Categories: ΤΑΞΙΔΙ

Τα ταξίδια του Δημήτρη Αράπογλου

30 Σεπτέμβρη του 2012. Σχεδόν 365 μέρες πριν και η μύτη μου είναι να πέσει από το κρύο. Γεωγραφικές συντεταγμένες : 52 30N 13 25E. Βερολίνο και συναυλία Radiohead. H προγραμματισμένη ήταν για τον Ιούλη, αλλά ακυρώθηκε από ένα ατύχημα λίγες μέρες πριν  σε μια πόλη του Καναδά. Οι Γερμανοί τα έχουν φροντίσει όλα, εκτός από το βασικότερο. Ότι η συναυλία ήταν στο Wuhlheide Park. 8 βαθμοί Κελσίου σε ανοιχτό χώρο και ο Thom Yorke ανάμεσα στα τραγούδια απλά να λέει “It is fucking freezing”. Βερολίνο αγαπημένο. Άπειρες ώρες ποδηλασίας σε τέτοιο σημείο που μια από τις φορές κοιμήθηκα όρθιος ποδηλατώντας! Είναι κάτι που μπορεί να συμβεί στον καθένα όταν στις έξι το πρωί πηγαίνεις στη ατελείωτη Kaiserdamm.

Και από το Βερολίνο στο Βιετνάμ. Πολλά Β στη σειρά. Συντεταγμένες: 16 O N 106 0 E. Και εδώ ξεκινάνε τα περίεργα ονόματα : Ho Chi Minh City, Ha Noi, Ha Long, Phu Quoc, Hue. Δυο εβδομάδες από το Βορρά στο Νότο και πάλι πίσω στο Βορρά. Ταξιδεύουμε αρχικά με night bus, αλλά επειδή τρώνε πολύ χρόνο προς το τέλος του ταξιδιού επιλέγουμε εσωτερικές πτήσεις. Μάλιστα στα night bus είχες και τις δικές σου κουκέτες –σκέψου στο ΚΤΕΛ να μπορείς να κοιμηθείς σε διώροφα κρεβατάκια (σε μέτρα ασιατικά).

Ακολουθήσαμε τους ντόπιους για να βρεθούμε σε μια τεράστια αγορά που έψηνες μόνος σου το κρέας -του οποίου φυσικά αγνοούσες την ταυτότητα.

Οργασμός ανανά  σε όλες του τις μορφές – σε αλμυρά, σε γλυκά, σε ποτά, σε κυβάκια και σε ροδέλες και κατάλογοι μεταφρασμένοι κακήν κακώς στα αγγλικά. Με αποκορύφωμα της μετάφρασης, την σούπα από καβούρια ως “crap soup”. Η Ε. φάνηκε πιο γενναία και δοκίμασε – η δικιά μου περιέργεια εξαντλήθηκε σε noodle από ρύζι. ‘Η καλύτερα σε βουνά από ρύζο-noodle. Νομίζω πως η αγαπημένη μου γαστρονομική βιετναμέζικη εμπειρία ήταν  στην υπαίθρια αγορά του Ανόι. Πρώτο βράδυ, μετά από δεκάωρες πτήσης, με ενδιάμεση στάση στη Bangkok και είπαμε να φανούμε τολμηροί. Ακολουθήσαμε λοιπόν τους ντόπιους για να βρεθούμε σε μια τεράστια αγορά που έψηνες μόνος σου το κρέας -του οποίου φυσικά αγνοούσες την ταυτότητα και τις διάφορες πρασινάδες. Ειλικρινά δεν ξέρω τι έφαγα εκείνο το βράδυ, αλλά ήταν πεντανόστιμο και το «μαγειρέψαμε» μόνοι μας.

Σε όλα αυτά τα χιλιόμετρα που διανύσαμε υπήρχε ένα κοινό χαρακτηριστικό – μέσα στα αστικά κέντρα μπορούσες να μετακινηθείς αποκλειστικά και μόνο με μηχανάκια. Εκατομμύρια μηχανάκια τα οποία μπορούσες να ξεχωρίσεις το ένα από το άλλο μόνο από τις σέλες τους. Ένα από αυτά που διαλέξαμε ήταν ένα μηχανάκι που όλο μα όλο ντυμένο με δέρμα, ακόμα και ο καθρέφτης του. Η βόλτα με το μηχανάκι ήταν για ένα, αλλά ακόμα και για δυο άτομα στο ίδιο παπί. “Κύριε, κύριε, θέλετε μοτοσυκλέτα;”  και μετά παζάρεμα στις τιμές σε βιετναμέζικα dong. Η μόνη στιγμή που γκρίνιαξα στο ταξίδι ήταν όταν ο οδηγός μου έδωσε να φορέσω ροζ καπέλο – σιχαίνομαι το ροζ χρώμα. Ψέματα! Γκρίνιαξα και άλλη στιγμή. Τελευταίο βράδυ της περιπλάνησης, καθόμαστε για το τελευταίο γεύμα και πιάνουμε κουβέντα με ένα ζευγάρι Αυστριακών. Κοκορεύομαι πως 2 εβδομάδες τώρα γυρνάμε σχεδόν σε όλο το Βιετνάμ για να εισπράξω ως απάντηση «Να και εμείς τώρα ξεκινήσαμε. Θα ταξιδέψουμε στην Ινδοκίνα, μετά γύρω στους 3 μήνες θα κάνουμε ένα road trip στην Αυστραλία και στη Νέα Ζηλανδία, με τελικό σκοπό να περάσουμε τη γραμμή της ημέρας και να βρεθούμε στη Λατινική Αμερική». Εκνευρισμένος, τους γύρισα την πλάτη και συνέχισα με τα noodle μου. Η πιο ψυχεδελική στιγμή του ταξιδιού περιλαμβάνει έναν βαρκάρη που έχει παρόμοιο όνομα με έναν ποταμό. Οχτώ ώρες μέσα σε μια γόνδολα, της οποίας η μηχανή ήταν ελαφρώς μεγαλύτερη από φραπεδιέρα. Βρισκόμαστε στο Δέλτα του ποταμού Mekong με οδηγό που ακούει στο όνομα Κοng. Ο κύριος αυτός, γλυκύτατος μεν αλλά παράπαιε από τα σφηνάκια του τοπικού ποτού που καταναλώσαμε στο διάλειμμα σε ένα «καφενείο» μέσα στη ζούγκλα. Από το βάθος του καφενείου ακούγεται μουσική. Μια γιαγιά 102 χρονών ακούει από το τρανζιστοράκι Δέσποινα Βανδή. Πήγαινε κάπως έτσι: «δεν μπορώ χωρίς, και δε ζω-γύρνα σε μένα». Ένα σοκ η αλήθεια είναι πως το πάθαμε. Η επόμενη μουσική αναφορά στη διάρκεια του ταξιδιού είναι κάτι τελείως διαφορετικό από το «Γειά» της Δέσποινας. Τη συναντήσαμε τελείως τυχαία στους σε μια παγόδα στην πόλη Hue. Εκεί μέσα σε άλλα υπάρχει εδώ και σαράντα χρόνια ένα καμένο αυτοκίνητο. Η ιστορία λέει πως ο Thich Quang Duc στις 11 Ιουνίου του 1963 στην Saigon (Ho Chi Minh City) αυτοπυρπολείται μπροστά από αυτό ως ένδειξη διαμαρτυρίας για τις σφαγές των βουδιστών στο νότο της χώρας από τον δικτάτορα Diem. Η φωτογραφία αυτή κάνει το γύρω του κόσμου τότε αλλά και μετά από χρόνια όταν κοσμεί το εξώφυλλο του «Killing in the name of» των Rage Against the Machine.

Το πιο όμορφο κορίτσι του Βιετνάμ είχε σγουρά μαλλιά, πράγμα σπάνιο σε εκείνα τα μέρη, και άκουγε στο όνομα Ηλιαχτίδα .

Πόσα άτομα χωράνε σε πιρόγες, με πόσους τρόπους μπορείς να κόψεις ένα μάνγκο, πόσους παραποτάμους να είχε άραγε αυτός ο τεράστιος ποταμός; Ερωτήσεις στις οποίες ακόμα ψάχνω τις απαντήσεις τους.

Στην επιστροφή μένουμε ένα βράδυ στη Bangkok. Είναι η εποχή που έχουν βγει τα τανκς στην πόλη και επικρατεί μια αναταραχή. Μένουμε όλο βράδυ στο ξενοδοχείο βλέποντας άπειρες ταινίες. Βέβαια από τις ταινίες αυτές μόνο τη «Λάμψη» έχω συγκρατήσει στη μνήμη μου. Αλλά και τον Ροζ Πάνθηρα που η χαρακτηριστική μουσική του Henry Mancini μας ξύπνησε το πρωί, έχοντας ξεχάσει αναμμένη την τηλεόραση. Mάλλον το ροζ με κυνηγούσε σε όλο το ταξίδι.

Στην επιστροφή μένουμε ένα βράδυ στη Bangkok. Είναι η εποχή που έχουν βγει τα τανκς στην πόλη και επικρατεί μια αναταραχή.

Αυτό ήταν το πρώτο και το τελευταίο προς το παρόν ταξίδι εκτός Ευρώπης. Εντός όμως έχουμε καταγεγραμμένα 1500 χλμ από την Βενετία ως το Άμστερνταμ με αυτοκίνητο. Και χιλιόμετρα επί χιλιομέτρων ταξιδεύοντας σε εννιά χώρες με τρένο – Ελλάδα, Ιταλία, Γαλλία, Γερμανία, Ισπανία, Πορτογαλία, Βέλγιο, Ολλανδία, Φινλανδία. 2002 και παίρνουμε μέρος σε διαγωνισμό ενός χυμού. Το μόνο που είχες να κάνεις ήταν να στείλεις όσα περισσότερα καπάκια μπορούσες και θα έμπαινες στην κλήρωση. Εμείς στείλαμε δύο και ήμασταν στους τυχερούς που κληρώθηκαν για το ταξίδι. Τον Ιούλη εκείνης της χρονιάς γεμίσαμε τα back pack με χάρτες και μέσα σε 22 μέρες έπρεπε να καταγράψουμε τα πιο πολλά χιλιόμετρα ανάμεσα στις πέντε ομάδες που είχαν κληρωθεί ώστε στην επιστροφή να κερδίσεις το ποσό των 15.000 ευρώ. Αποτύχαμε. Ο λόγος ήταν πως το βράδυ που θέλαμε να ταξιδέψουμε από τη Μαδρίτη στη Βαρκελώνη δεν υπήρχε ούτε μια θέση στα τρένα που συνέδεαν τις δυο πόλεις  – η μετακίνηση με άλλα μέσα απαγορευόταν δια ροπάλου από τους όρους του διαγωνισμού. Μόνη εξαίρεση το καράβι από την Πάτρα στην Ανκόνα, και από το Αμβούργο στο Ελσίνκι .

Το πιο μακρινό σημείο που καταφέραμε να βρεθούμε ήταν ο Αρκτικός Κύκλος – εκεί όπου το καλοκαίρι βραδιάζει μόνο για 4 ώρες. Midnight sun και γάλα ταράνδου για το καλωσόρισμα. Μόνο το ρολόι του καμπαναριού μας υπενθύμιζε ότι ήταν ώρα για ύπνο. Από τους 17 βαθμούς της Φινλανδίας στους 45 βαθμούς της Ανδαλουσίας .

Τα highlights του ταξιδιού ήταν σίγουρα η βόλτα με αερόστατο στην κοιλάδα Valle D’ Aosta στις παρυφές των Ιταλικών Άλπεων, αλλά και η επίσκεψη σε έναν εξομοιωτή κενού αέρος λίγο έξω από την Κολωνία. Φορώντας άσπρες φουσκωτές στολές σαν το ανθρωπάκι γνωστής μάρκας ελαστικών προσπαθούσες να ισορροπήσεις πάνω σε ένα στρώμα αέρα, κάτι που φυσικά δε στέφθηκε με επιτυχία.

Τα μόνα ισπανικά που κατάφερα να μάθω ήταν «una cerveza por favor» – χρήσιμο για τις βόλτες στην Plaza Mayor και στη La Latina της Μαδρίτης αλλά και στο Albaycin της Γρανάδα –εκεί που ακόμα υπάρχουν άνθρωποι που ζουν στις σπηλιές που έχουν απομείνει. Πολλά χρόνια μετά και ακόμα δεν έχω αποφασίσει ποια  είναι πιο όμορφη – η Σεβίλλη ή η παλιά πόλη της Λισσαβόνας. Και οι δυο είναι  αριστουργηματικές. Ξέρω πάντως πως για το γούστο μου οι Ισπανίδες είναι οι πιο όμορφες στην Ευρώπη και ας έχουν ενωμένα φρύδια, ενώ  οι Πορτογαλίδες μένουν τελευταίες στην κατάταξη της προτίμησής μου. Μια μέρα αφού αφήσαμε τη Λισσαβόνα, έμαθα πως το  βράδυ που ήμασταν εκεί έπαιζαν οι Radiohead. Βαρύ πλήγμα, πέρασαν δέκα χρόνια μέχρι να το χωνέψω .

Το ταξίδι με το αυτοκίνητο ήταν πιο σχετικά ανώδυνο. ΒενετίαΊνσμπρουκΧαϊδελβέργηΆμστερνταμ σε κάτι λιγότερο από 5 μέρες. Δε θυμάμαι και πολλά. Θυμάμαι όμως ένα βράδυ στο Άμστερνταμ σε ένα μεγάλο club που όλοι χόρευαν με trance να δείχνω σε μια πιτσιρίκα τα βήματα από τον ικαριώτικο χορό  – ή μήπως ήταν Καβαντορίτικος. Δεν έχει άλλωστε και τόσο σημασία. Για  εκείνο το βράδυ και μόνο βαφτίσαμε το χορό αυτό «violin island songs».

Mε το που έδεσε το πλοίο στην Ικαρία, ένας τύπος που μόλις γύρναγε από ένα πανηγύρι στουπί, με αγκάλιασε και μου είπε «Η Ικαρία είναι Άλφα».

Τελευταία μου ταξιδιωτική αγάπη τα Καπετανιανά στα Αστερούσια Όρη της Κρήτης και οι κέδροι στη Γαύδο. Πάντα όμως παραμένω πιστός  στην Ικαρία, παρόλη την αρχική μου άρνηση να βρεθώ στο νησί. Μετά από πολλές κουβέντες με έπεισαν να πάρω ένα καράβι με τελικό προορισμό τον Εύδηλο. Το καλωσόρισμα ήρθε τα ξημερώματα με το που είχε δέσει το πλοίο, όπου ένας τύπος που μόλις γύρναγε από ένα πανηγύρι στουπί με αγκαλιάζει λέγοντας «Η Ικαρία είναι Άλφα». Από τότε μετράω επτά επισκέψεις. Βαρκάδες στην ακτογραμμή Μαγγανίτη– Τράπαλο– Καρκινάγρι, βόλτες στα άγρια βουνά που είναι σαν κάποιος να τα πασπάλισε με τριμμένο μπισκότο, και βράδια Αυγούστου στη «Φουρτούνα», το επικό  μαγαζί του Νικόλα. Η Ικαρία παίρνει και το βραβείο hangover –εάν και νομίζω αυτό είναι κοινός τόπος για τους περισσότερους από εμάς. Αδυναμία νούμερο δυο από νησιά είναι η Αστυπάλαια –υπέροχα κυκλαδίτικη και ας μην ανήκει στις Κυκλάδες. Εκεί που «ο φίλος Στέφανος δεν κάνει εκπτώσεις στη μουσική» απορρίπτοντας όλες τις  παραγγελιές της βραδιάς. Βέβαια μου άρεσε πιο πολύ όταν το πλοίο έδενε στο παλιό λιμάνι, που ήταν συνέχεια της χώρας αλλά και τώρα όμορφα είναι. Και δε θα πω για την χαριτωμένη Κίμωλο. Δύο μέρες άλλωστε πέρασα εκεί και δε φτάνουν.

Τα πιο περίεργα ζώα που συνάντησα ποτέ σε όλα αυτά τα ταξίδια ήταν ένας χίπης σκύλος με τζίβες που άκουγε στο όνομα Janis, και ένα ψάρι με πόδια στο καπνιστήριο του μπαρ CCCP στο Prenzlauzberg του Βερολίνου  – δε θυμάμαι αν είχαν δυο ή τέσσερα πόδια θυμάμαι μόνο την αηδία που μου είχαν προκαλέσει.

Στο Βερολίνο βρίσκεται και το πιο ιδιαίτερο μπαρ που έχω επισκεφτεί. Ακούει στο όνομα «Ταραντίνο»-δεν είναι δύσκολο να καταλάβεις το γιατί. Τα σάουντρακ από τις ταινίες του σε επανάληψη και ο τύπος πίσω από τη μπάρα σερβίρει με ύφος αλά  Χάρβεϊ Καϊτέλ στο «Reservoir Dogs» .

Το πρώτο μέρος που επισκέφτηκα ποτέ  εκτός Ελλάδας ήταν η Δανία. Πάλι είχαμε κερδίσει σε ένα διαγωνισμό, σχολικό αυτή τη φορά και βρεθήκαμε δέκα μέρες στην Κοπεγχάγη για να γράψουμε ένα e-παραμύθι. Μια συρραφή από ιστορίες του Άντερσεν και μύθους του Αισώπου.

Στα άμεσα σχέδια μου είναι ένα ταξίδι πέντε ημερών στο Μιλάνο, για το «Red Hook Criterium». Εάν τα καταφέρω και τα βγάλω πέρα και δε μείνω στον τόπο, θα ήθελα να βρεθώ στη Μαδαγασκάρη για να δω από κοντά την μεγαλύτερη καταγεγραμμένη κατσαρίδα του κόσμου.

Εκτός και αν κάποια στιγμή περάσει κοντά από τη Γη η Χρυσή Καρδιά (Διαστημόπλοιο Άπειρης Απιθανότητας) και κάνω ωτοστόπ για ένα ταξίδι στο Γαλαξία.  Άλλωστε έχω πάντα στην τσάντα μου μια πετσέτα όπως κάθε διαγαλαξιακός ωτοστοπατζής που σέβεται τον εαυτό του.

*Αν έχεις δει κάπου τον Δημήτρη, σίγουρα θα είναι μαζί με το “Soma” ποδήλατό του, κατεβαίνοντας σφαίρα τη Συγγρού ή ανεβαίνοντας με ορθοπεταλιά τις ανηφόρες της Κυψέλης. Επίσης εάν σε κάποιο νησί βρεις ένα ξεχασμένο ζευγάρι μαύρα αθλητικά μαζί με ένα βερνίκι δίπλα δίπλα, θα είναι σίγουρα κάπου τριγύρω. Αγαπάει την τεκίλα, το Paranoid Android και τον κατάμαυρο σκύλο του που ακούει στο όνομα Cuervo. Είναι 34 ετών.

Μαριλένα Σαλαμάνου