Τον Σεπτέμβριο του 2012 το φημισμένο, αιωνόβιο ουζερί της Δεξαμενής πάτησε το κουμπί της επανεκκίνησης. Η πορεία του είχε διακοπεί για περίπου πέντε χρόνια μέχρι που οι επιχειρηματίες Νεκτάριος Νικολόπουλος και Παύλος Γιαβής (το Κολωνάκι τους ήξερε από το Perfect Ten της Πλουτάρχου) το ανέλαβαν και του έδωσαν νέα πνοή, κρατώντας όμως τον παραδοσιακό χαρακτήρα του. Οι μεζέδες του παραμένουν απλοί με εξαίρεση δυο-τρία πιο γκουρμέ πιάτα, το ούζο και οι μπίρες του καταναλώνονται σε αφθονία από το μεσημέρι, ενώ το πρωί όλοι προτιμούν τον φημισμένο ελληνικό καφέ του.
Οι παλιοί θαμώνες επανήλθαν, νέοι το γνώρισαν, τα καλοκαίρια όταν τελειώνουν οι προβολές του παρακείμενου ομώνυμου θερινού σινεμά επικρατεί το αδιαχώρητο. Τα πρωινά τα πράγματα είναι πιο ήρεμα. Μποέμ φιγούρες, ζευγάρια που ξεκλέβουν λίγο χρόνο μεταξύ υποχρεώσεων και παππούδες με τα εγγόνια τους, αφού βολεύει και η κοντινή πλατεία με την παιδική χαρά της, ανηφορίζουν ή κατηφορίζουν –αναλόγως- προς το νηπιαγωγείο-μπαρ-γηροκομείο της Δεξαμενής, αυτό ακριβώς αναγράφει η ταμπέλα του. Με άλλα λόγια ένα ουζερί για όλη την οικογένεια.
Στην μικρή πλατεία μπροστά από το ουζερί υπάρχει το άγαλμα του ποιητή Οδυσσέα Ελύτη. Εκεί κάποια βράδια του σερβίρουν το αγαπημένο του κοκτέιλ το “Gin Fish” που αναφέρεται μάλιστα σε ποιήμά του, μια μικρή ιεροτελεστία που καθιέρωσε ο Ρένος Χαραλαμπίδης, από τους πιο τακτικούς θαμώνες της Δεξαμενής, τον πετυχαίνουμε μάλιστα να πίνει τον καφέ του παρέα με τον τραγουδοποιό Παντελή Αμπατζή.
«Η Δεξαμενή είναι ένα μέρος που σου δίνει έμπνευση. Δίπλα υπάρχει ένα από τα ωραιότερα θερινά της Αθήνας. Θυμάμαι μάλιστα όταν πριν αρκετά χρόνια είχε τύχει να παρακολουθώ ταινία του Γκοντάρ μόνος στο σινεμά, μόνο εγώ και ο Σημίτης που ήταν τότε πρωθυπουργός. Στα 90ς είχε άλλη γοητεία, πιο σκοτεινή. Το καρτοτηλέφωνο που υπάρχει από την επάνω πλευρά της πλατείας ήταν το γραφείο μου επί εποχής “No Budget Story”. Από εκεί έκανα όσα τηλέφωνα χρειάζονταν, με έβλεπε κάθε μέρα ο Περάκης που περνούσε από εδώ και με πείραζε. Εδώ στα ‘90ς έρχονταν πολλοί άνθρωποι του ελληνικού ανεξάρτητου κινηματογράφου που γεννιόταν τότε, εδώ έχω πετύχει τον Διονύση Σαββόπουλο και τον Βαγγέλη Γερμανό. Από τότε που το ανέλαβαν τα παιδιά έχει μεν αλλάξει λίγο ως προς τον κόσμο, τώρα έχει περισσότερο, αλλά θα έλεγα ότι έχει γίνει καλύτερο, το φρόντισαν περισσότερο, αντικατέστησαν τις πλαστικές καρέκλες. Ξέρεις πόσες πτώσεις είχαμε πριν; Όπως και να ‘χει παραμένει μια δεξαμενή ιδεών», λέει ο σκηνοθέτης που μας έδωσε μια από τις πιο χαρακτηριστικές αθηναϊκές ταινίες, τα Φτηνά Τσιγάρα.
Η πλατεία Δεξαμενής πήρε την ονομασία της από την δεξαμενή που υπάρχει δίπλα ακριβώς από το θερινό σινεμά. Είναι κλειδωμένη όλο τον χρόνο εκτός από τα Θεοφάνεια όπου στα νερά της ρίχνουν τον σταυρό. Αυτό είναι ένα από τα παράπονα του Νεκτάριου Νικολόπουλου. «Έχω προτείνει στον δήμο να ανοίξει την δεξαμενή, είναι αρχαιολογικός χώρος πανέμορφος, θα έπρεπε να είναι προσβάσιμος στο κοινό. Έχω προτείνει να βάλω εγώ λεφτά για να υπάρχει φύλακας και να επιτηρεί, όπως επίσης τους έχω προτείνει με δικά μου έξοδα να φροντίσουμε την παιδική χαρά δίπλα μας, γιατί είναι παραμελημένη. Απάντηση δεν πήρα ποτέ καμία. Είναι κρίμα. Είναι από τα πιο όμορφα σημεία της Αθήνας. Όταν ανοίξαμε πάλι τη Δεξαμενή δεν μπορείς να φανταστείς πόσο συγκινηθήκαμε όταν ήρθαν παλιοί θαμώνες, παππούδες με μαγκούρες. Ήρθαν με κριτικό μάτι, ήρθαν να δουν αν σεβαστήκαμε τον χώρο. Κερδίσαμε την εμπιστοσύνη τους και ο κόσμος γεμίζει τη Δεξαμενή».
Καθώς πέφτει το σούρουπο η Δεξαμενή γεμίζει, ο κόσμος έρχεται για να απολαύσει την ηρεμία μιας και δεν ακούγεται από πουθενά μουσική. Σκεφτείτε μόνο πώς αυτό ήταν το στέκι του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη, μια από τις πιο χαρακτηριστικές φωτογραφίες του έχει τραβηχτεί στη Δεξαμενή. Σκεφτείτε αυτό για να πάρετε μια αίσθηση από την δυναμική και την ατμόσφαιρα αυτής της όασης στην καρδιά της Αθήνας.
Κράτα το