Για τους περισσότερους κατοίκους μιας οποιασδήποτε πόλης, τα βαγόνια των τρένων αποτελούν απλά ένα μέσο που εξυπηρετεί στις καθημερινές τους μετακινήσεις. Για κάποιους άλλους, με μερικά χρωματιστά σπρέι και την κατάλληλη κάλυψη γίνονται η αφορμή για να αναπτύξουν φιλίες και διαμάχες χρόνων, ενώ συχνά τους έχουν φέρουν αντιμέτωπους με τη δικαιοσύνη. Ο Κ. και ο Σ. έχουν μια δεύτερη ζωή που αναπτύσσεται μεταξύ συρμού και αποβάθρας, δεν έχουν σε καμία εκτίμηση την «street art» και όταν μιλούν για γκραφίτι εννοούν δυσανάγνωστες γραμματοσειρές που καμιά σχέση δεν έχουν με την «τέχνη».
Όταν μιλάμε για γκραφίτι εννοούμε φουσκωμένα και περίεργα γράμματα που δεν έχουν καμιά σχέση με τέχνη. Δικός μας σκοπός δεν είναι ούτε να προκαλέσουμε γράφοντας μια μαλακία τύπου “βασανίζομαι”, ούτε να περάσουμε κάποιο πολιτικό μήνυμα, ούτε να βγούμε στην τηλεόραση θέλουμε και λίγο μας ενδιαφέρει αν σου αρέσει εσένα ή όχι.
Ο Κ. έχει σπουδάσει γραφιστική και τα τελευταία εφτά χρόνια μαζί με τον Σ. ταγκάρει ασταμάτητα τρένα. Σχεδόν κάθε σαββατοκύριακο κι από ένα. «Το πόσο συχνά βάφω εξαρτάται καθαρά από τα λεφτά και τη γυναίκα. Τρένα υπάρχουν, καθαρά βέβαια είναι δύσκολο να βρεις, αλλά δεν πειράζει, όλα καλύπτονται. Είναι το πιο δύσκολο μέρος για να κάνεις γκραφίτι, γι’ αυτό δεν το κάνουν όλοι. Όταν φτιάχνεις ένα κομμάτι σε βαγόνι ισοδυναμεί με χίλια street αφού είναι μια διαδικασία με κινδύνους». Κάθε crew -ακόμα και αν είναι δύσκολο να διακρίνεις τι ακριβώς γράφει έτσι όπως περνάει μπροστά σου ένα βαγόνι με ταχύτητα- αποτυπώνει με σπρέι το όνομά του, αφήνοντας έτσι το στίγμα του στο μέσο μεταφοράς. Ωστόσο, καθώς οι ομάδες είναι πολλές, συχνά δημιουργούνται διαμάχες μεταξύ τους, οι οποίες όμως κατά των Κ, συντηρούνται στο επίπεδο μιας άτυπης κόντρας και δεν προεκτείνονται σε βίαια επεισόδια. Αυτή είναι άλλωστε και η μυθολογία του γκραφίτι, από τα μέσα της δεκαετίς του ’70 που εμφανίστηκε στη σύγχρονη νεοϋρκέζικη μορφή του για να εξαπλωθεί σε όλες τις μητροπόλεις του πλανήτη. «Παλιότερα ήμασταν ελάχιστοι που το κάναμε. Πριν μια πενταετία βέβαια έβλεπες παντού βαμμένα τρένα γιατί είχαν μειώσει τους σεκιουριτάδες, ξεκίνησαν και κάτι έργα στις γραμμές κάνοντας την πρόσβαση πιο εύκολη. Τον τελευταίο καιρό που έχουν αρχίσει να καθαρίζουν πάλι τα βαγόνια και να φέρνουν πίσω τους φύλακες, όλοι αυτοί που την είχαν δει “γαμάω και δέρνω” τώρα κλείνονται στα σπίτια τους. Γι’ αυτό πάντα θα υπάρχουν αυτοί που είναι kings και αυτοί που είναι toys. Το ζήτημα δεν είναι να βάφεις για μια προσωρινή δόξα αλλά να συνεχίζεις, αφού όσο πιο πολύ βάφεις τόσο πιο πολύ αξίζεις και αποκτάς και τον σεβασμό των παλαιότερων. Υπάρχουν κόντρες στο χώρο του τρένου, όχι πως θα σου κάνουν κάτι όσοι έχεις αντιπαλότητες, μπορεί να σε κράζουν αλλά στη φάπα κανείς δεν θα φτάσει».
Πολλοί κάνουν δουλειές και κατά παραγγελία. Τους παίρνει ένας φίλος τους δημοσιογράφος, πάνε βάφουν – ο ένας “έχει αποκλειστικό” και οι “γκραφιτάδες” δημοσιότητα. Εδώ βλέπουμε εκθέσεις με θέμα το γκραφίτι από άτομα που δεν έχουν καμία σχέση με τον χώρο.
Οι δύο γκραφιτάδες δεν επικροτούν την street art που έχει κατακλύσει τους τοίχους στο κέντρο της Αθήνας, εξηγώντας πως το να κρατάς ένα σπρέι δεν σε κάνει αυτόματα γκραφιτά. Από το ασπρόμαυρο σχέδιο που κάλυπτε για μερικές μέρες την πρόσοψη του Πολυτεχνείου μέχρι τα παγκοσμίως διαδεδομένα έργα του Banksy, δεν ταυτίζονται με τίποτα και κανέναν που προσπαθεί να ανάγει το γκραφίτι σε τέχνη. «Όταν μιλάμε για γκραφίτι εννοούμε φουσκωμένα και περίεργα γράμματα που δεν έχουν καμιά σχέση με τέχνη. Δικός μας σκοπός δεν είναι ούτε να προκαλέσουμε γράφοντας μια μαλακία τύπου “βασανίζομαι”, ούτε να περάσουμε κάποιο πολιτικό μήνυμα, ούτε να βγούμε στην τηλεόραση θέλουμε και λίγο μας ενδιαφέρει αν σου αρέσει εσένα ή όχι. Η street art είναι αντιδεοντολογική, έχει γίνει μόδα και αυτό είναι που μας τσαντίζει. Πίσω από πέντε γκραφιτάδες που είναι οι ίδιοι και οι ίδιοι, υπάρχουν συγκεκριμένα free press έντυπα που τους προωθούν, πολλοί κάνουν δουλειές και κατά παραγγελία. Τους παίρνει ένας φίλος τους δημοσιογράφος, πάνε βάφουν – ο ένας “έχει αποκλειστικό” και οι “γκραφιτάδες” δημοσιότητα. Εδώ βλέπουμε εκθέσεις με θέμα το γκραφίτι από άτομα που δεν έχουν καμία σχέση με τον χώρο».
Υπάρχουν άνθρωποι εκεί έξω που με τη δουλειά που κάνουν δεν θα πήγαινε ποτέ το μυαλό σου πως τα βράδια βάφουν τρένα. Άλλος δουλεύει στα μπουζούκια, άλλος είναι δικηγόρος, υπάρχουν ακόμα και στρατιωτικοί που ασχολούνται με παράνομο γκραφίτι, και όχι με νόμιμο street art
«Γνώρισα δυο κωλόπαιδα όταν σπούδαζα στην Καλών Τεχνών στην Θεσσαλονίκη που με μύησαν στον χώρο. Από τότε ο τοίχος δε με καυλώνει». Όταν ήταν έφηβος ο Σ. ένιωθε τύψεις που ξεκίνησε να βάφει τους τοίχους του σχολείου του, γιατί άκουγε πως τα σπρέι ενισχύουν την τρύπα του όζοντος. Σήμερα, έχει επέμβει στην ομοιόμορφη όψη των βαγονιών του Βερολίνου, του Βελγίου και σύντομα θα ταξιδέψει μέχρι τη Βαλένθια και τη Βαρκελώνη για τον ίδιο σκοπό. Νιώθει πως είναι εθισμένος σε αυτή τη διαδικασία, σε καμία περίπτωση βάνδαλος, και εξηγεί πως γι’ αυτόν είναι μια τόσο απλή και καθημερινή διαδικασία όπως σε κάποιον άλλον γεννιέται η ανάγκη να διαβάσει ένα βιβλίο για να χαλαρώσει. «Αντί να κάνουμε τουρισμό, πάμε όπου βρίσκουμε φτηνά εισιτήρια και βάφουμε. Έξω τα πράγματα είναι πιο εύκολα. Στη Γερμανία έχεις δεκαπέντε γραμμές στη διάθεση σου κι εφόσον τα έχεις καταφέρει στο δικό μας περιορισμένο σύστημα εκεί μοιάζει με παιχνιδάκι. Όπου όμως και να είσαι, πρέπει να χάσεις ώρες για να μελετήσεις τον χώρο, πρέπει να βρεις τον κατάλληλο εξοπλισμό για να περάσεις τα μέτρα ασφαλείας. Καμιά φορά η προσωπική σου ζωή μένει πίσω αλλά όλη αυτή η διαδικασία μας έχει μεγαλώσει σαν άντρες». Παρότι και οι δύο προέρχονται από επαγγέλματα που δείχνουν πως «πιάνει το χέρι τους», ο Σ τονίζει πως οι δύο τους δεν αποτελούν τον κανόνα. «Ξέρεις ποιο είναι το γαμάτο στην όλη υπόθεση; Πως υπάρχουν άνθρωποι εκεί έξω που με τη δουλειά που κάνουν δεν θα πήγαινε ποτέ το μυαλό σου πως τα βράδια βάφουν τρένα. Άλλος δουλεύει στα μπουζούκια, άλλος είναι δικηγόρος, υπάρχουν ακόμα και στρατιωτικοί που ασχολούνται με παράνομο γκραφίτι, και όχι με νόμιμο street art».
Ένα περιοδικό με τον τίτλο Outsider κυκλοφορεί από χέρι σε χέρι από το 2012. Πρόκειται για έντυπο/λεύκωμα γεμάτο με βαμμένα τρένα, αφού όπως λένε οι δύο φίλοι που βρίσκονται πίσω από το εγχείρημα αυτό, ένα γκράφιτι ζει μερικές φορές μέσα από μόνο μια φωτογραφία. «Αν βάψεις δέκα λεπτά, μπορεί και να σου πάρει μια βδομάδα για να βρεις την φωτογραφία, μπορεί να περιμένεις με τις ώρες να περάσει το τρένο και υπάρχει η περίπτωση να το έχουν καθαρίσει. Αν δεν φωτογραφίσεις τη δουλειά σου είναι σα να μην έγινε ποτέ, μπορεί να σου λέμε ιστορίες ότι βάψαμε δέκα αεροπλάνα αλλά αν δεν σου τα δείξουμε τι νόημα έχει; Στο περιοδικό υπάρχουν φωτογραφίες των πιο σεβαστών, πιο ενεργών στο χώρο που δεν θα τις βρεις στο ίντερνετ. Τώρα θα συνεργαστούμε με μια γερμανική εταιρεία που θα το διανέμει έξω, μήπως βγάλουμε και κανένα χαρτζιλίκι από όλο αυτό το πράγμα».
Αμφότεροι έχουν βρεθεί να κατηγορούνται σε δικαστήρια για αυτό τους το πάθος, ωστόσο ποτέ δεν έχουν συλληφθεί εν ώρα δράσης. Θεωρούν πως οι Έλληνες αστυνομικοί τους έχουν φερθεί αρκετά εντάξει. «Υπάρχουν οι κομπλεξικοί, αυτοί που μπορεί να σκάσουν έξω από την πόρτα του σπιτιού σου. Οι περισσότεροι όμως είναι υπέρ μας, πολλοί μας προσπερνούν και άλλοι τόσοι μας λένε μέχρι και μπράβο. Με σεκιουριτάδες έχουν γίνει μαλακίες, αλλά εκεί μπορεί να δώσεις και ξύλο. Με την αστυνομία όμως δεν παίζουμε». Ένας από τους λόγους που δεν επιθυμούν να γραφτεί το όνομα του crew στο οποίο ανήκουν, παρά μόνο τα αρχικά του μικρού τους ονόματος είναι γιατί άπαξ και τους έκαναν μια φορά εξακρίβωση στοιχείων, θεωρούνται ύποπτοι ακόμα σε περιπτώσεις που δεν αφορούν τα δικά τους σπρέι. Έχουμε πλήρη επίγνωση των συνεπειών που φέρνει μαζί του αυτός μας ο εθισμός. «Αν σε πιάσουν μια φορά για κάτι που φταις θα σε καλέσουν άλλες δέκα για άλλα που δεν έκανες, αφού βάζουν τους σεκιουριτάδες να ταυτοποιήσουν απλά κάποιον που είναι φακελωμένος. Μετά σου φέρνουν την εισαγγελία σπίτι και φτιάχνουν ένα σενάριο πιστευτό για το δικαστήριο. Παίρνεις αναβολές και πιέζεσαι ψυχολογικά καθώς σκέφτεσαι πως εν μέρει έχουν δίκιο, μέχρι την στιγμή που θα σε κρίνουν αθώο. Αν ήθελαν πάντως να μας χώσουν μέσα γι’ αυτό, θα το είχαν κάνει ήδη. Στο εξωτερικό υπάρχουν άνθρωποι που έχουν βάψει όλο το χάρτη και τους αναζητά η Ιντερπόλ, και δεν είναι λίγοι εκείνοι που έχουν κάνει ληστείες για να βρουν τα λεφτά που απαιτούν τα υλικά. Εμείς είμαστε προσγειωμένοι, εργαζόμαστε και ό,τι μπορούμε το διαθέτουμε για τον σκοπό μας».