Πρέπει να τηρούνται τα συμπεφωνημένα (pacta sunt servanta), όπως ακριβώς έγινε και με την Ελλάδα κατά τις διαπραγματεύσεις της ευρωκρίσης, δήλωσε, προσθέτοντας ότι η Ελλάδα έδειξε το ανθρώπινο πρόσωπο της Ευρώπης στο θέμα αυτό.
«Στην προσφυγική κρίση η Ελλάδα έφερε το μεγαλύτερο μερίδιο του βάρους», ενώ αντίθετα άλλες χώρες «έκλεισαν τον ίδιο καιρό τα σύνορα και ύψωσαν φράχτες», υπενθύμισε και τόνισε πως «η Ελλάδα έδειξε το ανθρώπινο πρόσωπο της Ευρώπης», σε αντίθεση με άλλες χώρες, όπου υπήρξαν ξενοφοβικές εκδηλώσεις με τραυματίες». Εξάλλου, ο πρωθυπουργός επισήμανε ότι «η Ευρώπη δεν επιτρέπεται να επιστρέψει στον 20ό αιώνα με τις ξενοφοβικές ιδέες και τον αποκλεισμό της πρόσβασής της από άλλες χώρες».
Ο Αλέξης Τσίπρας διατύπωσε επίσης ένα σαφές αίτημα προς την Ευρωπαϊκή Ένωση: «Οι υφιστάμενες συμφωνίες στο προσφυγικό πρέπει να τηρηθούν». Ο αριθμός των προσφύγων ναι μεν έχει μειωθεί πάρα πολύ μετά τη συμφωνία της Ευρωπαϊκής Ένωσης με την Τουρκία και έτσι ενώ έρχονταν χιλιάδες ημερησίως τώρα έρχονται μόνο 100 την ημέρα, αλλά εξακολουθούν να υπάρχουν πολλά προβλήματα, όπως τόνισε. Η διαδικασία παροχής ασύλου είναι αργή και η επαναπροώθηση των προσφύγων από την Ελλάδα στην Τουρκία είναι πολύ δύσκολη.
Εν τούτοις, κεντρικό πρόβλημα παραμένει το γεγονός ότι πολλά κράτη-μέλη της ΕΕ αρνούνται να δεχτούν πρόσφυγες, τους οποίους θα όφειλαν να εγκαταστήσουν στις χώρες τους. Η συμφωνία είναι σαφώς διατυπωμένη όπως υπογράμμισε ο Έλληνας πρωθυπουργός: «Για την Ελλάδα αυτό σημαίνει ότι 66.000 πρόσφυγες πρέπει να μετεγκατασταθούν, έως τώρα όμως είναι μόνο 5.200».
Ο Αλέξης Τσίπρας ζητά «να τηρηθούν ο συμφωνίες» και αυτό το αίτημα το θεωρεί σημαντικό, διότι όπως υπενθυμίζει οι χώρες με μεγάλη επιρροή στην Ευρωπαϊκή Ένωση υποστήριζαν με μεγάλη επιμονή ακριβώς αυτή την άποψη κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων με την Ελλάδα.
Ο πρωθυπουργός απορρίπτει την «ευέλικτη αλληλεγγύη» και ζητά για κάθε κράτος-μέλος της ΕΕ το οποίο δεν τηρεί τα συμπεφωνημένα να πιεστεί να το κάνει. Ως δοκιμασμένο μέσον των Βρυξελλών για την επίτευξη αυτού του στόχου βλέπει την άσκηση πίεσης μέσω των ευρωπαϊκών διαρθρωτικών ταμείων: Όποιος αρνείται τη συμμετοχή στην αντιμετώπιση της προσφυγικής κρίσης θα πρέπει να υπολογίζει ότι θα λάβει λιγότερα χρήματα από τα κοινοτικά ταμεία, διαμηνύει μέσω της εφημερίδας της Στουτγάρδης.