Οι φίλοι του ελληνικού σινεμά επιστρέφουν απόψε στην γνώριμη σκοτεινή αίθουσα του εμβληματικού «Babylon», για το 9ο Φεστιβάλ Ελληνικού Κινηματογράφου του Βερολίνου. Θέμα του: «We choose the bloody screen».
Από τις 20 έως τις 24 Μαρτίου στον ιστορικό κινηματογράφο του πρώην Ανατολικού Βερολίνου θα προβληθούν 30 ταινίες – μυθοπλασίας, ντοκιμαντέρ, μικρού μήκους και ειδικές προβολές, ανάμεσά τους πέντε διεθνείς, 16 γερμανικές πρεμιέρες και επτά πρεμιέρες Βερολίνου. Ως ταινία έναρξης, θα προβληθεί απόψε σε πρώτη διεθνή παρουσίαση η «Φόνισσα» της Εύας Νάθενα, η μεγαλύτερη εμπορική επιτυχία της χρονιάς για την Ελλάδα, βασισμένη στο ομώνυμο θρυλικό μυθιστόρημα του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη. Η σκηνοθέτης και ένας εκ των παραγωγών θα βρίσκονται στην αίθουσα και θα συζητήσουν για την ταινία τους με το κοινό. Στη λήξη του Φεστιβάλ θα προβληθεί η ταινία queer «Το καλοκαίρι της Κάρμεν», σε σκηνοθεσία Ζαχαρία Μαυροειδή. Μετά την προβολή, με το κοινό θα συνομιλήσει ο πρωταγωνιστής Γιώργος Τσιαντούλας.
Ο τίτλος της φετινής διοργάνωσης «παίζει» με τη διττή σημασία της λέξης «bloody» (αιματηρός, διαολεμένος) – μεταφορικά, επιμένοντας στην μεγάλη οθόνη με αποφασιστικότητα και αγάπη, αλλά και κυριολεκτικά, με αφορμή το φετινό αφιέρωμα σε ταινίες τρόμου.
Μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, η διευθύντρια και «ψυχή» του Φεστιβάλ από την ίδρυσή του, Σοφία Σταυριανίδου, απαριθμεί με ενθουσιασμό τις φετινές «πρωτιές» της διοργάνωσης, με βασικότερη την προσθήκη ενός ακόμη βραβείου, αυτού για τις ταινίες μικρού μήκους. «Με αυτό ολοκληρώνεται και η διάσταση των βραβείων. Οι ταινίες μικρού μήκους έχουν πλέον ένα πολύ ειδικό και πιστό κοινό, το οποίο θέλαμε να τιμήσουμε», δηλώνει η κ. Σταυριανίδου και επισημαίνει ότι τα σύντομα φιλμ έχουν γίνει ιδιαίτερα δημοφιλή, καθώς μπορεί κανείς να τα δει οπουδήποτε, ακόμη και από το κινητό του τηλέφωνο. Το «short film award», με τη χορηγία του Illuseum Berlin, έρχεται να προστεθεί στο Βραβείο Μυθοπλασίας, που χορηγεί το Ελληνικό Κέντρο Κινηματογράφου και στο Βραβείο Ντοκιμαντέρ που απονέμεται με την χορηγία του Musou Music Group.
Όπως υπονοείται και από τον τίτλο του Φεστιβάλ, φέτος θα φιλοξενηθεί και «Horror made in Greece», με δύο αυθεντικές ταινίες τρόμου, «Το κακό» του Γιώργου Νούσια και το «Minore» του Κωνσταντίνου Κουτσολιώτα. Στις φετινές «πρωτιές» περιλαμβάνεται και ο αριθμός – ρεκόρ των συντελεστών ταινιών που θα παρευρεθούν στο Φεστιβάλ. «Θα έχουμε τους περισσότερους καλεσμένους από ποτέ – 23 εκπροσώπους ταινιών – και θα διοργανώσουμε 22 συζητήσεις με το κοινό. Για πρώτη φορά θα βρίσκονται επίσης εδώ όλοι οι ντοκιμαντερίστες, για να εκπροσωπήσουν τις ταινίες τους. Χαιρόμαστε ιδιαίτερα, καθώς πιστεύουμε στους ανθρώπους που δημιουργούν τις ταινίες και θέλουμε να τους γνωρίσει και το κοινό», λέει χαρακτηριστικά η διευθύντρια του Φεστιβάλ.
Η φετινή διοργάνωση γίνεται βεβαίως και στον απόηχο της πρόσφατης διάκρισης στα Βραβεία Όσκαρ μίας ακόμη ταινίας του χολιγουντιανού πλέον Γιώργου Λάνθιμου. Πόσο επηρεάζει όμως αυτή η επιτυχία την ελληνική κινηματογραφική δημιουργία; «Το γεγονός ότι ο Γιώργος Λάνθιμος έσπασε τα σύνορα της Ελλάδας και έφτασε σε κορυφαίο σημείο στο Χόλιγουντ αποτελεί βεβαίως τεράστια επιτυχία και “προκαλεί” όλον τον χώρο στην Ελλάδα να κοιτάξει προς το μέρος του και να σκεφτεί με μεγαλύτερη εξωστρέφεια», εξηγεί η Σοφία Σταυριανίδου και σημειώνει ότι από την παρουσία πλέον των ελληνικών ταινιών στο εξωτερικό, στα co-production markets και στα διεθνή φεστιβάλ, αποδεικνύεται ότι οι Έλληνες παραγωγοί – διότι από τους παραγωγούς ξεκινάμε, διευκρινίζει – διαθέτουν πλέον την τεχνογνωσία: Γνωρίζουν τον τρόπο με τον οποίο προωθείται ένα πρότζεκτ και τον τρόπο που γίνεται μια συμπαραγωγή με ξένη χώρα, το πώς πρέπει να δικτυωθούν για να προωθήσουν μια ταινία στο εξωτερικό. «Για μένα αυτό είναι πολύ σημαντικό κλειδί επιτυχίας», υπογραμμίζει. «Τα τελευταία χρόνια η Ελλάδα με την παρουσία της αποδεικνύει περίτρανα ότι υπάρχει το ταλέντο, αλλά ταυτόχρονα και ότι οι παραγωγοί διαθέτουν την απαιτούμενη γνώση. Οι σκηνοθέτες βεβαίως έχουν κεντρικό ρόλο και πλέον μορφώνονται και σπουδάζουν στο εξωτερικό. Πέρα από το ταλέντο, υπάρχουν πια και τα εργαλεία για να βγουν οι ταινίες προς τα έξω. Η Ελλάδα και μπορεί και βγαίνει προς τα έξω», προσθέτει η διευθύντρια του Φεστιβάλ, προειδοποιώντας ταυτόχρονα ότι «το ελληνικό σινεμά γνωρίζει μεγάλη άνθιση, αλλά αντιμετωπίζει και τεράστιο ανταγωνισμό, καθώς όλες οι χώρες πλέον – ειδικά στην Ευρώπη – κάνουν τα απαραίτητα βήματα».