H ανακαίνιση ενός διαμερίσματος που χτίστηκε τη δεκαετία του 1950 παρουσίασε τόσο προκλήσεις όσο και ευκαιρίες στον σχεδιασμό του αρχιτέκτονα, Κώστα Χατζηγιάννη. O μοντερνισμός άφησε ένα σημαντικό αρχιτεκτονικό αποτύπωμα στο κέντρο της Αθήνας και στην μεταπολεμική του περίοδο εκφράστηκε σε πολυώροφες πολυκατοικίες. Ωστόσο, ο καλλωπισμός των κτιρίων δεν περιφρονήθηκε, αντιθέτως ήταν περιζήτητος.
«Οι μεγάλες συμμετρικές μαρμάρινες είσοδοι, οι πολυτελείς προθάλαμοι και οι κομψές σκάλες χαρακτηρίζουν τα περισσότερα κτίρια της εποχής. Στο εσωτερικό, τα παρκέ δάπεδα, τα μπάνια με το μωσαϊκό και τα μάρμαρο και οι πάγκοι της κουζίνας ήταν κοινά. Αυτή η τυπολογία κατοικιών, με επίσημα και ανεπίσημα σαλόνια, φουαγιέ και ξεχωριστές εισόδους και δωμάτια υπηρεσίας, παραμένει στη μνήμη των ανθρώπων, αλλά δεν ακολουθείται πλέον».
Ο Κώστας Χατζηγιάννης -που τα τελευταία 12 χρόνια δραστηριοποιείται στη Σαγκάη της Κίνας, στον χώρο της αρχιτεκτονικής και του interior design- διατήρησε όλα τα παραπάνω χαρακτηριστικά, όπως τις χαραγμένες συρόμενες πόρτες, τα σκαλιστά ξύλινα κουφώματα και οι γύψινες διακοσμήσεις της οροφής. Η μόνη δομική τροποποίηση που έγινε αφορά το μερικό άνοιγμα ενός τοίχου προκειμένου να μετατραπεί ένα ντουλάπι σε μεγάλο πάγκο.
Δόθηκε ιδιαίτερη προσοχή στην αποκατάσταση των παρκέ τα οποία μετράνε 70 χρόνια ζωής και στη στίλβωση των μαρμάρινων πάγκων της κουζίνας. Ένα λαμπερό μπλε δωμάτιο τοποθετημένο στη μέση της κάτοψης έρχεται σε αντίθεση με τους υπόλοιπους χρωματισμούς που χρησιμοποιήθηκαν και χρησιμεύει ως μια ποπ πολύχρωμη «διακοπή» καθώς περπατά κανείς μέσα από το διαμέρισμα.
Στοιχεία των προηγούμενων ενοίκων, όπως δερμάτινες βαλίτσες, ξύλινα μπαούλα, ψάθινα καλάθια και καρέκλες που παραπέμπουν σε παραδοσιακό καφενείο παρέμειναν στον χώρο και εξακολουθούν να χρησιμοποιούνται στη διακόσμηση του διαμερίσματος. H καρέκλα «κλισμός» και τα custom βοηθητικά μαρμάρινα τραπέζια μπλέκονται με κομμάτια από καλλιτέχνες που διακοσμούν τους τοίχους και χαρίζουν μια σύγχρονη πινελιά στο χώρο.