Μέχρι το πλοίο «που όλο φτάνει», τραγουδάει ο Παύλος Παυλίδης… Ετοιμάζω τα πράγματα για να πάω κι εγώ – γιατί αλλιώς πώς να το νιώσεις, πώς να το αγγίξεις, το ταξίδι κάτω από τον ήλιο τον καυτό…
Και ήρθε, ήρθε αυτό το καλοκαίρι, να τες οι μέρες, ο χρόνος τρέχει… να μπούμε μέσα, να τα ξεχάσουμε όλα, να τα ρίξουμε πίσω, να αρμενίσουμε έστω και τόσα δα στα πέλαγα. Να αφεθούμε στα γαλάζια τα κύματα που πλέουν σε μέρη ξέγνοιαστα, αγαπημένα, με άσπρα κοχύλια και βότσαλα πολύχρωμα, με στάχυα χρυσά και μουσικές ωραίες, κάτω από άστρα φωτεινά και ολόγιομα φεγγάρια.
Παρέα με τους γλάρους να πετάξουμε, να κολυμπήσουμε δίπλα στα δελφίνια, να πιάσουμε αστερίες στους βυθούς, να φθάσουμε στις θάλασσες και στα νησιά – τα κοντινά, τα μακρινά, τα υπέροχα. Να ξεχάσουμε τα άσχημα, να θυμηθούμε τα καλά. Να σβήσουμε τα σύννεφα, να μετρήσουμε τα όνειρα. Να ανασάνουμε ελεύθεροι. Να αισθανθούμε ζωντανοί. Επιτέλους, στον λευκό τον αφρό «I’m sailing away / … / ‘Cause I’ve got to be free / Free to face the life that’s ahead of me…», το λέγανε από παλιά οι Styx –ξέρανε αυτοί…