Ο πιο μεταφρασμένος Έλληνας συγγραφέας (και μυθιστοριογράφος, ποιητής, θεατρικός συγγραφέας, δημοσιογράφος, φιλόσοφος, πολιτικός), ο Νίκος Καζαντζάκης «έφυγε» στις 26 Οκτώβρη 1957, σε ηλικία 74 ετών, χτυπημένος από λευχαιμία. Γνωστός πέραν των σπουδαίων έργων του και για τη «διαμάχη»του με την Εκκλησία, δεν επετράπη από το ιερατείο να τεθεί η σορός του σε προσκύνημα, ενώ ούτε εκκλησιαστική τελετή πραγματοποιήθηκε στον ιερό ναό Ηρακλείου, παρ’όλο που δεν είχε εντέλει αφοριστεί για τα έργα του, Καπετάν Μιχάλης και ο Τελευταίος Πειρασμός τρία χρόνια πριν. Η γενέτειρά του ήταν και ο τόπος ταφής του -στα βενετσιάνικα τείχη- με χαραγμένη τη γνωστή πλέον επιγραφή: «Δεν ελπίζω τίποτα. Δεν φοβούμαι τίποτα. Είμαι ελεύθερος». Αντί βιογραφικού, παραθέτουμε ένα εξαιρετικό απόσπασμα από την Ασκητική του:
«Ασκητική»
Ερχόμαστε από μια σκοτεινή άβυσσο, καταλήγουμε σε μια σκοτεινή άβυσσο, το μεταξύ φωτεινό διάστημα το λέμε ζωή. Ευτύς ως γεννηθούμε, αρχίζει κι η επιστροφή· ταυτόχρονα το ξεκίνημα κι ο γυρισμός· κάθε στιγμή πεθαίνουμε. Γι αυτό πολλοί διαλάλησαν: Σκοπός της ζωής είναι ο θάνατος. Μα κι ευτύς ως γεννηθούμε, αρχίζει κι η προσπάθεια να δημιουργήσουμε, να συνθέσουμε, να κάμουμε την ύλη ζωή· κάθε στιγμή γεννιούμαστε. Γι΄ αυτό πολλοί διαλάλησαν: Σκοπός της εφήμερης ζωής είναι η αθανασία. Στα πρόσκαιρα ζωντανά σώματα τα δυο τούτα ρέματα παλεύουν: α) ο ανήφορος, προς τη σύνθεση, προς τη ζωή, προς την αθανασία· β) ο κατήφορος, προς την αποσύνθεση, προς την ύλη, προς το θάνατο. Και τα δυο ρέματα πηγάζουν από τα έγκατα της αρχέγονης ουσίας. Στην αρχή η ζωή ξαφνιάζει· σαν παράνομη φαίνεται, σαν παρά φύση, σαν εφήμερη αντίδραση στις σκοτεινές αιώνιες πηγές· μα βαθύτερα νιώθουμε: η Ζωή είναι κι αυτή άναρχη, ακατάλυτη φόρα του Σύμπαντου. Αλλιώς, πούθε η περανθρώπινη δύναμη που μας σφεντονίζει από το αγέννητο στο γεννητό και μας γκαρδιώνει· φυτά, ζώα, ανθρώπους· στον αγώνα; Και τα δυο αντίδρομα ρέματα είναι άγια. Χρέος μας λοιπόν να συλλάβουμε τ΄ όραμα που χωράει κι εναρμονίζει τις δυο τεράστιες τούτες άναρχες, ακατάλυτες Ορμές· και με τ΄ όραμα τούτο να ρυθμίσουμε το στοχασμό μας και την πράξη».