ΤΑΞΙΔΙ

Δύο μέρες στο Μαίναλο με τη Vans και το Slut Boardshop γεμάτες περιπέτεια, ανδρεναλίνη και καλή παρέα!

Ξυπνάς το πρωί, έχεις βάλει δέκα ξυπνητήρια, ξέρεις τι να κάνεις, σήμερα έχει απόδραση, σε περιμένουν τα βουνά, σε περιμένει και ένα ζευγάρι απίθανα vans – δεν το λες επειδή σου είπαν να το πεις, το λες γιατί αυτά είναι που φοράς και τα αγαπάς. Θα σε μαζέψουν από την Ταινιοθήκη και πρέπει να είσαι κύριος, πρέπει να είσαι εκεί στην ώρα σου – και είσαι. Εσύ και η λίστα που σου ζητήθηκε. Σεντόνι, μαξιλαροθήκη, sleeping bag, πετσέτα, δεύτερα παπούτσια, παντόφλες, jacket… βάλε και έναν φακό κεφαλής αφού ποτέ δεν ξέρεις, μπορεί ξάφνου να περπατάς βράδυ μαζί με τον Γιάννη και το μαύρο σκυλί του, πολύ cool – αλλά αυτά άστα, θα τα δούμε αργότερα, για την ώρα έχουμε ταξίδι να κάνουμε.

Το καταφύγιο του Μαινάλου («Πάνος Αλεξόπουλος») με τα 1600 μέτρα του που είναι και ο προορισμός μας, είναι δυόμιση πάνω κάτω ώρες από το σημείο της συνάντησης στο Γκάζι. Ξεχνάμε μάλλον πόσο γρήγορα μπορείς να είσαι από το τσιμεντένιο playmobil city σου στις άγριες απάτητες  (ας πούμε) πρασινάδες μια χώρας που έχει τόσα μα τόσα πολλά να σου προσφέρει.

Αγοράζουμε καφέ -για μένα- στη διαδρομή, ο ήλιος μας μπερδεύει (που πάμε είπαμε; στη θάλασσα;), παρακολουθούμε σταδιακά τα γκρίζα σύννεφα να μας κυνηγούν (τι θες κακό συννεφάκι από μας;). Όσο ανεβαίνουμε υψόμετρο, το τοπίο αλλάζει, λογικό θα πεις, τι περιμένεις, να φτάσεις στα χίλια πόδια και να έχει καύσωνα; Όχι σε παρακαλώ, εδώ φανατικός χειμωνάκιας δεν θέλω τέτοια, ας πούμε πως λίγο πριν βρούμε το Λεβίδι της καρδιάς μας, θα κάνουμε αριστερά και θα αγκαλιάζουμε τα οκτακόσια πόδια με τη σωστή ομίχλη να σκεπάζει τα σωτήρια δάση. Θέλουμε πια μπουφάν, κουκούλα, ζεστό τσάι να βράζει στα θερμός, τοπικό μέλι βανίλια που παράγεται μόνο στην περιοχή του Μαίναλου, αφράτο κέικ δίπλα στο τζάκι και. γιατί όχι, ένα καυτό ρακόμελο να μας περιμένει στην υποδοχή. Άρη, Γιώργο του καταφύγιου, καλωσήρθαμε, πολύ χαρούμενοι για την γνωριμία.

Είναι ωραία, όταν ειδικά δεν ξέρεις κανέναν, όταν φτάνεις κάπου, να σε περιμένουν όλοι με χαμόγελο και διάθεση «της σωστής παρέας» – εδώ μπορεί να φταίνε τα βουνά που μαζεύουν τους σωστούς ανθρώπους, δεν ξέρω, είμαι γέννημα θρέμμα της θάλασσας, ίσως για αυτό αντιμετωπίζω με θαυμασμό κι εκτίμηση κάθε ραχούλα, λόφο, δάσος και βουνοκορφή. Εδώ το χαμόγελο είχε πρώτο τραπέζι πίστα την ομάδα ομάδα του SLUT Boardshop α.κ.α τα αδέρφια Νίκος και Σπύρος, όπως και την ομάδα της VANS που βρίσκονταν στο καταφύγιο από το προηγούμενο βράδυ για να προετοιμάσουν τον χώρο – θα το παραδεχτώ, κάπου τους ζήλεψα κι ας ήξερα πως δούλευαν, δεν χάζευαν τα σύννεφα πίσω από τα βουνά.

Η παρέα του ορεινού viewmaster έχει τους δικούς της κώδικες. Ξέρει πράγματα που εσύ δεν ξέρεις -ποιες στροφές στις διαδρομές έχουν τη καλύτερη θέα-, αγκαλιάζονται με έναν τρόπο που εσύ δεν μπορείς -γνωρίζονται χρόνια-, μιλούν με «κωδικούς» για το χιόνι, τη βροχή και την αντοχή -που ξεχνάς μετά από τρία δευτερόλεπτα και μετά εκλιπαρείς να στους υπενθυμίσουν- και χορεύουν όταν κάποιος έχει γενέθλια (είμαστε στη γιορτή του Τοξότη, δεν σε παίρνει να πας για ύπνο νωρίς) σαν να μην πέρασε μια μέρα από τότε που ήταν όλοι στα δεκαοχτώ.

Πριν τη γιορτή, βεβαίως, μεσολαβεί το ωραίο φαΐ (βουνίσιες μανιταρόσουπες και μακαρονάδες), η ενημέρωση για το πρόγραμμα – ο Άρης έχει να μας πει πολλά για τα 750 χιλιάδες στρέμματα του που το τοποθετούν στην 6η θέση των βουνών της Ελλάδας, για την υπέροχη κεφαλληνιακή του ελάτη, για την αιολική ενέργεια, τον αγώνα τους για τη διατήρηση της φυσικής πανίδας του βουνού και τις προσπάθειες των κατοίκων να διατηρηθεί το περιβάλλον και η Natura της περιοχής άθικτη από την επίθεση των ανεμογεννητριών.

Ακολουθεί η παρουσίαση από την ομάδα της VANS της all terrain σειράς ΜΤΕ που είναι ειδικά σχεδιασμένη για την πόλη και το βουνό, αλλά και το νέο franchise της συλλογής, MTE Crosspath, με τα οποία θα κάναμε όλοι ένα wear test αργότερα.

Ακολουθούν οι πληροφορίες από τον Αλέξανδρο Λώλη, για μια  πλήρη εκπαίδευση και ενημέρωση ως προς την ασφάλεια και την επικινδυνότητα των χιονοστιβάδων, τη σημασία της ομαδικότητας και της επιλογής των μελών όταν ξεκινάς την πορεία σου στο βουνό, αλλά και τους τρόπους της προφύλαξης, τα εργαλεία και τις πρώτες βοήθειες που θα σε προστατέψουν σε περίπτωση κινδύνου.

Στη σειρά και οι διηγήσεις του Εμμανουήλ Αρμουτάκη, ο οποίος  μας εξιστόρησε την εμπειρία του στα βουνά του Νεπάλ και τις δυσκολίες που αντιμετωπίζει κανείς σε ένα τέτοιο ταξίδι ζωής – μιλάμε για πραγματική ζήλεια και απόλαυση!

Και μετά, η παρουσίαση από την ομάδα της VANS της συλλογής της σειράς ΜΤΕ που είναι σχεδιασμένη για την πόλη και το νέο franchise της σειράς, MTE Crosspath, ειδικά για το βουνό. Και βεβαίως, το αγαπημένο κομμάτι και η στιγμή που όλοι περιμένουν, το wear test των παπουτσιών.

Ο καθένας φορά το δικό του μοντέλο και χρώμα -μου αναλογεί ένα απίθανο χακί- και βγαίνει έξω για τη βραδινή βόλτα που δεν είχε καταλάβει πόσο πολύ την ήθελε. Αν έχεις τη σωστή φροντίδα και προστασία, δηλαδή τη σωστή παρέα τριγύρω και το καλύτερο υπόδημα στα πόδια, δεν έχεις να φοβηθείς τίποτα. Παρά το σταθερό ψιλόβροχο και το βουνίσιο κρύο, τα vans παράμεναν τόσο ζεστά, αναπαυτικά και στεγνά που πραγματικά δεν το πιστεύαμε. Αυτή η βόλτα στα πράσινα (δυστυχώς όχι ακόμα χιονισμένα) δάση είναι ένα masterpiece. Είναι η ώρα που οι φίλοι σου στην Κυψέλη πίνουν ποτάρες – και δεν τους ζηλεύεις διόλου. Αν σε έβλεπαν στο facetime θα έκαναν χαρακίρι μέσα στην αστική καθημερινότητα τους, τους λυπάσαι, δεν τους ενοχλείς, απλώς απολαμβάνεις ακόμη κι από την «ουρά» αυτής της πολύβουης «πορείας» παρέα με τον Γιάννη -που γύρισε με μηχανή τη νότια Ευρώπη και το Μαρόκο- και τον μαύρο σκύλο του, αυτά που το άγιο Μαίναλο σου προσφέρει τόσο απλόχερα. Στους μηδέν βαθμούς. Μετά από περίπου μια ώρα ανάβασης, και αφού περνάς κάτω από όλα τα τελεφερίκ του χιονοδρομικού, φτάνεις στο τελικό σημείο της ανάβασης, μόνο και μόνο για να βγάλεις αναμνηστικές φωτογραφίες στο σκοτάδι και βίντεο με όλους να φωνάζουν δυνατά «MOUNTAIN LAB». Παλιμπαιδισμός; Ναι, αυτός ο απολαυστικός!

Και μετά η επιστροφή. Η βροχή δυναμώνει στον δρόμο της κατάβασης, όλοι φοράμε τα αδιάβροχα που είχαμε λάβει ως δώρο από την ομάδα και κατευθυνόμαστε στο καταφύγιο όπου μας περιμένει μια ακόμη σειρά από ζεστά φαγητά και πολλά ωραία συνοδευτικά.

Παρατηρώ την ομάδα. Πολλές πληροφορίες. Διαφορετικοί χαρακτήρες, πολλές ωραίες στιγμές. Αντιφάσεις. Ο «δύσκολος» της μέρας το βράδυ ανοίγει τα χέρια και χορεύει. Ελευθερία, αγάπη, επιστροφή στην εφηβεία έστω και για λίγο.

Οι συζητήσεις δίνουν και παίρνουν, τα γέλια γύρω διάχυτα, λέξεις εκπαιδευτικές, όλοι οι καλεσμένοι έχουν να μοιραστούν μια μοναδική εμπειρία των αθλημάτων που κάνει ο καθένας στο βουνό. Στη διάρκεια του φαγητού παρακολουθήσαμε την προβολή μιας ταινίας με snow theme της Vans. Μετά, το είπαμε και πριν: γενέθλια, χαρά, χορός. Μέχρι οι κουκέτες να σε τραβήξουν σαν ομαδικός μαγνήτης στη γλυκιά τους θαλπωρή. Ή, ακόμη καλύτερα, αυτές οι παράξενες σκηνές-κρεβάτια στην αυλή του καταφυγίου, πάνω στα βαν, οι τόσο διαδεδομένες στο κοινό που θέλει ατομικότητα. Sing me to sleep!

Και την άλλη μέρα, ξυπνήσαμε 8.30 γιατί είχαμε μπροστά μας τρίωρη βόλτα στα άγρια δάση. Κόσμος ανεβοκατεβαίνει στις σκάλες, φωνές. Άλλοι ήταν ήδη ξύπνιοι από (πιο) νωρίς και είχαν φροντίσει τα ξύλα, το τζάκι έκαιγε ήδη. Άλλοι ήταν έξω – βόλτα με τα σκυλιά τους, ναι κάποιοι δεν ήταν μόνοι τους,  άλλοι απολάμβαναν το πρωινό τους με τους φίλους τους, την οικογένεια τους. Μας περίμενε καυτός καφές φίλτρου, φρέσκο ψωμί με βούτυρο, μέλι τοπικό, μαρμελάδες και αυγά φρέσκα – έλα να τσουγκρίσουμε τώρα, πριν έρθουν τα πούλμαν με τους μονοήμερους κυριακάτικους boomers.

Παίρνουμε οδηγίες, μπαίνουμε όλοι στη σειρά, η πεζοπορία στον Δρυμό ξεκινά. Ανεβαίνεις, κατεβαίνεις, σε σημεία σου βγαίνει η ψυχή, το μάτι όμως που βλέπει τόσο μακριά χωρίς να το διακόπτει τίποτα σου λέει δεν πειράζει, προχώρα, άντε, λίγο ακόμη, η επόμενη στροφή θα σου φανερώσει κι άλλα θαύματα.

Το δάσος είναι μαγικό. Ειδικά στα σημεία που η ομίχλη το χαϊδεύει και το παρηγορεί. Περπατάμε με βήμα σταθερό στις διακλαδώσεις των μονοπατιών – αν χάσεις τον ρυθμό σου, χάνεις την ανάσα σου, νόμος. Οι εκατόν πενήντα αποχρώσεις του πράσινου μας ακολουθούν. Μας «διηγούνται» την ιστορία τους. Δέντρα αγκαλιασμένα, δέντρα ψηλά, σχεδόν σαν χιονισμένα από την υφή του φυλλώματος τους. Πράσινο επίσης το έδαφος, σχεδόν φωσφόριζέ, στρωμένο με λειχήνες – πρόσεχε που πατάς, δεν χολοσκάω, τα vans με συγκρατούν και με προστατεύουν.  

Δύο, τρεις στάσεις για νερό και σνακ -κομματάκια σοκολάτας και ξηροί καρποί- και μετά, κάποια στιγμή αυτό τελειώνει. Πώς πέρασε έτσι το τρίωρο; Σαν μια στιγμή. Επιστροφή στο καταφύγιο. Οι διάσημες αχνιστές βάφλες της Vans και μπόλικο ζεστό τσάι είναι έτοιμα να μας αποζημιώσουν. Και να μας βραβεύσουν. Ακριβώς δηλαδή όπως έπρεπε να κλείσει ένα τέτοιο ταξίδι!

Δημήτρης Πάντσος