Οι ευρωπαϊκές υπηρεσίες Πληροφοριών έχουν αναγνωρίσει εδώ και χρόνια τον κίνδυνο επιθέσεων από μέλη της ακροδεξιάς, όπως αυτές της προηγούμενης Παρασκευής εναντίον δύο τεμενών στο Κράισττσερτς της Νέας Ζηλανδίας, και έχουν ενισχύσει την παρακολούθηση των οργανώσεων αυτών.
Στη Γαλλία, τη Βρετανία, τη Γερμανία και την Ιταλία οι υπηρεσίες Πληροφοριών επισημαίνουν εδώ και πολλά χρόνια τους κινδύνους που προκαλεί η αυξανόμενη πόλωση της κοινωνίας, καθώς κάποιοι ενδέχεται να προσπαθήσουν να επιτεθούν στον μουσουλμανικό πληθυσμό των χωρών αυτών στο όνομα της μάχης κατά του τζιχαντισμού ή της μετανάστευσης.
«Η Ευρώπη είναι σε μεγάλο κίνδυνο: ο εξτρεμισμός είναι σε άνοδο παντού και εμείς, οι υπηρεσίες εσωτερικής ασφάλειας, μεταθέτουμε πόρους για να ασχοληθούμε με την ακροδεξιά η οποία δεν περιμένει παρά τη σύγκρουση (…) Πρέπει πλέον λοιπόν να αναμένουμε και να εμποδίσουμε όλες αυτές τις ομάδες που θα ήθελαν κάποια στιγμή να εξαπολύσουν διεθνοτικές συγκρούσεις», είχε επισημάνει τον Μάιο του 2016 ο Πατρίκ Καλβάρ πρώην διευθυντής της γαλλικής υπηρεσίας εσωτερικής ασφάλειας (DGSI).
«Σε όλες τις δυτικές χώρες έχουμε παρατηρήσει τα τελευταία τέσσερα με πέντε χρόνια μια αύξηση στα εγκλήματα μίσους και την τρομοκρατική βία ακροδεξιών οργανώσεων. Το αποδίδω στην αυξανόμενη πόλωση που ενίσχυσε τον εξτρεμισμό, όμως μόνο από την πλευρά των τζιχαντιστών, αλλά και από την πλευρά της ακροδεξιάς», επεσήμανε την Παρασκευή στο Πίτερ Νόιμαν διευθυντής του International Centre for the Study of radicalization (ICSR) με έδρα το Λονδίνο.
Οι επιθέσεις της ακροδεξιάς παρουσιάζονται συχνά ως αντίδραση στις τζιχαντιστικές επιθέσεις. Έτσι ο Μπρέντον Τάραντ, δράστης της επίθεσης στο Κράισττσερτς, ανέφερε στο μανιφέστο του με το οποίο θέλησε να εξηγήσει την πράξη του ότι στόχος της επίθεσης ήταν μεταξύ άλλων να εκδικηθεί τον φόνο της Έμπα Άκερλουντ η οποία σκοτώθηκε σε τζιχαντιστική επίθεση στη Σουηδία το 2017.
«Έχουν την αίσθηση ενός άμεσου κινδύνου. Το γεγονός ότι σημειώθηκαν επιθέσεις που τους ώθησαν σε αυτή την πράξη», εξήγησε η Αναΐς Βόι- Γκίλις του γαλλικού ινστιτούτου γεωπολιτικής.
Στη Βρετανία «σχεδόν το 50%» των προσώπων που δηλώνουν ότι «ανησυχούν σοβαρά» για την αντιμετώπιση της ριζοσπαστικοποίησης «ανήκουν στην ακροδεξιά», επεσήμανε χθες Δευτέρα ο υπουργός Εσωτερικών Μπεν Ουάλας, υπογραμμίζοντας ότι μια επίθεση όπως αυτή στο Κράισττσερτς «είναι πολύ πιθανό να σημειωθεί στη Βρετανία».
Ωστόσο η ακροδεξιά βία δεν είναι τόσο οργανωμένη σε ομάδες, επισημαίνει η Βόι- Γκίλις.
Έπειτα από χρόνια μάχης κατά του τζιχαντισμού οι υπηρεσίες Πληροφοριών της Ευρώπης προσαρμόζονται για την αντιμετώπιση της ακροδεξιάς βίας.
Στη Γερμανία, για παράδειγμα, τα μέλη των υπηρεσιών Πληροφοριών που μάχονται κατά του ακροδεξιού εξτρεμισμού θα αυξηθούν κατά 50% το 2019, επεσήμανε τον Δεκέμβριο του 2018 ο επικεφαλής της υπηρεσίας Τόμας Χάλντενβανγκ.
Σύμφωνα με εκείνον, «υπάρχει μια νέα δυναμική της ακροδεξιάς εδώ και λίγο καιρό», με πολλές νεοναζιστικές ομάδες να έχουν εξαρθρωθεί τα τελευταία χρόνια.
Παράλληλα οι γερμανικές αρχές έχουν θέσει σε εφαρμογή ένα πρόγραμμα αποριζοσπαστικοποίησης, το οποίο όμως γίνεται στόχος επικρίσεων εξαιτίας των φτωχών του αποτελεσμάτων.
Στη Γαλλία «σε διάστημα 18 μηνών έχουν αποτραπεί τρία σχέδια βίαιων ενεργειών», εξήγησε στις αρχές Φεβρουαρίου μια πηγή από τις γαλλικές υπηρεσίες Πληροφοριών.
(AΠΕ-ΜΠΕ)