H τεράστια εισπρακτική επιτυχία του 1978, αναγεννιέται θριαμβευτικά φέτος για να καλύψει την ανάγκη του κοινού για επιστροφή σε διαχρονικά πρότυπα τρόμου. Η ιστορία του Μάικλ Μάγιερς, ενός ανθρώπου χωρίς ταυτότητα και χωρίς πρόσωπο, ο οποίος επιστρέφει για να συνεχίσει το έργο σφαγής, είναι τόσο λιτή και εύστοχη ώστε αποκτάει μόνη της αρχετυπική διάσταση για τα δεδομένα των ταινιών τρόμου.
Η Νύχτα με τις Μάσκες (1978), η πρώτη ταινία Halloween που εμπνεύστηκε ο Τζον Κάρπεντερ, στάθηκε η αφορμή οι κινηματογραφικές αίθουσες να γεμίσουν με slasher movies στις επόμενες δεκαετίες, και η αλληγορική διάστασή τους σε σχέση με τον «αναίτιο κακό» να γεννήσει μια ολόκληρη μυθολογία τρόμου. Σαράντα χρόνια μετά, ο σκηνοθέτης Ντέιβιντ Γκόρντον Γκριν θα δώσει συνέχεια στον μακάβριο εφιάλτη του Κάρπεντερ, με την Τζέιμι Λι Κέρτις ξανά στον ρόλο που την έκανε superstar.
Στην ταινία Η Νύχτα με τις Μάσκες, η Τζέιμι Λι Κέρτις επιστρέφει στον κλασικό της ρόλο, για να αντιμετωπίσει τη μασκοφόρα φιγούρα που την στοιχειώνει τέσσερις ολόκληρες δεκαετίες. Σύμφωνα με τα λόγια του παραγωγού Μάλεκ Ακάντ: «Ο Μάγιερς, με τη μάσκα του και τη στολή του στο βενζινάδικο, είναι ένας χαρακτήρας που ακροβατεί ανάμεσα στο ανθρώπινο και το υπερφυσικό. Είναι η απόλυτη δύναμη του κακού. Είναι αδίστακτος και καμία προσευχή δεν μπορεί να σας σώσει. Έχει ένα μόνο σκοπό: να σκοτώσει. Ο Μάγιερς είναι μια αδυσώπητη δύναμη της φύσης». Ο Ακάντ, του οποίου η εταιρεία παραγωγής Trancas International Films, δημιουργεί τις ταινίες Halloween από το ξεκίνημά τους, ήταν ανοιχτός σε μια φρέσκια ματιά στην ιστορία και βρήκε έναν δημιουργικό συνεργάτη στο πρόσωπο του Τζέισον Μπλουμ και της Blumhouse που έγινε συμπαραγωγός. Ο Μπλουμ δήλωσε: «Η ευλογία του Τζον Κάρπεντερ ήταν η απαραίτητη προϋπόθεση για την εμπλοκή της Blumhouse στην ταινία αυτή. Δεν θα προχωρούσα σε ένα σίκουελ χωρίς αυτόν. Έτσι, ο πρώτος άνθρωπος στον οποίο πήγα ήταν ο Κάρπεντερ. Τον ρώτησα: Θέλετε να συμμετάσχετε; Ευτυχώς συμφώνησε».
Το δύσκολο στοίχημα πλέον ήταν η εύρεση ενός σκηνοθέτη ο οποίος θα είχε πάθος για την πρώτη ταινία και που θα έδινε νέα ζωή στην ιστορία. Τελικά βρέθηκε ο βραβευμένος Ντέιβιντ Γκόρντον Γκριν, ο οποίος όχι μόνο ήθελε να σκηνοθετήσει αλλά και να εμπλακεί στη συγγραφή του σεναρίου. Οι παραγωγοί πίστευαν σθεναρά ότι δεν χρειάζεται ένας μεγάλος σκηνοθέτης τρόμου να κάνει μεγάλες ταινίες τρόμου. Χρειάζεται απλά ένας εξαιρετικός σκηνοθέτης καλών ταινιών. O Γκριν θυμάται όταν του έγινε η πρώτη κρούση για να αναλάβει τη σκηνοθεσία: «Ήταν μια από τις πιο σημαντικές στιγμές της καριέρας μου. Σηκώθηκα ένα πρωί και είδα ένα e–mail που μου ζητούσε να σκηνοθετήσω το σίκουελ της ταινίας Η Νύχτα με τις Μάσκες (Halloween). Αισθάνθηκα αμέσως πολύ περίεργα, όπως όταν στέκεσαι στην άκρη ενός γκρεμού. Αυτή η ταινία είχε πυροδοτήσει τον ενθουσιασμό μου όταν ήμουν παιδί. Ήταν η πιο απολαυστική ταινία από όσες δεν επιτρέπονταν ακόμα να δω».
Οι σεναριογράφοι «έπαιξαν» δημιουργικά με πολλές ιδέες ώστε να συνδέσουν το πρωτότυπο φιλμ με το σημερινό. Η δυναμική ανάμεσα στην πρωταγωνίστρια και τον ψυχοπαθή δολοφόνο έπρεπε να αντιστραφεί. Η ιστορία έπρεπε να ξαναγραφτεί με τρόπο ευρηματικό. Η τελική εκδοχή του σεναρίου παρουσιάστηκε στον άρχοντα του τρόμου, τον Τζον Κάρπεντερ, ο οποίος έδωσε τη συγκατάθεσή του και έριξε τις δικές του ιδέες στο τραπέζι. Ο ενθουσιασμός στη δημιουργική ομάδα ήταν τόσο μεγάλος που ο Κάρπεντερ ανέλαβε και τη μουσική επένδυση της ταινίας και μαζί με τον γιο του αναβίωσαν το κλασικό, ανατριχιαστικό score που είχε υπογράψει στην πρώτη ταινία, το οποίο παραμένει ένα από τα πιο διαχρονικά μουσικά θέματα στην ιστορία του κινηματογράφου.
Η προσθήκη της Τζέιμι Λι Κέρτις στο cast, ήταν το αμέσως επόμενο (κερδισμένο) στοίχημα. Η ηθοποιός, η οποία έχει εμφανιστεί σε μόλις τρία από τα σίκουελ του Halloween, θεωρούσε ότι είχε αποχαιρετήσει οριστικά τον κόσμο του Μάικλ Μάγιερς. Όμως ο Ντέιβιντ Γκόρντον Γκριν ήταν αυτός που την έπεισε να επιστρέψει στον ρόλο που την έκανε γνωστή παγκοσμίως. Η ίδια η ηθοποιός και ακτιβίστρια δήλωσε χαρακτηριστικά για τον δυναμισμό του ρόλου της: «Είμαι σχεδόν 60 ετών και δουλεύω από τότε που ήμουν 19. Είναι ξεκάθαρο αυτό που οι άνθρωποι θέλουν να δουν από εμένα στο έργο μου.
Δεν θα με δείτε να παίζω την Βασίλισσα Ελισάβετ». Μάλιστα, ήταν ο Τζέικ Τζίλενχαλ αυτός που της έκανε να ενδιαφερθεί. «Ο Τζέικ μου έστειλε μήνυμα και μου είπε ότι ο Ντέιβιντ Γκόρντον Γκριν θέλει να με δει για κάτι που αφορά τη Νύχτα με τις Μάσκες. Ο Τζέικ επίσης μου είπε ότι η δουλειά του με τον Γκριν ήταν μια από τις καλύτερες εμπειρίες της καριέρας του». Η Τζέιμι Λι Κέρτις πείστηκε από το σενάριο διαβάζοντας μόνο την πρώτη σκηνή. Όπως εξηγεί: «Είδα πως η ταινία έδινε τον τέλειο φόρο τιμής. Πρόκειται μια αυθύπαρκτη ταινία με μια δική της, πλήρη ιστορία που απλώς συνδέεται με το παρελθόν. Οι δύο ταινίες, δίπλα-δίπλα, αποτελούν το τέλειο συμπλήρωμα και λένε την ίδια ιστορία για διαφορετικές γενιές με τον ίδιο απλό, σαφή, εμβληματικό τρόπο που έκανε ιστορική ταινία τρόμου το Halloween. Είναι μια ταινία για το τραύμα που περνάει από γενιά σε γενιά. Πιστεύω πως αυτός είναι ένας υπέροχος τρόπος να πεις την ιστορία της ηρωίδας, μέσα από τα μάτια της κόρης και της εγγονής της».
Για να υποδυθεί τον Μάικλ Μάγιερς, ο ηθοποιός Τζέιμς Τζουντ Κόρτνει φόρεσε τη μάσκα που έχει σκορπίσει τόσο τρόμο, και δούλεψε με τον Νικ Κάστλ, που είχε τον αρχικό ρόλο, στη Νύχτα με τις Μάσκες του 1978 και στα credits αναγράφεται ως «πνευματικός σύμβουλος» της παραγωγής.
Κρατώντας τη στυλιζαρισμένη προσέγγιση του Τζον Κάρπεντερ που βασίστηκε στη λογική του σοκ, ο Γκριν άφησε την ιστορία του να εξελιχθεί πίσω από τον δολοφόνο με την ανέκφραστη μάσκα. Ο σκηνοθέτης δήλωσε: «Υπάρχουν αρκετές καταστάσεις στην ταινία όπου βλέπουμε μόνο τη σιλουέτα του Μάγιερς. Προσπαθούμε να μην αποκαλύψουμε τίποτα για την προσωπικότητά του. Δεν θέλω να μάθω τίποτα γι’ αυτόν. Δεν θέλω να νιώθω συμπάθεια ή να καταλάβω το μυαλό που δημιούργησε το τέρας που σφαγιάζει δίχως κίνητρο. Θέλω απλά να αφήσω να εκφραστεί η πηγή του κακού».
Η πρεμιέρα της ταινίας έγινε με μια special μεταμεσονύκτια προβολή στο φεστιβάλ του Τορόντο και η διεθνής κριτική συμφώνησε πως η κλασική σειρά ταινιών τρόμου, το 2018 φτάνει στο αποκορύφωμά της με την πιο εντυπωσιακή προσθήκη στη μυθολογία της. Όλοι συμφωνούν ότι ο σκηνοθέτης Ντέιβιντ Γκόρντον Γκριν έφτασε την κινηματογραφική ποιότητα που είχε πετύχει ο Τζον Κάρπεντερ στα τέλη της δεκαετίας του ‘70.