Σε αυτό το ερώτημα επιχειρεί να απαντήσει το Onassis AiR, το διεθνές πρόγραμμα καλλιτεχνικής φιλοξενίας και έρευνας που εγκαινίασε πέρυσι το Ίδρυμα Ωνάση, το οποίο συνεχίζει δυναμικά τη δράση του στην Αθήνα. Και προσκαλεί για άλλη μια χρονιά καλλιτέχνες, επιμελητές, designers, ακτιβιστές, συλλογικότητες, παιδαγωγούς, οικονομολόγους, αρχιτέκτονες, κινηματογραφιστές και άλλους επαγγελματίες που χρησιμοποιούν διάφορα μέσα έκφρασης ή προέρχονται από διαφορετικά επιστημονικά πεδία να κάνουν αίτηση για τη δεύτερη έκδοση του «The School of Infinite Rehearsals: Movements V – VIII», που θα διεξαχθεί μεταξύ Σεπτεμβρίου 2021 και Ιουνίου 2022 στην Αθήνα.
Για τη νέα χρονιά, το Onassis AiR κοιτάζει προς τα μέσα αλλά συγχρόνως και προς τα έξω, αναζητώντας τις χωρικές και χρονικές δομές που επηρεάζουν τους τρόπους που ζούμε, δρούμε και συνυπάρχουμε.
Ο διευθυντής του Onassis AiR, Ash Bulayev και η δημιουργική παραγωγός και δραματουργός του προγράμματος, Νεφέλη Μυρωδιά μίλησαν στο Αθηναϊκό- Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων για την αλλαγή που επιθυμεί να φέρει στα υπάρχοντα residencies αλλά και το πώς φαντάζονται να εξελίσσεται τα επόμενα χρόνια.
-Πώς προέκυψε η ιδέα για το Onassis AiR; Ποια αλλαγή θέλατε να φέρετε στα υπάρχοντα residencies με τη δημιουργία του;
Ash Bulayev: Η γέννηση του Onassis AiR ξεκίνησε το 2016, όταν ο πρόεδρος του Ιδρύματος Ωνάση, ο κύριος Αντώνης Παπαδημητρίου, με ρώτησε τη γνώμη μου για το τι θα έπρεπε να κάνει το Ίδρυμα Ωνάση σε 10 χρόνια από τώρα. Η απάντησή μου ήταν μακροσκελής, αλλά την ίδια στιγμή και πολύ απλή – ήμουν κι εγώ ο ίδιος καλλιτέχνης, άρα πραγματικά πιστεύω ότι ο ρόλος των ιδρυμάτων είναι να βοηθούν και να ενδυναμώνουν τους καλλιτέχνες και γενικώς τους εργαζόμενους στον πολιτισμό, προκειμένου να αποφασίζουν για τους εαυτούς τους, να μπορούν να είναι αρκετά ανεξάρτητοι ώστε να μη βρίσκονται στο έλεος των θεσμών. Πιστεύω στην ανατροπή του ισχύοντος status quo για το πώς τα ιδρύματα ξεκινούν τον διάλογο με τους καλλιτέχνες, συνήθως με την πρόταση: «Θέλετε αυτή την ανάθεση, αυτή την παραγωγή, αυτό το πρόγραμμα καλλιτεχνικής φιλοξενίας;», στην οποία η απάντηση πάντα είναι είτε ένα «ναι» είτε ένα «όχι». Αντ’ αυτού, εγώ πιστεύω ότι τα ιδρύματα δεν θα έπρεπε να προσφέρουν με αυτόν τον τρόπο, αλλά να ρωτάνε «Τι χρειάζεστε;» και από αυτό το σημείο να ξεκινούν τον διάλογο με τους καλλιτέχνες, παρέχοντας έτσι υποστήριξη που θα είναι πραγματικά βοηθητική για τον κάθε καλλιτέχνη ξεχωριστά. Αυτό απαιτεί πολλή δουλειά από όλα τα μέρη, αλλά η ανταμοιβή είναι μεγάλη για τους καλλιτέχνες και πολύ περισσότερο για τα ιδρύματα, τα οποία μέσω αυτής της ερώτησης έχουν τη δυνατότητα να γίνουν ουσιαστικοί και ανιδιοτελείς συνομιλητές.
-Ποιο θεωρείτε το μεγαλύτερο κέρδος για κάποιον που θα συμμετάσχει στο πρόγραμμα;
Νεφέλη Μυρωδιά: Αν έχει κάτι να κερδίσει ένας συμμετέχων στο Onassis AiR, είναι ακριβώς αυτή η ενδυνάμωση που αναφέρει ο Ash, που προέρχεται από την αντιστροφή του τρόπου με τον οποίο επιλέγουμε να υποστηρίξουμε τις ερευνητικές ανάγκες και την πρακτική του, όχι με βάση τις προτεραιότητες ενός θεσμού, αλλά με βάση το τι χρειάζεται ο ίδιος τη δεδομένη στιγμή. Για εμάς ένα ακόμη ζωτικό στοιχείο του προγράμματος είναι η συμμετοχή σε μια αυτο-οργανωμένη κοινότητα που υποστηρίζει την οριζοντιότητα και την ισοτιμία μεταξύ των μελών της, ανεξάρτητα από την εμπειρία, την ηλικία και το υπόβαθρο του κάθε συμμετέχοντα. Τέλος, πιστεύουμε στη δημιουργία μακροχρόνιων σχέσεων που συνεχίζουν και μετά την ολοκλήρωση ενός προγράμματος και για αυτό η υποστήριξη, οι παροχές και ο χώρος του Onassis AiR είναι πάντα διαθέσιμα σε παλιότερους συμμετέχοντες.
-Ποιες στιγμές έχουν χαραχτεί στη μνήμη σας από την πρώτη χρονιά του προγράμματος;
Ν.Μ.: Η πρώτη εκδήλωση που ανοίξαμε επίσημα τις πόρτες μας στο κοινό, στο πρώτο Open Salon του Onassis AiR. Οι συμμετέχοντες είχαν στήσει έναν «μαραθώνιο» speed dating με διάφορες ερωτήσεις για να γνωρίσουν όσους ήρθαν στο χώρο για να μάθουν τι είναι το Onassis AiR. Πέρασαν πάνω από 4 ώρες σε ένα πολύ μακρύ τραπέζι μιλώντας με έναν προς έναν όλους τους επισκέπτες, θυμάμαι ότι υπήρχε μια διάχυτη αγωνία αλλά και μεγάλη χαρά γιατί είχαμε επιτέλους την ευκαιρία να «συστήσουμε» για πρώτη φορά αυτό το πρόγραμμα και τους ανθρώπους του με το ευρύ κοινό, με έναν πολύ άμεσο και προσωπικό τρόπο.
A.B.: Η πρώτη αμήχανη αλλά και ενθουσιώδης αντίδραση όταν κάθε νέα ομάδα συμμετεχόντων φτάνει και τους εξηγούμε το ήθος του Onassis AiR, ότι όλες οι αποφάσεις για τον χρόνο τους, το συλλογικό budget, τον χώρο και τα πάντα σε σχέση με το Onassis AiR είναι στο χέρι τους – αυτή η αίσθηση ενδυνάμωσης των συναδέλφων μας ότι μπορούν να λαμβάνουν αποφάσεις και να δρουν συλλογικά.
-Το Onassis AiR είναι ένα δίκτυο ανθρώπων που «κυκλοφορεί» σε όλο τον κόσμο. Πώς φαντάζεστε να εξελίσσεται τα επόμενα χρόνια;
A.B.: Πρώτα απ’ όλα, εγώ πιστεύω στη δύναμη του τοπικού – αυτό που έχει σημασία για μένα είναι να συνεισφέρω με κάποιον τρόπο στο μέρος όπου βρίσκεται το σώμα και η ψυχή μου, στο σπίτι μου. Θεωρώ όμως σημαντικό να συμπεριλαμβάνουμε στο πρόγραμμα καλλιτέχνες τόσο από την Ελλάδα όσο και το εξωτερικό, γιατί τα τελείως διαφορετικά υπόβαθρα όλων των συμμετεχόντων δημιουργούν μια φυσική άμυνα ενάντια στην απλοποίηση, στον εφησυχασμό για τα ερωτήματα που τίθενται, για τις καθημερινές συνήθειες, τις αξίες και την ηθική που επιτελούμε μαζί, καθώς και για τις πολιτισμικές αναφορές που διατρέχουν το σπίτι σε καθημερινή βάση.
Ν.Μ.: Σίγουρα η εξωστρέφεια είναι πολύ σημαντικό κομμάτι του προγράμματος, αλλά παράλληλα προσπαθούμε να προσφέρουμε στους συμμετέχοντες που έχουν τη βάση τους εδώ τις συνθήκες για συνδιαλλαγή, έρευνα και συνεργασία με άλλους επαγγελματίες χωρίς να χρειάζεται να ταξιδεύουν οι ίδιοι συνεχώς για να τις βρουν. Το πρόγραμμα αυτό μετασχηματίζεται με βάση τις επιλογές που κάνουν οι ίδιοι οι συμμετέχοντες κάθε χρόνο και επομένως αυτό είναι που το κάνει επίκαιρο, γιατί θα είναι πάντοτε διαφορετικό ανάλογα με τις ανάγκες κάθε ομάδας συμμετεχόντων που εισέρχεται σε αυτό. Για αυτό και αντί να προσπαθούμε εμείς να φανταζόμαστε μια πιθανή εξέλιξη του προγράμματος, θεωρούμε ότι ο βασικός μας ρόλος είναι να διασφαλίσουμε για τους επόμενες συμμετέχοντες τις συνθήκες για να γίνει αυτή η εξέλιξη οργανικά από τους ίδιους.
-Τι διαφορές βλέπετε στον προβληματισμό των περυσινών συμμετεχόντων με τους φετινούς; Πόσο η πανδημία επηρέασε τον τρόπο που βλέπουμε τέχνη και στα θέματα που απασχολούν δημιουργικά έναν καλλιτέχνη;
Ν.Μ.: Σίγουρα η περίοδος της πανδημίας επηρέασε τον τρόπο που προσλαμβάνουμε τον χρόνο μας, τις προτεραιότητες μας και τη ζωή μας εν γένει. Η φύση των προγραμμάτων την περυσινή χρονιά διαφέρουν αρκετά από την ιδέα του φετινού προγράμματος, του School of Infinite Rehearsals, το οποίο είναι ένα πρόγραμμα συλλογικής έρευνας που επικεντρώνεται σε 2 ερευνητικές θεματικές για το 2020/21 (ταυτότητες και οικολογίες). Ο μικρός αριθμός κάθε ερευνητικής ομάδας (6 άτομα) μας επέτρεψε να ολοκληρώσουμε κανονικά τους 2 πρώτους κύκλους (Movements) του School of Infinite Rehearsals παρά την πανδημία, και να δώσουμε τη δυνατότητα στους συμμετέχοντες, σε μια χρονιά που όλοι είμαστε εξαντλημένοι από τις διαδικτυακές συναντήσεις, να βρεθούν και να πραγματοποιήσουν την έρευνά τους από κοντά στην Αθήνα. Χρειάστηκε πολύ μεγαλύτερη προετοιμασία από τη μεριά μας για να εξασφαλίσουμε ένα ασφαλές περιβάλλον, αλλά έγινε αισθητό ότι οι συμμετέχοντες είχαν τεράστια ανάγκη τη φυσική παρουσία, τη δυνατότητα να συνυπάρξουν στον ίδιο χώρο, να συνεργαστούν και να ερευνήσουν από κοινού με τους συναδέλφους τους, πράγματα που μέχρι χθες παίρναμε για δεδομένα. Επιπλέον, ένας από τους προβληματισμούς που επανήλθε ξανά και ξανά στις φετινές ομάδες, είναι ότι δεν μπορούμε να αγνοούμε πόσο μεγάλο προνόμιο είναι ότι, με την υποστήριξη ενός ιδρύματος, μπορούμε σε μια τόσο δύσκολη εποχή να συνεχίζουμε και να εξελίσσουμε την έρευνά μας, το έργο μας, την πρακτική μας. Η πρώτη ομάδα μάλιστα επέλεξε στο πλαίσιο αυτό, αντί να χρησιμοποιήσει το συλλογικό budget που προσφέρουμε για τις δικές της ερευνητικές ανάγκες, να χτίσει έναν μηχανισμό αναδιανομής των διαθέσιμων πόρων σε άλλες κοινωνικές πρωτοβουλίες αλληλεγγύης που δρουν στην Ελλάδα και βρίσκονται σε ευάλωτη θέση λόγω της πανδημίας, ένα έργο που συνεχίζουν και μετά την ολοκλήρωση του προγράμματος.
-Πόσο απελευθερωτικό είναι για έναν καλλιτέχνη να μη χρειάζεται να παρουσιάσει ένα αποτέλεσμα μετά από ένα τέτοιο ενδελεχές πρόγραμμα;
A.B.: Σήμερα, οι καλλιτέχνες και οι επαγγελματίες της τέχνης (επιμελητές, παραγωγοί κ.λπ.) αναμένεται να ακολουθήσουν ένα πολύ συγκεκριμένο μονοπάτι, που δυστυχώς υπαγορεύεται από την αγορά. Ευτυχώς, ορισμένοι καλλιτέχνες επιλέγουν άλλους δρόμους, είτε ως καλλιτέχνες «εκτός του συστήματος», είτε επιλέγοντας τη συλλογικότητα ή την κυκλική οικονομία ως βάση για την πρακτική και τη ζωή τους. Τις τελευταίες δεκαετίες, ο κόσμος της τέχνης άρχισε να χρησιμοποιεί τη λέξη «πρότζεκτ» σε όλες τις πτυχές της καλλιτεχνικής παραγωγής. Όπως γράφει η Μπογιάνα Κουνστ: «Ένα σημαντικό μέρος από αυτό που κάνουν σήμερα οι καλλιτέχνες και οι επαγγελματίες του πολιτισμού φαίνεται να είναι παγιδευμένο σε αυτόν τον “ προτζεκτικό χρόνο” που δεν αντιμετωπίστηκε ποτέ και δεν προσεγγίστηκε ποτέ. Κατά τη διάρκεια αυτού του “ προτζεκτικού χρόνου”, οι καλλιτέχνες αναμένεται να διαπραγματευτούν με επιτυχία τόσο τα υλοποιημένα όσο και τα μη πραγματοποιημένα πρότζεκτ, καθώς και να φανταστούν άλλα νέα πρότζεκτ για το μέλλον. Το κύριο παράδοξο εδώ είναι ότι οι καλλιτέχνες καλούνται συνεχώς να φανταστούν και να διαμορφώσουν προτάσεις για το μέλλον. Για να το κάνουν αυτό, προβαίνουν διαρκώς σε τρόπους να φανταστούν αυτό που δεν έχει ακόμη έρθει ή αυτό που δεν έχει συμβεί ακόμη». Πιστεύω ότι τα θεσμικά όργανα και οι καλλιτέχνες πρέπει να στραφούν επειγόντως στην πρακτική της «αγρανάπαυσης». Προερχόμενη από τη γεωργική πρακτική της φύτευσης νέων καλλιεργειών κάθε εποχή, η αγρανάπαυση είναι η διακοπή της καλλιέργειας ενός χωραφιού για κάποιο διάστημα, ώστε να αποφεύγεται η αποστράγγιση του εδάφους από τα θρεπτικά του συστατικά. Οι καλλιτέχνες αναμένεται να είναι συνεχώς απασχολημένοι με τα σημερινά και μελλοντικά «πρότζεκτ» τους, και η μη παραγωγικότητα πάντοτε κατακρίνεται. Αλλά υπάρχει τεράστια διαφορά ανάμεσα στο να είναι κανείς νωθρός και στο να ξέρει πότε χρειάζεται να κάνει μια παύση για να ξανασκεφτεί, ή να ξαναφανταστεί -την πρακτική του, τη μεθοδολογία του, την κοινότητά του.
*Όλες οι αιτήσεις για το Onassis Air θα πρέπει να υποβληθούν το αργότερο μέχρι την Παρασκευή 26 Φεβρουαρίου 2021 στις 12:00 το μεσημέρι (UTC+2).