτινων πόρων.
Πάντως, ενώ η πλειονότητα των λιμνών συρρικνώθηκε, το 24% είδε σημαντική αύξηση στην αποθήκευση νερού, κυρίως σε περιοχές με λίγο πληθυσμό στο εσωτερικό του οροπεδίου του Θιβέτ, στις βορειότερες Μεγάλες Πεδιάδες στη βόρεια Αμερική και σε περιοχές με νεότερες τεχνητές λίμνες, όπως οι λεκάνες των ποταμών Γιανγκτσέ στην Κίνα, Μεκόνγκ στη νοτιοανατολική Ασία και Νείλου.
Ο επικεφαλής συγγραφέας Φάνγκφανγκ Γιάο, συνεργάτης στο Ινστιτούτο CIRES και στο Πανεπιστήμιο της Βιρτζίνια, αναφέρει ότι τα νέα δεν είναι εντελώς δυσοίωνα. Με αυτή τη νέα μέθοδο παρακολούθησης της αποθήκευσης νερού στις λίμνες και των λόγων πίσω από αυτή, οι επιστήμονες μπορούν να δώσουν στις κοινότητες πληροφορίες για το πώς μπορούν να προστατεύσουν καλύτερα τις κρίσιμες πηγές νερού και τα σημαντικά περιφερειακά οικοσυστήματα.
Οι ερευνητές αναφέρουν στη δημοσίευσή τους πιθανές λύσεις για τη μείωση της ξήρανσης των λιμνών και παρουσιάζουν το παράδειγμα της λίμνης Σεβάν στην Αρμενία, όπου παρατηρήθηκε αύξηση της αποθήκευσης νερού τα τελευταία 20 χρόνια, την οποία οι επιστήμονες συνδέουν με τη νομοθεσία που έχει ψηφιστεί από τις αρχές της δεκαετίας του 2000 για τη ρύθμιση της άντλησης νερού.