Ο «εφευρέτης» του όρου “super model“, ο φωτογράφος μόδας Peter Lindbergh, μπροστά από το φακό του οποίου πόζαρε η χρυσή πεντάδα Naomi Campbell, Linda Evangelista, Tatjana Patitz, Christy Turlington και Cindy Crawford για το εξώφυλλο του τεύχους Ιανουαρίου 1990 της Vogue, βρέθηκε στην Αθήνα, για τα εγκαίνια της έκθεσής του στην γκαλερί Gagosian, στο Κολωνάκι. Η Popaganda ήταν εκεί στο Press preview παρουσία του καλλιτέχνη που προηγήθηκε τον εγκαινίων, όπου απάντησε στις ερωτήσεις των δημοσιογράφων.
Ο Lindbergh εισήγαγε τα 90’s ως τη νέα δεκαετία όπου θα πρωταγωνιστούσαν φρέσκα πρόσωπα, και εδραίωσε τα διάσημα πλέον μοντέλα ως super models. Οι εμβληματικές φωτογραφίες του Lindbergh που απεικονίζουν γυναίκες αντλούν έμπνευση από τις απαρχές του αφηγηματικού κινηματογράφου και τις φωτογραφίες δρόμου. Με τις φευγαλέες λεπτομέρειες και την κομψότητα στη σύνθεση, η θηλυκότητα και γοητεία των γυναικών που φωτογραφίζει αναδεικνύεται μέσα από τον απροκάλυπτο ρεαλισμό που χαρακτηρίζει τη δουλειά του, απομεινάρι της καταγωγής του από την Ανατολική Ευρώπη.
Στα editorials μόδας για τη Vogue, το Harper’s Bazaar, το Interview και πολλά ακόμη διεθνούς εμβέλειαςπεριοδικά, αντί να σκηνοθετεί λαμπερές εικόνες ο Lindbergh φωτογραφίζει τα μοντέλα με αφοπλιστικό ρεαλισμό, σε ασπρόμαυρο υψηλού κοντράστ. Χρησιμοποιεί την κίνηση του σώματος, και συγκεκριμένα τον μοντέρνο χορό, για να αναδείξει την ανθρώπινη σιλουέτα με τρόπο που εμπεριέχει στοιχεία τόσο της αρχαιότητας όσο και της σύγχρονης εποχής.
Η έκθεση περιλαμβάνει φωτογραφίες από τα τελευταία 30 χρόνια και αποδεικνύει πόσο επηρέασε ο Lindbergh τη φωτογραφία μόδας αλλά και την ίδια την έννοια του πορτρέτου γενικότερα. Η ομορφιά των γυναικών που απαθανατίζει είναι ουσιαστική, συγκροτημένη και χωρίς αναστολές. Οι φωτογραφίες του υπογραμμίζουν τη φυσική χάρη των γυναικών, χωρίς πολλά φτιασίδια, χωρίς ιδιαίτερη σκηνοθεσία που θα αποσπούσε την προσοχή του θεατή. Μάλιστα στην έκθεση αυτή ο Liendbergh αποφάσισε να δείξει περισσότερο τα περίφημα γυμνά του. H Monica Bellucci, η Naomi Cambell, η Karen Elson και πολλά ακόμα μοντέλα, θα βρίσκονται στους τοίχους της γκαλερί Gagosian μέχρι της 23 Απριλίου.
Ο Lindbergh ρωτήθηκε γιατί προτιμά το ασπρόμαυρο, trademark του σε όλη την πορεία. «Πιστεύω ότι μέσα από το ασπρόμαυρο αναδόνται περισσότερα στοιχεία του ανθρώπου που βρίσκεται απέναντι από το φακό, έχει μια πιο διεσδυτική ματιά. Γιατί συμβαίνει αυτό; Γιατί το ασπρόμαυρο είναι η ερμηνεία της πραγματικότητας. Αυτό αμέσως – αμέσως αποκτά ενδιαφέρον, γιατί έχει ένα προσωπικό στοιχείο, χρειαζόμαστε το πρόσωπο να κάνει την ερμηνεία. Γιατί προτιμώ εγώ το ασπρόμαυρο; Πραγματικά δεν ξέρω. Έχω την εντύπωση ότι η έγχρωμη φωτογραφία είναι καλύτερη για την προώθηση προϊόντων, για αυτό επιλέγω το ασπρόμαυρο».
Ο φωτογράφος πρόδωσε και μερικά από τα μελλοντικά του σχέδια. Στο εγγύς μέλλον, θα παρουσιάσει μια έκθεση στο Ροτερντάμ, υπό την επιμέλεια του στενού του συνεργάτη Τερί Μαξιμ Λοριό. Πρώτα θα κυκλοφορήσει το βιβλίο “A different history of Fashion“, το οποίο ερευνά αφετηρία της εφεύρεση της έννοιας του super model. Το βιβλίο και κατόπιν η έκθεση θα αποτελούνται από αντιπροσωπευτικά έργα του Lindbergh, που φανερώνουν την αγάπη του για το χορό και τον κινηματογράφο, μέσα από το πρίσμα της μόδας. Σε αυτό το σημείο μάλιστα δήλωσε «Είμαι ο μόνος φωτογράφος που πραγματικά παραδέχομαι ότι είμαι φωτογράφος μόδας και ακόμα ενεργός για να βιοπορίζομαι».
Δεδομένου του ότι έκθεση βασίζονταν περισσότερο στα περίφημα γυμνά του, η Popaganda ρώτησε τον διάσημο φωτογράφο, για την ιδιαιτερότητα τέτοιας φύσης φωτογραφιών. «Από τη δική μου οπτική είναι μια περιπέτεια, ο άνθρωπος που φωτογραφίζεται γυμνός σου προσφέρει κάτι. Δεν είναι για την ηδονοβλεψία ή κάτι τέτοιο. Όταν ο άλλος σου απογυμνώνεται συμβαίνει κάτι πολύ σημαντικό, υπάρχει ένα σημείο καμπής στη σχέση, μετασχηματίζεται. Από τη στιγμή που έχεις απαθανατίσει κάποιον γυμνό, μετά δεν είναι το ίδιο ακόμα και αν τον φωτογραφίσεις με τα ρούχα στην επόμενη φωτογράφιση. Έχει αλλάξει η σχέση σας και αυτό εντυπώνεται μετά σε κάθε άλλη φωτογραφία, καθώς αυτό που συλλαμβάνει ο φακός είναι η ατμόσφαιρα, η χημεία ανάμεσα στο φωτογράφο και το μοντέλο. Μου πήρε βέβαια 30 χρόνια να το καταλάβω αυτό».
Όταν κάποιος ρώτησε τον φωτογράφο αν χρησιμοποιεί photoshop για τις φωτογραφίες του η απάντηση τους εξέπληξε όλους. «Μου αρέσει περισσότερο το φιλμ, αλλά είναι πλέον πολύ αργό. Χρησιμοποιώ λοιπόν photoshop για να αφαιρέσω αυτό που προσδίδει η ψηφιακή φωτογραφία. Χωρίς ποίηση και χάρη, μια φωτογραφία δεν έχει καρδιά. Χρησιμοποιώ το αυτό το εξελιγμένο εργαλείο λοιπόν, για να φτάσω το αποτέλεσμα που είχαμε πριν την ανακάλυψη του. Μου πήρε δύο χρόνια να εξομοιώσω το αποτέλεσμα της ψηφιακής φωτογραφίας με το φιλμ. Είναι πολύ ενδιαφέρον πιστεύω, το ότι χρησιμοποιώ κάτι εξελιγμένο, για να μοιάζουν οι φωτογραφίες με κάτι παλιό και πρέπει να σας πω ότι χρειάζεται να είσαι κάπως ηλικιωμένος για να το κάνεις αυτό,καθώς πολλοί νέοι φωτογράφοι δεν γνωρίζουν κάν την όψη των φωτογραφιών στο παρελθόν. Χαίρομαι όμως με την ψηφιακή τεχνολογία, είναι πολύ πρακτική, απλά δε μου αρέσει τόσο, το αποτέλεσμα».