Η πανδημία της Covid-19 ώθησε τους μισθούς προς τα κάτω το πρώτο εξάμηνο του 2020 και σε σύντομο χρονικό διάστημα θα τους κάνει να υποστούν «μια πολύ ισχυρή πίεση» μείωσης, σύμφωνα με έκθεση της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας (ΔΟΕ, ILO) που δόθηκε σήμερα στη δημοσιότητα.
Η παγκόσμια έκθεση της ΔΟΕ για τους μισθούς δείχνει το πρώτο εξάμηνο του 2020 «μια πίεση προς τα κάτω στο επίπεδο ή στο ποσοστό αύξησης των μέσων μισθών στα δύο τρίτα των χωρών» για τις οποίες είναι διαθέσιμα πρόσφατα δεδομένα, αναφέρει η ΔΟΕ.
Η Οργάνωση αυτή του ΟΗΕ διευκρινίζει πως «στις άλλες χώρες, ο μέσος μισθός αυξήθηκε με τρόπο σε μεγάλο βαθμό τεχνητό, αντανακλώντας τις επακόλουθες απώλειες θέσεων απασχόλησης που έπληξαν τους χαμηλά αμειβόμενους εργαζόμενους».
«Στο εγγύς μέλλον, οι συνέπειες της κρίσης της Covid-19 στην οικονομία και στην απασχόληση θα επιφέρουν τεράστια πίεση προς τα κάτω στους μισθούς», αναφέρει η ΔΟΕ και προτείνει «κατάλληλες και ισορροπημένες μισθολογικές πολιτικές, επεξεργασμένες μέσα στο πλαίσιο ενός κοινωνικού διαλόγου εμπεριστατωμένου και με τη συμμετοχή όλων» ώστε να «περιορισθούν τα αποτελέσματα της κρίσης και να υποστηριχθεί η οικονομική ανάκαμψη».
Η έκθεση δείχνει επίσης πως η κρίση δεν είχε τις ίδιες συνέπειες για τους άνδρες και τις γυναίκες, καθώς αυτές οι τελευταίες επλήγησαν «με δυσανάλογο τρόπο» Βασιζόμενη σε μια επιλογή 28 ευρωπαϊκών χωρών, η έκθεση εκτιμά πως χωρίς την καταβολή μισθολογικών επιδομάτων, το σύνολο των μισθων θα είχε μειωθεί κατά 6,5% ανάμεσα στο πρώτο και το δεύτερο τρίμηνο του 2020: κατά 8,1% στις γυναίκες και κατά 5,4% στους άνδρες, μια διαφορά που είναι «κυρίως συνέπεια της μείωσης των ωρών που εργάσθηκαν».
Η κρίση έπληξε επίσης με δυσανάλογο τρόπο τους χαμηλά αμειβόμενους εργαζομένους, επιδεινώνοντας τις μισθολογικές ανισότητες, αναφέρει η ΔΟΕ. Σε ορισμένες ευρωπαϊκές χώρες, «χωρίς τα μισθολογικά επιδόματα, οι μισοί από τους λιγότερο καλά αμειβόμενους εργαζομένους θα είχαν χάσει περίπου το 17,3% του μισθού τους», έναντι 6,5% για το σύνολο των εργαζομένων.
Ωστόσο οι προσωρινές επιδοτήσεις μισθού, οι οποίες θεσπίσθηκαν ή επεκτάθηκαν για να διατηρηθούν οι θέσεις εργασίας, «επέτρεψαν σε πολυάριθμες χώρες να αντισταθμίσουν εν μέρει την μείωση των μισθολογίων και να αμβλύνουν τις επιπτώσεις της κρίσης στις μισθολογικές ανισότητες», υπογραμμίζει η ΔΟΕ. Σε δείγμα δέκα ευρωπαϊκών χωρών για τις οποίες υπάρχουν διαθέσιμα δεδομένα, η έκθεση εκτιμά πως τα μισθολογικά επιδόματα επέτρεψαν «να αντισταθμισθεί το 40% των απωλειών στο σύνολο των μισθών».
Η ΔΟΕ παρατηρεί επίσης πως συστήματα κατώτατου μισθού υπάρχουν στο 90% των 187 χωρών μελών του με διάφορες μορφές. Όμως στον κόσμο «266 εκατομμύρια» μισθωτοί αμείβονται «κάτω από το ισχύον ελάχιστο ημερομίσθιο είτε επειδή δεν καλύπτονται από τον νόμο είτε εξαιτίας παραβιάσεων της νομοθεσίας».
Ο Γενικός Διευθυντής της ΔΟΕ Γκάι Ράιντερ υπογράμμισε στη διάρκεια συνέντευξης Τύπου, που έγινε με τηλεδιάσκεψη, πως οι κατάλληλοι κατώτατοι μισθοί μπορούν «να μειώνουν τις ανισότητες και τη φτώχεια» και να διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο για μια ανάκαμψη «επικεντρωμένη στον άνθρωπο». Όμως πρέπει να έχουν μελετηθεί καλά: «να αγγίζουν αρκετό κόσμο, να έχουν ορισθεί σε κατάλληλο επίπεδο και να προσαρμόζονται περιοδικά ανάλογα με τις τιμές και τον πληθωρισμό, πρόσθεσε.
Οι συνέπειες της πανδημίας «θα είναι αισθητές μακροπρόθεσμα και υπάρχουν πολλές αναταράξεις και αβεβαιότητες», συνέχισε παρατηρώντας κυρίως πως τα εμβόλια δεν είναι από μόνα τους «εμβόλια στην οικονομία».
(ΑΠΕ-ΜΠΕ)