Categories: ΠΟΛΗ

Στην Urbana Lab φαντάζονται την πόλη αλλιώς, πιο συμπεριληπτική

Παρασκευή βράδυ, στα Τίρανα, οι δρόμοι άλλαξαν όνομα. Μια φεμινιστική ομάδα μετονόμασε είκοσι οδούς της αλβανικής πρωτεύουσας δίνοντάς τους τα ονόματα είκοσι αλβανικής καταγωγής γυναικών που δολοφονήθηκαν εντός του 2021. Στην ανακοίνωση διάβαζες: «Σε μια κοινωνία όπου η δομική/συστημική και πατριαρχική βία μετατρέπει τις γυναίκες σε θύματα και τους άντρες σε εγκληματίες, όπου το έγκλημα δικαιολογείται και τα θύματα μονίμως κατηγορούνται, μία μαζική αντίδραση προς έναν ριζοσπαστικό μετασχηματισμό είναι αναγκαία. Πάνω απ’ όλα, οι δολοφονίες γυναικών και η έμφυλη βία δεν είναι ιδιωτικά ζητήματα αλλά κοινωνικά και πολιτικά». Στην Σουηδία, γίνεται ήδη gender mainstreaming, δηλαδή ένταξη της οπτικής της φύλου στις υπηρεσίες της, δημιουργώντας μάλιστα ένα ταινιάκι που δείχνει πως μπορεί το χιόνι κι ο εκχιονισμός να επηρεάζουν διαφορετικά τα άτομα, αναλόγως του φύλου τους. 

Στα καθ’ ημάς,  η Urbana Lab, από το 2019 στοχεύει στη διασφάλιση του δικαιώματος στην πόλη για όλες, όλους και όλα, όπου συνυπάρχουν οι διαφορετικές ανάγκες και επιθυμίες και η ασφάλεια. «Για να μπορεί η πόλη να ανταποκριθεί στην ποικιλία των αναγκών και των επιθυμιών των ανθρώπων της, χρειάζεται όλες, όλοι και όλα να συμμετέχουμε ενεργά στην κοινωνική και χωρική της ανάπτυξη», γράφει στο καταστατικό της. H Urbana συνεργάζεται με αρχιτεκτόνισσες, μηχανικούς, κοινωνικές επιστημόνισσες και παιδαγωγούς, αξιοποιώντας σύγχρονες πρακτικές και διεπιστημονικές προσεγγίσεις, εστιάζοντας σε τρεις άξονες: την ανάδειξη της οπτικής του φύλου, της συμπερίληψης και της συμμετοχής για τον (ανα)σχεδιασμό των σύγχρονων αστικών χώρων.

Η Εύα Γρηγοριάδου και η Γεωργία Μανουσογιαννάκη, συνιδρύτριες της Urbana Lab, σπούδασαν Αρχιτεκτονική στο Πολυτεχνείο Κρήτης. «Τελειώνοντας τη σχολή το 2013, δεν είχα κανένα ερέθισμα για το πως θα μπορούσα εγώ ως αρχιτεκτόνισσα να εμπλακώ σε κάτι που συμβαίνει στην κοινωνία γύρω μας, να κάνω αυτό που πλέον το ονομάζουμε κοινωνική αρχιτεκτονική», δήλωσε η Εύα Γρηγοριάδου. «Ήθελα να βρω έναν διαφορετικό τρόπο να προσεγγίσω την αρχιτεκτονική και τις γνώσεις που είχα λάβει. Σιγά-σιγά, ήρθαμε σε επαφή με την κοινωνική κουζίνα «Ο Άλλος Άνθρωπος» και βοηθήσαμε να στηθεί ο χώρος στον Κεραμεικό, προσπαθώντας να βοηθήσουμε με όλα όσα συμβαίνουν. Το πιο σημαντικό βήμα βέβαια ήταν το μεταπτυχιακό “International Cooperation and Sustainable Emergency Architecture” στη Βαρκελώνη που κάναμε μαζί με τη Γεωργία. Εκεί άρχισαν να ξεκαθαρίζουν πολλά πράγματα και βλέπαμε ότι για πράγματα που συζητούσαμε στη σχολή, αλλά δεν ξέραμε πως να τα ονοματίσουμε και να τα περιγράψουμε, υπήρχαν λέξεις, συγκεκριμένες μεθοδολογίες και πρακτικές. Είχαμε εντυπωσιαστεί από αυτό, αλλά τη λέξη «συμμετοχικός ή συμπεριληπτικός σχεδιασμός» δεν την είχαμε ακούσει παλιότερα. Δεν είχαμε ιδέα πως μπορεί να σχετίζεται η οπτική του φύλου, η έμφυλη ισότητα κι ο φεμινισμός με τον αστικό σχεδιασμό». 

Μέσα από την επαφή τους με ομάδες στην Βαρκελώνη, άρχισαν να αντιλαμβάνονται ότι αυτά που ήθελαν, θα μπορούσαν πράγματι να μπουν σε μια πρακτική και να είναι η εργασία τους αυτή. «Είχε ενδιαφέρον το πως βιώναμε και την πόλη της Βαρκελώνης, όπου παρότι ήμασταν ξένες και δεν ξέραμε καν την γλώσσα, νιώθαμε άνετα. Νιώθαμε ότι υπήρχε μεγάλη φροντίδα σε πολλές περιοχές. Για παράδειγμα, έβγαινες έξω να περπατήσεις και ήξερα ότι αν κουραστώ, θα υπάρχει ένα παγκάκι λίγο πιο κάτω να κάτσω, να ξεκουραστώ, κάτω από ένα όμορφο δέντρο. Συζητώντας, καταλήγαμε ότι αυτή η άνεση εξηγείται από το γεγονός ότι πολλοί από τους χώρους της πόλης, είχαν σχεδιαστεί μέσα από συμμετοχικές διαδικασίες. Δηλαδή, οι ίδιες οι κοινότητες, οι ίδιοι οι κάτοικοι είχαν πει τη γνώμη τους για το πως να διαμορφωθούν αυτοί οι χώροι κι αυτό είχε πολύ μεγάλο αντίκτυπο. Υπάρχει αυτή η κουλτούρα της συμμετοχής των ανθρώπων. Είχε μόλις εκλεγεί η νέα δήμαρχος της Βαρκελώνης, η Ada Colau, η οποία το είχε θέσει ως προτεραιότητα σε όποια παρέμβαση γινόταν στην πόλη να υπάρχει συμμετοχικός σχεδιασμός και να προσπαθεί να αναδειχθεί και η οπτική του φύλου. Δηλαδή, το πως βιώνουν οι γυναίκες, οι θηλυκότητες, τα παιδιά, τα ηλικιωμένα άτομα, τους δρόμους της πόλης». 

Έχει να κάνει με το πως οικειοποιούμαστε τον δημόσιο χώρο και το πως φροντίζουμε ο ένας τον άλλον, η μία την άλλη και να υπάρχει αυτή η αίσθηση της γειτονιάς. 

Έτσι, η Εύα Γρηγοριάδου και η Γεωργία Μανουσογιαννάκη είχαν πάντα στο πίσω μέρος του μυαλού τους την Αθήνα, καθώς έβλεπαν ομοιότητες στην πόλη και στην κουλτούρα των ανθρώπων. «Μια ομοιότητα που μας ενέπνευσε είναι το πως ζούμε έξω, στον δημόσιο χώρο, τον υπαίθριο χώρο. Κάτι που μου άρεσε πολύ στη Βαρκελώνη είναι οι γιορτές γειτονιάς που κλείνουν κάποιους δρόμους, κατεβάζουν καρέκλες και τραπέζια, το κάθε σπίτι φτιάχνει το φαγητό του και τρώνε όλοι μαζί. Αυτό είναι κάτι που γίνεται πολύ τακτικά εκεί και σίγουρα μπορώ να το φανταστώ να γίνεται και στην Αθήνα ή σε χωριά στην Ελλάδα. Έχει να κάνει με το πως οικειοποιούμαστε τον δημόσιο χώρο και το πως φροντίζουμε ο ένας τον άλλον, η μία την άλλη και να υπάρχει αυτή η αίσθηση της γειτονιάς», σχολίασε η Εύα Γρηγοριάδου.

Τι είναι η κοινωνική αρχιτεκτονική; «Έχει να κάνει με τον τρόπο που ανταποκρίνεται η αρχιτεκτονική στις κοινωνικές ανάγκες των πόλεων, γιατί οι πόλεις πέρα από χωρικές διαμορφώσεις είναι και ένα πεδίο όπου αναπτύσσονται όλες οι σχέσεις κι όταν περνάει κρίση το ένα, περνάει και το άλλο. Οπότε, προσπαθούμε να συνδυάζουμε τη ματιά μας όταν αναλύουμε ένα χώρο. Λέμε συχνά ότι ο δημόσιος χώρος ή οποιοσδήποτε σχεδιασμένος χώρος δεν είναι ένα ουδέτερο πεδίο που δίνει ίσες ευκαιρίες σε όλα τα άτομα. Έχει δημιουργηθεί με βάση κάποιες αρχές και δυστυχώς, υπάρχουν ανισότητες και διακρίσεις. Αποδεχόμενοι ότι η κοινωνία μας λειτουργεί με βάση πατριαρχικά πρότυπα και δομές, μπορούμε να δούμε ότι το ίδιο ισχύει και στο χώρο της πόλης. Αυτό είναι ένα πρωταρχικό σημείο από το οποίο ξεκινάμε να δουλεύουμε σε μια γειτονιά, σε μια περιοχή», συμπλήρωσε η συνιδρύτρια της Urbana Lab. 

«Μπορούμε να ξεκινήσουμε αρκετά πιο πίσω, να αναλογιστούμε πως έχουν φτάσει οι πόλεις να φτάσουν στο πως είναι σήμερα. Τις προηγούμενες δεκαετίες που άρχισαν να παίρνουν τη μορφή τους οι πόλεις όπως τις ξέρουμε τώρα, στις θέσεις ισχύος ήταν κυρίως άντρες από συγκεκριμένα κοινωνικά στρώματα, οι οποίοι είχαν μια συγκεκριμένη αντίληψη και ανάγνωση για τον χώρο της πόλης. Άλλες ομάδες πολιτών, όπως γυναίκες, παιδιά, ηλικιωμένα άτομα δεν συμμετείχαν σε αυτές τις διαδικασίες. Αυτό έχει να κάνει με τους ρόλους που επιτελούν τα φύλα. Βλέπουμε ακόμη και σήμερα ότι οι γυναίκες είναι εκείνες οι οποίες αναλαμβάνουν σε συντριπτικό ποσοστό τις εργασίες φροντίδας και την μη αμειβόμενη εργασία στο σπίτι, για τα παιδιά ή τα ηλικιωμένα άτομα. Προσαρμόζουν όλη τους τη ζωή, όλη τους την καθημερινότητα με βάση και αυτό. Από την άλλη, οι άντρες είναι ακόμη αυτοί που εργάζονται και φέρνουν τα χρήματα στο σπίτι. Όλο αυτό δημιουργεί διαφοροποιημένες χρήσεις στο χώρο της πόλης. Για παράδειγμα, υπάρχουν έρευνες που δείχνουν ότι οι άντρες κάνουν μια πολύ πιο γραμμική κίνηση: πηγαίνουν από το σπίτι, στην δουλειά κι επιστρέφουν πίσω. Ενώ οι γυναίκες προκειμένου να φροντίσουν για όλα αυτά, κάνουν πολλές μικρές διαδρομές γύρω απ’ το σπίτι, πιθανότατα να επιλέξουν μια εργασία μερικής απασχόλησης ή να σταματήσουν να εργάζονται όταν κάνουν παιδιά, οπότε έχουν μια διαφορετική κινητικότητα μέσα στην πόλη. Όταν σχεδιάστηκαν οι πόλεις από τους άντρες, δεν είχαν λάβει υπόψη ότι οι γυναίκες θα χρειαστεί να κάνουν μία πολυγωνική διαδρομή γύρω από το σπίτι για να πάει το παιδί στο σχολείο με το καροτσάκι, να πάει στο σούπερ μάρκετ, να γυρίσει σπίτι, να πάρει το λεωφορείο να πάει στη δουλειά της, να ξαναπάρει το παιδί κλπ. Είχαν σαν άξονα τη δική τους εμπειρία για την πόλη που ήταν το φεύγω από το σπίτι, παίρνω το ΙΧ, πηγαίνω στη δουλειά μου, επιστρέφω και κάποιος άλλος έχει φροντίσει για όλα τα άλλα». 

Πως έχει διαμορφωθεί η Αθήνα; «Η πόλη της Αθήνας έχει διαμορφωθεί δίνοντας προτεραιότητα στην κίνηση με το αυτοκίνητο, προτεραιότητα στις αμειβόμενες εργασίες, ενώ υπάρχει όλο αυτό που γίνεται από πίσω και συντηρεί τη ζωή και μένει στην αφάνεια. Για αυτό είναι πολύ δύσκολο να καλυφθούν οι ανάγκες για την φροντίδα. Μπορούμε να σκεφτούμε πως κινείται μια μητέρα που ως συνήθως εκείνη κρατάει το καροτσάκι ή ένα ηλικιωμένο άτομο ή μια γυναίκα τη νύχτα. 

Είναι σαν ο δημόσιος χώρος να μην έχει σχεδιαστεί για εμάς, να μην μας ανήκει, να γινόμαστε μια «πρόκληση» στο δημόσιο χώρο, ακριβώς γιατί είναι σαν να μην ανήκουμε σε αυτόν. 

Όλη αυτή η δομή έχει βασιστεί στο γεγονός ότι η γυναίκα ανήκει στο σπίτι, στον ιδιωτικό χώρο, να φροντίζει, ο άντρας είναι αυτός που βγαίνει έξω, που έχει δημόσια παρουσία. Άρα, αν βγει μια γυναίκα έξω, λίγο να έχουν αλλάξει οι συνθήκες και να έχει νυχτώσει, να περάσει από ένα σημείο όπου βρίσκεται μια συγκεκριμένη ομάδα ανθρώπων, αμέσως θα της πουν «εσύ τι δουλειά έχεις εδώ;» ή θα το νιώσει αυτό, θα τραβήξει τα βλέμματα. Επίσης, οι γυναίκες κινούμαστε πολύ περισσότερο με τα πόδια ή με τα ΜΜΜ, ενώ οι άντρες διευκολύνονται πολύ περισσότερο με τα ΙΧ. Σε μια πόλη, είναι σε δεύτερη μοίρα η κίνηση των πεζών και των ΜΜΜ. Πάλι βλέπουμε πως βιώνουν οι γυναίκες πιο δύσκολες και επικίνδυνες καταστάσεις», δηλώνει η Εύα Γρηγοριάδου.

Σε ένα εργαστήριο που έγινε σε συνεργασία με το Πάντειο, οι Urbana Lab μελέτησαν μαζί με τις φοιτήτριες την περιοχή γύρω από το Πανεπιστήμιο υπό την οπτική του φύλου, έχοντας συγκεκριμένους δείκτες ως εργαλεία για να αναλύσουν την εμπειρία τους ως γυναίκες και θηλυκότητες στο χώρο. «Εκεί είναι ξεκάθαρο ότι δίνεται προτεραιότητα στην κίνηση των ΙΧ πάνω στην Συγγρού, τα οποία περνάνε ανενόχλητα, δεν υπάρχει καν φανάρι, ενώ αν είσαι πεζή χρειάζεται να περάσεις από τις υπόγειες διαβάσεις, οι οποίες είναι σε κάποια σημεία πάρα πολύ σκοτεινές και πάρα πολύ επικίνδυνες. Αυτό έχει έμφυλο πρόσημο, γιατί συνήθως γυναίκες ή άτομα νεαρής ηλικίας ή ηλικιωμένα θα περάσουν από κάτω, οι άντρες μέσης ηλικίας, οι αρτιμελείς, θα κινούνται πάνω στον δρόμο με το αυτοκίνητο», συμπληρώνει. 

«Έχουμε αποδεχτεί την κατάσταση, έχουμε προσαρμοστεί σε αυτό και λέμε εντάξει, έτσι είναι να ζεις στην Αθήνα. Θα παίρνεις τηλέφωνο την φίλη σου το βράδυ, όταν γυρνάς σπίτι, θα έχεις τα κλειδιά στο χέρι, θα είσαι στη μέση του δρόμου. Γιατί «έτσι είναι». Αυτό προσπαθούμε να θέσουμε υπό αμφισβήτηση. Δεν είναι έτσι τα πράγματα, έτσι έχουν σχεδιαστεί. Σίγουρα με κάποιες παρεμβάσεις στον δημόσιο χώρο, δεν θα αλλάξουν οι νοοτροπίες των ανθρώπων, δεν θα σταματήσει να υπάρχει σεξισμός και να γίνονται επιθέσεις, αλλά προσπαθούμε να αναδείξουμε μια άλλη οπτική σε αυτό το πεδίο». 

Η ονοματοδοσία των οδών σχετίζεται με την εκπροσώπηση και τις αναπαραστάσεις που υπάρχουν στο δημόσιο χώρο. Πως είναι αυτός ο τομέας στην Ελλάδα; «Αυτός είναι ένας δείκτης που μελετάμε, όταν ερευνούμε μια περιοχή: τι αναπαραστάσεις των φύλων υπάρχουν εκεί. Όσον αφορά τα ονόματα των δρόμων, είναι κυρίως ανδρικά στην πλειονότητά τους, αν είναι γυναικεία, θα είναι είτε από κάποια βασίλισσα είτε από κάποια αγία. Λες και δεν υπάρχουν γυναίκες που έχουν αναδειχθεί είτε στην ιστορία, είτε στην καθημερινή ζωή των γειτονιών μας και των πόλεων. Ένα άλλο κομμάτι είναι τα αγάλματα, τα οποία απεικονίζουν τις περισσότερες φορές άντρες ήρωες της ιστορίας. Στην Καρδίτσα, έχει ενδιαφέρον ότι στην κεντρική πλατεία υπάρχει το άγαλμα του Πλαστήρα και στο πλάι είναι κάποιες γυναικείες μορφές, οι Μούσες. Η γυναίκα στον δημόσιο χώρο υπάρχει μόνο ως πηγή έμπνευσης για κάποιον άντρα δημιουργό. Πραγματικά, χρειάζεται να φανεί σε όλα τα επίπεδα η ανισότητα για την οποία μιλάμε». 

Στην Urbana Lab, πραγματοποιούν εργαστήρια που στοχεύουν πολύ στην ευαισθητοποίηση και στο να αντιληφθούμε την έμφυλη διάσταση που υπάρχει στις γειτονιές και τις πόλεις μας. Αν βρεθείς σε κάποιο από τα εργαστήριά τους (έχουν γίνει ήδη στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, στον Κολωνό και την Καρδίτσα), αρχικά, θα αναλύσουν το ερευνητικό πλαίσιο πάνω στο οποίο βασίζεται η προσέγγιση αυτή και μια ιστορική ανάλυση του πως διαμορφώθηκαν οι πόλεις, από ποιόν, για ποιόν, ποιά είναι η θέση, πως βιώνουν διαφορετικά τα άτομα την πόλη ανάλογα με το φύλο τους κ.ά. Στη συνέχεια, μαζί με τις συμμετέχουσες, επιλέγονται κάποιες διαδρομές στην γειτονιά και περπατούν όλες μαζί, σε διάφορες ώρες της ημέρας και πρωί και βράδυ, και με συγκεκριμένους δείκτες, αξιολογούν αυτές τις διαδρομές. Σκοπός είναι να δουν ποιά είναι η αίσθηση ασφάλειας, αν υπάρχει καλή προσβασιμότητα σε συγκεκριμένα σημεία, για παράδειγμα σε πλατείες, από τη μία όσον αφορά το πρακτικό κομμάτι της προσβασιμότητας, δηλαδή αν μπορεί να φτάσει εκεί ένα αμαξίδιο ή ένα καρότσι με μωρό, και από την άλλη, όσον αφορά την κοινωνική προσβασιμότητα, δηλαδή το αν έχει γίνει «κατάληψη» από συγκεκριμένες ομάδες ατόμων που μπορεί να κάνει γυναίκες και θηλυκότητες να μη νιώθουν άνετα εκεί. 

Εμείς μπορούμε να έχουμε το ρόλο του μεσάζοντα μεταξύ των κατοίκων μιας γειτονιάς και των Δήμων, ώστε οι αποφάσεις να μην έρχονται μόνο από τα πάνω, να έρχονται και από τα κάτω. 

«Ένας άλλος δείκτης έχει να κάνει με τη ζωτικότητα, για παράδειγμα, αν υπάρχει ένα ψιλικατζίδικο που είναι ανοιχτό όλο το 24ωρο. Εξετάζουμε αν υπάρχει ζωή σε αυτήν την περιοχή καθόλη τη διάρκεια της ημέρας κι όχι αποκλειστικά από μια ομάδα πολιτών, αναζητούμε αν υπάρχει ποικιλομορφία κι αν γίνονται παράλληλες δράσεις όλες τις ώρες της ημέρας. Αυτό είναι κάτι που επίσης δίνει αίσθηση ασφάλειας, το να υπάρχουν άνθρωποι που κινούνται γύρω μας», σχολιάζει η Εύα Γρηγοριάδου και αναφέρεται σε ένα κοινωνικό πείραμα που έγινε σε ένα μέρος στην Ινδία όπου σημειώνονταν πολλές επιθέσεις σε γυναίκες. Μετά από ανάλυση του συγκεκριμένου δρόμου, μέσω της φεμινιστικής αρχιτεκτονικής παρατηρήθηκε ότι δεν υπήρχε καθόλου κίνηση ανθρώπων, έτσι όταν άνοιξε ένα 24ωρο μαγαζί, μειώθηκαν αισθητά οι επιθέσεις. 

«Ένας τρίτος δείκτης σχετίζεται με τις αναπαραστάσεις των φύλων στο δημόσιο χώρο, όπως τα ονόματα των δρόμων, οι διαφημίσεις, ακόμη και συνθήματα τα οποία είναι γραμμένα στους τοίχους, γιατί αποτελούν τη φωνή της γειτονιάς. Για παράδειγμα, μια κοπέλα σε δρόμο όπου δεν ένιωθε πολύ άνετα, όταν διάβασε στους τοίχους δύο-τρία φεμινιστικά συνθήματα, αμέσως αναθάρρησε, γιατί ένιωσε ότι μάλλον έμενε ή κινούνταν εκεί γύρω μια κοπέλα που θα μπορούσε να την βοηθήσει αν συνέβαινε κάτι. Οι συμμετέχουσες κάνουν καταγραφές με βάση τους δείκτες που τους έχουν δοθεί, τα συζητάμε όλες μαζί και στο τέλος, βγαίνουν κάποια συμπεράσματα και κάποιες προτάσεις για το πως θα μπορούσε μια πλατεία να λειτουργεί με τρόπο που να νιώθουν πιο άνετα και πιο ασφαλείς». 

Η Urbana Lab επιδιώκει στο να περάσουν στο να προχωρήσουν στο δεύτερο σκέλος του έργου μας, το οποίο αφορά το πως αυτές οι προτάσεις μπορούν να υλοποιηθούν όντως, δηλαδή το «πως μπορούν να γίνουν κάποιες χωρικές παρεμβάσεις, ώστε να αλλάξουμε πράγματα τα οποία παρατηρούμε στο πλαίσιο των εργαστηρίων. Ιδανικά, θα θέλαμε να συνεργαζόμαστε με τους Δήμους και τους εκάστοτε φορείς τοπικής αυτοδιοίκησης, ώστε πριν γίνει κάποια παρέμβαση ή ανάπλαση σε κάποια γειτονιά, να κάνουν τέτοιου είδους εργαστήρια, ώστε να μιλάνε οι ίδιοι οι κάτοικοι για το πως θα θέλανε να γίνει αυτή η ανάπλαση. Εμείς μπορούμε να έχουμε το ρόλο του μεσάζοντα μεταξύ των κατοίκων μιας γειτονιάς και των Δήμων, ώστε οι αποφάσεις να μην έρχονται μόνο από τα πάνω, να έρχονται και από τα κάτω. Χρειάζεται βέβαια να γίνουν σωστά οι διαδικασίες, να είναι προσβάσιμες για όλες και όλους, γιατί τα πιο ηλικιωμένα άτομα ίσως να μη μπορούν να συμμετάσχουν σε διαδικτυακή συνάντηση ή οι ώρες που έχεις επιλέξει να μην βολεύουν τα εργαζόμενα άτομα ή τις μητέρες που προσέχουν τα παιδιά. Είναι ανάγκη να δώσεις πολλές ευκαιρίες για να έχεις πραγματικά τη συμμετοχή. Γιατί αν έρθουν πάλι και συμμετάσχουν συγκεκριμένες ομάδες, δεν είναι πολύ συμπεριληπτική η διαδικασία», δήλωσε η Εύα Γρηγοριάδου.

Ένα άλλο πρόγραμμα που κάνουν στην Urbana Lab λέγεται «Αυλές συμπερίληψης». Εκεί μελετούν μαζί με τα παιδιά του σχολείου τον χώρο της αυλής, στον οποίο πάλι παρατηρούν ότι υπάρχουν έμφυλες διακρίσεις και ανισότητες. «Βλέπουμε ότι στις σχολικές αυλές στην Ελλάδα, το μεγαλύτερο και το κεντρικό μέρος της αυλής προορίζεται για συγκεκριμένα αθλήματα, το μπάσκετ και το ποδόσφαιρο, στα οποία συμμετέχουν κυρίως αγόρια και τα κορίτσια, πιο δύσκολα και σπάνια. Αν δεν θέλουν τα κορίτσια να συμμετάσχουν σε αυτή τη δραστηριότητα, εκτοπίζονται στην περιφέρεια που δεν έχουν κάτι να κάνουν. Η μοναδική ασχολία που μπορεί να έχουν είναι να κάθονται ίσως σε κάτι παγκάκια για να κοιτάνε το θέαμα της αυλής κι όχι για να αλληλεπιδράσουν κάπως μεταξύ τους, γεγονός που δημιουργεί πολλές ανισότητες στις αυλές. Τρέξαμε το πρόγραμμα στην Κυψέλη, στο 45ο δημοτικό, έκαναν τα ίδια τα παιδιά μια παρατήρηση για το πως χρησιμοποιούνταν μια μεγάλη περιοχή της αυλής από τα αγόρια της Ε’ και ΣΤ’ τάξης και τα κορίτσια των ίδιων τάξεων ήταν εκτοπισμένα στον διάδρομο, τα οποία προσπαθούσαν να παίξουν στριμωγμένα στο διάδρομο βόλεϊ, κι αν τους έφευγε η μπάλα στην τεράστια έκταση που «ανήκε» στα αγόρια, τους φώναζαν. Μάλιστα, κάποια κορίτσια είπαν ότι δεν θέλουν να ενοχλούν τα αγόρια, θέλουν να κάθονται στην άκρη. Από τόσο μικρή ηλικία, είχαν δεχτεί ότι θα είναι στην άκρη, για να μην ενοχλούν τα αγόρια. Αντίστοιχα, μια ενήλικη γυναίκα σε μικτή συνάντηση μπορεί να μη μιλήσει να πει τη γνώμη της και να κάτσει στην άκρη για να μιλήσει ο άντρας.

Που είναι το δικαίωμα να υπάρχεις κι εσύ στο χώρο ή στη συζήτηση; Δεν ενοχλείς κάποιον, έχεις ισότιμο δικαίωμα με όλους τους άλλους».

Αναστασία Βαϊτσοπούλου