Categories: ΠΟΛΗ

Η Άλλη Πλευρά του «Πλανήτη Αθήνα»

Aλήθεια, τι κάνεις όταν δεν μπορείς να γράψεις λέξη για κάτι που βίωσες; Πώς διαχειρίζεσαι τη νωπή εμπειρία που προκαλεί αμηχανία ή μούδιασμα; Την απροθυμία για την καταγραφή ή έστω την αναμόχλευσή της; Eχω παρακολουθήσει, με ελάχιστες «απουσίες», όλες τις δράσεις της Στέγης Γραμμάτων και Τεχνών στο πλαίσιο του Fast Forward Festival μέχρι σήμερα. Και είναι η πρώτη φορά που η σύμβαση της πρωτοφανούς και επιθετικής, λόγω της βαριάς βιωματικότητας και συγχρόνως αυθεντικότητας, διάδρασης των Χ Apartments (ολοκληρώθηκαν την Κυριακή) με διαπέρασε.

Όταν τελείωσε η σχεδόν τρίωρη περιπλάνηση σε σπίτια ερειπωμένα, κατοικίες μεταναστών, πορνοξενοδοχεία, καταλήγοντας στο Άσυλο Ανιάτων, ήταν σαν να είχα κάνει το γύρο του κόσμου (του δικού μου υπολανθάνοντος μικρόκοσμου, για να ακριβολογώ) σε χρόνο express. Μετά από την ανοιχτή στις ζωντανές κι απρόβλεπτες δυνάμεις της ζωής περιπέτεια, τη βουτιά στα «σκοτάδια» της δεν πρόκειται να ξαναδώ την πόλη που γεννήθηκα, μεγάλωσα και γέννησα, και τους ανθρώπους της, όπως τους έβλεπα. Ποτέ ξανά.

Είναι η πρώτη φορά που αισθάνθηκα πραγματικά ευάλωτη απέναντι στην πραγματικότητα που κρύβεται σε υπόγεια και δώματα της πόλης μου. Είδα (είδαμε) τη φλέβα της ζωής να χτυπά δυνατά πίσω από τις προσόψεις, πίσω από το φως, στην αθέατη πλευρά  ή στην πλευρά εκείνη που προσπερνώ (-ναμε) βιαστικά. Το σημαντικό είναι ότι  δεν την ατένισα από απόσταση ασφαλείας ηδονοβλεπτικά, αλλά  μπαίνοντας από την κεντρική θύρα και κοιτώντας την κατάματα.

Ακολούθησα τη διαδρομή 2: Αγίου Μελετίου –Κυψέλη. Τα κουδούνια τα οποία, σε ανύποπτο χρόνο, θα ήθελα να είχα χτυπήσει, προσπερνώντας ανοιχτά παράθυρα με παιδικές φωνές που κελαηδάνε στα αραβικά και μπαλκόνια που μυρίζουν shisha, ξαφνικά τα χτύπησα. Μια κι έξω. Και πάντα κάποιος μου άνοιγε με χαμόγελο την πόρτα. Είδα το φτωχικό παιδικό δωμάτιο μιας πεντάχρονης από τη Συρία που με ξέβγαλε στο ασανσέρ με χαιρετούρες ενθουσιώδεις κουνώντας τα βραχιολάκια της σαν τρελή. Άραγε θα πάρει ποτέ το γλυκό πλασματάκι, που είναι η χαρά της ζωής, την ελληνική ιθαγένεια; Θα δημιουργήσει σε αυτό τον τόπο τη δική της οικογένεια; Θα τα βγάζει πέρα; Εισχώρησα  στο πνιγμένο με αφίσες της Παναγίτσας υπόγειο ενός μετανάστη, που, ζώντας μια κινηματογραφική οδύσσεια, τελικά νομιμοποιήθηκε. Θα ζήσει ήρεμα στο εξής ή θα πρέπει συνεχώς να αποδεικνύει το αυτονόητο; Κεράστηκα με την κιτρινωπή σαν κονιάκ μολδαβέζικη ρακί σε ένα «λουλουδιασμένο» δώμα 4 τετραγωνικών στην Κυψέλη ακούγοντας τα όνειρα της ενοίκου του. Θα προλάβει να δει το παλατάκι που χτίζει στο χωριό της για την εγγονούλα της, με λεφτά  που βγάζει καθαρίζοντας νυχθημερόν λεκάνες, να ολοκληρώνεται; Ο Κασίμ από τη Σιέρα Λέονε που μας παρέσυρε σε ένα web radio αυτογνωσίας, στο παιδικό δωμάτιό του, θα γίνει, όπως θέλει, δημοσιογράφος;

Το ημιτελές κέλυφος πολυκατοικίας που θρονιάστηκε βαρύ πάνω από τον ιστορικό κινηματογράφο «Άρης» και όπου εμείς απολαύσαμε σονάτες του Μπραμς ζωντανά,  θα ολοκληρωθεί κάποτε; Θα συνεχίζει να είναι η αιτία μιας αφόρητης σκιάς για την γειτονιά;  

Στο καφενείο Pronto, στο σταθμό του Μετρό Αττική, όπου μια νεαρή κοπέλα, ολοφάνερα εθισμένη από ουσίες, με μισόκλειστα μάτια μου ζήτησε να της πιάσω με λαστιχάκι την κοτσίδα, ξεκίνησε το «μεγάλο» ταξίδι των X-Apartments. Εκεί μαζί με την άγνωστη συνοδό, συνθεατή και συνοδοιπόρο μου (γιατί η διαδρομή γινόταν ανά  δυάδες ώστε να μην διαρρηγνύεται η ιδιωτικότητα των οικιών που επισκεπτόμασταν), με την οποία συνδέθηκα σαν να είχαμε μοιραστεί εμπειρίες χρόνων, προμηθευτήκαμε το χάρτη με τις οδηγίες πλοήγησης: εδώ στρίβεις. Χτυπάς το τάδε κουδούνι. Φοράς τα ακουστικά.

Δεν μπορεί, σας διαβεβαιώ, να περιγραφεί με λέξεις  το συναίσθημα που εκλείεται όταν έχοντας τα μάτια κλειστά, σε ένα από τα χιλιάδες μικροαστικά διαμερίσματα της Κυψέλης, ένα μικρό χεράκι εναποθέτει στην παλάμη σου τα παιχνιδάκια του. Ή όταν ο άνεργος πατέρας της θυμάται απ΄τη γενέτειρά του τη Συρία τις μυρωδιές από το χώμα, την άμμο της Σαχάρα, τα πεύκα, τα λουλούδια την άνοιξη, τις ελιές που καίγονται. Δεν περιγράφεται με λέξεις η δύναμη της θέλησης του Μπάρυ Αμαντού, που θαλασοπνίγηκε ερχόμενος  από τη Σρι Λάνκα για να φτάσει μέσω Παρισιού, Καζαμπλάνκα, Κωνσταντινούπολης, Σμύρνης και Σάμου αισίως στην Αθήνα.

Oταν στην ερειπωμένη διόροφη κατοικία επί της Αριστομένους, ένα από εκατοντάδες αρχοντικά που ρημάζουν βουβά σήμερα, έχουν δεχτεί πάσης φύσεως επιδρομές κι ο κήπος τους θυμίζει ζούγκλα, σε περιμένει λουκουμάκι και μαστίχα λικέρ μαζί με τις φωνές παιδιών που κάποτε το κατοίκησαν (στέγαζε νηπιαγωγείο), τα απομεινάρια από τις κατά καιρούς εισβολές, αλλά και μια γυμνή ηλικιωμένη κυρία.

Δεν περιγράφεται η έκπληξη όταν στην οδό Λήθης 7 ένας από τους ελάχιστους ενοίκους της τεράστιας πολυκατοικίας που λόγω  κρίσης δεν ολοκληρώθηκε ποτέ στα θεμέλια του κινηματογράφου Άρης, δείχνοντάς μας τα συρματοπλέγματα απάνω από την περίφραξη του κήπου δήλωσε: «Εδώ είναι το οχυρό Ευρώπη». Κι εν συνεχεία μας ρώτησε: «Μπορείτε να ξεχάσετε όλες τις εμπειρίες της ζωής σας;»

Η διαδρομή περιλάμβανε και πορνοξενοδοχείο. Η εντολή ήταν να μην μιλάμε και να ξαπλώσουμε στο κόκκινο ριχτάρι του διπλού κρεβατιού, δίπλα από τις γεμάτες ζωή κλίνες του αγοραίου έρωτα. Για να ακούσουμε μαζί με  τον ήχο της πλατείας Αμερικής, τα ποπ τραγούδια που κατά πρόσωπο και με τη νοηματική γλώσσα μας τραγούδησαν: You and me used to be together. Killing me softly. Enjoy the silence.

Πόσες φoρές έχω προσπεράσει το Άσυλο Ανιάτων στην Αγία Ζώνης, εκεί όπου είναι στοιβαγμένοι ως περιθώριο οι άνθρωποι που θεωρούνται άχρηστοι για την κοινωνία; Δεν θυμάμαι. Ιδού η ευκαιρία, η σπρωξιά, για την ακρίβεια, για να περάσω το κατώφλι του. Η εγκατάσταση στους άδειους νοσοκομειακούς θαλάμους περιελάμβανε και ζωντανές υπάρξεις (όπως ένα νεαρό που μελετούσε τον ποινικό κώδικα). Ωστόσο δεν  ήταν παρά ένα αδύναμο κι ανεπίδοτο «μήνυμα» μπροστά στην εικόνα-γροθιά των μόνιμων τροφίμων. Η ζωή ως παράσταση.

Ιωάννα Κλεφτόγιαννη

Share
Published by
Ιωάννα Κλεφτόγιαννη