Στα ταξί περνάω περίπου το ένα πέμπτο του χρόνου μου. Δεν είναι ότι δεν θέλω να περπατήσω για να πάω στις δουλειές μου. Το αντίθετο. Είναι ότι τις περισσότερες φορές δεν προλαβαίνω. Κλασική εικόνα, να κατεβαίνω τρέχοντας προς τη Σόλωνος, στο αριστερό χέρι ο καφές και το κινητό, στο δεξί οι φάκελοι, η καπαρντίνα να σέρνεται και το χέρι να τινάζεται, καθώς φωνάζω «Εφετείοοοοο». Το πρώτο πράγμα που θα παρατηρήσω μέσα σ’ ένα ταξί, είναι ο ραδιοφωνικός σταθμός που ακούει ο οδηγός. Από αυτό εξαρτάται πολλές φορές το αν η διαδρομή μέχρι τον τελικό προορισμό θα είναι στοιχειωδώς ευχάριστη ή αν θα καταριέμαι την ώρα και τη στιγμή που δεν πήρα το λεωφορείο/ τα πόδια μου/ ένα αερόστατο. Τι ενδέχεται ν’ αντιμετωπίσεις, λοιπόν, μέσα σ’ ένα ταξί, ανάλογα με τη μουσική που ακούγεται απ’ το ραδιόφωνό του;
Ενημερωτικοί σταθμοί: Συνήθως πενηντάρης (και βάλε), βέρι βέρι χολοσκασμένος με την κατάσταση που επικρατεί στη χώρα (άσχετα με το πόσο και αν συνέβαλε σ’ αυτή). Παρακολουθεί την επικαιρότητα περισσότερο από τον μέσο ρεπόρτερ του Reuters και στις κρίσιμες στιγμές για την ελληνική οικονομία, όπως αυτές μεταδίδονται δια στόματος του εκάστοτε ραδιοφωνικού δημοσιογράφου, παίρνει τηλέφωνο τους συναδέλφους του, για να σχολιάσουν αν τα ‘κανε καλά ο Τόμσεν (η απάντηση στο ερώτημα είναι προφανής) και για να μπινελικώσουν όποιον πολιτικό έκανε σχετική δήλωση καπάκι μετά τις επίσημες ανακοινώσεις. Χρόνια στο κουρμπέτι, ξέρει το πολιτικό σύστημα και τις οικονομικές θεωρίες καλύτερα από την παλάμη του. Ο φραπές στην ειδική θήκη κουνιοτραμπαλίζεται, όσο ανεβαίνει σπινιάροντας τη Χαριλάου Τρικούπη κι εσύ αναρωτιέσαι πόσα ταλέντα πια έχασε η ΑΣΟΕΕ και το Λόντον Σκουλ οβ Εκονόμικς. Tip: Αν ακουστεί κάποια στιγμή η φωνή του Τράγκα ή του Πορτοσάλτε, ξεκίνα να παίρνεις τηλέφωνα ή να κάνεις ότι παίρνεις τηλέφωνα. Αφενός θα σώσεις μερικές εκατοντάδες εγκεφαλικά κύτταρα από την αυτοκτονία, αφετέρου θα γλιτώσεις την ατάκα – πάσα για κουβέντα «μα δίκιο δεν έχει, ρε κοπελιά».
Dance σταθμοί με mainstream επιτυχίες, γιέεεα: Φοράνε ζελέ στα μαλλιά, από αυτόν που κάνει το μαλλί ταβανόπροκα, είναι υπερκινητικοί ακόμα και πάνω στο κάθισμα και μιλάνε πάρα πολύ. Είτε έζησαν τα ένδοξα 80s (όπου και παρέμειναν), έχοντας ίνδαλμα το Σταμάτη Γαρδέλη, είτε είναι μικρότεροι και η διασκέδασή τους βρίσκεται στα μαγαζιά που παίζουν κυρίως ό,τι υπάρχει στα top charts UK/ USA. Μέχρι να σε πάει στον προορισμό σου, έχει γυρίσει το κεφάλι του προς εσένα 32 φορές, να σε ρωτήσει αν είναι όλα καλά, αν σε πειράζει το παράθυρο/ το αιρκοντίσιον/ η συναστρία Κρόνου – Δία/ το ότι τα πατάκια είναι λίγο λερωμένα. Και κυρίως για να σε ρωτήσει «με τί ασχολείσαι». Αντί να πεις «με το να κάνω υπομονή», πες του, «χαμηλώνετε λίγο, σας παρακαλώ, την ένταση του ραδιοφώνου, γιατί έκανα μια επέμβαση στον λαβύρινθο πρόσφατα». Θα ακούσει «λαβύρινθο», θα καταλάβει ότι είσαι αρχαιολόγος, θα δει ότι δεν τον «παίρνει» κι από κει και πέρα, μέχρι τον προορισμό, θα απολαύσεις το καλύτερο πράγμα στον κόσμο των ταξί: τη σιωπή.
Ελληνική pop με λαϊκά γυρίσματα (ή χωρίς): Όμοιο στυλ με την από πάνω κατηγορία, ίσως λιγότερο υπερκινητικός, καθόσον «βυθίζεται» στην ερμηνεία της Χρυσάνθης – Παγώνας (η Χρύσπα είναι αυτή), οπότε έχει άλλες δουλειές και δεν τον καίει ιδιαίτερα να ασχοληθεί με το αν σε πειράζει που έχει ντουμανιάσει το ταξί με τα τσιγάρα του. Το καλό με αυτόν είναι ότι συνήθως δεν έχει ενδιαφέροντα και απλά πάει και κάνει τη δουλειά του, οπότε είναι λιγότερες οι πιθανότητες να σου πιάσει κουβέντα, την ώρα που το στομάχι σου έχει γίνει κόμπος από το άγχος για τη δουλειά που σε περιμένει. Αν καταλάβεις – με οποιονδήποτε τρόπο – ότι είναι βισσικός, πιάσ’ του εσύ την κουβέντα, π.χ. με αφορμή το εγγόνι της Άννας. Εκεί του αξίζει.
Rock και ελαφρύ το χώμα που σκεπάζει τον Dio: Σπανίως θα τον δεις με τα «μαύρα του μεταλά». Ο εσωτερικός διάκοσμος του ταξί είναι μίνιμαλ, δεν έχει τίποτα να κρέμεται από τον καθρέφτη και συνήθως σε ρωτάει αμέσως αν σε ενοχλεί η ένταση της μουσικής. Ακούς τους Zeppelin, θυμάσαι τα νιάτα σου κι αναρωτιέσαι πώς μπορεί να το κάνει αυτό κάθε μέρα (περίοδος Led Zeppelin/Deep Purple/κ.λπ. συνήθως συμπίπτει με τα καταραμένα χρόνια του Κλεραζίλ, που θες να σβηστούν από τη συλλογική μνήμη). Κατά μέσο όρο, έχω παρατηρήσει ότι σέβεται τον K.O.K. περισσότερο απ’ ό,τι οι υπόλοιποι και είναι γενικά εξυπηρετικός. Πάρ’ του την κάρτα, μπορεί να σου χρειαστεί στο μέλλον.
Αθλητικοί σταθμοί: Το καλύτερό μου. Ειδικά αν είναι Δευτέρα πρωί και διενεργείται εκτενής ανάλυση της προηγηθείσας αγωνιστικής. Ή αν επίκειται αγώνας τζαμπιολί. Θα μιλάει από πάνω από το δημοσιογράφο «τί λες ρε, που δεν ήταν κόκκινη, στραβός είσαι», κ.λπ. κι εσύ θα κάθεσαι πίσω άνετη και ξεπαπούτσωτη και θ’ απολαμβάνεις τον μονόλογο. Η κατηγορία αυτή δεν έχει ηλικία, ενδεχομένως οι λίγο μεγαλύτεροι να είναι πιο εκδηλωτικοί, να γκαρίζουν λίγο περισσότερο και να βρίζουν λίγο περισσότερο. Αλλά δε σε νοιάζει, είναι pure bliss. Δε θα σε ρωτήσουν, μάλλον, τι ομάδα είσαι, αλλά αν συμβεί αυτό, πρόσεξε τί θα απαντήσεις. Το ασφαλέστερο είναι «μπα, δεν ασχολούμαι, κάνω διδακτορικό στη συμπεριφορά της μύγας της Μεσογείου την τελευταία εικοσαετία». Διότι αν απαντήσεις «λάθος» (δηλαδή την ομάδα που δεν υποστηρίζει αυτός), θα σε πάει αντί για το Γαλάτσι, στο Καπανδρίτι. Ή θα σου ξινίσει τη μούρη και θ’ αρχίσει να πετάει διάφορες προβοκατόρικες ατάκες. Εσύ, βράχος. Έχεις όλο το χρόνο να τον βρίσεις στο twitter μόλις κατέβεις απ’ το ταξί.
Έντεχνοι σταθμοί: Πτυχιούχος φιλοσοφικής/ αρχαιολογίας/ χημείας/ ο,τιδήποτε συναφές, που η μαύρη του η μοίρα τον έριξε στο τιμόνι. Πνίγει τον πόνο του στα τάστα του Θανάση Παπακωνσταντίνου. Βιάζεται ο καψερός να σε πάει εκεί που θες, γιατί μετά παραδίδει το ταξί στον επόμενο οδηγό κι έχει να τρέξει στα ιδιαίτερα, που φέτος είναι ακόμα πιο λίγα. Στενοχωριέσαι και κοιτάς έξω απ’ το παράθυρο. Και δε σε νοιάζει αν ακούει πράγματα που εσύ δεν ακούς ούτε αλυσσοδεμένη.
ΕΡΑ: Δεν θα τον πετύχεις. Μάλλον για αρκετό καιρό. Για τους γνωστούς λόγους. Κρίμα.
Λαϊκοί σταθμοί: Ντέρτια, μέσα κι έξω, κομπολόι, καφές (θα προτιμούσε μια ουίσκα, αλλά η κυρα-Τασία του το έχει απαγορεύσει πριν τις 7 το απόγευμα). Έχει την πιο χαρακτηριστική κίνηση στριψίματος τιμονιού, αυτή που ακουμπάει στο τιμόνι η βάση του αντίχειρα και τα υπόλοιπα δάχτυλα στέκονται λεβέντικα (κι εσύ σκέφτεσαι, «πιάσ’ το, άνθρωπε κανονικά, δεν οδηγείς νταλίκα»). Μπορεί να ακούει από Καζαντζίδη μέχρι Χάρη Κωστόπουλο όλη μέρα, πράγμα που, εγώ, αν ήμουν το κράτος, θα το είχα εκμεταλλευτεί με κάποιον τρόπο. Για ν’ αντέχουν τα τύμπανά του αυτό το ντίρι ντίρι όλη μέρα, μπορεί ν’ αντέξει τα πάντα. Μέχρι και για διαπραγματεύσεις στα ελληνοτουρκικά θα τον έστελνα.
Ενδέχεται να σου φτιάξει και το κέφι, μέχρι τον προορισμό σου. Είναι λίγο βαρύ το «τί τα θέλεις τα στολίδια» για πρωί, αλλά, όσο να πεις, την ανεβάζει τη διάθεση.
Εν Λευκώ: Τυχερέ, εγώ γιατί μια ζωή να πέφτω σ’ αυτούς με τις dance επιτυχίες;
Εκκλησία της Ελλάδος: Πρόσχωμεν. Το ντουλαπάκι είναι ινσταλέισον από εικονίσματα σε κάθε μορφή (πλαστικοποιημένες κάρτες, σκαλιστά, κ.λπ.). Από τον καθρέφτη κρέμονται μερικά κομποσκοίνια, μια ευχή του Άνθιμου (γραμμένη στο χέρι) και δυο τρία ματόχαντρα. Αν δεν είναι περίοδος μεγάλων θρησκευτικών γιορτών (Χριστούγεννα ή Πάσχα), οπότε ακούει το συγκεκριμένο σταθμό για να μη χάσει τις λειτουργίες, είναι βεριτάμπλ θεοσεβούμενος. Στο ντουλαπάκι έχει βίους Αγίων, τη βιογραφία του Χριστόδουλου και τα κηρύγματά του, ευλαβικά συλλεγμένα απ’ όταν τα μοίραζαν οι εφημερίδες. Κάνε ότι παίζεις με το κινητό και απόφυγε να πεις τις λέξεις «γιόγκα» και «furby».
Παραδοσιακοί σταθμοί: Αν είναι κρητικός ο σταθμός, ρώτα τον πού μπορείς να φας καλό κρητικό φαγητό στην Αθήνα. Αν δε σου απαντήσει «μόνο στο σπίτι μου, που μαγειρεύει η γυναίκα μου», να μου γράψεις.