Categories: ΠΟΛΗ

Η νέα Αθήνα σε άρθρο-διθύραμβο του Condé Nast Traveller

Η αλήθεια είναι ότι φέτος κάθε τουριστικό περιοδικό που σέβεται τον εαυτό του έχει ένα αφιέρωμα στην Ελλάδα. Η χώρα βρίσκεται παντού. Σε λίστες με τους δέκα, τους πενήντα ή τους εκατό top προορισμούς παγκοσμίως, σε φωτογραφίες με υπερλούξ δωμάτια ξενοδοχείων, σε αφιερώματα με λαχταριστά φαγητά και χαμογελαστούς  κατοίκους, σε καρτποστάλ με «αρχαία και πάλι αρχαία», σε αυτό το μπλε που ξεχειλίζει σχεδόν από παντού, από θάλασσες, πισίνες και σουβενίρ. Γοητευτικές εικόνες, ενός καλοκουρδισμένου, αλλά επαναλαμβανόμενου διαφημιστικού μοτίβου.

Αυτό το κλίμα ήρθε να ανατρέψει το αφιέρωμα που ετοίμασε το Condé Nast Traveller για το κέντρο της Αθήνας και δημοσιεύτηκε στο τεύχος Σεπτεμβρίου. Κάνοντας μια μικρή αναφορά στο πώς η λιτότητα και οι αναταραχές είχαν πλήξει τον τουρισμό της πρωτεύουσας, οι συντάκτες του δημοφιλούς τουριστικού εντύπου υποστηρίζουν ότι το κύμα της νεανικής επιχειρηματικότητας, που δραστηριοποιείται ξανά ιδιαίτερα δυναμικά, είναι ο κύριος λόγος που ο τουρισμός ανακάμπτει με ραγδαίους ρυθμούς στην Αθήνα.

Στις σελίδες του Condé Nast Traveller, το «επιχειρείν» στο ιστορικό κέντρο προβάλλεται μέσα από ένα νέο πρίσμα, με αιχμή τον πολιτισμό, την τέχνη και τα κοινωνικά δρώμενα. Το άρθρο υποστηρίζει (και πολύ καλά κάνει) ότι οι υποβαθμισμένες γειτονιές της Αθήνας, που δέχτηκαν πολύ μεγάλο πλήγμα τα τελευταία χρόνια, ανθίζουν ξανά μέσα από πρωτοβουλίες νέων ανθρώπων, οι οποίοι άφοβα αποφασίζουν να υλοποιήσουν και να στηρίξουν τις υπέροχες ιδέες και πρωτοβουλίες τους στην καρδιά της πόλης, δίνοντας πνοή σε ό,τι φαινόταν γερασμένο και αφιλόξενο μέχρι πρόσφατα. Η νεανική επιχειρηματικότητα αποτελεί εξάλλου ακριβώς αυτό: το να αρπάξεις την ευκαιρία, να αγκαλιάσεις την ευτυχία και να αναλάβεις τον κίνδυνο που σου αναλογεί.

Το κείμενο είναι σημαντικό διότι δε στέκεται μόνο στην απλή τουριστική προβολή των αξιοθέατων της Αθήνας. Ούτε ασχολείται αποκλειστικά με τη θεωρητική προσέγγιση της νεανικής επιχειρηματικότητας, την οποία παρακολουθούμε συχνά μέσα από συνέδρια, συναντήσεις, ομιλίες και συναφείς δραστηριότητες. Το φαινόμενο προσεγγίζεται σε πρακτική βάση, καθώς μέσα από αυτές τις σελίδες δεν γίνεται αναφορά στο τι θα μπορούσε να γίνει και τι θετική επίδραση πιθανόν να είχε, αλλά στο τι έχει ήδη συντελεστεί αλλάζοντας το πρόσωπο της Αθήνας προς το καλύτερο.


Στο αφιέρωμα, λοιπόν, φιγουράρουν ενδεικτικά τόσο νέα τουριστικά μαγαζιά, όσο και χώροι εστίασης και ξενοδοχεία. Διαβάζοντας, λοιπόν, το κείμενο συναντά κανείς το FORGET ME NOT με τα πρωτότυπα σουβενίρ και τις tote bags από ανακυκλωμένες συσκευασίες φέτας που ξεπουλάνε σαν τρελές, το Β38, που ειδικεύεται σε ρούχα και αξεσουάρ ελλήνων σχεδιαστών, τον αγαπημένο πολυχώρο του ΡΟΜΑΝΤΣΟ και τα γνωστά μπαράκια ΚΥΡΙΟΣ ΧΟΥ (στα Πετράλωνα) και ΚΥΡΙΟΣ – σκέτο- (στην Πλατεία Μαβίλη). Με ιδιαίτερα κολακευτικά λόγια το ρεπορτάζ στέκεται πάνω στις νέες αφίξεις ξενοδοχείων με στυλ, που έχουν ήδη υλοποιηθεί, όπως, το CITY CIRCUS, αλλά και σε αυτές που «ψήνονται»: Το ΕΜΠΟΡΙΚΟΝ (ναι, εννοεί το υπέροχο νεοκλασικό στην Πλατεία Αγίας Ειρήνης, που ανακαινίζεται εκ βάθρων) και το ATHENSWAS, δίπλα στο Μουσείο Ακρόπολης, το οποίο θα έχει θέα στο Ναό του Παρθενώνα. Από το άρθρο δε θα μπορούσε φυσικά να λείπει η αναφορά στο Εθνικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης και στο, υπό κατασκευή, Κέντρο Πολιτισμού Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος που αναμένεται, όχι μόνο να ταράξουν τα καλλιτεχνικά δρώμενα της πρωτεύουσας, αλλά να ανεβάσουν αρκετές θέσεις ψηλά τη χώρα στον παγκόσμιο πολιτιστικό χάρτη.

Το αφιέρωμα του που υλοποιήθηκε με τη στήριξη της Marketing Greece, μέσα από μια μικρή περιπλάνηση σε δρομάκια, στέκια και αθηναϊκές γειτονιές τονίζει ότι η Αθήνα ανακάμπτει, διότι οι ίδιοι οι κάτοικοί της στηρίζουν με όλες τις δυνάμεις τους την αναβίωση της πόλης τους. Πιστή, σε ένα βαρύ ιστορικό παρελθόν, αυτή η πόλη αντλεί τη δύναμη να ξαναζεί μέσα από τις στάχτες της, στη δύναμη του μύθου.

Γιώτα Παναγιώτου