Ο Ίρβιν Γιάλομ γεννήθηκε στην Ουάσινγκτον, στις 13 Ιουνίου του 1931, από γονείς που μετανάστευσαν από τη Ρωσία (από ένα μικρό χωριό που ονομάζεται Celtz κοντά στα πολωνικά σύνορα), λίγο μετά τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο. Το σπίτι του ήταν στο κέντρο της πόλης της Ουάσιγκτον σε ένα μικρό διαμέρισμα πάνω από το παντοπωλείο των γονιών του. Κατά τη διάρκεια της παιδικής του ηλικίας, η Ουάσιγκτον αποτελούσε μια ξεχωριστή πόλη, καθώς ζούσε στη μέση μιας φτωχής γειτονιάς μαύρων. Η ζωή στους δρόμους ήταν συχνά επικίνδυνη. Το διάβασμα στο σπίτι ήταν το καταφύγιο του και, δύο φορές την εβδομάδα, έκανε το επικίνδυνο ταξίδι με το ποδήλατό του μέχρι την κεντρική βιβλιοθήκη ώστε να ανανεώσει τις προμήθειες του σε βιβλία.
Καμμιά συμβουλή ή καθοδήγηση δεν ήταν διαθέσιμες, καθώς οι γονείς του δεν είχαν σχεδόν καμιά βασική εκπαίδευση, δεν είχαν διαβάσει βιβλία και πάλευαν για την οικονομική επιβίωση. Ο τρόπος που επέλεγε τα βιβλία που θα διάβαζε ήταν άστατος, και στηριζόταν εν μέρει και στην διαρρύθμιση της βιβλιοθήκη. Ο ίδιος αναφέρει ότι το επιβλητικό κομμάτι της βιβλιοθήκης με τις βιογραφίες του είχε τραβήξει την προσοχή από νωρίς, περνώντας ένα ολόκληρο έτος διαβάζοντας τις βιογραφίες από το Α (John Adams) έως το Ζ (Zoroaster).
Οι μεγάλες του αγάπες όμως ήταν κυρίως τα μυθιστορήματα καθώς έβρισκε ένα καταφύγιο και έναν εναλλακτικό και πιο ικανοποιητικό κόσμο από εκείνον που ζούσε ο ίδιος, μια πηγή έμπνευσης και σοφίας. Δεν ήταν λοιπόν τυχαίο που στα νεανικά του χρόνια έβαλε στο μυαλό του ότι το να γράψει κάποιος ένα μυθιστόρημα είναι το καλύτερο πράγμα που μπορεί να κάνει.
Για τη νοοτροπία των γκέτο όμως, οι επιλογές σταδιοδρομίας για τους νέους άνδρες ήταν ή θεωρούνταν ωστόσο περιορισμένες. Οι περισσότεροι συμμαθητές του είτε πήγαν στην ιατρική σχολή είτε ασχολήθηκαν με τις οικογενειακές επιχειρήσεις. Η Ιατρική σχολή φαινόταν στα μάτια του πιο κοντά στον Τολστόι και τον Ντοστογιέφσκι που αγαπούσε, και έτσι μπαίνοντας στην Ιατρική και ολοκληρώνοντας τις βασικές σπουδές του στράφηκε στην ψυχιατρική. Η Ψυχιατρική αποδείχθηκε μια ατελείωτα ενδιαφέρουσα εμπειρία για τον Γιάλομ, καθώς ερχόμενος σε επαφή με τους ασθενείς του μια νέα ανθρώπινη ιστορία αποκαλυπτόταν μπροστά του κάθε φορά.
Η άποψη μάλιστα που διαμόρφωσε για την επιστήμη του ήταν η υιοθέτηση διαφορετικής θεραπείας για τον κάθε ασθενή, εφόσον καθένας έφερε διαφορετική προσωπική ιστορία. Με την πάροδο των ετών, η υιοθέτηση αυτής της στάσης από τον Γιάλομ φαίνεται να τον απομακρύνει ολοένα και περισσότερο από το κέντρο της επαγγελματικής ψυχιατρικής, η οποία καθοδηγείται τόσο έντονα στη σύγχρονη εποχή από τις οικονομικές δυνάμεις στην ακριβώς αντίθετη κατεύθυνση, δηλαδή στην ομοιόμορφη διάγνωση βάση του συμπτώματος, με γνώμονα το ψυχιατρικό πρωτόκολλο και θέτοντας ως στόχο μια σύντομη θεραπεία για όλους.
Τα πρώτα του γραπτά ήταν επιστημονικά άρθρα σε περιοδικά και εφημερίδες που είχαν να κάνουν με τον κλάδο της ψυχολογίας. Το πρώτο του βιβλίο, The Theory and Practice of Group Psychotherapy έχει χρησιμοποιηθεί ευρέως ως ένα κείμενο για την κατάρτιση των νέων ψυχοθεραπευτών. Έχει μεταφραστεί σε δώδεκα γλώσσες και τώρα βρίσκεται στην τέταρτη έκδοση του. Οι καθηγητές ψυχολογίας έχουν επαινέσει πολλές φορές τα κείμενά του για το group therapy, διότι βασίζεται στα καλύτερα διαθέσιμα εμπειρικά στοιχεία και στο γεγονός, ότι τα κείμενα είναι καταγεγραμένα σαν μια ιστορία-αφήγηση, ένα σύντομο ανθρώπινο χρονογράφημα. Για πάνω από είκοσι χρόνια ο Γιάλομ έχει ακούσει πολλούς από τους φοιτητές του να λένε ότι θεωρούν ότι διαβάζουν ένα μυθιστόρημα και όχι βιβλίο ψυχολογίας.
Άλλα κείμενα του που ακολούθησαν στην πορεία της καριέρας του είναι το Existential Psychotherapy (ένα βιβλίο για την υπαρξιακή ψυχοθεραπεία που θεωρείται το πληρέστερο στο είδος του), το Inpatient Group Psychotherapy (έναν οδηγό για τις ομάδες ενδονοσοκομειακής ψυχιατρικής κλινικής), καθώς και το Encounter Groups: First Facts, μια έρευνα μονογραφία που έχει εξαντληθεί. Στη συνέχεια, σε μια προσπάθεια να διδάξει τις πτυχές της Υπαρξιακής Θεραπείας στράφηκε σε πιο λογοτεχνικές μεταφορές και τα τελευταία χρόνια έχει γράψει ορισμένα βιβλία με ιστορίες θεραπείας όπως το Love΄s Executioner, το Momma and the Meaning of Life (μια συλλογή με πραγματικές και φανταστικές ιστορίες θεραπείας) και τρία μυθιστορήματα διδασκαλίας (Όταν έκλαψε ο Νίτσε, Στο Ντιβάνι, και Η Θεραπεία του Σοπενάουερ).
Αν και αυτά τα βιβλία έχουν γίνει best sellers από το ευρύτερο αναγνωστικό κοινό –και έχουν βραβευτεί για τη λογοτεχνική τους αξία όπως το Όταν έκλαψε ο Νίτσε που κέρδισε το Χρυσό Μετάλλιο της Κοινοπολιτείας για το καλύτερο μυθιστόρημα του 1993 και το 2009 τιμήθηκε από την Έκθεση Βιβλίου Βιέννη διανέμοντας εκατό χιλιάδες δωρεάν αντίτυπα του βιβλίου στους πολίτες της Βιέννης, ο ίδιος ο Yalom τα θεωρεί παιδαγωγικά έργα και βιβλία διδασκαλίας μέσα από ιστορίες, δημιουργώντας ένα νέο λογοτεχνικό είδος-το διδακτικό μυθιστόρημα. Τα βιβλία του έχουν μεταφραστεί-ευρέως το καθένα περίπου σε δεκαπέντε με είκοσι γλώσσες-και έχουν σημειώσει σημαντικές πωλήσεις στο εξωτερικό.
Το βιβλίο του Όταν έκλαψε ο Νίτσε, για παράδειγμα, ήταν στην κορυφή της ισραηλινής λίστας με τις μεγαλύτερες πωλήσεις για διάστημα τεσσάρων ετών. Μια ανθολογία του μάλιστα, η Yalom Reader, δόθηκε στη δημοσιότητα από τις εκδόσεις Basic Books στο τέλος του 1997. η οποία έρχεται να προστεθεί στην ήδη υπάρχουσα βιβλιογραφία του με αποσπάσματα από προσωπικά δοκίμια με παρατηρήσεις για επαγγελματίες της ψυχικής υγείας. Επιπλέον, μια μικρή ιστορία για το Ολοκαύτωμα της Ουγγαρίας, με τον τίτλο I’m calling the Police, έχει δημοσιευθεί ως βιβλίο σε διάφορες γλώσσες όπως γερμανικά, τουρκικά, ισπανικά, πορτογαλικά και ολλανδικά, ενώ επί του παρόντος ο Γιάλομ εργάζεται πάνω σε ένα μυθιστόρημα για τον Σπινόζα.
Ο Γιάλομ είναι παντρεμένος και έχει 4 παιδιά τα οποία μένουν στην περιοχή του San Francisco Bay και τα οποία έχουν επιλέξει διαφορετικές επαγγελματικές σταδιοδρομίες, όπως ιατρική και φωτογραφία, ενώ έχει και πέντε εγγόνια.
Πηγή: Capital.gr