Blessing ceremony for the beginning of the work of the new Parliament Session, Athens, October 6, 2025. / Αγιασμός για την έναρξη των εργασιών της νέας Συνόδου της Βουλής, Αθήνα, 6 Οκτωβρίου 2025.
Ισχυρή ανάπτυξη, η οποία πρωτίστως βασίζεται στη μεγάλη αύξηση των επενδύσεων, υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα, περαιτέρω μείωση της ανεργίας (στο χαμηλότερο επίπεδο από το 2008) και αποκλιμάκωση του πληθωρισμού, προβλέπει το προσχέδιο του νέου προϋπολογισμού που κατατέθηκε στη Βουλή από τον υπουργό Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών Κυριάκο Πιερρακάκη. Παράλληλα, ενσωματώνεται το σύνολο των μέτρων για στήριξη των νέων, των οικογενειών και των συνταξιούχων.
Ειδικότερα, προβλέπεται άνοδος του ΑΕΠ 2,4% το 2026, από 2,2% εφέτος και 2,3% το 2024. Η ιδιωτική κατανάλωση θα αυξηθεί 1,7%, από 1,9% εφέτος και 2,1% το 2024. Η δημόσια κατανάλωση θα αυξηθεί 0,7%, από 1,4% εφέτος και -4,1% το πέρυσι. Οι συνολικές επενδύσεις θα κινηθούν ανοδικά κατά 10,2%, από 5,7% το 2025 και 4,5% το 2024. Οι εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών θα αυξηθούν 4,5%, από 2,2% εφέτος και 1% πέρυσι. Οι εισαγωγές αγαθών και υπηρεσιών θα αυξηθούν 4,6%, από 0,9% εφέτος και 5,5% το 2024. Ο πληθωρισμός θα αποκλιμακωθεί στο 2,2% σε μέσα επίπεδα, από 2,6% εφέτος και 2,7% το 2024. Ενώ, η ανεργία θα μειωθεί στο 8,6%, από 9,1% εφέτος και 10,1% πέρυσι.
Τα βασικά σημεία του προσχεδίου έχουν ως εξής:
Το προσχέδιο του κρατικού προϋπολογισμού 2026 κατατίθεται εν μέσω σημαντικής διεθνούς αβεβαιότητας, τόσο σε γεωπολιτικό όσο και σε δημοσιοοικονομικό επίπεδο. Οι γεωπολιτικές εντάσεις στην Ουκρανία και τη Μέση Ανατολή σε συνδυασμό με την ενίσχυση του προστατευτισμού και της επιβολής δασμών αλλά και των δημοσιονομικών προκλήσεων που αντιμετωπίζουν μεγάλες οικονομίες της Ευρώπης, εντείνουν την αβεβαιότητα ως προς τις προοπτικές της παγκόσμιας ανάπτυξης.
Παρά την ανωτέρω αυξημένη αβεβαιότητα στο παγκόσμιο οικονομικό περιβάλλον, η ελληνική οικονομία προβλέπεται να συνεχίσει για έκτο συναπτό έτος να καταγράφει σημαντικά υψηλότερο ρυθμό πραγματικής ανάπτυξης σε σχέση με τον μέσο όρο της ευρωζώνης. Ο ρυθμός ανάπτυξης αναμένεται να ανέλθει σε 2,2% το 2025 και 2,4% το 2026. Σημειώνεται ότι σύμφωνα με τις εαρινές προβλέψεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, ο ρυθμός ανάπτυξης για την ευρωζώνη εκτιμάται σε 0,9% για το 2025 και 1,4% για το 2025, ενώ σύμφωνα με τις πρόσφατες προβλέψεις της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, τον Σεπτέμβριο 2025 ο ρυθμός ανάπτυξης της ευρωζώνης προβλέπεται σε 1,2% το 2025 και σε 1,0% το 2026. Το ονομαστικό ΑΕΠ αναμένεται να αυξηθεί από τα 249,6 δισ. ευρώ το 2025 σε 260,9 δισ. ευρώ το 2026. Παράλληλα, ο εγχώριος πληθωρισμός αναμένεται να αποκλιμακωθεί από 2,6% το 2025 σε 2,2% το 2026.
Σημαντικό ρόλο στην επιτάχυνση του ρυθμού ανάπτυξης διαδραματίζουν τόσο η φορολογική μεταρρύθμιση, όσο και οι λοιπές παρεμβάσεις που ανακοινώθηκαν στη Διεθνή Έκθεση της Θεσσαλονίκης. Μέσω της διαρθρωτικής αναμόρφωσης της φορολογίας εισοδήματος με έμφαση στους νέους, στις οικογένειες με παιδιά και στη μεσαία τάξη, ενισχύεται άμεσα το εισόδημα των πολιτών. Παράλληλα, η μείωση των συντελεστών συνεπάγεται μεγαλύτερη ωφέλεια για τους εργαζόμενους, τους συνταξιούχους, τους αγρότες και τους ελεύθερους επαγγελματίες με κάθε μελλοντική αύξηση των αποδοχών τους. Στο πλαίσιο της δημογραφικής φορολογικής μεταρρύθμισης εισάγονται επιπλέον μέτρα με τοπικά χαρακτηριστικά και παρεμβάσεις που σχετίζονται με το στεγαστικό πρόβλημα, όπως η σταδιακή κατάργηση του ΕΝΦΙΑ για οικισμούς με πληθυσμό έως 1.500 κατοίκους, η μείωση του ΦΠΑ στα ακριτικά νησιά με πληθυσμό έως 20.000 κατοίκους, η μείωση της φορολογίας ενοικίων σε συνδυασμό με την επιστροφή ενός ενοικίου ετησίως, καθώς και η μείωση των τεκμηρίων διαβίωσης για τις κατοικίες και άλλα περιουσιακά στοιχεία με απαλλαγή των εξαρτώμενων τέκνων από την ελάχιστη δαπάνη διαβίωσης. Επιπροσθέτως, ενισχύεται το εισόδημα των συνταξιούχων μέσω της σταδιακής κατάργησης του συμψηφισμού των αυξήσεων των συντάξεων με την προσωπική διαφορά, με την περαιτέρω αύξηση των συντάξεων βάσει ΑΕΠ και πληθωρισμού, καθώς και με την ενίσχυση των χαμηλοσυνταξιούχων, των ανασφάλιστων υπερηλίκων και των ατόμων με αναπηρία με το ποσό των 250 ευρώ κάθε Νοέμβριο.
Ο ρυθμός μεταβολής των επενδύσεων αναμένεται να αυξηθεί από 4,5% το 2024 σε 5,7% το 2025 και σε 10,2% το 2026, καθ’ όσον σε συνδυασμό με τη δυναμική που επιδεικνύουν οι ιδιωτικές επενδύσεις, αναμένεται να υλοποιηθεί ένα σημαντικά διευρυμένο πρόγραμμα δημοσίων επενδύσεων το 2026, με πόρους ύψους 16,7 δισ. ευρώ έναντι 14,6 δισ. ευρώ το 2025. Η ανωτέρω αύξηση των επενδύσεων αποτελεί τη δεύτερη μεγαλύτερη αύξηση στην ευρωζώνη για το 2025 και τη μεγαλύτερη αύξηση τόσο στην ευρωζώνη όσο και στην Ευρωπαϊκή Ένωση των 27 για το 2026, μειώνοντας περαιτέρω το παραγωγικό κενό. Σημειώνεται ότι ο μέσος όρος αύξησης των επενδύσεων στην ευρωζώνη εκτιμάται σε 1,3% για το 2025 και 2,2% για το 2026, σύμφωνα με τις εαρινές προβλέψεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.
Το ποσοστό ανεργίας, έχοντας υποχωρήσει σε μονοψήφιο αριθμό ήδη από το 2025, προβλέπεται να βελτιωθεί περαιτέρω το 2026 κατά μισή ποσοστιαία μονάδα του εργατικού δυναμικού, διαμορφούμενο σε 8,6% βάσει της Έρευνας Εργατικού Δυναμικού, το οποίο αντιστοιχεί στο χαμηλότερο ποσοστό ανεργίας στην Ελλάδα μετά το 2008.
Το πρωτογενές αποτέλεσμα του κρατικού προϋπολογισμού αναμένεται να διαμορφωθεί σε 3,6% του ΑΕΠ για το 2025 και σε 2,8% το 2026, ενώ το συνολικό αποτέλεσμα της Γενικής Κυβέρνησης σε 0,6% το 2025 και σε -0,1% το 2026. Σε αυτό το πλαίσιο, το χρέος της Γενικής Κυβέρνησης ως ποσοστό του ΑΕΠ αναμένεται να παρουσιάσει για έκτο συνεχόμενο έτος τη μεγαλύτερη αποκλιμάκωση στην Ευρωπαϊκή Ένωση και να διαμορφωθεί σε επίπεδα κάτω του 140%, με την πρόβλεψη να διαμορφώνεται σε 137,6%, που είναι το χαμηλότερο επίπεδο από το 2010.
Παρά το ασταθές παγκόσμιο περιβάλλον, η Ελλάδα αποτελεί πλέον σημείο αναφοράς για τη σταθερότητα και τη συνέπεια της οικονομικής της πολιτικής. Η αναγνώριση αυτή από τους ευρωπαϊκούς και διεθνείς θεσμούς δεν είναι αυτονόητη, αλλά συνιστά αποτέλεσμα συλλογικής προσπάθειας, υπευθυνότητας και σταθερού μεταρρυθμιστικού προσανατολισμού. Η διατήρηση της δημοσιονομικής ισορροπίας, σε συνδυασμό με τη συνέχιση των επενδύσεων και των διαρθρωτικών αλλαγών, αποτελεί τη έναυσμα για βιώσιμη ανάπτυξη και ουσιαστική βελτίωση του βιοτικού επιπέδου όλων των πολιτών.
Η παγκόσμια οικονομία συνεχίζει να χαρακτηρίζεται από υψηλό βαθμό αβεβαιότητας, η οποία συνδέεται με παράγοντες, όπως οι γεωπολιτικές εντάσεις, η κλιματική αλλαγή και η έλλειψη σταθερότητας και προβλεψιμότητας στη διεθνή εμπορική πολιτική, οι οποίοι έχουν αντίκτυπο στην ιδιωτική κατανάλωση και στις επενδύσεις παγίου κεφαλαίου.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στις εαρινές οικονομικές προβλέψεις τον Μάιο 2025 εκτιμά ρυθμό ανάπτυξης, ο οποίος συνίσταται για μεν την ΕΕ σε μεταβολή από 1% το 2024, σε 1,1% το 2025 και σε 1,5% το 2026, υποστηριζόμενο από τη συνεχιζόμενη αύξηση της κατανάλωσης και την ανάκαμψη των επενδύσεων, για δε την ευρωζώνη σε αύξηση από 0,9% τα έτη 2024 και 2025 σε 1,4% το 2026. Ο πληθωρισμός, σύμφωνα με τις εαρινές οικονομικές προβλέψεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, αναμένεται να υποχωρήσει στη μεν ΕΕ από 2,6% το 2024 σε 2,3% το 2025 και σε 1,9% το 2026, στη δε ευρωζώνη από 2,4% το 2024 σε 2,1% το 2025 και σε 1,7% το 2026.
Σύμφωνα με τις προβλέψεις της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας- ΕΚΤ (Σεπτέμβριος 2025), ο ρυθμός ανάπτυξης της ευρωζώνης προβλέπεται να διαμορφωθεί σε 1,2% το 2025 και σε 1% το 2026 έναντι 0,8% το 2024, ενώ ο πληθωρισμός αναμένεται να αποκλιμακωθεί από 2,4% το 2024 σε 2,1% το 2025 και περαιτέρω σε 1,7% το 2026.
Η ελληνική οικονομία προβλέπεται το 2026 να διατηρήσει ισχυρή αναπτυξιακή δυναμική, παρά τους συνεχιζόμενους εξωγενείς παράγοντες αστάθειας και προκλήσεων, εξακολουθώντας να επιδεικνύει την ανθεκτικότητα που επέδειξε και στις προηγούμενες εξωγενείς κρίσεις. Το πραγματικό ΑΕΠ το 2026 προβλέπεται να αυξηθεί κατά 2,4% σε ετήσια βάση, σηματοδοτώντας το έκτο διαδοχικό έτος με ρυθμό ανάπτυξης άνω του 2% και εμφανίζοντας επιτάχυνση έναντι του 2025 (2,2%).
Η επιτάχυνση της πραγματικής ανάπτυξης το 2026 εδράζεται στους ακόλουθους βασικούς άξονες ανθεκτικότητας:
Λαμβανομένων υπόψη τόσο της δυναμικής των ιδιωτικών επενδύσεων όσο και των αυξημένων πόρων του ΤΑΑ, καθώς το Πρόγραμμα «Ελλάδα 2.0» προσεγγίζει τον ορίζοντα υλοποίησής του, ο ρυθμός αύξησης του ακαθάριστου σχηματισμού παγίου κεφαλαίου αναμένεται να διαμορφωθεί το 2026 σε 10,2% έναντι 5,7% το 2025. Η διψήφια αύξηση των συνολικών επενδύσεων καταδεικνύει τις θετικές εξελίξεις σε όλες τις κατηγορίες επενδύσεων, επισημαίνεται δε ότι το 50% περίπου της αύξησης προέρχεται από τις επενδύσεις σε κατασκευές (μεταβολή 13,8% σε ετήσια βάση) και το υπόλοιπο 50% από τις επενδύσεις σε εξοπλισμό (μεταβολή 10,1% σε ετήσια βάση) και από τις επενδύσεις σε αγροτικά και λοιπά αγαθά (μεταβολή 2,7% σε ετήσια βάση).
Ως εκ τούτου, οι επενδύσεις προβλέπεται να αποτελέσουν τον κύριο μοχλό ανάπτυξης για το 2026, συμβάλλοντας στην ετήσια πραγματική ανάπτυξη κατά 1,7 ποσοστιαίες μονάδες. Το αρνητικό επενδυτικό κενό της Ελλάδας απέναντι στην ευρωζώνη, το οποίο βαίνει συνεχώς βελτιούμενο από το 2019, αναμένεται στο τέλος του 2026 να έχει συρρικνωθεί στο μικρότερο μέγεθος για όλη την περίοδο από την έναρξη της οικονομικής προσαρμογής. Οι εν λόγω εξελίξεις αντανακλούν την άνοδο των πραγματικών επενδύσεων στην Ελλάδα σε ποσοστό 18% του ΑΕΠ το 2026, σε ονομαστικούς δε όρους σε ποσοστό 16,8% του ΑΕΠ το 2026 έναντι 15,7% το 2025, που αποτελεί το υψηλότερο ποσοστό από το 2010.
Οι νέες κυβερνητικές παρεμβάσεις, οι οποίες ανακοινώθηκαν στη Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης (ΔΕΘ) 2025, αποτελούν μόνιμα μέτρα στήριξης με έναρξη εφαρμογής το 2026 και ύψος 1,76 δισ. ευρώ για το πρώτο έτος, αποσκοπώντας πρωτίστως στην ενίσχυση του εισοδήματος και στη μείωση των φορολογικών βαρών για το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού. Στο επίκεντρό τους βρίσκεται η σημαντική αναμόρφωση της κλίμακας του φόρου εισοδήματος μισθωτών, συνταξιούχων, αγροτών και ελεύθερων επαγγελματιών. Ειδικές ρυθμίσεις για την επιπλέον φορολογική ελάφρυνση προβλέπονται για τις οικογένειες με παιδιά και για νέους ηλικίας έως 30 ετών. Η εν λόγω διαρθρωτική αναμόρφωση της φορολογικής κλίμακας εισοδήματος αναμένεται να επιφέρει στους οικογενειακούς προϋπολογισμούς ελάφρυνση ύψους 1,2 δισ. ευρώ το 2026 και επιπλέον 400 εκατ. ευρώ το 2027, στοχεύοντας στην ουσιαστική ενίσχυση των μεσαίων εισοδημάτων, των οικογενειών με παιδιά και των νέων.
Περαιτέρω ενίσχυση των εισοδημάτων αναμένεται το 2026 από τις υπόλοιπες νέες παρεμβάσεις, όπως η σταδιακή κατάργηση του συμψηφισμού της προσωπικής διαφοράς των συνταξιούχων, η μείωση του φόρου εισοδήματος για ιδιοκτήτες ακινήτων, η μείωση κατά 30% μεσοσταθμικά των τεκμηρίων διαβίωσης, οι παρεμβάσεις στα ειδικά μισθολόγια Ενόπλων Δυνάμεων και Σωμάτων Ασφαλείας, η μείωση κατά 30% του Φόρου Προστιθέμενης Αξίας (ΦΠΑ) στα ακριτικά νησιά με πληθυσμό έως 20.000 κατοίκους, η τριετής κατάργηση του ελάχιστου εισοδήματος για νέες μητέρες καθώς και οι ελαφρύνσεις σε οικισμούς με πληθυσμό έως 1.500 κατοίκους, όπως η σταδιακή κατάργηση του Ενιαίου Φόρου Ιδιοκτησίας Ακινήτων (ΕΝΦΙΑ) για κύριες κατοικίες και η μείωση κατά 50% του ελάχιστου εισοδήματος για τους ελεύθερους επαγγελματίες.
Η υλοποίηση αυτών των μόνιμων πολιτικών ενίσχυσης εισοδημάτων, η οποία συντελείται εντός των δημοσιονομικών στόχων, αφορά στη μεγάλη πλειοψηφία των πολιτών και αποσκοπεί στη βελτίωση της αγοραστικής δύναμης των νοικοκυριών και στη στήριξη της εγχώριας ζήτησης με μόνιμο αποτύπωμα στο διαθέσιμο εισόδημα. Επιπλέον, η μείωση των φορολογικών συντελεστών συνεπάγεται ότι οι αυξήσεις των αποδοχών κατά τα μελλοντικά έτη θα ενισχύουν περισσότερο το καθαρό εισόδημα των εργαζόμενων. Για το 2026, η θετική επίδραση από το σύνολο των νέων κυβερνητικών παρεμβάσεων στην πραγματική ανάπτυξη προβλέπεται σε 0,6 ποσοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ. Ως αποτέλεσμα, η ελληνική οικονομία προβλέπεται να συνεχίσει για έκτο συναπτό έτος να καταγράφει υψηλότερο ρυθμό πραγματικής ανάπτυξης σύμφωνα με τις προβλέψεις του υπουργείου Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών (συνολικά 2,4% και ανά κάτοικο 2,6%) σε σχέση με τον μέσο όρο της ευρωζώνης και της ΕΕ, όπως αποτυπώνεται στις εαρινές οικονομικές προβλέψεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (1,4% για την ευρωζώνη και 1,5% για την ΕΕ και ανά κάτοικο 1,1% και 1,3%, αντίστοιχα). Με αυτόν τον τρόπο ενισχύεται η μεσοπρόθεσμη προοπτική σύγκλισης με την ευρωζώνη, βελτιώνοντας σταδιακά τη θέση της χώρας στο ευρωπαϊκό πλαίσιο.
Βασιζόμενη στα ενισχυμένα εισοδήματα, η πραγματική καταναλωτική δαπάνη προβλέπεται να αυξηθεί κατά 1,5% το 2026 σε ετήσια βάση, δεδομένου ότι η ιδιωτική κατανάλωση αναμένεται να αυξηθεί κατά 1,7% και η δημόσια κατανάλωση κατά 0,7%, με εφαλτήριο τις παρεμβάσεις εισοδηματικής πολιτικής για τον ιδιωτικό και τον δημόσιο τομέα, τις θετικές εξελίξεις στην αγορά εργασίας, την επιβράδυνση του ρυθμού πληθωρισμού καθώς και την ενίσχυση του καταναλωτικού κλίματος.
Η απασχόληση εκτιμάται ότι θα συνεχίσει να κινείται ανοδικά το 2026 κατά 0,4% σε ετήσια εθνικολογιστική βάση, αντικατοπτρίζοντας συγκριτικά μεγαλύτερη αύξηση του αριθμού των μισθωτών κατά 0,6%. Σε εθνικολογιστικά μεγέθη ο αριθμός των μισθωτών το 2026 αναμένεται να ανέλθει σε περίπου 3,9 εκατομμύρια, επίπεδο υψηλότερο κατά 659 χιλιάδες άτομα από το αντίστοιχο επίπεδο του 2008, πριν την οικονομική κρίση χρέους στην Ελλάδα. Αντίστοιχα, ο αριθμός των συνολικά απασχολούμενων αναμένεται να ανέλθει σε 5,2 εκατομμύρια, επίπεδο υψηλότερο από εκείνο του 2008 κατά 297 χιλιάδες άτομα, το οποίο αποδίδεται εξ ολοκλήρου στην προοδευτική βελτίωση από το 2022 και εφεξής.
Το ποσοστό ανεργίας, έχοντας υποχωρήσει σε μονοψήφιο αριθμό ήδη από το 2025, προβλέπεται να μειωθεί περαιτέρω το 2026 κατά μισή ποσοστιαία μονάδα του εργατικού δυναμικού, διαμορφούμενο σε 8,6% βάσει της Έρευνας Εργατικού Δυναμικού, το χαμηλότερο ποσοστό ανεργίας στην Ελλάδα μετά το 2008.
Λαμβανομένης υπόψη της νέας αναπροσαρμογής του κατώτατου μισθού από 1/4/2026 και εν μέσω αυξημένης απασχόλησης, ο ονομαστικός μέσος μισθός αναμένεται να αυξηθεί το 2026 κατά 3,7%, όσο και το 2025. Η εξέλιξη αυτή διαμορφώνει το επίπεδο των κατά κεφαλήν αμοιβών εξαρτημένης εργασίας για το 2026, κατά 21,6% υψηλότερα από το επίπεδο του 2019. Σημειώνεται ότι οι κατά κεφαλήν αμοιβές εξαρτημένης εργασίας αποτελούν μικτές αμοιβές. Εάν ληφθούν υπόψη οι διαδοχικές μειώσεις της φορολογίας εισοδήματος και των ασφαλιστικών εισφορών, εκτιμάται ότι οι καθαρές κατά κεφαλήν αμοιβές το 2026 θα έχουν αυξηθεί περισσότερο από 30% σε σχέση με το 2019.
Ο πραγματικός μέσος μισθός προβλέπεται να κινηθεί ανοδικά για τρίτη διαδοχική χρονιά το 2026, με τον ρυθμό αύξησής του να επιταχύνεται σε 1,5% από 0,5% το 2025. Η παραγωγικότητα εργασίας προβλέπεται επίσης να εισέλθει σε τροχιά επιτάχυνσης, με τον ρυθμό ετήσιας αύξησής της να διαμορφώνεται σε 1,9% από 1,5% το 2025, γεγονός που συμβάλλει στη διατήρηση της διεθνούς ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας.
Τα οφέλη για τον πραγματικό μέσο μισθό στηρίζονται στην εκτιμώμενη άμβλυνση των πληθωριστικών πιέσεων εντός του 2026. Ο ρυθμός αύξησης του εναρμονισμένου πληθωρισμού το 2026 προβλέπεται να διαμορφωθεί σε 2,2%, προσεγγίζοντας τον μεσοπρόθεσμο στόχο της ΕΚΤ. Η εξέλιξη αυτή υποδηλώνει την εξομάλυνση των υποκείμενων πιέσεων τόσο στον τομέα των τροφίμων όσο και στον δομικό πυρήνα του πληθωρισμού καθώς και την αρνητική επίδραση της συνιστώσας της ενέργειας, της τάξεως των 0,2 ποσοστιαίων μονάδων, στον ετήσιο ρυθμό μεταβολής του εναρμονισμένου δείκτη.
Στον εξωτερικό τομέα της οικονομίας, προβλέπεται θετική πορεία το 2026 για το εξωτερικό ισοζύγιο υπηρεσιών, με τη συμβολή του στην αύξηση του πραγματικού ΑΕΠ να ανέρχεται σε 0,6 ποσοστιαίες μονάδες λόγω της ταχύτερης αύξησης των πραγματικών εξαγωγών υπηρεσιών (5%) έναντι των πραγματικών εισαγωγών υπηρεσιών (2,7%). Η δυναμική αύξηση των ονομαστικών τουριστικών εισπράξεων, που εκτιμάται σε 6,5% σε ετήσια βάση, εκτιμάται ότι θα συμβάλει προς αυτή την κατεύθυνση. Οι εξαγωγές αγαθών σε σταθερές τιμές αναμένεται να αυξηθούν κατά 3,9%, ενώ αύξηση κατά 4,5% προβλέπεται να παρουσιάσουν και οι εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών συνολικά. Οι εισαγωγές αγαθών και υπηρεσιών αναμένεται επίσης να αυξηθούν σε ανάλογα επίπεδα (4,6%), ενισχυόμενες από την αύξηση των εισαγωγών αγαθών που εκτιμάται σε 5,3% λόγω της εύρωστης εγχώριας ζήτησης για επενδύσεις και κατανάλωση.
Σύμφωνα με τις προβλέψεις για το 2026, το πρωτογενές αποτέλεσμα της Γενικής Κυβέρνησης, σε δημοσιονομική βάση, προβλέπεται να διαμορφωθεί σε πλεόνασμα ύψους 7,292 δισ. ευρώ ή 2,8% του ΑΕΠ.
Οι καθαρές εθνικά χρηματοδοτούμενες πρωτογενείς δαπάνες της Γενικής Κυβέρνησης, σύμφωνα με τον ορισμό του νέου ευρωπαϊκού πλαισίου οικονομικής διακυβέρνησης και του ΜΔΣ, αναμένεται να αυξηθούν κατά 4,4% το 2025 και 5,8% το 2026, μετά τη μείωση κατά 0,4% που εκτιμάται για το 2024, εξαιτίας κυρίως των ενεργητικών μέτρων μείωσης της φοροδιαφυγής που μετρούν αφαιρετικά στον στόχο των δαπανών, με τη σωρευτική αύξηση των ετών 2024- 2026 να εκτιμάται σε περίπου 10 δισ. ευρώ. Η εν λόγω σωρευτική αύξηση αντιστοιχεί στο όριο που τίθεται από το ΜΔΣ 2025- 2028, υπενθυμίζεται δε ότι ο σχετικός στόχος αύξησης των πρωτογενών δαπανών στο ΜΔΣ ανέρχεται σε 2,6% το 2024, σε 3,7% το 2025 και σε 3,6% το 2026.
Σημειώνεται ότι κατόπιν ενεργοποίησης της εθνικής ρήτρας διαφυγής για τις αμυντικές δαπάνες, η μεταβολή των αμυντικών δαπανών, ως ποσοστό του ΑΕΠ, κατά την περίοδο 2025- 2028 σε σχέση με το 2024 λαμβάνεται υπόψη από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή σε περίπτωση υπέρβασης του ορίου δαπανών. Σε όρους λειτουργικής ταξινόμησης των δαπανών (ορισμός CoFoG – Classification of the Functions of Government, Eurostat) οι αμυντικές δαπάνες το 2026 εκτιμώνται σε περίπου 0,3% του ΑΕΠ, υψηλότερες σε σχέση με το 2024. Επισημαίνεται ότι οι φυσικές παραλαβές εξοπλιστικών προγραμμάτων αναμένεται να αυξηθούν σε 2,3 δισ. ευρώ το 2026 έναντι 1,7 δισ. ευρώ το 2025.
Τα έσοδα από φόρους αναμένεται να ανέλθουν στο ύψος των 73,527 δισ. ευρώ, αυξημένα κατά 2,649 δισ. ευρώ ή 3,7% έναντι του 2025, κυρίως λόγω της προβλεπόμενης μεγέθυνσης της οικονομίας, όπως αντικατοπτρίζεται στις μακροοικονομικές προβλέψεις. Οι συνολικές δαπάνες του κρατικού προϋπολογισμού για το 2026 προβλέπεται ότι θα διαμορφωθούν σε 86,529 δισ. ευρώ, αυξημένες κατά 5,074 δισ. ευρώ σε σχέση με την αντίστοιχη εκτίμηση έτους 2025. Η εν λόγω αύξηση οφείλεται κυρίως στην επιτάχυνση των έργων που χρηματοδοτούνται από το ΤΑΑ λόγω λήξης του προγράμματος, στην εφαρμογή των παρεμβάσεων που ανακοινώθηκαν στη ΔΕΘ, στις αυξημένες φυσικές παραλαβές των οπλικών συστημάτων του υπουργείου Εθνικής ‘Αμυνας και στην αύξηση του δημοσιονομικού περιθωρίου δαπανών για την εξυπηρέτηση των αναγκών των υπουργείων και των φορέων της Γενικής Κυβέρνησης.
Φορολογική μεταρρύθμιση για το δημογραφικό, τους νέους και τη μεσαία τάξη
Οι δημοσιονομικές παρεμβάσεις για το 2026 περιλαμβάνουν μία σειρά από φορολογικές και μισθολογικές μεταρρυθμίσεις με κύριο στόχο την ενίσχυση του εισοδήματος και τη μείωση των φορολογικών βαρών, ιδιαίτερα για τη μεσαία τάξη, τις οικογένειες με παιδιά και τους νέους. Οι κυριότερες από αυτές είναι:
Οι παρεμβάσεις αυτές πραγματοποιούνται εντός των δημοσιονομικών στόχων. Το συνολικό κόστος των νέων μέτρων για το 2026 ανέρχεται σε 1,76 δισ. ευρώ.
Πέραν των ανωτέρω παρεμβάσεων, τον Απρίλιο 2026 θα αυξηθεί περαιτέρω ο κατώτατος μισθός με στόχο να ανέλθει στο ποσό των 950 ευρώ τον Απρίλιο 2027, από το ποσό των 880 ευρώ που είναι σήμερα. Η αύξηση αυτή επηρεάζει το επίδομα ανεργίας, το επίδομα μητρότητας, τα επιδόματα τριετιών, την αμοιβή υπερωριών και τους βασικούς μισθούς των δημόσιων υπαλλήλων.
Επιπρόσθετες παρεμβάσεις είναι οι ακόλουθες:
Ειδικότερα, η αναμόρφωση της φορολογικής κλίμακας συνίσταται στα ακόλουθα:
*εισαγωγή νέας φορολογικής κλίμακας με συντελεστή 39% για εισοδήματα μεταξύ 40.000 και 60.000 ευρώ,
*ο συντελεστής για εισόδημα από 10.000 έως 20.000 ευρώ, ο οποίος πλέον θα ανέρχεται σε 20% για φορολογούμενους χωρίς τέκνα, μειώνεται περαιτέρω αναλόγως του αριθμού των τέκνων και ακόμη περισσότερο για τους τρίτεκνους σε:
*όσον αφορά στους πολύτεκνους, προβλέπεται μεγαλύτερη μείωση των συντελεστών και ειδικότερα, για οικογένειες με τέσσερα ή περισσότερα παιδιά ο φόρος για εισοδήματα έως 20.000 ευρώ μηδενίζεται,
*ο συντελεστής για εισόδημα από 20.000 έως 30.000 ευρώ, ο οποίος πλέον θα ανέρχεται σε 26% για φορολογούμενους χωρίς τέκνα, μειώνεται επίσης κατά 2 ποσοστιαίες μονάδες για κάθε τέκνο, ανεξαρτήτως αριθμού τέκνων:
Το δημοσιονομικό κόστος της μεταρρύθμισης εκτιμάται σε 1,2 δισ. ευρώ για το 2026 και σε 1,6 δισ. ευρώ για το 2027 και αναμένεται να ωφελήσει περίπου 4 εκατομμύρια φορολογούμενους.
Αυξήσεις αποδοχών συνταξιούχων
Κατά τη διάρκεια του 2025 εφαρμόστηκαν τα ακόλουθα μέτρα:
Τα νέα μέτρα για τους συνταξιούχους, πέραν των ωφελειών της φορολογικής μεταρρύθμισης και της ενίσχυσης του Νοεμβρίου, τα οποία θα εφαρμοστούν από το 2026, είναι τα εξής:
Το συνολικό κόστος της αύξησης των συντάξεων βάσει πληθωρισμού και ΑΕΠ και λαμβανομένου υπόψη του μη συμψηφισμού με την προσωπική διαφορά, εκτιμάται για το 2026 σε 629 εκατ. ευρώ.
Αυξήσεις αποδοχών δημόσιων υπαλλήλων
Κατά τη διάρκεια του 2025 εφαρμόστηκαν τα ακόλουθα μέτρα:
Για το 2026, πέραν των ωφελειών που θα έχουν οι δημόσιοι υπάλληλοι από τη φορολογική μεταρρύθμιση, εφαρμόζονται οι ακόλουθες παρεμβάσεις ύψους 613 εκατ. ευρώ:
Παρεμβάσεις για το στεγαστικό πρόβλημα
Το 2025 εφαρμόστηκαν τα κάτωθι μέτρα:
Για το 2026 οι νέες παρεμβάσεις περιλαμβάνουν:
-σε περίπτωση που η μίσθωση αφορά σε τρίτεκνη ή πολύτεκνη οικογένεια, η απαλλαγή θα χορηγείται και για σπίτια με μεγαλύτερο εμβαδό από 120 τ.μ., προσαυξανόμενο κατά 20 τ.μ. για κάθε εξαρτώμενο τέκνο άνω των δύο,
-σε περίπτωση αποχώρησης του μισθωτή εντός της τριετίας, η απαλλαγή συνεχίζει να ισχύει για το υπολειπόμενο διάστημα και εφόσον το ακίνητο κενωθεί άπαξ και εκμισθωθεί εκ νέου και
-ειδικά για τις περιπτώσεις μίσθωσης σε ιατρικό ή νοσηλευτικό προσωπικό που απασχολείται σε φορείς της Γενικής Κυβέρνησης, σε εκπαιδευτικούς όλων των βαθμίδων της δημόσιας εκπαίδευσης καθώς και σε ένστολο προσωπικό των Ενόπλων Δυνάμεων και των Σωμάτων Ασφαλείας, η απαλλαγή ισχύει και υπό την προϋπόθεση ότι το ακίνητο μισθώνεται για τουλάχιστον έξι συναπτούς μήνες,
Κατάργηση ΕΝΦΙΑ σε οικισμούς με πληθυσμό έως 1.500 κατοίκους
Από το 2026 ο ΕΝΦΙΑ μειώνεται κατά 50%, ενώ από το 2027 ο φόρος καταργείται πλήρως για κύριες κατοικίες σε οικισμούς με πληθυσμό έως 1.500 κατοίκους, εξαιρουμένων των οικισμών της Αττικής (πλην των νησιών). Το μέτρο αφορά σε περίπου 1 εκατομμύριο ακίνητα εντός 12.720 οικισμών (σε σύνολο 13.586 οικισμών) της χώρας, με ετήσιο κόστος 75 εκατ. ευρώ περίπου. Σημειώνεται ότι η αποκέντρωση συνδέεται άμεσα και με το στεγαστικό πρόβλημα, κατά τα ως άνω.
Μείωση ΦΠΑ κατά 30% στα ακριτικά νησιά του Αιγαίου
Από την 1/1/2026 ο ΦΠΑ μειώνεται κατά 30% στα νησιά της περιφέρειας του Βορείου Αιγαίου, του νομού Έβρου (Σαμοθράκη) και του νομού Δωδεκανήσων με πληθυσμό έως 20.000 κατοίκους. Το ετήσιο κόστος του μέτρου υπολογίζεται σε 25 εκατ. ευρώ και αποσκοπεί στην ενίσχυση της οικιστικής και της επιχειρηματικής δραστηριότητας στις εν λόγω περιοχές.
Αναμόρφωση τεκμηρίων διαβίωσης
Θεσπίζονται μεταρρυθμίσεις σχετικά με τα τεκμήρια διαβίωσης με στόχο τη μείωση της φορολογικής επιβάρυνσης για περίπου 477.000 φορολογούμενους, ετήσιου κόστους 40 εκατ. ευρώ.
Ειδικότερα, οι εν λόγω μεταρρυθμίσεις συνίστανται στα ακόλουθα:
Ενίσχυση επενδύσεων
Οι παρεμβάσεις που αποβλέπουν στην ενίσχυση των ιδιωτικών επενδύσεων είναι οι ακόλουθες:
Λοιπές παρεμβάσεις
Οι λοιπές παρεμβάσεις που έλαβαν χώρα το 2025 για την ενίσχυση του διαθέσιμου εισοδήματος περιλαμβάνουν:
Για το 2026 θεσπίζονται οι ακόλουθες νέες παρεμβάσεις:
Δημόσιο Χρέος
Το χρέος της Γενικής Κυβέρνησης εκτιμάται ότι θα διαμορφωθεί σε 362,800 δισ. ευρώ ή 145,4% ως ποσοστό του ΑΕΠ στο τέλος του 2025 έναντι 364,885 δισ. ευρώ ή 153,6% ως ποσοστό του ΑΕΠ το 2024, παρουσιάζοντας μείωση κατά 8,2 ποσοστιαίες μονάδες έναντι του 2024. Το 2026 το χρέος της Γενικής Κυβέρνησης προβλέπεται ότι θα διαμορφωθεί σε 359 δισ. ευρώ ή 137,6% ως ποσοστό του ΑΕΠ, παρουσιάζοντας μείωση κατά 7,8 ποσοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ έναντι του 2025.
Μείωση του Δημοσίου Χρέους στο 137,6% του ΑΕΠ το 2006 από 145,4% το 2025 και πρόωρη αποπληρωμή χρέους με τη χρήση ταμειακών διαθεσίμων, έτσι ώστε τα διακρατικά δάνεια του πρώτου μνημονίου να εξοφληθούν πριν από το 2031, προβλέπει το Προσχέδιο του Προϋπολογισμού που κατέθεσε σήμερα ο υπουργός Εθνικής Οικονομίας Κυριάκος Πιερρακάκης στη Βουλή.
Δεδομένων των υψηλών ταμειακών διαθεσίμων του Ελληνικού Δημοσίου καθώς και των σχετικά περιορισμένων χρηματοδοτικών αναγκών του για το έτος 2026 συνεπεία και των προαναφερόμενων προπληρωμών, η δανειακή στρατηγική για το επόμενο έτος, σύμφωνα με το Προσχέδιο του Προϋπολογισμού, αναμένεται να είναι και πάλι περιορισμένη. Συγκεκριμένα, η στόχευση της δανειακής στρατηγικής συνίσταται στη διασφάλιση της συνεχούς εκδοτικής παρουσίας του Ελληνικού Δημοσίου στις διεθνείς αγορές κεφαλαίων, στην περαιτέρω παροχή εκδόσεων υψηλής ρευστότητας με διατήρηση κατά το δυνατόν της ήδη εκτεταμένης φυσικής ωρίμανσής τους, στη μείωση των περιθωρίων δανεισμού του Ελληνικού Δημοσίου καθώς και στην επιπρόσθετη διασφάλιση της συνέπειας του Ελληνικού Δημοσίου ως κρατικού εκδότη με χαρακτηριστικά χώρας της Ευρωζώνης.
Ειδικότερα για την πολιτική της πρόωρης εξόφλησης Χρέους στο Προσχέδιο αναφέρεται ότι αυτή θα συνεχιστεί με χρήση και μέρους των ταμειακών διαθεσίμων και συγκεκριμένα των δανείων που προέρχονται από τον επίσημο τομέα, δηλαδή των διμερών δανείων με τις χώρες της Ευρωζώνης. Κύριος στόχος είναι η αποπληρωμή των εν λόγω διμερών δανείων μία δεκαετία νωρίτερα από την τελική ημερομηνία λήξης τους, ήτοι το αργότερο έως το 2031, ούτως ώστε το χρέος της Γενικής Κυβέρνησης να μειωθεί τόσο ως απόλυτο μέγεθος όσο και ως ποσοστό.
Όσον αφορά στις μικτές χρηματοδοτικές ανάγκες του Ελληνικού Δημοσίου για το 2025, περιλαμβανομένης και της επικείμενης πρόωρης εξόφλησης των διμερών δανείων με τις χώρες της Ευρωζώνης (GLF), ύψους 5,290 δισεκ ευρώ, που αφορά αναλογικά (pro rata) στις λήξεις από το 2033 έως και το 2041, καλύφθηκαν κυρίως από δύο κοινοπρακτικές εκδόσεις ομολόγων σταθερού επιτοκίου. Συγκεκριμένα, η πρώτη έκδοση ύψους 4 δισ. ευρώ αφορούσε σε νέο δεκαετές ομόλογο λήξης 2035, ενώ η δεύτερη αφορούσε σε διπλή έκδοση συνολικού ύψους 3 δισεκ. . ευρώ με επανέκδοση (re-opening) υφιστάμενων ομολόγων δεκαπενταετούς και τριακονταετούς διάρκειας, λήξης 2038 και 2054 αντίστοιχα, σε συνδυασμό με επαναγορά υφιστάμενων ομολόγων ύψους 1.500 εκατ. ευρώ, λήξης 2026 (dual trance + switch and tender offer).
Με τις ανωτέρω εκδόσεις σε συνδυασμό με τη χρήση μέρους των ταμειακών διαθεσίμων, υλοποιήθηκε το σύνολο σχεδόν του εγκεκριμένου δανειακού προγράμματος του έτους, περιλαμβανομένων και των ποσών για πρόωρες εξοφλήσεις δημόσιου χρέους, με ταυτόχρονη κάλυψη των κενών ληκτότητας της καμπύλης αποδόσεων με επαρκούς ρευστότητας ομολογιακές εκδόσεις αναφοράς (benchmark issues) και με περαιτέρω βελτίωση των όγκων συναλλαγών της δευτερογενούς αγοράς ελληνικών κρατικών χρεογράφων. Επιπλέον, διενεργήθηκαν τρεις δημοπρασίες επανέκδοσης ομολόγων σε προκαθορισμένα τακτά χρονικά διαστήματα (3η εβδομάδα κάθε μήνα), μέσω των οποίων αντλήθηκε συνολικό ποσό 700 εκατ. ευρώ. Οι εν λόγω δημοπρασίες αποσκοπούν κυρίως στην ικανοποίηση της επενδυτικής ζήτησης και ταυτόχρονα στην ευχερέστερη λειτουργία της δευτερογενούς αγοράς ομολόγων, με παροχή περαιτέρω ρευστότητας σε επιλεγμένα σημεία της καμπύλης αποδόσεων, ενώ η ανακοίνωση του χρονικού προγραμματισμού τους πιστοποιεί την επιστροφή του Ελληνικού Δημοσίου στην εκδοτική κανονικότητα.
(ΑΠΕ-ΜΠΕ)