Η Πλάκα, το πάρκο πίσω από το Μέγαρο Μουσικής, ο λόφος του Αρδηττού, ο όρμος Κερατσινίου ως τεράστια, υπαίθρια αναγνωστήρια. Εσύ σε ποια γωνιά της Αθήνας συνηθίζεις να διαβάζεις;
Στους δρόμους της Αθήνας περπατάμε καθημερινά, στα γραφεία της δουλεύουμε, στα μπαρ βγαίνουμε για ποτό και φιλιά στο ημίφως αλλά πού μας αρέσει να διαβάζουμε; Οι περισσότεροι βρίσκουν την ευκαιρία να ανοίξουν το βιβλίο τους μέσα σε κάποιο μέσο μαζικής μεταφοράς το οποίο σημαίνει δύο πράγματα: οι διαδρομές στα ΜΜΜ της Αθήνας μοιάζουν μαραθώνιες και είναι η ιδανική διαφυγή από το να ξεφύγεις από το πάστωμα που λαμβάνει χώρα σε αυτά, νοητικά μιλάμε πάντα γιατί σωματικά είναι αδύνατον. Πέρα από τη προφανή απάντηση υπάρχουν κι εκείνες που φανερώνουν τα αγαπημένα αναγνωστικά στέκια των Αθηναίων. Ο Κωνσταντίνος Μαρκουλάκης, η Αντιγόνη Πάντα-Χαρβά, ο Βασίλης Νούλας, η Χρύσα Οικονομοπούλου, ο Θανάσης Μήνας, η Αλεξάνδρα Κ*, ο Ανδρέας Σιμόπουλος , η Μελίνα Σπαθάρη, ο Παναγιώτης Μπάρλας και η Έλενα Μεντζέλου μας απαντούν στο ερώτημα «Ποιο είναι το αγαπημένο σου σημείο στην πόλη για διάβασμα;»
O Κωνσταντίνος Μαρκουλάκης τις Αλκυονίδες ημέρες παίρνει το βιβλίο του και τραβάει προς τους Αέρηδες
Τις Αλκυονίδες ημέρες, όταν ξεπροβάλλει το καλοκαίρι μέσα στον χειμώνα, μου αρέσει να παίρνω το βιβλίο μου και να πηγαίνω προς τους Αέρηδες, στην Πλάκα. Ειδικά όταν καταφέρνω και ξεκλέβω χρόνο και μπορώ να απολαύσω την όμορφη μέρα και το διάβασμα χαίρομαι διπλά γιατί υπό κανονικές συνθήκες αυτή η ημέρα θα ήταν σαν μια οποιαδήποτε άλλη εργάσιμη, όπως είναι για τους περισσότερους ανθρώπους. Αυτή η απρόσμενη απόλαυση ανάγνωσης μια εργάσιμη, ζεστή ημέρα του χειμώνα είναι σαν μια υπόσχεση καλοκαιριού και όμορφης ζωής.
Ο Κωνσταντίνος Μαρκουλάκης σκηνοθετεί και πρωταγωνιστεί στον «Θεό της Σφαγής» στο θέατρο «Αθηνών»
Η Αντιγόνη Πάντα-Χαρβά διαβάζει στο μπαλκόνι της στην Κυψέλη ρίχνοντας κλεφτές ματιές στους κεραμιδόγατους της γειτονιάς
H αλήθεια είναι ότι δεν έχω ένα και μόνο συγκεκριμένο σημείο στο οποίο χαλαρώνω και μπορώ να βυθιστώ μέσα στις σελίδες ενός βιβλίου. Σίγουρα το πιο αγαπημένο μου είναι η βεράντα του σπιτιού μου στην Κυψέλη, η οποία δεν είναι καμιά μεγάλη, μη φανταστείτε. Ένα μπαλκονάκι είναι αλλά σημασία έχει τι υπάρχει γύρω από αυτό. Βασικό σκηνικό, τα δύο νεοκλασικά σπίτια με τις σιδερένιες, στριφογυριστές τους σκάλες. Στον κήπο τους ενός, μία λεμονιά και μία νεραντζιά και στα χαμηλά κεραμίδια, τι άλλο, οι κεραμιδόγατοι της γειτονιάς. Άλλοτε κόβουν βόλτες, άλλοτε παίζουν, άλλοτε λιάζονται και δύο φορές την ημέρα, συγκεκριμένη πάντοτε ώρα, περιμένουν τη Μαρία της γειτονιάς (τρου στόρι) που τους ταΐζει. Το παλιό μαγειρείο της γωνίας γαργαλάει συνεχώς τις μύτες τους -και τη δική μου- ενώ συχνά βλέπω Αφρικανές γυναικάρες να βολτάρουν στο στενό με τις πολύχρωμες φορεσιές τους και τα μωρά τους. Έχει αρκετούς αντιπερισπασμούς το μπαλκόνι μου, αλλά είναι το καλύτερο στον κόσμο. Όταν θέλω να πάω μία βόλτα τριγύρω και να χαλαρώσω κάπου ήρεμα, υπάρχουν αρκετά σημεία στην Κυψέλη που προσφέρονται γι’ αυτό. Κατ’ αρχάς η πλατεία Παύλου Μπακογιάννη στη Θήρας που θυμίζει αγγλικό κήπο, το παρκάκι επάνω στη Δεξαμενή στο Πολύγωνο, με το παγκάκι μέσα στα φύλλα των δέντρων, το Πεδίον, ακόμα και στη Φωκίωνος, με τα πολλά παιδάκια και σκυλάκια που παίζουν εκεί όλη μέρα, αν βάλω μουσική στ’ αυτιά μου, μπορώ να χαθώ. Ναι, θα μπορούσα να σας πω για το παγκάκι στο Λυκαβηττό που είναι σαν να κρέμεται επάνω από την Αθήνα, σε μία πλαγιά του λόφου, για την Παλιά Αγορά στο Μοναστηράκι και ένα σωρό άλλα μέρη αλλά από τότε που ξαναγύρισα στην Κυψέλη, την αισθάνομαι σπίτι μου περισσότερο από οποιοδήποτε άλλος μέρος στην Αθήνα.
Η Αντιγόνη Πάντα-Χαρβά είναι παρουσιάστρια στην τηλεοπτική εκπομπή «ΦΜ live».
Ο Βασίλης Νούλας λιάζεται διαβάζοντας στο Πεδίον του Άρεως
Όταν ο καιρός είναι καλός παίρνω το βιβλίο μου και πάω βόλτα στο Πεδίον του Άρεως. Εκεί βρίσκω ένα παγκάκι στη σκιά, εάν είναι καλοκαίρι, ή στον ήλιο, εάν είναι χειμώνας, ή, εάν νιώθω «ντεμί σαιζόν» (πράγμα που συμβαίνει συχνά), κάθομαι μισός στη σκιά και μισός στον ήλιο -κεφάλι στη σκιά, σώμα στον ήλιο, ή αντίστροφα, πόδια στη σκιά και κορμός στον ήλιο- και, τέλος πάντων, βγάζω το βιβλίο κι αρχίζω να διαβάζω. Κάθε τόσο σηκώνω τα μάτια από το κείμενο και κοιτάω αφηρημένα μπροστά μου: τα δέντρα και τον ουρανό, έναν που περνά κάνοντας τζόκινγκ. Πιο πέρα, κάτι νεαροί μόλις έχουν εξασφαλίσει την πρέζα τους, ένας άλλος έχει στηθεί και κάνει ψωνιστήρι μέρα μεσημέρι, το σκυλί λιάζεται τεμπέλικα στον χειμωνιάτικο ήλιο. Το παγκάκι αυτό – που ωστόσο αλλάζει ανάλογα με την ώρα και την εποχή, ανάλογα με το εάν είναι ήδη κατειλημμένο ή άσχημα βρωμισμένο- είναι η αγαπημένη μου γωνιά στην Αθήνα για διάβασμα. Εκεί προσφάτως απόλαυσα το “La folie” του Θάνου Σταθόπουλου αλλά και τα ποιήματα του Θωμά Γκόρπα.
Ο Βασίλης Νούλας είναι σκηνοθέτης, μέλος της ομάδας Nova Melancholia και η ποιητική συλλογή του «Από τη μεριά του πάρκου» κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Γαβριηλίδη.
Η Χρύσα Οικονομοπούλου διαβάζει στη δουλειά, σε ένα σκαλάκι μέσα στο ταμείο λίγο πριν ξεκινήσει η συναυλία.
Όπως και ο περισσότερος κόσμος, διαβάζω μέσα στα ΜΜΜ που δεν κινούνται σε αυτοκινητόδρομο, δηλαδή μετρό, πλοίο και αεροπλάνο. Στο μετρό για να μην παρατηρώ με αδιακρισία τους γύρω και βγάζω αυθαίρετα συμπεράσματα για τη ζωή τους, στο πλοίο για να μη βαριέμαι τα ατέλειωτα ταξίδια που νομίζω ότι μας τρώνε τα χρόνια και στο αεροπλάνο για να μην πάθω κανα έμφραγμα από τον φόβο μου. Εφόσον η ερώτηση είναι σε ποιο μέρος της πόλης μας αρέσει να διαβάζουμε, από τα ΜΜΜ μόνο το μετρό μας κάνει – στο μετρό λοιπόν. Μου αρέσει επίσης πάρα πολύ να διαβάζω στην αναμονή στις ρεσεψιόν ιατρείων και στα Starbucks: οι πολυθρόνες είναι άνετες και οι καφέδες πεντανόστιμοι, σε χορταίνουν σαν φαΐ και έχουν μια μυρωδιά φανταστική, χαλαρωτική και καθησυχαστική, που απλώνεται παντού. Καμιά φορά, διαβάζω και στη δουλειά, στο γραφείο ή, στη χειρότερη, σε ένα σκαλάκι μέσα στο ταμείο, όταν έχω φτάσει νωρίς και αργεί η στιγμή που θα ανοίξουν οι πόρτες και θα πλακώσει κόσμος. Χμμμ, στη δουλειά και στα υποκαταστήματα μιας πολυεθνικής – ξέρω, περιμένατε κάτι πιο ψαγμένο, αλλά είναι γνωστό, δεν είμαι καθόλου ψαγμένος άνθρωπος.
Η Χρύσα Οικονομοπούλου είναι υπεύθυνη δημοσίων σχέσεων στο Gagarin 205 και τρέχει το fashionism.gr
Ο Θανάσης Μήνας διαβάζει μακριά από τη «βουή και τη μανία» της πόλης στους Κόκκους Καφέ
(Περι)διαβάζω κατά προτίμηση στους Κόκκους Καφέ, γωνία Ασκληπιού και Διδότου. Οι Κόκκοι βρίσκονται σε στρατηγικό σημείο σε ό,τι με αφορά: στο ενδιάμεσο της απόστασης ανάμεσα στη δουλειά και στο σπίτι, αλλά και απέναντι από την μπάρα του «Ρινόκερου». Η επιλογή όμως δεν έχει μόνο να κάνει με τις χωροχρονικές διευκολύνσεις, αλλά πρώτα από όλα με τη ζεστασιά του χώρου και την αμεσότητα των ανθρώπων.
Με ελκύει επίσης το σημείο: σηκώνοντας πού και πού τα μάτια μου από τις σελίδες, η θέαση της Διδότου, αγαπημένου αθηναϊκού δρόμου μαζί με την Καλλιδρομίου, με ηρεμεί και με βοηθά στη συγκέντρωση. Επιπλέον στους Κόκκους, τόσο τα πρωινά όσο και τα απογεύματα, σπάνια επιβάλλεται «η βουή και η μανία», για να θυμηθούμε το εμβληματικό έργο του Φώκνερ. Για παρόμοιους ίσως λόγους αρκετοί, ανάμεσά τους και φοιτητές που δουλεύουν τις εργασίες τους, προτιμούν τακτικά το ίδιο στέκι ως αναγνωστήριο.
Απολαμβάνω να διαβάζω καθημερινά στους Κόκκους, κυρίως λογοτεχνία, όμως αποζητώ τα πρωινά του Σαββάτου: την ανάγνωση της εφημερίδας και τη συνακόλουθη πολιτική συζήτηση.
Ο Θανάσης Μήνας είναι παραγωγός ραδιοφώνου, αρθρογράφος και υπεύθυνος ελληνικής λογοτεχνίας των εκδόσεων Κέδρος.
Ο Ανδρέας Σιμόπουλος διαβάζει λογοτεχνία εκεί που οι άλλοι διαβάζουν για την εξεταστική
Ένα από τα αγαπημένα μου μέρη για διάβασμα στην πόλη και ίσως το μοναδικό εκτός σπιτιού, είναι οι Φοιτητικές Εστίες της Πολυτεχνειούπολης Ζωγράφου. Οι λεγόμενες και “παλιές” για τους μυημένους.
Σε αυτό λοιπόν το κομμουνιστικού τύπου κτήριο (αν και χτίστηκε κατά τη διάρκεια της δικτατορίας) ,ο απόκοσμος 9ος όροφος,ανέκαθεν, ήταν σημείο για διαφόρου είδους συναναστροφές και συζητήσεις αλλά -τα μεσημέρια του χειμώνα με ήλιο, και της άνοιξης- ένα ήσυχο και άνετο μέρος για διάβασμα αφού όταν καθόσουνα στα φανταστικά γεωμετρικά τσιμεντένια σκαμπό που υπήρχαν διάσπαρτα, το ύψος των ματιών σου έβλεπε την άπλα ολόκληρης της πόλης. Δεν ήταν λίγες οι φορές που πήγαινα αποφασισμένος και με το βιβλίο στο χέρι αλλά δεν διάβαζα ούτε λέξη.
Δυστυχώς για διάφορους λόγους έχω να το επισκεφτώ αρκετό καιρό.
Ο Ανδρέας Σιμόπουλος είναι φωτογράφος.
Η Αλεξάνδρα Κ* τριγυρνάει στο πάρκο και στα μπαρ της Μαβίλη παρέα με τα βιβλία της
Το πάρκο του Μεγάρου Μουσικής (πίσω απ’ το Μέγαρο, όχι δίπλα). Πολύς κόσμος δεν ξέρει ότι είναι ανοιχτό στο κοινό. Είσοδος από Κόκκαλη και από Βασ. Σοφίας. Εξαιρετικά ήσυχο παρότι μες στο κέντρο, καλής ποιότητος γρασίδι, κατά κανόνα καθαρό – κουβερτάκι πικ-νικ επιθυμητό μα όχι απαραίτητο. Κατάλληλο μέρος για παντός είδους αναγνώσματα, ακροάσεις, ενίοτε δε και για ελεύθερο τραγούδι λόγω της χαμηλής επισκεψιμότητάς του. Ο χώρος φρουρείται οπότε μην πάτε για φάσωμα. Εκεί διαβάζουμε με την κόρη μου τα βιβλία της και μετά τα αναπαριστούμε.
Τα δικά μου βιβλία θέλω φασαρία για να τα διαβάσω οπότε πηγαίνω στον κύριο Χρήστο, στο Bar Athina. Είναι αυτό το μικρό ημιυπόγειο της πλατείας Μαβίλη δίπλα στην καντίνα όπου μπορείς να πας με τις πιτζάμες και πάλι να σε καλοδεχτούν. Τα βράδια ο φωτισμός δεν είναι χαμηλός κι οι άνθρωποί του είναι διακριτικότατοι οπότε μπορείς να διαβάσεις κανονικά χωρίς να σε κοιτάζουν σα να είσαι ούφο. Ενδείκνυται για βαριά αναγνώσματα και δη για ρωσική λογοτεχνία – δεν έχω καταλάβει γιατί αλλά του ταιριάζει. Για σύγχρονη μεταφρασμένη, πάω στον Κύριο. Για σύγχρονη ελληνική, κάθομαι σπίτι μου.
Η Αλεξάνδρα Κ* είναι σεναριογράφος.
Η Μελίνα Σπαθάρη πήγε βόλτα την Άννα Καρένινα στον μόλο της ΔΕΗ, στον όρμο Κερατσινίου
Η Αθήνα είναι μακριά ρώτησε;
-Μισή ώρα με το τραίνο
-Κάθε πότε έχει τραίνο;
-Κάθε 5 λεπτά. Κι όμως σήκωσε τους ώμους. Έβρισκε πως η Αθήνα βρισκόταν στην άκρη του κόσμου. Ο Πειραιάς του άρεσε. Εδώ αποφάσισε να μένει….
Έτσι περιγράφει ο Καραγάτσης τις πρώτες στιγμές του Bασίλη Κάρλοβιτς Γιούγκερμαν όταν κυνηγημένος από τους μπολσεβίκους φτάνει με το πλοίο στον Πειραιά και αποφασίζει να μείνει εκεί. Και θυμάμαι πως η εθιστική αφήγηση με οδήγησε μια μέρα στο λιμάνι ψάχνοντας τα ίχνη και τα χωρικά ορόσημα του Φιλανδού ίλαρχου στην παραθαλάσσια γραμμή μεταξύ Τρούμπας και Σκαραμαγκά. Έτσι ανακάλυψα το «άθλιο Grand Cabaret International», τη σπηλιά του Παρασκευά ακόμη και το αγαπημένο του ερωτικό απάγκιο στο Τουρκολίμανο ένα καφενεδάκι στο ρεμέτζο του Νέου Φαλήρου για τη σοροκάδα όπου οι ψαράδες κουτσόπιναν μασουλώντας «μαριδίτσες». Ωστόσο το μέρος που περισσότερο ταύτισα με την ιστορία ήταν πολύ πιο πέρα, στο Μόλο Κερατσινίου, στο Λιμανάκι του Αγίου Νικόλα: Μια κόγχη με θέα τα φουγάρα της ΔΕΗ και των Μύλων Αγίου Γεωργίου, ένας ψαράδικος συνοικισμός με τραπεζάκια πλάι στο νερό και μυρωδιά από ρετσίνα, φτώχια και γαρύφαλλο που τελικά έγινε το αγαπημένο μου reading spot. Στα παγκάκια κατά μήκος του μόλου παρέα με τις ψωραλέες γάτες και πάπιες, διάβασα αρκετές σελίδες του μυθιστορήματος, και στη συνέχεια επέστρεφα τακτικά και με άλλους συγγραφείς -από Ντέιβ Έγκερς και Τσίρκα, έως Γουάλας Στίβενς και Χάρπερ Λι, μέχρι και την Άννα Καρένινα έφερα βόλτα σ’ αυτό μέρος που μυρίζει σάπια όστρακα, πεύκο και αιθαλομίχλη, που ωστόσο ευνοεί όσο κανένα άλλο τη συγκέντρωση με το αργό λίκνισμα των καϊκιών και κυρίως, την ησυχία του. Άλλωστε, η πολύβουη Αθήνα βρίσκεται «στην άλλη άκρη του κόσμου».
Η Μελίνα Σπαθάρη είναι επικοινωνιολόγος-δημοσιογράφος
Ο Παναγιώτης Μπάρλας διαβάζει στην Πλάκα, στου Ψυρρή και στο τραίνο που τον παίρνει μακριά από την πόλη
Η αλήθεια είναι πως δεν έχω μόνο ένα αγαπημένο μέρος στην Αθήνα για διάβασμα. Το καλοκαίρι περνάω από την “κρυφή αυλή” στο εκκλησάκι των Αγίων Αναργύρων, στην Πλάκα. Επίσης στην Πλάκα, είναι και η πλατεία στο τέρμα της Στράτωνος (ακριβώς στα όρια της περίφραξης της Ακρόπολης), η οποία δυστυχώς πάσχει από παγκάκια. Όταν το κρύο δεν αντέχεται, επιλέγω τους καναπέδες του Barrett στου Ψυρρή, ή το Osterman στην Αγ. Ειρήνης.
Όμως, το αγαπημένο μου μέρος για διάβασμα, δεν είναι μια γωνιά της πόλης, αλλά μια συστοιχία οχημάτων που με παίρνει μακριά της. Πρόκειται για τις ανακαινισμένες (και πολύ πιο καθαρές τα τελευταία χρόνια) επιβατάμαξες των Intercity. Περνάω πολλές ώρες, για επαγγελματικούς λόγους, μέσα στα βαγόνια του ΟΣΕ. Εκεί έχω διαβάσει τα περισσότερα βιβλία μου τα τελευταία χρόνια. Η διαρκής κίνηση, ο επαναλαμβανόμενος χτύπος της ράγας και η εναλλαγή των τοπίων, δημιουργούν ιδανικές συνθήκες για να χαθώ μέσα σε ένα βιβλίο. Είναι πολύ διασκεδαστικό, όταν τυχαίνει να διαβάζω ιστορίες που εκτυλίσσονται σε τρένο (τελευταία φορά μου συνέβη με το “Αεροπλάστ” της Δημητρακάκη). Πολλοί συγγραφείς έχουν τιμήσει δεόντως το σιδηρόδρομο, ενώ δεν είναι λίγοι και οι σιδηροδρομικοί – λογοτέχνες, με κορυφαίο εκπρόσωπό τους, τον Τζακ Κέρουακ.
O Παναγιώτης Μπάρλας είναι ο εγκέφαλος του θρυλικού Fractal Press.
Η Έλενα Μεντζέλου σκαρφαλώνει στον λόφο του Αρδηττού για να χωθεί μέσα στις σελίδες
Έχει λιακάδα, έχεις χρόνο για άραγμα και διάθεση για διάβασμα με το φως να σε λούζει. Μένεις Παγκράτι, όπου σχεδόν όλα τα hot spots του κέντρου είναι δίπλα. Αποφασίζεις να περπατήσεις στο Καλλιμάρμαρο και να ανέβεις στον λόφο Αρδηττού. Ε, ναι, λοιπόν, εκεί στην άκρη του λόφου η ανάγνωση του βιβλίου και η θέα της -όχι και τόσο μίζερης από πάνω- Αθήνας σε κάνουν να μετεωρίζεσαι. Χαζεύεις κάτω και ταυτόχρονα η εμπειρία της ανάγνωσης μοιάζει σαν να αποκτά δύο ταυτόχρονες διαστάσεις και το ρεαλιστικό να μπλέκεται με το φαντασιακό της ιστορίας που ξεπηδά από το βιβλίο και αντιλαμβάνεσαι ότι ίσως είναι από τις στιγμές που η κβαντική θεωρία κάπως έχει μια εφαρμογή στον κόσμο σου.
Αν, παρ’ όλα αυτά δεν είσαι outdoor τύπος και σου αρέσουν τα ζεστά, φιλικά μέρη, τότε πάρε το βιβλιαράκι σου και έλα να μοιραστούμε το τραπέζι δίπλα στη σόμπα στο λατρεμένο Odeon. Και όταν το βιβλίο θα κλείνει για λίγο για να πιεις μια γουλιά καφέ ή ένα ωραίο κρασάκι, τότε θα σου πασάρω τη γάτα να την χαϊδέψεις και να της μιλήσεις και εσύ για τους μοναδικούς τόπους που συναντάς στις σελίδες σου.
Η Έλενα Μεντζέλου είναι ηθοποιός.