Λίγα ρούχα έχουν υπάρξει τόσο επαναστατικά ή τόσο… ριψοκίνδυνα όσο το μαγιό. Από την ολόσωμη κάλυψη μέχρι το μικροσκοπικό, ζωηρόχρωμο μπικίνι, τα μαγιό έχουν δεχτεί αμέτρητες δημιουργικές καινοτομίες.
Πλέον, μια βόλτα στην παραλία ή μια βουτιά στη θάλασσα, μπορεί να μοιάζει σαν ένα ανέμελο περπάτημα σε πασαρέλα του Παρισιού.
Πώς φτάσαμε όμως στο σήμερα και πώς εξελίχθηκε με τα χρόνια το μαγιό στον Δυτικό κόσμο;
Πίσω στις μέρες της Αρχαίας Ρώμης, το κολύμπι για ευχαρίστηση δεν ήταν συνηθισμένο. Όταν οι άνθρωποι κολυμπούσαν ή έκαναν μπάνιο, πήγαιναν γυμνοί, αν και περιστασιακά οι γυναίκες φορούσαν επίσης ένα ύφασμα τυλιγμένο σε στυλ στράπλες. Το μπάνιο συνήθως γίνονταν στον ιδιωτικό χώρο του καθενός ή σε ανδρικά και γυναικεία λουτρά (η Ρώμη είχε εκατοντάδες), επομένως το μαγιό δεν υπήρχε σας όρος.
Μόλις τον 18ο αιώνα, όταν άλλαξαν οι τρόποι και ξαφνικά η σεμνότητα επικράτησε, αποκτήσαμε το πρώτο αληθινό “μαγιό”, με τις Ευρωπαίες κυρίες να βυθίζονται στο νερό με μακριά φορέματα, γνωστά ως «κοστούμια μπάνιου» (bathing suits), τα οποία ήταν συχνά φτιαγμένα από μαλλί και συχνά με μανίκια. Μερικές φορές ακόμη και με μακριές κάλτσες.
Ήταν σχεδιασμένα τόσο μεγάλα για να επιπλέουν μακριά από το σώμα και να κρύβουν τις καμπύλες. Πριν από αυτό το διάστημα, γυναίκες και άνδρες συνέχιζαν να κολυμπούν γυμνοί, αλλά χωριστά. Στην πραγματικότητα, καθ’ όλη τη διάρκεια του Μεσαίωνα, το κολύμπι στη χριστιανική Δύση θεωρούνταν ανήθικο. Αυτή η εμμονή στον πουριτανισμό σε σχέση με το μπάνιο συνεχίστηκε και στα συντηρητικά μαγιό του 18ου αιώνα.
Ενώ οι άνδρες εκείνη την εποχή μπορούσαν να κολυμπούν «ελεύθερα», ας το πούμε έτσι, η δημοτικότητα του μαγιό συνεχίστηκε για τις Ευρωπαίες το 1700 και το 1800. Εκτός από μαλλί, τα μαγιό εκείνης της εποχής κατασκευάζονταν επίσης από καμβά και φανέλα, και ήταν φυσικά πολύ βαριά για κολύμβηση. Ήταν όμως στιβαρά και, το πιο σημαντικό, δεν γίνονταν διάφανα όταν βρέχονταν.
Μερικά φορέματα είχαν ακόμη και ζυγισμένο, βαρύ στρίφωμα για να εμποδίσουν το ύφασμα να ανέβει κατά τη διάρκεια της κολύμβησης, γλιτώνοντας τις γυναίκες από την αμηχανία να δείξουν άθελά τους το πόδι τους. Το κολύμπι θεωρήθηκε μια υγιής ενασχόληση, αλλά σίγουρα δεν μπορούσε να είναι διασκεδαστικό με αυτά τα κοστούμια.
Τα λεγόμενα «φορέματα κολύμβησης» δεν κράτησαν για πάντα. Στα μέσα του 1800, τα ονομαζόμενα bloomers, με φαρδιά, φουσκωτά μπατζάκια και φούστες από πάνω, κέρδισαν δημοτικότητα. Ωστόσο, όπως και οι μάλλινοι προκάτοχοί τους, έκαναν τις γυναίκες δυσκίνητες στο νερό και δεν ήταν καθόλου πρακτικά.
Πήραν το όνομά τους από την ακτιβίστρια Amelia Bloomer και εξακολουθούσαν να είναι αμφιλεγόμενα στην εποχή τους, καθώς ήταν στην ουσία παντελόνια, τα οποία συνήθως φορούσαν μόνο άνδρες εκείνη την εποχή.
Αργότερα, όταν το κολύμπι άρχισε να θεωρείται και άσκηση, τα bloomers έγιναν πιο πολύχρωμα και άρχισαν να κατασκευάζονται από ελαφρύτερο ύφασμα, με πιο κοντά μπατζάκια στα πόδια. Ωστόσο, η κάλυψη ήταν η προτεραιότητα έναντι της πρακτικότητας, μέχρι που τελικά ο αθλητισμός επικράτησε σε όλη την Ευρώπη και την Αμερική στα μέσα του 1900.
Αυτές οι τάσεις οδήγησαν στο επαναστατικό, ολόσωμο μαγιό. Τόσο επαναστατικό για την ακρίβεια, που μια γυναίκα που το φόρεσε, αντιμετώπισε κατηγορίες από την αστυνομία.
Στις αρχές του 20ου αιώνα η κολυμβήτρια Annette Kellerman φόρεσε ένα ολόσωμο κομμάτι που έμοιαζε περισσότερο με το, τότε, ανδρικό μαγιό. Αυτό το νέο σχέδιο κάλυπτε το σώμα της αλλά επειδή σχεδιάστηκε για να ταιριάζει στο σώμα της και να τη βοηθήσει να πετύχει την ταχύτητα που χρειαζόταν ώστε να κερδίσει, η Annette συνελήφθη στη Βοστώνη.
Αυτό που ξεκίνησε η Annette όμως ήταν ασυγκράτητο. Καθώς το ολόσωμο κομμάτι έγινε πιο αποδεκτό, απέκτησε διακοσμητικά στοιχεία και άρχισε να αλλάζει. Με πιο λεπτές τιράντες, βολάν ή ακόμα και τσέπες. Μαγιό σαν αυτά άρχισαν να συνδυάζουν τη λειτουργία του ολόσωμου με μια διασκεδαστική αίσθηση της μόδας.
Όταν τα αθλήματα άρχισαν να τραβούν την προσοχή του κόσμου, με πιο μεγάλο γεγονός τους σύγχρονους Ολυμπιακούς Αγώνες το 1896, τα μαγιό άλλαξαν δραστικά. Για πρώτη φορά η κολύμβηση θεωρήθηκε άθλημα, απέκτησε κύρος και σεβασμό και το νέο ολόσωμο μαγιό αντανακλούσε ακριβώς αυτό. Ήταν σχεδιασμένο πιο κοντά στη φόρμα του σώματος και φτιαγμένο από ένα γυαλιστερό υλικό που μόλις είχε εφευρεθεί, το νάιλον.
Η γυναικεία κολύμβηση εισήχθη στους Θερινούς Ολυμπιακούς Αγώνες του 1912. Συμμετείχαν διαγωνιζόμενοι από 17 χώρες, με γυναίκες από εννέα χώρες να φορούν μαγιό παρόμοια με το μαγιό της Annette Kellerman που έμοιαζε με ανδρικό. Το 1913, εμπνευσμένος από όλο αυτό, ο σχεδιαστής Carl Jantzen κατασκεύασε το πρώτο λειτουργικό μαγιό δύο κομματιών, ένα κολλητό ολόσωμο με σορτς στο κάτω μέρος και κοντά μανίκια από πάνω. Βωβές ταινίες έδειχναν ηθοποιούς με αυτή την “αποκαλυπτική” ενδυμασία και την τάση ακολούθησαν και άλλες γυναίκες.
Το όνομα “μαγιό” επινοήθηκε το 1915 από την Jantzen Knitting Mills, που κυκλοφόρησε μια μάρκα μαγιό με το όνομα Red Diving Girl. Το 1916 γιορτάστηκε η πρώτη ετήσια μέρα του μαγιό, στο Madison Square Garden της Νέας Υόρκης. Η ποδιά που κάλυπτε το κάτω μέρος, το σορτς δηλαδή, εξαφανίστηκε το 1918.
Κατά τη διάρκεια των δεκαετιών του 1920 και του 1930, οι άνθρωποι άρχισαν να απολαμβάνουν και την ηλιοθεραπεία και τα σχέδια των μαγιό δεν ήταν μόνο λειτουργικά αλλά είχαν περισσότερα διακοσμητικά χαρακτηριστικά. Το ζέρσεϊ και το μετάξι χρησιμοποιήθηκαν στη δεκαετία του 1920, όπως και το ρεγιόν για την κατασκευή στενών μαγιό αλλά η αντοχή του, ειδικά όταν ήταν βρεγμένο, αποδείχθηκε προβληματική.
Οι καλλιτέχνιδες μπουρλέσκ και βοντβίλ φορούσαν μαγιό δύο κομματιών τη δεκαετία του 1920. Ταινίες παραθεριστών στη Γερμανία τη δεκαετία του 1930 δείχνουν γυναίκες να φορούν επίσης τα ίδια. Το 1928, η Speedo παρουσίασε το μεταξωτό racerback που είχε βελτιστοποιηθεί για να ταιριάζει στο σχήμα του σώματος και άφηνε ακάλυπτες τις ωμοπλάτες. Η Clare Dennis το φόρεσε στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1932 (κάτι που είχε ως αποτέλεσμα τον αποκλεισμό της) αλλά τελικά καθιερώθηκε μέχρι το 1936.
Εν τω μεταξύ, οι άνδρες επιτρεπόταν να κολυμπούν με γυμνό στήθος το 1936 και το σλιπ εμφανίστηκε στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1948. Τα ανδρικά μαγιό άρχισαν να μικραίνουν τη δεκαετία του ‘30 ενώ στα γυναικεία σχέδια η πλάτη ήταν πιο εκτεθειμένη, τα μανίκια είχαν εξαφανιστεί και η φόρμα στένεψε. Με την ανάπτυξη νέων υλικών για ρούχα, τα μαγιό άρχισαν σταδιακά να αγκαλιάζουν το σώμα και οι τιράντες μπορούσαν να χαμηλώσουν για μαύρισμα.
Τα πρώτα μπικίνι εμφανίστηκαν αμέσως μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Σχεδιασμένο από τον Louis Réard το 1946, το μπικίνι πήρε το όνομά του από πυρηνικές δοκιμές που είχαν μόλις γίνει στο νησί Bikini Atoll, αφού πίστευε ότι η δημιουργία του ήταν εξίσου συγκλονιστική με εκείνα τα γεγονότα. Κατά κάποιο -τραγικό- τρόπο είχε δίκιο.
Στις αρχές της δεκαετίας του ’50, η Brigitte Bardot εμφανίστηκε με μπικίνι στην ταινία ‘Manina, the girl in the bikini’ (ελληνική μετάφραση: Μανίνα, ο γυμνός θησαυρός), οι περισσότερες γυναίκες όμως φορούσαν ακόμα ολόσωμα.
Για να ενισχυθεί η γυναικεία χειραφέτηση και έχοντας αντιληφθεί την εμπορική δυνατότητα των καλλιστείων, μεγάλες εταιρείες διοργάνωσαν διαγωνισμούς ομορφιάς για να βρουν κορίτσια που θα μπορούσαν να βοηθήσουν στην προώθηση προϊόντων, πιστεύοντας ότι μια φωτογραφία τους με μαγιό ήταν η καλύτερη προώθηση.
Σύμφωνα με τη Vogue, το μπικίνι άρχισε να θεωρείται είδος ένδυσης και όχι γύμνιας, στα μέσα της δεκαετίας του 1950. Η Brigitte Bardot ήταν ουσιαστικά εκείνη που το καθιέρωσε αφού στα τέλη της δεκαετίας του ’50, με το ‘And God Created Woman’ του Roger Vadim, εμφανίστηκε και πάλι με μπικίνι κάτι που εκτόξευσε τη φήμη της ως σύμβολο του σεξ.
Αν το καλοσκεφτούμε, το μαγιό είναι πραγματικά ένα από τα πιο καινοτόμα ρούχα. Το 1964, ο σχεδιαστής Rudi Gernreich αφαίρεσε ακόμα περισσότερο ύφασμα από το μαγιό δημιουργώντας έτσι το «μονοκινί» του. Ένα σχέδιο που κατά κάποιον ειρωνικό τρόπο έμοιαζε με το πρώτο μαγιό: άφηνε γυμνό το δέρμα. Το κάτω μέρος του εκτείνονταν από τη μέση μέχρι το πάνω μέρος του μηρού και είχε μόνο δύο κορδόνια που έδεναν πίσω από τον λαιμό, αφήνοντας εντελώς εκτεθειμένο το στήθος και όλο το πάνω μέρος του σώματος.
Τη δεκαετία του ‘70, η Speedo πρόσθεσε ελαστάνη στα μαγιό της, κάτι που βελτίωσε την ελαστικότητα και την ανθεκτικότητά τους και μείωσε την αντίσταση του νερού (21 από τα 22 ρεκόρ στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1972 καταρρίφθηκαν χρησιμοποιώντας μαγιό από νάιλον/ελαστάνη).
Το 1985, ο Gernreich ξαναχτύπησε με το… pubikini, ένα μικρό κομμάτι υφάσματος που αγκαλιάζει τους γοφούς και τους γλουτούς αλλά αφήνει εκτεθειμένη την ηβική περιοχή, Αυτό ήταν το τελευταίο του σχέδιο, τέσσερις εβδομάδες πριν από το θάνατό του. Το Tankini και η ιδέα των μαγιό mix-and-match ήταν οι δύο σημαντικές καινοτομίες στα τέλη της δεκαετίας του 1990.
Για τους άντρες, τα μακρύτερα και πιο φαρδιά σορτς έγιναν δημοφιλή την ίδια περίοδο, με τα στριφώματα να φτάνουν συχνά μέχρι τα γόνατα. Συχνά ονομάζονται boardshorts που φοριούνται χαμηλότερα στους γοφούς από τα κανονικά σορτς και τα προτιμούν οι σέρφερ.
Το 2000, η Speedo λάνσαρε τα fastskins που μιμούνται το δέρμα του καρχαρία. Η επιφάνειά τους περιέχει εξογκώματα και ραβδώσεις που διοχετεύουν το νερό πάνω από το σώμα του κολυμβητή περίπου 3% πιο αποτελεσματικά από τα παραδοσιακά υλικά. Καλύπτουν το μεγαλύτερο μέρος του σώματος, από τον λαιμό μέχρι τους αστραγάλους και τους καρπούς, και συμπιέζουν ορισμένα μέρη του σώματος. Τα fastskins εγκρίθηκαν για τους Ολυμπιακούς Αγώνες του 2000 και βοήθησαν στην απόκτηση του 83% των μεταλλίων.
Τον Ιούλιο του 2009 όμως, η FINA (Διεθνής Ομοσπονδία Κολύμβησης) ψήφισε την απαγόρευση των μη υφασμάτινων (non-woven) μαγιό σε αγωνιστικές διοργανώσεις, κάτι που τέθηκε σε ισχύ το 2010. Η νέα πολιτική εφαρμόστηκε επειδή τα μαγιό βελτίωσης της απόδοσης, εμποδίζουν την ικανότητα ακριβούς μέτρησης της απόδοσης των κολυμβητών. Η νέα απόφαση αναφέρει ότι τα ανδρικά μαγιό μπορούν να καλύπτουν στο μέγιστο την περιοχή από τον αφαλό μέχρι το γόνατο και τα αντίστοιχα των γυναικών από τον ώμο μέχρι το γόνατο.
Ένα είναι σίγουρο, ότι από τα ολόσωμα μάλλινα μέχρι τα μικροσκοπικά στρινγκ ή εκείνα που αφήνουν ακάλυπτες ρόγες και εφηβαίο, τα μαγιό έχουν ταράξει τα νερά.
Με πληροφορίες από το artsandculture.google.com και τη wikipedia.