Η γλώσσα είναι ανθρώπινη επινόηση. Αυτό σημαίνει ότι εξελίσσεται δυναμικά και νέες λέξεις έρχονται στη ζωή μας για να καλύψουν τις ανάγκες της σύγχρονης επικοινωνίας. Γλωσσολόγοι και φιλόλογοι μπορεί να βγάζουν φλύκταινες στο άκουσμά τους, αλλά η κοινωνική εξέλιξη είναι ποτάμι που δεν ανακόπτεται, οπότε αν θέλουμε να επικοινωνούμε ή να καταλαβαίνουμε, καλό είναι να τις γνωρίζουμε. School’s in, children. Πάρτε iPad και κρατήστε σημειώσεις. Μπορεί να σας έρθουν και σε ηχητικά οι σημειώσεις ή να τα δείτε στο TikTok, γιατί ποιος γράφει πλέον.
Όπως και να λάβετε την πληροφορία, εμείς κάναμε τάμα και βάλαμε στόχο να κάνουμε ένα πλήρες λεξικό που θα λύσει σοβαρά προβλήματα επικοινωνίας μεταξύ των διαφορετικών γενεών. Το λεξικό δεν είναι σε αλφαβητική σειρά, γιατί αυτό είναι ανάγκη μόνο των boomers και των καθηγητών, αλλά όχι της γενιάς που το χρησιμοποιεί:
U ate: Όταν κάποιος είναι φανταστικός σε κάτι. Όταν κάνεις κάτι πολύ καλά. Κοινώς, ξέχασε το “μπράβο”. Η απάντηση επιβεβαίωσης σε όλα είναι “u ate”. Μια ακόμα πιο niche παραλλαγή είναι το “U ut”. Μη φοβηθείς. Σημαίνει ακριβώς το ίδιο.
Cringe: Εδώ μιλάμε για μία millennial έκφραση που άντεξε και στη GenZ και την έχουν μάθει και τα πρωινάδικα, που σημαίνει ότι σύντομα δεν θα τη λέει κανένας από την ηλικία των 25 και κάτω. Σημαίνει “Ε-ΤΕ-ΡΟ-ΝΤΡΟ-ΠΗ’, όταν κάτι είναι εξαιρετικά άβολο. Η συμπεριφορά των boomer μπαμπάδων και μαμάδων είναι πολύ συχνά cringe – οπότε είναι μία από τις λέξεις που πρέπει οπωσδήποτε να μάθει ένας γονέας.
GOAT: Άν σε αποκαλέσουν goat, μην ετοιμαστείς να βρίσεις πίσω. Σου λένε ότι είσαι ο καλύτερος όλων των εποχών (Greatest Of All Time) και όχι κατσίκα. Άρα είσαι ο Γιάννης Αντετοκούνμπο σε αυτό που κάνεις.
Flex: Όταν επιδεικνύω κάτι. Μπορεί να είναι από τους κοιλιακούς μου μέχρι το νέο μου αμόρε. Γενικά, flex σημαίνει περηφανεύομαι.
Οι πρώτες 150 kWh/μήνα προσφέρονται με σταθερή και χαμηλή χρέωση, ενώ για τους 3 καλοκαιρινούς μήνες δεν χρεώνονται πάγια.
Πράσινη Ενέργεια: Δωρεάν GreenPass για ολόκληρη τη διάρκεια του συμβολαίου (12 μήνες), επιτρέποντας στους φοιτητές να χρησιμοποιούν ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές. Άρα σώζουμε τον πλανήτη.
Δίνει έως 10% παραπάνω έκπτωση για αγορές από τον Κωτσόβολο. Άρα με τα έξτρα χρήματα παίρνουμε playstation 5.
5.000 Miles+Bonus μίλια από την AEGEAN για εξαργύρωση σε πτήση εντός Ελλάδας. Άρα ταξίδια.
Κουπόνι 2€ για καφέ για κάθε μέρα του μήνα, από το Coffee Island. Άρα ελληνικό πρωινό.
Δώρο 50€ για το πρώτο γέμισμα του ψυγείου, από το efood. Άρα που να τρέχουμε τώρα μέχρι το super market.
Πρόσβαση στο πρόγραμμα επιβράβευσης ΔΕΗ myRewards Coupons με αποκλειστικές προσφορές και εκπτώσεις για φοιτητές, σε προϊόντα και υπηρεσίες από κορυφαία brands της αγοράς.
Τα προνόμια θα εμπλουτίζονται με την πάροδο του χρόνου, αλλά εμείς συνεχίζουμε στο λεξικό μας.
Simp: Όταν γουστάρεις κάποι@ με τρόπο κάπως τοξικό. Εσύ τ@ θες αλλά εκείν@ μάλλον σε αγνοεί. Περιγράφει και πολλές σχέσεις θαυμαστών με celebrities. Σχέσεις που υπάρχουν μάλλον μόνο από τη μία πλευρά.
Sheesh: Πώς λέμε πια ότι έχουμε απογοητευτεί, ενοχληθεί και εκπλαγεί; Όχι με πολλές λέξεις. Έξι γράμματα που θυμίζουν λιχουδιά ψησταριάς αρκούν.
Check outfit/vibe/hair: Όταν μοιράζεσαι ένα video που κοιτάς στην κάμερα του smartphone σου για να δείξεις στο online κοινό σου κάτι από τα παραπάνω. Μπορείς να το πεις και irl (στην πραγματική ζωή), αλλά δεν έχει την ίδια επίδραση.
Humblebrag: Όταν φλεξάρουμε, αλλά το κάνουμε με ύπουλο τρόπο χωρίς να θέλουμε να φανεί έντονα ότι επιδεικνύουμε κάτι. Φλεξ με συστολή.
Bussin’: Σημαίνει ότι κάποι@ είναι hot, ωραί@, κουκλί. Πώς το λένε. Επίσης χρησιμοποιείται για κάτι που είναι εξαιρετικά καλό ή νόστιμο, συνήθως για φαγητό.
Sus: Βγαίνει από το suspicious or suspect, που σημαίνει μυρίζει εδώ ύποπτο. Φανταζόμαστε στο μέλλον πολλές ταινίες μυστηρίου που απλά θα επαναλαμβάνουν τη λέξη αυτή χιλιάδες φορές στο σενάριό τους.
Yeet: Σημαίνει WOW, για νέους ανθρώπους που δεν καταδέχονται πλέον να πουν WOW.
Clout: Είναι η διασημότητα, τo hype που λέγαμε, όταν υπάρχει buzz γύρω από κάποιον.
Pick me: Οι pick me άνθρωποι είναι αυτοί που προσπαθούν υπερβολικά να πείσουν ότι δεν είναι basic και διαφέρουν από τη μάζα. Ναι, έχει αρνητική χροιά.
Μπροκολόκο: Bro + Loco = Brocoloco. To «επ, αδερφέ μου», έγινε «που είσαι μπρο μου» και τώρα είμαστε στο που είσαι «μπροκολοκό μου». Gen z εξέλιξη. Γλωσσικός δαρβινισμός θα λέγαμε.
Μπρόσκι: Άλλος ένα Gen Z τρόπος να πεις bro, γιατί η Gen Z είναι πλούσια σε λέξεις.
Κλόουν: Μια λέξη που βγήκε από το γνωστό emoji. Κλόουν είναι αυτ@ που σε άφησε στο διαβάστηκε δύο μήνες και εξαφανίστηκε ενώ σου έταζε έρωτες, αλλά κλόουν είναι και ο άνθρωπος που πιστεύει ότι αυτ@ που σε άφησε στο διαβάστηκε είναι ακόμα ερωτευμέν@ μαζί σου.
Ντελούλου: Το άτομο που παραλογίζεται. Ο delusional. Αυτός που πιστεύει κάτι που δεν ισχύει. Ας πούμε ότι η Katy Perry είναι ακόμα relevant pop star:
Φασαίος: Η εξέλιξη του hipster γλωσσικά. Αυτός που ακολουθεί μια συγκεκριμένη φάση, που ξέρει τι είναι hyped και cool σε κάθε στιγμή, που είναι εναλλακτικός και όχι mainstream και φυσικά early adapter στα πάντα.
Κάγκουρας: Ο προκλητικά mainstream τύπος που νομίζει ότι η τοξική αρρενωπότητα είναι ακόμα επίκαιρη.
Σλατίνα: Η λέξη σλατίνα έχει βγει από την τραπ μουσική και συγκεκριμένα από τον τράπερ Thug Slime. Είναι τα κορίτσια στην εφηβεία και τη μετεφηβική περίοδο με μεγάλα νύχια και μεγάλες βλεφταρίδες, κολάν και skinny jeans και μπαντό. Τα κορίτσια Λατίνες του LA στα 90s, αλλά προσαρμοσμένες στην ελληνική πραγματικότητα.
Glow up: Η εντυπωσιακή μεταμόρφωση κάποιου, συνήθως προς το καλύτερο.
Cancelled: Όταν κάποιος άνυθρωπος σταματά να είναι αποδεκτός λόγω αμφιλεγόμενων πράξεων ή δηλώσεων. Η λίστα των ανθρώπων αυτών μετρά ήδη χιλιάδες και ανανεώνεται καθημερινά.
Chad: Χρησιμοποιείται για να περιγράψει έναν υπερβολικά αρρενωπό ή στερεοτυπικό άνδρα.
Karen: Όρος για γυναίκα που είναι απαιτητική, υστερική ή αγενής, συνήθως με υπερβολικές αξιώσεις και πιστεύει ξεκάθαρα στο white supremacy ακόμα και αν δεν θα το παραδεχτεί ποτέ.
Τσάι ή τσαγάκι: Είναι το κουτσομπολιό που βγαίνει από το αγγλικό tea που επίσης μπορεί να πει κάποιος. Για την ιστορία να πούμε ότι αυτή η λέξη έγινε γνωστή από τις drag queens.
Salty: Όταν κάποιος είναι εκνευρισμένος ή θυμωμένος για κάτι ασήμαντο.
Lowkey / Highkey: “Lowkey” σημαίνει κάτι που δεν θέλεις να το δείξεις πολύ, ενώ “Highkey” είναι κάτι που θέλεις να είναι εμφανές.
Slay: Άλλη μια λέξη που βγήκε από τις drag queen και σημαίνει ότι κάνεις κάτι φανταστικά, σκίζεις, είσαι εντυπωσιακά γαμάτ@ σε κάτι. Ή έχεις απίστευτο στυλ.
Bet: Όταν κάποιος συμφωνεί ή επιβεβαιώνει κάτι, σαν να λέει “εντάξει” ή “σίγουρα”. Το ΟΚ του 2024.
Mood: Όταν κάτι εκφράζει απόλυτα το πώς νιώθεις εκείνη τη στιγμή. Η Taylor Swift που ξεφτιλίζει τους πρώην της μέσα από τα τραγούδια της, είναι mood για εμάς που θέλουμε να κάνουμε drag to filth στους πρώην μας επίσης.
Brat (summer): Η επιτυχία του δίσκου Brat της Charli XCX έφερε τη λέξη brat στη γλώσσα όλων -μέχρι και η Kamala Harris την υιοθέτηση- και σημαίνει kick ass, super cool αλλά με μία δόση “αλητείας”.
Cap / No cap: “Cap” σημαίνει ψέμα, ενώ “No cap” σημαίνει αλήθεια. Μην σας ξεφύγει κανένα for real και σας πουν γέρους.
Slaps: Χρησιμοποιείται για να περιγράψει κάτι που είναι πολύ καλό, όπως ένα τραγούδι που ακούγεται τέλεια.
Drip: Όταν κάποιος έχει πολύ ωραίο στυλ ή ντύσιμο. Δεν λέμε πλέον είσαι καλοντυμέν@ σε καποι@. Μόνο είσαι drip ή drippin’.
Very Mindful, Very Demure: Άλλη μία έκφραση που ήρθε από το TikTok και ήρθε για να μείνει. Περιγράφει καποι@ που έχει μια συστολή, είναι καθώς πρέπει όπως θα λέγαμε και σεβαστικό.
Sis: Φιλική προσφώνηση για κάποιον, σαν να λέμε “φίλη” ή “κολλητή”. Φτάνει πια ο φασισμός των ολόκληρων λέξεων. Τρία γράμματα αρκούν.
Ghosting: Όταν κάποιος ξαφνικά σταματάει να επικοινωνεί χωρίς προειδοποίηση. Βγαίνει και σε ρήμα: γκοστάρω.
Woke: Όταν κάποιος είναι ενήμερος για ζητήματα κοινωνικής δικαιοσύνης. Είναι προοδευτικός.
Based: Όταν κάποιος είναι ακραία συντηρητικός άρα μίασμα της κοινωνίας, γιατί η Gen Z είναι woke.
Snack: Κάποι@ που θεωρείται πολύ ελκυστικ@, άρα μπορεί να φαγωθεί ανά πάσα στιγμή μέσα στη μέρα.
Shade: Έμμεση προσβολή ή ειρωνικό σχόλιο προς κάποι@. Άλλη μια λεξη που έγινε γνωστή από τη γλώσσα που χρησιμοποιούσαν οι drag queen.
Beef: Όταν καβγαδίζω με κάποι@. Έχω πρόβλημα μαζί τ@.
Stan: Όταν θαυμάζεις καποι@ σχεδόν εμμονικα. Εγώ με τον Omar Apollo δλδ.
Periodt: Έκφραση που σημαίνει ότι κάτι είναι τελικό και δεν χωράει συζήτηση. Τέλεια και παύλα σαν να λέμε.
Receipts: Απόδειξη ή στοιχεία που αποδεικνύουν ότι κάτι είναι αλήθεια. Δλδ print screen σε συνομολίες που όλοι κράζουν άλλους.
Hits different: Κάτι που έχει ιδιαίτερη επίδραση ή είναι ξεχωριστό σε σχέση με κάτι άλλο.
Rent free: Όταν κάτι ή κάποι@ δεν φεύγει από το μυαλό σου χωρίς να το θες.
Main character energy: Όταν κάποιος συμπεριφέρεται σαν να είναι ο πρωταγωνιστής της ιστορίας.
Boomer: Χρησιμοποιείται για να περιγράψει κάποιον που είναι ξεπερασμένος ή με παλιές απόψεις. Οι γονείς μας. Όλοι όσοι δεν ανήκουν στη γενιά μας. Όσοι δεν έχουν διαβάσει αυτό το λεξικό.
Finsta: Ψεύτικος ή ιδιωτικός λογαριασμός στο Instagram όπου κάποιος μοιράζεται πιο προσωπικό περιεχόμενο.
L: Χρησιμοποιείται όταν κάποιος “χάνει” ή αποτυγχάνει σε κάτι. Κοινώς όταν ξεκινάς να γράφεις loser αλλά βαριέσαι να τελειώσεις τη λέξη.
W: Χρησιμοποιείται για να δηλώσει “νίκη” ή επιτυχία σε κάτι. Ομοίως με το από πάνω.
Fire: Πολύ καλό, φοβερό, εντυπωσιακό.
Boujee: Όταν κάτι είναι πολυτελές, κομψό ή υπερβολικό.
Gucci: Όταν κάτι είναι καλό, κομψό ή εντάξει.
Baddie: Κάποι@ με αυτοπεποίθηση, καλό στυλ, και ελκυστική εμφάνιση.
Snatched: Χρησιμοποιείται για να περιγράψει κάτι ή κάποι@ που φαίνεται τέλει@ ή πολύ καλοφτιαγμέν@
Clap back: Όταν απαντάς με έξυπνο ή καυστικό τρόπο σε μια κριτική ή προσβολή.
Extra: Αυτ@ που ξεχωρίζει, δεν είναι basic.
Basic: Το αντίθετο του έξτρα. Όταν είσαι μέρος της μάζας. Πλεμπαίος που έλεγαν παλιά.
Fam: Όρος που χρησιμοποιείται για τους στενούς φίλους ή οικογένεια, σαν να λέμε “αδέρφια”.
No chill: Όταν κάποιος είναι υπερβολικά παθιασμένος, ή δεν μπορεί να ηρεμήσει.
Boop: Μικρή φιλική κίνηση ή άγγιγμα, συχνά στη μύτη, για να δείξεις στοργή.
TFW (That Feeling When): Όταν περιγράφεις μια συγκεκριμένη συναισθηματική στιγμή με την οποία μπορούν να ταυτιστούν άλλοι.
Swerve: Όταν αποφεύγεις κάτι ή κάποιον με στυλ, ειδικά σε άβολες καταστάσεις.
Zaddy: Ελκυστικός άνδρας με αυτοπεποίθηση, στυλ και κάποια μορφή κύρους. Επίσης κάποιας ηλικίας.
Thirst trap: Φωτογραφία ή ανάρτηση που έχει σκοπό να προκαλέσει και να τραβήξει την προσοχή για την εμφάνισή σου.
Lewk: Πολύ ιδιαίτερο ή εντυπωσιακό στυλ, συνήθως προσεκτικά επιμελημένο.
Drag: Όταν κάποιος επικρίνει ή “καταστρέφει” κάποιον άλλον με σαρκασμό ή χιούμορ.
Hype: Υπερβολικός ενθουσιασμός γύρω από κάποι@ ή κάτι που θεωρείται πολύ καλό.
Rizz: Βγαίνει από το charisma, όταν έχεις χάρισμα ή όταν φλερτάρσεις κάποιον. Να ξέρετε πώς γίνεται το πέσιμο στις μέρες της Gen Z.
Ick: Όταν κάτι ενοχλεί ή αηδιάζει.
Caught in 4k: Μας έπιασαν στα πράσα.
Hot take: Η αμφιλεγόμενη άποψη.
iykyk: if you know you know. Δεν είναι τυχαίο που η Lana del Rey το έκανε ρεφραίν σε ένα από τα πιο διάσημα τραγούδια της.
Read, κυρίως read to filth: Σημαίνει με ξεφτίλισε με τα λόγια του.
Sigma: Παλιά λέγαμε alpha για το καλύτερο, τώρα λέμε σίγμα. Τι θέλετε πια;
skibidi toilet: Δεν σημαίνει απολύτως τίποτα. Είναι μια έκφραση που ακούγεται παντού για γέμισμα, γιατί οι υπόλοιπες λέξεις σε αυτή τη slang είναι σχεδόν μόνο ένα γράμμα.
Smol: Σημαίνει μικρός. Το να γράψεις ανορθόγραφα το small είναι πλέον επιβεβλημένο
Understand the assignment: Όταν κάνεις κάτι σωστά ή είσαι εντός θέματος στο My Style Rocks.
im weak ή im dead: σημαίνει ότι γελάω με κάτι. Μην πείτε LOL, δείχνετε την ηλικία σας.
Red flag: Όταν κάποι@ επιδεικνύει αρνητικά χαρακτηριστικά σημάδια και μάλλον πρέπει να μείνουμε μακριά.
Green flag: Το ακριβώς αντίθετο του red flag.
Το λεξικό αυτό θα ανανεώνεται συνέχεια, γιατί με τη ΔΕΗ έχεις «ενέργεια» σε όλη τη διάρκεια της φοιτητικής ζωής, οπότε εμείς θα πρέπει να μοιραζόμαστε με το κοινό τις νέες λέξεις που προκύπτουν.