Categories: FeaturedΠΟΛΗ

Οι ισορροπιστές των Αθηνών

 

«Όχι σχοινιά, το slacklining, δεν είναι σχοινοβασία», μας διορθώνει ο Πέτρος Δαγδιλέλλης, από την ομάδα Gibbon Slacklines Greece. «Εμείς αντικαθιστούμε το σχοινί από έναν ιμάντα (line) υψηλής αντοχής, που έχει ελαστικότητα και κάμπτεται (slack) με το βάρος του αθλητή, με αποτέλεσμα να γίνεται πιο δύσκολη η ισορροπία πάνω του». Κάτι σαν πολύ λεπτό τραμπολίνο δηλαδή. Το slacklining θεωρείται άθλημα εδώ και τρία χρόνια. Στους κύκλους των αναρριχητών, βέβαια, είναι γνωστό από παλιά. «Όπως με πολλά άλλα αθλήματα που ξεκίνησαν από ένα σκληρό πυρήνα, π.χ. το skateboard που για χρόνια ήταν προνόμιο μόνο των surfers, το slacklining πέρασε την τελευταία δεκαετία από τους αναρριχητές στο ευρύ κοινό, με αποτέλεσμα μια παγκόσμια άνθηση που εξαπλώνεται ραγδαία», λέει ο Πέτρος.

Είναι η καινούρια τρέλα στην πόλη, μετά το parkour. Ακόμη όμως και αν ακούγεται σαν κάτι πολύ νέο, δεν είναι. Η ιδέα γεννήθηκε το 1970 στην Ουάσιγκτον, στο Πανεπιστήμιο Evergreen, από δύο φοιτητές που χόμπι τους ήταν –τι άλλο- η αναρρίχηση. Έτσι, μετά τους δύο φίλους στις ΗΠΑ, δύο άλλοι φίλοι στην Ελλάδα με αγάπη για το άθλημα και με sponsorship από τη Gibbon, τη μεγαλύτερη εταιρεία slacklines στον κόσμο, δημιούργησαν την ομάδα Gibbon Slacklines Greece. Είναι ο Πέτρος και ο Anders Sebastian, οι οποίοι όπως μας είπαν, ονειρεύονται να δημιουργήσουν μια τάση για ανέξοδη διασκέδαση. Μια διέξοδο από τα καθημερινά προβλήματα, που θα μαζέψει νέους αλλά και μεγαλύτερους ανθρώπους στα πάρκα και σε άλλα σημεία της πόλης. Από την προηγούμενη άνοιξη, διοργανώνουν events σε διάφορες περιοχές της Αθήνας. Στο Θησείο, που είναι και το κλασικό τους στέκι, στα Βριλήσσια, στο ρέμα Χαλανδρίου, στο Ελληνικό, στα Λιμανάκια, αλλά και στο Σχοινιά, στην Αρτέμιδα, στο καταφύγιο Μπάφι και στο σημείο Μόλα της Πάρνηθας.

Ακόμη κι αν κάποιος δεν το έχει δοκιμάσει ποτέ, μπορεί να πάει για να μάθει. Όσο για τους πιο έμπειρους, οι συγκεκριμένες συναντήσεις είναι ιδανικές για ανταλλαγή ιδεών και τεχνικών. Και δεν είναι μόνο καλή εξάσκηση για το σώμα και την ισορροπία, αφού «οι απαιτήσεις για αυτοσυγκέντρωση κατά τη διάρκεια μιας βόλτας πάνω σε ένα slackline είναι τόσο μεγάλες, που πολλοί το περιγράφουν ακόμη και σαν άσκηση διαλογισμού». Κάτι σαν yoga αλλά πάνω σε έναν ιμάντα με πλάτος ελάχιστων εκατοστών. Εκτός από τους «πνευματικούς», υπάρχουν και οι πιο τολμηροί, όπως ο Πέτρος, που έχει βάλει ψηλά (κυριολεκτικά) τον πήχη: «Ετοιμάζω το πρώτο σημείο για highline στην Αττική, που έχει απόσταση 45 μέτρα και υψομετρική διαφορά από το έδαφος 600 μέτρα. Αυτό βρίσκεται στην Πάρνηθα». Ένας αρχάριος βέβαια, πρέπει να ξεκινήσει από πολύ πιο χαμηλά. Όσοι δεν έχουν τη δυνατότητα να παραβρεθούν σε κάποιο από τα events των παιδιών και θέλουν να δοκιμάσουν μόνοι τους, είναι πολύ εύκολο να ξεκινήσουν αγοράζοντας ειδικούς ιμάντες μήκους 15-60 μέτρων και πλάτους πέντε ή ακόμη και δυόμιση εκατοστών. Το στήσιμο είναι υπόθεση πέντε λεπτών.

Το slacklining μέσα σε πόλεις, λέγεται urbanlining. «Έχουμε το urban highlining το οποίο παίζει με το μεγάλο ύψος αφού συνήθως γίνεται με ιμάντες που δένονται από πολυκατοικία σε πολυκατοικία, το urban tricklining το οποίο προσφέρει πιο έντονο θέαμα με πολλά κόλπα και πραγματοποιείται σε ανοιχτούς αστικούς χώρους και πάρκα και το urban slacklining με απλούς περιπάτους επάνω σε ιμάντες από τη μία κολώνα της ΔΕΗ στην άλλη ή από το ένα δέντρο του πάρκου στο άλλο», λέει ο Πέτρος. Για το καλοκαίρι, υπάρχει και το waterlining, με ιμάντες που δένονται είτε σε βράχους είτε σε δέντρα ή σε οποιαδήποτε άλλα στέρεα και γερά αντικείμενα και περνάνε επάνω από το νερό. Από άσκηση ενδυνάμωσης των ποδιών για τους ορειβάτες, με τα χρόνια μετατράπηκε σε urban άθλημα με φανατικό κοινό. Είναι «φρέσκο», θέλει πείσμα και τόλμη. Επειδή, γενικά, με τις ισορροπίες και τα αθλήματα δεν το έχω και πολύ, φοβόμουν να το δοκιμάσω. Αλλά με τούτα και μ’ εκείνα, ψήθηκα. Και νομίζω πως το μυστικό είναι ένα. Όπως και στη ζωή, έτσι και στο slacklining, το μόνο που πρέπει να κάνει κανείς, είναι να συνεχίζει να προχωράει και να κοιτάει μπροστά.

Μαρία Τζωρτζάκη

Share
Published by
Μαρία Τζωρτζάκη