Πώς μπορεί ένα αθώο (διπλό) τόπλες να στρέψει τις κάμερες των Γιαπωνέζων στην αντίθετη κατεύθυνση του ηλιοβασιλεμάτος της Οίας;

1988-1989. Τα δύο πρώτα καλοκαίρια χωρίς κανέναν από την οικογένειά μου να με συντροφεύει, 15 και 16 χρονών αντίστοιχα. Ο λόγος που τα έχω και τα δύο σαν ένα στο μυαλό μου είναι επειδή πραγματικά το δεύτερο ήρθε σαν φυσική συνέχεια του πρώτου. Είμαι λοιπόν 15 και πρέπει οπωσδήποτε να πάω διακοπές με τις φίλες μου. Ήδη από πολύ μικρή, με φιλοξενούσαν συμμαθήτριες στα εξοχικά τους, αλλά πάντα υπήρχαν μαζί και γονείς. Ως δαιμόνιο μυαλό, λοιπόν, σκέφτηκα να παίξω το ίδιο χαρτί, αυτή τη φορά όμως με μία μικρή παραποίηση. Η οικογένεια της κολλητής μου, διέθετε ένα συγκλονιστικό σπίτι ακριβώς κάτω από το κάστρο στην Οία της Σαντορίνης. Εκεί όπου μαζεύονται όλοι οι τουρίστες για να δουν το γνωστό ηλιοβασίλεμα. Ήταν το ίδιο σπίτι στο οποίο γυρίστηκε η ταινία Summer Lovers, με αυτή τη φανταστική βεράντα επάνω στην καλντέρα. Αν ήταν δυνατόν δηλαδή να έχανα αυτή την ευκαιρία. Πάω λοιπόν στη δόλια και ανυποψίαστη μάνα και της λέω ότι θα πάμε εκεί με τη γιαγιά της φίλης για να μας επιβλέπει. Μιας και είχα ήδη κερδίσει την εμπιστοσύνη της όλα τα προηγούμενα χρόνια, δεν πήρε καν τηλέφωνο την άλλη μάνα να τσεκάρει ότι της λέω αλήθεια. Και κάπως έτσι φύγαμε τρία κορίτσια και κάποια αγόρια που δεν θυμάμαι καν αυτή τη στιγμή.

Η αλήθεια είναι ότι γενικότερα δεν θυμάμαι τίποτα από αυτές τις διακοπές, παρά μόνο ένα συγκεκριμένο περιστατικό πλήρους απενεχοποίησης κι εφηβικής πρόκλησης που διαδραματίστηκε στη συγκεκριμένη βεράντα. Εγώ ανέκαθεν είχα ένα θέμα με το επάνω μέρος του μαγιό. Δεν το θέλω ρε παιδί μου, δεν μπορώ. Θέλω να με χαϊδεύει ο ήλιος και το νερό της θάλασσας χωρίς να με εμποδίζει το απαίσιο σουτιέν. Έτσι λοιπόν ένα απόγευμα, την ώρα που όλοι είχαν μαζευτεί στα γύρω σπίτια και στο κάστρο για να δουν το magic sunset και να βγάλουν φωτογραφίες, αποφάσισα να κάνω ηλιοθεραπεία τόπλες στη σεζλόνγκ και παρά το γεγονός ότι ο ήλιος σε λίγο θα έδυε, «έπρεπε» να βάλω αντιηλιακό. Με την τρίτη φίλη της παρέας, μας φάνηκε πολύ αστείο να απλώσει εκείνη λάδι σε όλο μου το σώμα και στο γυμνό μου στήθος κι εγώ στο δικό της. Μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα, οι γιαπωνέζοι είχαν γυρίσει τις κάμερες καταπάνω μας και το πλήθος αντί να χειροκροτεί -ως είθισται- τον ήλιο που χανόταν στο βάθος, άρχισε να χειροκροτεί εμάς. Για να μην πω για τα σφυρίγματα. Είμαι σίγουρη ότι σήμερα, σε κάποιο γιαπωνέζικο κουτί με παλιές φωτογραφίες, θα υπάρχει και η δική μας. 

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ

Την επόμενη χρονιά ξεκινήσαμε πάλι για το ίδιο μέρος, αυτή τη φορά με τη συναίνεση των μαμάδων. Τρεις φίλες φρεσκοχωρισμένες, έξαλλες και έτοιμες για μεγάλο ξεσάλωμα. Στο νυχτερινό καράβι, λίγο πριν το Δεκαπενταύγουστο, γνωρίσαμε κάτι Ολλανδούς που πήγαιναν στην Ίο και είχαν αγκαλιά μια μπουκάλα βότκα. Αμέσως γίναμε φιλαράκια, τους ήπιαμε τη βότκα και τους πείσαμε να έρθουν τελικά Σαντορίνη και να μείνουν στο διπλανό σπίτι που ήταν του θείου της φίλης, αρκεί να μας καθάριζαν και τα δύο σπίτια. Ήμασταν 16 εντάξει; Τα παιδιά συμφώνησαν, το καράβι έφτασε στην Οία τα ξημερώματα και προς έκπληξή μας δεν έπιανε λιμάνι αλλά ξεφόρτωνε τους επιβάτες μεσοπέλαγα, σε ένα καΐκι. Τα γαϊδουράκια πήραν τις βαλίτσες και οι υπόλοιποι πήραμε την ανηφόρα. Μέχρι να φύγουμε από το νησί, συνέβησαν τα εξής (αναφέρω ενδεικτικά): Πέρασα δύο ημέρες με ένα γκομενάκι που έμοιαζε στον Bono (ήταν τα 80s οκ; Και ο Bono τότε ήταν χοτ), ξήλωσα μία πόρτα από το σπίτι της φίλης μου όταν βγήκα αγουροξυπνημένη και τυλιγμένη με ένα σεντόνι για να υποδεχθώ έναν φίλο που μας έκανε έκπληξη (από τη φόρα έφυγε και η πόρτα μαζί), είδα την ανατολή του ήλιου καβάλα σε ένα παπάκι πηγαίνοντας από τα Φηρά στην Οία με απόλυτη ομίχλη γύρω μας σε πολλά σημεία της διαδρομής, την τρίτη ημέρα εμφανίστηκε στο νησί ο boyfriend που είχαμε χωρίσει μία ημέρα πριν πάρω το καράβι κι έφτυσα τον ιμιτασιόν Bono για να γυρίσω στην αγκαλιά του και βασικά τις φίλες μου τις ξαναείδα την τελευταία ημέρα που φεύγαμε για το λιμάνι.

Το τραγούδι που άκουγα κάθε βράδυ στο Enigma και με έκανε να τσιρίζω, ήταν το “Tainted Love” από τους Soft Cell. Το τραγούδι που έπαιζε στο αυτοκίνητο όταν αποχαιρετούσαμε το νησί ένα βαριά ομιχλώδες απόγευμα, ήταν το “Love Ιn Υour Εyes” από Gazebo. Το τραγούδι που είχε κάθε μεσημέρι στο playlist του το Yacht Club στο Καμάρι ήταν το “I’m Not The Man I Used To Be” των Fine Young Cannibals. Και το σίγουρο είναι ότι δεν είμαι πλέον το κορίτσι που συνήθιζα να είμαι. Αλλά από την άλλη πάλι ίσως και να είμαι.  

Αντιγόνη Πάντα-Χαρβά

Share
Published by
Αντιγόνη Πάντα-Χαρβά