Κατά τον Gilles Deleuze στο “Qu’est-ce que la Philosophie?” η αρχιτεκτονική είναι η τέχνη που προηγείται όλων. Η τέχνη ξεκινά με την κατοικία και γι’ αυτό η αρχιτεκτονική προηγείται των εικαστικών τεχνών, της ζωγραφικής και του κινηματογράφου αφού δεν σταματά να φτιάχνει κατόψεις, τομές, και να τις συνδέει δημιουργώντας κάδρα.
Ένα αρχιτεκτονικό γραφείο κλήθηκε να δημιουργήσει ένα σπίτι στην περιοχή της Καλλιτεχνούπολης και παρέδωσε μια κατοικία- κάδρο που με κυρίαρχο υλικό το εμφανές μπετόν δεν στοχεύει στο να χαρακτηριστεί μίνιμαλ αλλά ούτε μοντέρνα, όμως σύμφωνα με τους εμπνευστές της, αρκεί που είναι αναμεμιγμένη με τον ήλιο.
«Η κατοικία θεάται μια πλαγιά. Σχεδόν εξ’επαφής: μια γυμνή αττική πλαγιά. Εκατέρωθεν, δύο κατοικίες, εξωστρεφείς. Η κατοικία είναι ένα κάδρο. Προς την ανατολή και την απέναντι πλαγιά». Η κατοικία θα χτιζόταν σε ένα ιδιαίτερα επικλινές οικόπεδο, τραπέζιο, με θέα έναν λόφο σε μικρή απόσταση από αυτήν. Οι πλαϊνές ιδιοκτησίες βρίσκονταν αρκετά κοντά και έτσι αποφασίστηκε το σπίτι να έχει όρια πιο κλειστά προς τις πλαϊνές πλευρές ώστε να ανοιχθεί στη θέα του απέναντι λόφου, όπως εξηγεί το αρχιτεκτονικό γραφείο Te n s e Architecture Network (TAN).
Σύμφωνα με τον αρχιτέκτονα Τηλέμαχο Ανδριανόπουλο «αυτή η χειρονομία εξασφάλισε ταυτόχρονα ιδιωτικότητα του εσωτερικού, αλλά και εξωστρέφεια. Οι ιδιοκτήτες ήθελαν ό,τι θα θέλαμε όλοι μας από μια κατοικία: έναν χώρο οικείο, προστατευμένο αλλά και δεκτικό στον αέρα και τον ήλιο. Το κέλυφος της κατοικίας, με μία γεωμετρία που γεννιέται από το πεδίο του φαίνεται εντέλει να το επιτυγχάνει».
Τι σημαίνει όμως κάδρο στην αρχιτεκτονική; Στην περιγραφή του έργου αναφέρεται πως «τοίχος με οροφή δημιουργούν πάντα ένα κάδρο. Το ίδιο και οροφή με δάπεδο στην περίπτωση που τοίχος δεν υπάρχει, ή δάπεδο και τοίχος στην περίπτωση που οροφή δεν υπάρχει. Ή τοίχος και τοίχος στην περίπτωση που δάπεδο δεν υπάρχει. Όλα είναι ανοικτά, τίποτα δε μπορεί να θεωρείται εξ’ορισμού απαραίτητο προκειμένου η κατοικία να είναι η ίδια ανοικτή -το μόνο απαραίτητο». Το κάδρο δεν είναι λοιπόν η θέα, ούτε η εικόνα αλλά λειτουργεί σαν δίαυλος, ανάμεσα στο μέσα και το έξω, την κατοικία και τον κόσμο. «Ο τοίχος, η οροφή, το δάπεδο και η σύνθεσή τους ορίζουν κάδρα, διαρκώς, και το ένα μέσα στο άλλο. Αν και κάθε κάδρο κατ’αρχήν απομονώνει, το κάνει μόνο για να ενώσει. Το κάδρο επιλέγει ή αποκλείει για να φέρει σε επαφή».
Όσον αφορά το έργο της Καλλιτεχνούπολης, πρόκειται στην ουσία για δύο κατοικίες, μία μικρότερη με πρόσβαση από το επίπεδο του δρόμου και μία μεγαλύτερη που αναπτύσσεται σε δύο επίπεδα: στο πρώτο βρίσκονται οι χώροι διημέρευσης, ενώ στο χαμηλότερο οι χώροι ύπνου. «Οι τελευταίοι εκτονώνονται απευθείας σε ένα ύπαιθρο από όπου απολαμβάνει κανείς την δεξαμενή κολύμβησης, ενσωματωμένη στο πρίσμα. Δόθηκε έμφαση ακριβώς στην αμφιθεατρική ανάπτυξη των υπαίθριων χώρων, οι οποίοι κλιμακώνονται προς την ανατολή και ακολουθούν το τραπέζιο σχήμα του πεδίου». Το εμφανές μπετόν που κυριαρχεί σαν υλικό της κατοικίας είναι δίχρωμο: «Στο εξωτερικό το χρώμα του είναι γαιώδες, πιο σκούρο, ενώ μέσα σε αυτή την υπαίθρια, αμφιθεατρική εκτομή έχει αφεθεί στο φυσικό του ανοικτό γκρι χρώμα, ανακλώντας τον ήλιο».
Οι αναφορές του αρχιτεκτονικού γραφείου είναι «προφανώς αμέτρητες, όλες σημαντικές, αλλά η λειτουργία τους σε σχέση με τα έργα μας είναι κατά κύριο λόγο υποσυνείδητη». Για τον Τηλέμαχο Ανδριανόπουλο, κατά τη σύνθεση μιας κατοικίας είναι κάθε φορά το υπάρχον που παίρνει τον πρώτο λόγο: η κλίση του πεδίου, ο προσανατολισμός, οι ανάγκες των ιδιοκτητών, το απέναντι πεύκο. Παρ’όλα αυτά αναφέρει κάποια ονόματα όπως του Mendes da Rocha, του Ζενέτου, του Erich Mendelsohn. «Αν με ρωτήσετε ξανά σε δέκα λεπτά, θα μπορούσα να πω τρία άλλα».
Έχοντας δημιουργήσει άλλη μια εντυπωσιακή κατοικία, βλέποντας στο κοντινό παρελθόν δύο από τα έργα του να είναι υποψήφια για το βραβείο Mies Van der Rohe, διδάσκοντας στη Σχολή Αρχιτεκτόνων του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου ποιους σκοπούς πιστεύει ο Τηλέμαχος Ανδριανόπουλος πως πρέπει να εξυπηρετεί η σύγχρονη αρχιτεκτονική όταν καταπιάνεται με τη δημιουργία ιδιωτικών χώρων; «Ο ιδιωτικός χώρος είναι η αρχή της αρχιτεκτονικής. Όχι προφανώς η πεμπτουσία της, αλλά η αρχή της. Όταν δύο παράλληλοι τοίχοι, μία οροφή και ένα δάπεδο ορίζουν ένα χώρο οικείο, ιδιωτικό, ένα εσωτερικό ήρεμο, δεκτικό, μέσα στο οποίο μπορεί η ζωή να αποσυρθεί και να ακμάσει, δεν μπορεί να λησμονείται ότι αυτή η τεχνητή προστασία έναντι του κόσμου γίνεται έχοντας ταυτόχρονα αίσθηση του κόσμου: Οι δύο τοίχοι με την οροφή καδράρουν έναν κόσμο εξωτερικό, προστατεύουν από αυτόν, αλλά και ανοίγονται σε αυτόν. Αν αυτός είναι ο κυρίως σκοπός, το σημαντικότερο είναι να αναρωτηθεί κανείς με ποιον τρόπο επιτυγχάνεται. Με ποια ακριβώς γεωμετρία, με ποιες αναλογίες, με ποια υλικότητα, επιτρέποντας ποιο φως να εισέλθει, προσβλέποντας σε ποια ατμόσφαιρα; Όλα είναι τρόποι, όχι σκοποί. Και στους τρόπους κρίνονται όλα».