«Δυόμισι μίλια από το νότιο άκρο της Αττικής- η Μακρονήσος είναι το νησί των εξορισμένων. Με ερείπια που δεν περιγράφει κανένας ταξιδιωτικός οδηγός. Επειδή δεν είναι από την ένδοξη αρχαιότητα, αλλά από μια άλλη, σκοτεινή εποχή. Μόνο μία φορά το χρόνο έχει επισκέπτες. Η Μακρόνησος είναι έρημη, μόνο μερικά κατσίκια περιπλανιούνται στους λόφους. Το νησί αυτό άνοιξε ένα χάσμα στην ελληνική κοινωνία, βαθύ και ανυπέρβλητο, όπως ήταν για τους εξόριστους τα πέντε χιλιόμετρα νερού μεταξύ του νησιού και της ηπειρωτικής χώρας. Ένα ταμπού, μέχρι σήμερα» γράφει το Der Spiegel.
Και ξεκινά την αφήγηση: Η Μακρονήσος ήταν η «κόλαση», το πιο γνωστό ελληνικό νησί εξορίας. Όταν η υπόλοιπη Ευρώπη ανάσαινε την επαύριο του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, στα τέλη της δεκαετίας του ’40, άνθρωποι σύρθηκαν εξόριστοι εδώ επειδή είχαν αγωνιστεί εναντίον του Χίτλερ και των συμμάχων του, επειδή ήταν στην αντίσταση. Όπως οΓρηγόρης Ριζόπουλος, που σήμερα είναι σχεδόν 90 ετών.
«Με μετέφεραν εδώ τον Φεβρουάριο του 1948, μετά από κάποιο χρονικό διάστημα σε διάφορες φυλακές στην ηπειρωτική χώρα. Ήρθα με χειροπέδες. Είχα μόνο λίγα ρούχα και μια κουβέρτα. Τρία ολόκληρα χρόνια έμεινα στη Μακρόνησο, αισθάνθηκα σαν να πέρασε μια αιωνιότητα».
Όποιος τον κοιτάζει σήμερα δυσκολεύεται να φανταστεί τι έκανε τον Ριζόπουλο τόσο επικίνδυνο και τον έστειλαν στην εξορία. Ένας φιλικός παππούς με άσπρη γενειάδα, καθαρή ματιά, ευχάριστη, βαθιά φωνή.
Ονειρευόταν τον σοσιαλισμό
Η δεκαετία του 1940 ήταν μια δύσκολη εποχή στην Ελλάδα. Μετά την εισβολή των Ιταλών και των Γερμανών, οι δυνάμεις του ΕΑΜ και του ΕΛΑΣ, ένας συνασπισμός κομμουνιστικών και σοσιαλιστικών οργανώσεων οργάνωσαν την αντίσταση. Σφαγές, εκατοντάδες κατεστραμμένα χωριά, λιμός– αυτές ήταν οι καταστροφικές συνέπειες του πολέμου. Κάποιες συντηρητικές δυνάμεις στη χώρα συνεργάστηκαν με τους Ναζί. Ως εκ τούτου, η Αριστερά βρήκε μεγάλη υποστήριξη στον πληθυσμό. Όταν η Βέρμαχτ έφυγε από τη χώρα το φθινόπωρο του 1944, μερικοί ονειρευόταν ένα σοσιαλιστικό κράτος.
Οι μεγάλες δυνάμεις, ωστόσο, αποφάσισαν διαφορετικά. Ο Βρετανός πρωθυπουργός Ουίνστον Τσόρτσιλ και ο Ιωσήφ Στάλιν αποφάσισαν τη διαίρεση της Νοτιοανατολικής Ευρώπης σε «σφαίρες επιρροής». Η Σοβιετική Ένωση θα είχε την υπεροχή στη Ρουμανία και τη Βουλγαρία και η Βρετανία στην Ελλάδα
Για μια στιγμή, φαινόταν σαν να μπορούσε να τελειώσει ο πόλεμος και στην Ελλάδα, να αποφευχθεί ένας εμφύλιος πόλεμος. Μια «κυβέρνηση εθνικής ενότητας» συγκροτήθηκε. Όλες οι ένοπλες οργανώσεις έπρεπε να διαλυθούν.
Οι Βρετανοί έφεραν τα δικά τους στρατεύματα στη χώρα και τους Έλληνες βασιλείς από την εξορία. Σύντομα, οι στρατιώτες και οι αξιωματικοί του δεξιού στρατοπέδου έγιναν μέρος του τακτικού στρατού, ενώ οι μαχητές του ΕΛΑΣ δεν έγιναν δεκτοί.
Αυτός είναι ο λόγος που έγιναν μαζικές διαδηλώσεις στην Αθήνα τον Δεκέμβριο του 1944. Η ελληνική αστυνομία άνοιξε πυρ σκοτώνοντας δεκάδες διαδηλωτές. Την άγρια 33ωρη μάχη κέρδισε η κυβέρνηση με βρετανική υποστήριξη. Το αποτέλεσμα της εξέγερσης του Δεκέμβρη («Δεκεμβριανά») ανάγκασε το Εθνικό Απελευθερωτικό Μέτωπο να εγκρίνει τον αφοπλισμό και τη διάλυση του ΕΛΑΣ στις 12 Φεβρουαρίου 1945. Αλλά δεν δέχτηκε την ήττα και αποσύρθηκε στα βουνά. Οι κομμουνιστές μποϊκοτάρισαν τις εκλογές τον Μάρτιο του 1946 και ένα βράδυ οι αντάρτες τους εισέβαλαν σε ένα αστυνομικό τμήμα καθιστώντας σαφές ότι ο πόλεμος συνεχίζεται.
Οι αρχές ξεκίνησαν ένα ανελέητο κυνήγι για τους κομμουνιστές και τους υποστηρικτές του ΕΛΑΣ. Αρκούσε μόνο η υποψία ότι ήταν κομμουνιστές, δηλαδή εγκληματίες και δολοφόνοι- όπως και με τον Γρηγόρη Ριζόπουλο.
Γεννήθηκε σε ένα χωριό κοντά στα σύνορα με την Αλβανία. Είχε 11 αδέλφια. Ο πατέρας, η μητέρα και ο μεγαλύτερος αδελφός του μετείχαν στην Αντίσταση ενάντια στους Γερμανούς κατακτητές.
«Ο αδερφός μου είχε πολεμήσει κατά της εισβολής των δυνάμεων του Άξονα και είχε προαχθεί σε αξιωματικό. Μετά την κατοχή συνέχισε τον αγώνα με μια ομάδα 120 ανταρτών. Έμαθε τη διδασκαλία του Μαρξ».
Στην αρχή του εμφυλίου, ο αδελφός του Ριζοπούλου εντάχθηκε στον Δημοκρατικό Στρατό.
«Ο αδελφός μου επέστρεψε στα βουνά, αυτή τη φορά ενάντια στο καθεστώς της Δεξιάς, για τον Σοσιαλισμό. Τότε ήμουν 16. Ο πατέρας μου συνελήφθη, στη συνέχεια η μητέρα μου και ο αδελφός μου… Αρκετές φορές τους βασάνισαν».
Το 1947 απαγορεύτηκε το Εθνικό Απελευθερωτικό Μέτωπο και το Κομμουνιστικό Κόμμα. Η κυβέρνηση κήρυξε κατάσταση έκτακτης ανάγκης και οι αρχές κυνήγησαν τους συμπαθούντες της Αριστεράς που είχαν θέσεις στη διοίκηση και τον στρατό, τους φυλάκισαν, τους εξόρισαν σε στρατόπεδα συγκέντρωσης σε μέρη όπως η Μακρόνησος.
Το νησί είχε ήδη μια σκοτεινή ιστορία: Κατά τους Βαλκανικούς Πολέμους του 1912-1913 υπήρχε εκεί ένα στρατόπεδο. Μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή έμειναν εκεί χιλιάδες πρόσφυγες, πολλοί πέθαναν σε απάνθρωπες συνθήκες.