Ουρές ήδη σχηματίζονται στο Ελληνικό Περίπτερο στα περίφημα Giardini της Βενετίας για το Ξηρόμερο/Dryland που εκπροσωπεί την Ελλάδα στην 60ή Διεθνή Έκθεση Τέχνης La Biennale di Venezia. Πρόκειται για ένα διαμεσικό συλλογικό έργο, σε σύλληψη των Θανάση Δεληγιάννη και Γιάννη Μιχαλόπουλου, με συνδημιουργούς την Έλια Καλογιάννη, τον Γιώργο Κυβερνήτη, τον Κώστα Χαϊκάλη και τον Φώτη Σαγώνα. Και σε αυτή την 60ή διοργάνωση της Μπιενάλε, όπως και στις προηγούμενες πρόσφατες συμμετοχές, το Onassis Culture στέκεται αρωγός της ελληνικής συμμετοχής και των καλλιτεχνών, ως βασικός υποστηρικτής. Η υλοποίηση του έργου και η έκθεσή του στη Βενετία έχει ως κύριο χρηματοδότη το Υπουργείο Πολιτισμού́ και ως Εθνικό́ Επίτροπο, υπεύθυνο για την οργάνωση, την παραγωγή και την προώθηση του έργου, το Εθνικό́ Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης και επιμελητή́ του Ελληνικού́ Περιπτέρου τον Πάνο Γιαννικόπουλο.
Αντλώντας έμπνευση από την εμπειρία των τοπικών πανηγυριών της ηπειρωτικής Ελλάδας, και πιο συγκεκριμένα της Θεσσαλίας αλλά και της ευρύτερης περιοχής του Ξηρόμερου στην Αιτωλοακαρνανία, το έργο Ξηρόμερο/Dryland είναι μια υβριδική εγκατάσταση που προτείνει μια οπτική διερεύνηση της ανθρώπινης εμπειρίας μέσα στο οικοσύστημα του ελληνικού πανηγυριού, από το κέντρο ενός επαρχιακού οικισμού έως τις παρυφές του γεωργικού τοπίου που τον περιβάλλει. Αξιοποιώντας εργαλεία και μέσα από διάφορα καλλιτεχνικά πεδία, ένα χρηστικό ποτιστικό μηχάνημα τοποθετείται στο κέντρο του Ελληνικού Περιπτέρου, στο πλαίσιο μιας χωρικής σύνθεσης που απαρτίζεται από βιντεοεγκαταστάσεις, ηχητικά περιβάλλοντα, φωτιστικά σώματα και το στοιχείο του νερού. Το μηχάνημα άρδευσης συντονίζει σε πραγματικό χρόνο τον ήχο, την κινούμενη εικόνα και το φωτιστικό περιβάλλον της εγκατάστασης. Μετά από δύο χρόνια έρευνας στο Margaroni Residency, μετά από ανάθεση του Onassis Culture, η καλλιτεχνική ομάδα συνέθεσε μια εγκατάσταση που σε στοιχειώνει, καθώς η συνθήκη και το βίωμα του πανηγυριού, αυτής της ελληνικής γιορτής, υπενθυμίζει τελικά ότι οι άνθρωποι γιορτάζουν για να θυμούνται αλλά και για να ξεχνούν, μέσα από το 20λεπτο ταξίδι στο Ξηρόμερο/Dryland.
Ο ήχος μιας καμπάνας που υποδέχεται τους θεατές στον χώρο, ένα αγροτικό μηχάνημα άρδευσης στο κέντρο, βιντεοπροβολές, τηλεοράσεις, led οθόνες, ντουντούκες, μια κονσόλα ήχου, λευκές πλαστικές καρέκλες, αφίσες μιας σπουδαίας τραγουδίστριας πανηγυριών, μαρτυρίες για το πανηγύρι τυπωμένες σε τοίχο. Αυτά αντικρίζει ο επισκέπτης στο Ελληνικό Περίπτερο, που πλημμυρίζει από ήχους κλαρίνων, εξατμίσεων αγροτικών αυτοκινήτων, μοτοσυκλετών που μαρσάρουν, τραγουδιών πανηγυριών και ηλεκτρονικής μουσικής.
Στην 20λεπτη λούπα των προβολών, ο θεατής «επισκέπτεται» ένα πανηγύρι που δεν πήγε ποτέ κανείς, ένα λατομείο και τα βουνά του Ξηρόμερου, ενώ βλέπει πολυέλαιους που γυρίζουν, φώτα πανηγυριού, ριπές νερού, πλαστικά παιχνίδια, τρισδιάστατα περιστρεφόμενα αντικείμενα και βαν με κολλημένες αφίσες πανηγυριών. Το νερό που τρέχει από το ποτιστικό μηχάνημα καθρεφτίζεται στο τσιμέντο και όλα αλλάζουν διαστάσεις. Και ενώ το έργο αντλεί την έμπνευσή του από τον αγροτικό πολιτισμό και τον τρόπο που οι αγρότες οργανώνουν και συμμετέχουν στο πανηγύρι, με ένα ποτιστικό μηχάνημα στο κέντρο να περιστρέφεται και να δίνει σήμα σε όλα τα στοιχεία του έργου να ξεκινούν και να σταματούν, δημιουργώντας αντιστίξεις, είναι τελικά ένα έργο φτιαγμένο με τη λογική του ονείρου. Ο επισκέπτης καλείται να ανασυνθέσει τον κόσμο του έργου, να αποκωδικοποιήσει τα στοιχεία ανάλογα με τη δική του εμπειρία και να φτιάξει την προσωπική του διαδρομή χαράς και απώλειας.
Οι καλλιτέχνες αναφέρουν: «Ανάμεσα στο πανηγύρι, το υπόγειο κλαριντζίδικο, το χωράφι, την αγροτική αποθήκη και την εκκλησία βρίσκονται οι ζωές, οι φωνές και η φαντασία των δημοτικών μουσικών, αλλά κι ενός ολόκληρου κόσμου που συμπορεύεται. Υπάρχουν βέβαια και εκείνοι, άντρες, αλλά κυρίως γυναίκες, που σταμάτησαν να είναι μέρος αυτού του συνεχώς ανανεωνόμενου κόσμου. Η φυγόκεντρη διαδρομή τους είναι στο βάθος αυτή που όρισε το περίγραμμα του εγχειρήματός μας. Υπόστρωμα είναι το βίωμα και η ανάμνηση ενός από μας, που ως παιδί κοιτάζει και ακούει τη γιορτή από μακριά τη νύχτα κι άλλοτε κάθεται πάνω στον σωλήνα του ποτιστικού ενόσω αυτό ξετυλίγεται σε ένα χωράφι στον θεσσαλικό κάμπο. Με αυτές τις σκέψεις και την πρωταρχική διάθεση να βάλουμε σε λειτουργία μια ανοικτή διαδικασία καλλιτεχνικής έρευνας, ξεκινήσαμε στο Margaroni Residency να διερευνούμε την ανθρώπινη εμπειρία της απουσίας και της παρουσίας στο οικοσύστημα που δημιουργεί το ελληνικό πανηγύρι. Χαράξαμε τη διαδρομή από το κέντρο ενός επαρχιακού οικισμού ως τις παρυφές του γεωργικού τοπίου που τον περιβάλλει. Ξεκινήσαμε από την πλατεία, εκεί όπου στήνεται η γιορτή, πάνω στις πλάκες και το τσιμέντο, από το πανηγύρι και την οικονομία του, τους εργαζόμενους μουσικούς και αγρότες, την αφίσα, την κασέτα, το ηλεκτρικό ρεύμα, την ενίσχυση του ήχου, τον χώρο, το φαγητό, τα παιδιά, το δέντρο, τη βροχή, το χωράφι, το τρακτέρ, το νερό, το ποτιστικό μηχάνημα, το χώμα, το βαμβάκι, την απουσία μιας γυναίκας. Για να γίνει αυτό το ταξίδι μαζευτήκαμε αρκετοί, στην επαρχία, στους δρόμους, σε πρώην βιομηχανικούς χώρους, όπου δοκιμάσαμε δράσεις και υλικά, αλλά και διαδικτυακά, να συζητάμε πάνω σε τρισδιάστατα μοντέλα, αφού πλέον έπρεπε όλα ή μερικά από αυτά που μας συγκινούν να χωρέσουν στο περίπτερο της Ελλάδας με τρόπο που να αφήνει χώρο ελεύθερο για να μπορεί η απουσία να μιλήσει. Σε απόσταση από την αισθητική επεξεργασία των αντικειμένων που απαρτίζουν την εγκατάσταση –μια χειρονομία αδιαμεσολάβητης επιτελεστικότητας– επιτονίζεται η σημασία της σύνθεσης: Μέσα σε ένα κέλυφος, όμοιο εξωτερικά με εκκλησία χωρίς τρούλο, που έχοντας χάσει την εσωτερική της αγιογράφηση θυμίζει πλέον αποθήκη αγροτική, όπου τα μηχανήματα ξορκίζουν την αγωνία των εθνικών αναπαραστάσεων. Μια μετατόπιση μεταξύ κυρίαρχου και περιθωριοποιημένου πολιτιστικού αντικειμένου, που φαίνεται να δημιουργεί τον ενδιάμεσο χώρο συγκρότησης νέων νοημάτων. Με οδηγό τον ήχο και την υλικότητά του, με το Ξηρόμερο/Dryland επιδιώκουμε μια πολυαισθητηριακή εμπειρία, προτείνοντας μια αλληγορική γεωγραφία που ακούει το πανηγύρι και βλέπει το νερό».
Ο επιμελητής του Ελληνικού Περιπτέρου, Πάνος Γιαννικόπουλος, σημειώνει: «Στο Ξηρόμερο/Dryland η παύση και η ενεργοποίηση, το κέντρο και η περιφέρεια, η δράση, η αντίδραση ή η αδράνεια πλαισιώνονται από το ενεργό βλέμμα του θεατή που καλείται να συνδράμει στη συρραφή του αντιπαρατιθέμενου υλικού. Το έργο είναι αποτέλεσμα ομαδικής εργασίας. Οι καλλιτέχνες διερωτώνται σχετικά με τα όρια της συμμετοχής, τις ιεραρχίες, με το πλαίσιο παραγωγής ενός πολιτισμικού προϊόντος και της φόρμας του, ενώ προσπαθούν να αποφύγουν τις a priori κατανομές θέσεων. Το πλέγμα που αφορά τη διάκριση μεταξύ νου και σώματος, υποκειμένου και αντικειμένου διαταράσσεται, ενώ η αισθητηριακή εμπειρία έρχεται πριν τη νοητική της λειτουργία. Η καλλιτεχνική πρακτική δεν ανταποκρίνεται σε καθαρές ταξινομήσεις, αποδιαρθρώνοντας έτσι πολιτιστικά πεδία και συγχωνεύοντάς τα. Το υψηλό και το χαμηλό, η καλλιτεχνική επιτέλεση και το πανηγύρι, το θέατρο και οι εικαστικές τέχνες, η διασκέδαση, η μυθοπλασία και η καταγραφή, το πένθος, όλα μοιάζουν να ενώνονται. Δεν υπάρχει μίμηση, αλλά απόδραση από την ερμηνεία, ενώ το πολιτιστικό αντικείμενο αναδομείται και το σώμα λειτουργεί ως όχημα για να είσαι εκεί και να αντιμετωπίζεις τον λειτουργικό καθημερινό κόσμο, υπερισχύοντας των εξηγητικών θεωριών και των κλειστών συστημάτων αναφορών: ο χορός παραμένει ανοιχτός».
Η έρευνα του έργου Ξηρόμερο/Dryland, που εκπροσωπεί την Ελλάδα στην 60ή Διεθνή Έκθεση Τέχνης La Biennale di Venezia, πραγματοποιήθηκε στο πλαίσιο του Margaroni Residency, μετά από ανάθεση του Onassis Culture, από τον δημιουργό διαμεσικών έργων και συνθέτη Θανάση Δεληγιάννη και τον δραματουργό και φιλόλογο Γιάννη Μιχαλόπουλο, ως Onassis AiR Fellows, οι οποίοι συγκρότησαν την καλλιτεχνική ομάδα τους με την εικαστικό και κινηματογραφίστρια Έλια Καλογιάννη, τον φωτογράφο και ντοκιμαντερίστα Γιώργο Κυβερνήτη, τον ηχολήπτη και σχεδιαστή ήχου Κώστα Χαϊκάλη και τον εικαστικό και αρχιτέκτονα Φώτη Σαγώνα. Καλλιτεχνικοί συνεργάτες τους ήταν η Φωτεινή Παπαχριστοπούλου, η Βασιλική-Μαρία Πλαβού και ο Μάριος Σταμάτης.
Η υλοποίηση του έργου και η έκθεσή του στη Βενετία έχει ως κύριο χρηματοδότη το Υπουργείο Πολιτισμού́ και ως Εθνικό́ Επίτροπο, υπεύθυνο για την οργάνωση, την παραγωγή και την προώθηση του έργου, το Εθνικό́ Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης και επιμελητή́ του Ελληνικού́ Περιπτέρου τον Πάνο Γιαννικόπουλο.
Ώρες λειτουργίας: Τρίτη έως Κυριακή: 11:00–19:00 (από 20 Απριλίου έως 30 Σεπτεμβρίου) & 10:00–18:00 (από 1η Οκτωβρίου έως 24 Νοεμβρίου).
Η 60ή Διεθνής Έκθεση Τέχνης La Biennale di Venezia, με τίτλο Stranieri Ovunque – Ξένοι Παντού, σε επιμέλεια Adriano Pedrosa, θα είναι ανοιχτή για το κοινό από τις 20 Απριλίου έως τις 24 Νοεμβρίου στους χώρους της έκθεσης στα Giardini και την Arsenale. Ανακαλύψτε περισσότερα εδώ.
Συντελεστές
Μια σύλληψη των Θανάση Δεληγιάννη και Γιάννη Μιχαλόπουλου
Συνδημιουργοί: Έλια Καλογιάννη, Γιώργος Κυβερνήτης, Κώστας Χαϊκάλης, Φώτης Σαγώνας
Καλλιτεχνικοί Συνεργάτες: Φωτεινή Παπαχριστοπούλου, Βασιλική-Μαρία Πλαβού, Μάριος Σταμάτης
Επιμέλεια Ελληνικού Περιπτέρου: Πάνος Γιαννικόπουλος
Εθνικός Επίτροπος & Οργάνωση: ΕΜΣΤ | Εθνικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης, Αθήνα
Σχεδιασμός φωτισμού: Στέφανος Δρουσιώτης
Υπεύθυνος σχεδιασμού και συντονιστής οπτικοακουστικής εγκατάστασης: Σταύρος Νικολακόπουλος
Τεχνικός σύμβουλος σχεδιασμού µμηχανισμών και κατασκευής ειδικού εξοπλισμού: Μάνος Βορδοναράκης
Περφόρμανς εγκαινίων Ελληνικού Περιπτέρου: Νατάσα Τσακηρίδου (τραγούδι), Σπύρος Ράκης Νικολάου (κλαρίνο)
Εθνικός Επίτροπος | Οργάνωση: ΕΜΣΤ | Εθνικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης
Επικεφαλής Παραγωγής Ελληνικού Περιπτέρου, ΕΜΣΤ | Εθνικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης: Γιάννης Αρβανίτης
Επικεφαλής Επικοινωνίας & Γραφείου Τύπου Ελληνικού Περιπτέρου, ΕΜΣΤ | Εθνικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης: Μαρία Τσολάκη
Οργάνωση & Παραγωγή έκθεσης: Γεώργιος Ευσταθουλίδης – Constructivist Exhibitions, Αντωνία Χαντζή
ΕΜΣΤ | Εθνικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης
Καλλιτεχνική Διευθύντρια: Κατερίνα Γρέγου
Διοικητική & Οικονομική Διευθύντρια: Αθηνά Ιωάννου
Διαβάστε περισσότερα
· Το Onassis Culture υποστηρίζει διαχρονικά την ελληνική συμμετοχή στη Διεθνή Έκθεση Τέχνης La Biennale di Venezia. Τα τελευταία χρόνια υποστήριξε την ταινία εικονικής πραγματικότητας Ο Οιδίπους σε αναζήτηση του Κολωνού της Λουκίας Αλαβάνου (59η Μπιενάλε της Βενετίας), το Mr. Stigl των Ζάϕου Ξαγοράρη, Εύας Στεϕανή και Πάνου Χαραλάμπους (58η Μπιενάλε της Βενετίας), το Εργαστήριο Διλημμάτων του Γιώργου Δρίβα (57η Μπιενάλε της Βενετίας), το Why Look At Animals? (Αγριμικά) της Μαρίας Παπαδημητρίου (56η Μπιενάλε της Βενετίας) κ.ά.
· Η Στέγη έχει ξανασυνεργαστεί με τον Θανάση Δεληγιάννη και τον Γιάννη Μιχαλόπουλο στο Ένα Ένα, ένα ιδιαίτερο μουσικό ταξίδι σε κάποιο επαρχιακό κέντρο διασκέδασης περασμένων δεκαετιών. Στη συνέχεια, έλαβαν ανάθεση ως Onassis AiR Fellows να ερευνήσουν περαιτέρω τον μουσικό πολιτισμό στην ελληνική περιφέρεια, με το Margaroni Residency. Η καλλιτεχνική ομάδα ξεκίνησε, αφενός, μια αναδρομή στη ζωή μιας παραδοσιακής τραγουδίστριας και, αφετέρου, μια δημιουργική συλλογή πολυμεσικού υλικού. Ταξίδεψαν στο Ξηρόμερο και τη Θεσσαλία, ηχογράφησαν, κινηματογράφησαν και εξέλιξαν την έρευνά τους σε διάφορους χώρους του Onassis Culture για δύο ολόκληρα χρόνια. Μια έρευνα που οδήγησε στο Ξηρόμερο/Dryland.
Συντελεστές Onassis Culture για το Margaroni Residency
Διευθύντρια Πολιτισμού: Αφροδίτη Παναγιωτάκου | Αναπληρωτής Διευθυντής Πολιτισμού: Δημήτρης Θεοδωρόπουλος | Head of Onassis AiR Program: Νεφέλη Μυρωδιά | Επικεφαλής Παραγωγής: Βασίλης Παναγιωτακόπουλος | Τεχνικός Διευθυντής: Λευτέρης Καραμπίλας | Οργάνωση Παραγωγής: Άκης Χοντάσης | Εκτέλεση Παραγωγής: Δήμητρα Μπουζάνη, Μαριανότα Γιαννάκη | Group Communication & Content Manager: Δημήτρης Δρίβας | Campaign Manager: Χάρης Γιακουμάκης