Στο παρελθόν, όταν κάποιος έψαχνε για δουλειά, έφτιαχνε το βιογραφικό του σημείωμα (curriculum vitae ή πιο απλά CV), το έστελνε προς πάσα κατεύθυνση και… αυτό ήταν όλο. Τη σήμερον ημέρα ωστόσο, τα πράγματα έχουν αλλάξει σημαντικά αφού ο εργοδότης ή, έστω, το τμήμα HR της κάθε εταιρείας, θέλει να είναι όσο το δυνατόν περισσότερο σίγουρο πως το κάθε νέο μέλος θα αποτελεί την ιδανική επιλογή για τη θέση που έρχεται να καλύψει –με άλλα λόγια, θα συνιστά μια επιτυχημένη πρόσληψη. Για να γίνει αυτό λοιπόν, τουλάχιστον στο εξωτερικό (μιας που έπειτα από όλα αυτά που έγιναν τώρα τελευταία, δεν είναι και λίγοι εκείνοι που το πήραν απόφαση και ετοιμάζουν βαλίτσες για έξω), πέραν του CV απαιτείται και ένα cover letter, μια συνοδευτική επιστολή που λέμε και στα ελληνικά. Ο λόγος της προφανής: να εξηγήσει τους λόγους για τους οποίους ο υπογράφων είναι ο ιδανικός υποψήφιος για τη θέση που τον ενδιαφέρει.
Είναι λογικό πως για κάποιον που τα αγγλικά δεν είναι η μητρική του γλώσσα, η σύνταξη μιας τέτοιας επιστολής, δεν είναι και ό,τι ευκολότερο. Αυτή είναι και η αιτία που πολύς κόσμος πέφτει στην παγίδα να «πατήσει» σε κάποιο έτοιμο template που ξετρύπωσε online, αλλάζοντας φράσεις, ονόματα και χρονολογίες μόνο. Αυτό, έχει ως αποτέλεσμα να δώσει μεν μία άρτια επιστολή που όμως αφ’ ενός δεν έχει κανένα μα κανένα ενδιαφέρον ούσα πιο πεζή γαρ κι απ’ τους πεζούς στο Σύνταγμα και αφ’ ετέρου, να κάνει «μπαμ» από μακριά ότι πρόκειται για… ετοιματζίδικη. Σχετικά με αυτό το τελευταίο, σκεφτείτε το λίγο λογικά: είναι δυνατόν κάποιος επαγγελματίας recruiter που διαβάζει εκατοντάδες αν όχι χιλιάδες τέτοιες επιστολές τον μήνα, να μη γνωρίζει από την πρώτη πρόταση αν αυτή που κρατά στα χέρια του είναι αυτό που λέμε “original” ή όχι;
Όσο δύσκολο κι αν σας είναι λοιπόν, το cover letter σας θα πρέπει να είναι ακριβώς αυτό: σας, δικό σας, κατάδικό σας. Μην πάρετε ιδέες από αλλού. Εξ άλλου οι κανόνες στη σύνταξη μιας συνοδευτικής επιστολής είναι το λιγότερο άχρηστοι. Ο σκοπός σας είναι στα λίγα δευτερόλεπτα που θα αφιερώσει στη δικιά σας ο recruiter, να του τραβήξετε την προσοχή, να τον κάνετε να θεωρήσει ότι μπορεί και να ‘στε αυτός/η που ψάχνει, ώστε να την αφήσει στην άκρη για να την ξαναδεί αργότερα. Αν πιστεύετε λοιπόν πως αυτό είναι δυνατόν να γίνει με μια επιστολή-κονσέρβα, τότε αγαπητοί μας σας βλέπουμε στην ανεργία για πολύ καιρό ακόμα. Πρωτοτυπήστε, μη φοβάστε! Εξηγήστε τι είναι αυτό που σας κάνει τέλειους για τη θέση που βάλατε στο μάτι. Τι σας καθιστά ξεχωριστούς; Τι μπορείτε να προσφέρετε παραπάνω, όχι μόνο απ’ αυτά που ζητά η εταιρεία αλλά κι απ’ τους άλλους ενδιαφερόμενους; Πουλήστε τον εαυτό σας!
Κάθε εταιρεία δίνει διαφορετική βαρύτητα στα cover letters. Άλλες τα κοιτούν εξ αρχής, άλλες πάλι τα βλέπουν μόνο εφ’ όσον έχουν καταλήξει ότι θα καλέσουν για συνέντευξη τον υπογράφοντά τους. Για τον λόγο αυτό, θα πρέπει το στυλ που υιοθετείτε στην επιστολή, να είστε σε θέση να το υποστηρίξετε και στην πραγματικότητα, εκ του σύνεγγυς. Μην προσποιηθείτε κάτι που δεν είστε και επ’ ουδενί μην αναφέρετε κάτι που δεν ισχύει στην πραγματικότητα. Το κυριότερο όμως, είναι να μην επαναλάβετε τα όσα λέει το CV σας. Αν κάποιος θέλει να διαβάσει το βιογραφικό σας, θα το κάνει. Δεν θα κοιτάξει το cover letter σας. Το CV είναι κάτι γενικό, κάτι που περιγράφει εσάς και τη σταδιοδρομία σας, οπότε ως εκ τούτου μένει ίδιο κι απαράλλαχτο. Η συνοδευτική επιστολή από την άλλη οφείλει να είναι κομμένη και ραμμένη στα μέτρα της κάθε θέσης και εταιρείας. Γι’ αυτό και για κάθε αίτηση που κάνετε, καλό είναι να φτιάχνετε από το μηδέν και νέο cover letter, όσο επίπονο ή χρονοβόρο κι αν είναι αυτό.
Κάποιος είχε πει πριν από πολλά χρόνια πως “looking for a job, is a full–time job”. Μόνο άδικο δεν είχε…