Categories: DESIGN

Μια γαλαρία τρένων που κατασκευάστηκε το 1916 έχει μεταμορφωθεί σ’ έναν καταπληκτικό πολυχώρο

Το 1916 η γαλαρία της σιδηροδρομικής γραμμής κατασκευάστηκε από γαλλική εταιρεία στην παραλία Παντελεήμονα Πιερίας για να συνδέσει την πρόσφατα ενσωματωμένη στην Ελλάδα Μακεδονία, σε μια εποχή που το τρένο ήταν ο μόνος τρόπος σύνδεσης της Κεντρικής Ελλάδας με την υπόλοιπη Ευρώπη, εξυπηρετούσε τη μετακίνηση επιβατών και εμπορευμάτων όταν οδικό δίκτυο ήταν ανύπαρκτο.

Κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, ένα πύργος-πυροβολείο κατασκευάστηκε μπροστά από τη γαλαρία για να ελέγχει το στρατηγικής σημασίας πέρασμα. Οι επιβάτες του τρένου απολάμβαναν το τοπίο που διαμόρφωναν η γαλαρία ο πύργος και η φύση μέχρι το 2004, όταν η νέα σιδηροδρομικής γραμμής και του τούνελ του Πλαταμώνα κατασκευάστηκαν και το μέρος εγκαταλείφθηκε.  

Η γαλαρία και ο πύργος πριν την επέμβαση

Η ενός αιώνα γαλαρία μεταμορφώθηκε πρόσφατα σε χώρο αναψυχής. Ο σύγχρονος πολυχώρος Gallaria βρίσκεται σε ένα παραθαλάσσιο τοπίο με πλούσια βλάστηση, κάτω από το βυζαντινό κάστρο του Πλαταμώνα, σε μια περιοχή με ιστορία χιλιάδων ετών. Έχοντας αναλάβει τη νέα ζωή ενός μνημείου, η αρχιτεκτονική επέμβαση από το γραφείο online design του Χρήστου Νταούκα Γκαρρόνε και της Ζωής Μπάμπου έγινε με σεβασμό στην ιστορία του γύρω τόπου.

Η επέμβαση αφορά στη γαλαρία, στο ανοιχτό με αψίδες βόρειο τμήμα της σιδηροδρομικής γραμμής μέχρι το σημείο που αρχίζει το τούνελ, στον πύργο-πυροβολείο καθώς και στον ανοιχτό χώρο γύρω από αυτήν.

Όπως εξηγεί το αρχιτεκτονικό γραφείο «η γραμμή, ο πύργος, η γαλαρία αποτελούν χαρακτηριστικό δείγμα νεώτερης βιομηχανικής αρχιτεκτονικής, χαρακτηρίζονται ως μνημεία σύμφωνα με το Φ.Ε.Κ. 358/Β΄/21-3-2005 και προστατεύονται από την Εφορεία Νεωτέρων Μνημείων Κεντρικής Μακεδονίας καθώς και από την Εφορεία Αρχαιοτήτων Πιερίας. Ο πολυχώρος Gallaria συμβάλλει μοναδικά στην αναβάθμιση της πολιτιστικής και τουριστικής δράσης της Πιερίας ξαναζωντανεύοντας ταυτόχρονα την παλιά αίγλη του μνημείου».

Η αύρα του χώρου, ο ήχος του τρένου, η αμαξοστοιχία, οι μαυρισμένοι τοίχοι, η κίνηση των βαγονιών συνέβαλαν στην έμπνευση που οδήγησε στον σχεδιασμό του Gallaria. Η μελέτη του αρχιτεκτονικού γραφείου επικεντρώνεται στην αφήγηση της ιστορίας του μνημείου μέσω μιας έκθεσης που φιλοξενείται ανάμεσα σε βαγόνια «που ουσιαστικά “σύρονται” στις υπάρχουσες γραμμές καθιστώντας έτσι την αρχιτεκτονική επέμβαση ανά πάσα στιγμή αναστρέψιμη».

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ

Στο εσωτερικό της  γαλαρίας προκύπτουν τέσσερις κατασκευές που θυμίζουν εμπορικά βαγόνια τρένου του περασμένου αιώνα,  με μεταλλικό σκελετό και επενδυμένα με ξύλο, εδραιωμένα στις υπάρχουσες σιδερένιες ράγες φιλοξενώντας τις χρήσεις των bar, των βοηθητικών χώρων και των wc.

Στηριζόμενο σε μεταλλικό σκελετό, ένα υπερυψωμένο δάπεδο δημιουργήθηκε για την προστασία των παλιών σιδερένιων γραμμών, ενώ σε σημεία γίνεται γυάλινο προκειμένου οι επισκέπτες να έχουν επαφή με το παρελθόν του χώρου. Στον πέτρινο τοίχο της σήραγγας βρίσκεται μια μόνιμη έκθεση, ξεδιπλώνεται η φωτογραφική ιστορία του μνημείου, των τρένων, του ΟΣΕ και της γύρω περιοχής με αποτέλεσμα ο χώρος να μεταμορφώνεται σε χώρο πολιτισμού και αναψυχής.

Ο Πύργος πριν

και μετά.

«Δόθηκε έμφαση στον βιομηχανικό χαρακτήρα του μνημείου με την επιλογή σιδερένιων κουφωμάτων, στο γκρι χρώμα του γραφίτη, σε όλα τα αψιδωτά ανοίγματα που ανοίγουν με κατασκευές υαλοκουρτινών, αφήνοντας το μνημείο ανοιχτό στο μεγαλύτερο κομμάτι του. Μεγάλο μέρος των κατασκευών που αφορούν σε έπιπλα και φωτιστικά έγιναν αποκλειστικά από εμάς με σκοπό τον σεβασμό της αυθεντικότητας του μνημείου».

Το τέλος της γαλαρίας οδηγεί στην αρχή του σκοτεινού τμήματος του τούνελ, εκεί που αφήνεται είσοδος για ελεύθερη πρόσβαση περιπατητών μέχρι και τον παλιό σιδηροδρομικό σταθμό του Πλαταμώνα, «μία διαδρομή που για χρόνια μαγεύει τους επισκέπτες».

Ο πύργος συντηρείται, εξωτερικά πλαισιώνεται από χώρους πρασίνου και αναδεικνύεται το ανάγλυφο της πέτρας του μέσω νυχτερινού φωτισμού. Εσωτερικά δημιουργούνται δύο εκθεσιακοί χώροι  πάνω σε μια αυτοφερόμενη μεταλλική κατασκευή, η οποία δεν επιβαρύνει τον φέροντα οργανισμό του πύργου. «Οι οπτικές φυγές μέσω των υπαρχόντων ανοιγμάτων προς τη θάλασσα και μέσω φεγγίτη προς τον ουρανό καθιστούν την εμπειρία επίσκεψης  της έκθεσης μοναδική».

Ο εξωτερικός χώρος του Gallaria διαμορφώνεται τόσο για την εξυπηρέτηση των λειτουργικών αναγκών όσο και για την διατήρηση του φυσικού κάλλους. Τα υλικά επίστρωσης επιλέχθηκαν με βάση το ύφος του χώρου, το χρώμα, και την υφή ενώ σε συνδυασμό με τα φυτά και τον διακριτικό φωτισμό «συντελούν στην προσπάθεια ανάδειξης του γενικού τοπίου χωρίς δραματικές χειρονομίες που θα αλλοίωναν τον χαρακτήρα του».

Περισσότερες πληροφορίες για το αρχιτεκτονικό γραφείο online design θα βρείτε εδώ.
Ζωή Παρασίδη

Η Ζωή Παρασίδη γεννήθηκε τον Αύγουστο του 1990 στην Αθήνα. Σπούδασε στο τμήμα Πολιτικής Επιστήμης και Ιστορίας του Παντείου Πανεπιστημίου και από το 2009 εργάζεται ως δημοσιογράφος.