Είναι πολλά εκείνα τα χαρακτηριστικά που κάνουν ιδιαίτερη μια συνάντηση με την Ζωή Ζενιώδη. Νέα, μουσικός, μαέστρος και διευθύντρια ορχήστρας στην Ελληνοτουρκική Ορχήστρα Νέων που κλείνει φέτος 10 χρόνια ζωής. Η συνέντευξη με την Popaganda έγινε με αφορμή τις συναυλίες που θα δώσει το επόμενο διάστημα η Ορχήστρα σε πολλά μέρη της Ελλάδας.
Πώς είναι η ζωή μιας γυναίκας μαέστρου; Σε ποιον πλανήτη κατοικούν οι συνάδελφοι της; Ζηλεύουν ή όχι τους «συναδέλφους» της ποπ μουσικής; Η Ζωή Ζενιώδη μας βάζει στον σκληρό κόσμο του εργάτη της κλασικής μουσικής και μας αποκαλύπτει τι γίνεται μέχρι ν’ ανέβει στο πόντιουμ. Από εκεί και έπειτα όλα είναι σχεδόν υπερβατικά.
Η διαδικασία για να γίνει κανείς μαέστρος ποια είναι; Είναι ένα από τα επαγγέλματα που δεν είναι τόσο φανερό. Είναι ένας προσωπικός αγώνας κάθε ανθρώπου με πολλές ώρες, φαντάζομαι, εκπαίδευση, πολύ ωδείο, άπειρος χρόνος πειθαρχίας. Αυτό που λες ισχύει για όλους τους μουσικούς, όχι μόνο τον μαέστρο. Γενικώς οι μουσικοί ξεκινάνε στα πέντε τους χρόνια με απίστευτες ώρες μελέτης και πειθαρχίας. Σαν τους αθλητές.
Της κλασσικής μουσικής εννοείς; Ναι, ναι της κλασσικής. Αντίστοιχα και οι σκακιστές. Μια συνθήκη λίγο ρώσικη. Διαφορετική από αυτή που κάνει ο υπόλοιπος κόσμος. Προχωράνε, μαθαίνουν, εξελίσσονται, αναπτύσσουν ικανότητες, μυαλό, ψυχή και το πηγαίνουν έτσι πάντα. Παλιά δεν υπήρχε η έννοια του μαέστρου μέσα από κάποια σχολή. Μαέστρος ήταν συνήθως κάποιος πολύ καλός μουσικός, τις πιο πολλές φορές πιανίστες που κάποια στιγμή περνούσαν στο να διευθύνουν την ορχήστρα. Πολύ απλά γιατί οι γνώσεις τους, η εμπειρία και το αυτί τους ήταν σε πολύ υψηλό επίπεδο. Τώρα υπάρχουν σχολές που μπορείς να μάθεις πώς να γίνεις μαέστρος.
Πρέπει να ξέρεις ένα όργανο; Οπωσδήποτε. Εγώ το θεωρώ παραπάνω από απαραίτητο και μάλιστα πρέπει να ξέρεις ένα όργανο σε πολύ υψηλό επίπεδο και να έχεις υπάρξει σολίστ. Το λέω αυτό γιατί θεωρώ ότι ένας άνθρωπος για να βγει μπροστά σε μια ορχήστρα και να ζητήσει ξεκάθαρα αυτό που θέλει από μια ορχήστρα και να εκφράσει τη μουσική του άποψη, αν δεν μπορεί να το κάνει ο ίδιος, με τη δική του φωνή, δεν μπορεί να γίνει.
Δεν υπάρχουν αυτοί οι μαέστροι που να μην ξέρουν όργανο; Δεν υπάρχουν. Υπάρχουν όμως αυτοί που ξέρουν ένα όργανο- απλά δεν το ξέρουν πολύ καλά. Τέλος παντων έχουν κάποιες ικανότητες και τα έχουν καταφέρει. Επίσης το τι είναι μαέστρος είναι μια πολύ μεγάλη κουβέντα.
Δηλαδή; Στη σημερινή εποχή υπάρχουν πολύ άνθρωποι οι οποίοι είτε είναι χορογράφοι είτε τροχονόμοι αλλά νομίζουν ότι είναι μαέστροι.
Α, του σιναφιού προβλήματα. Εννοώ, ότι ο μαέστρος, ένα από τα χαρακτηριστικά του είναι να δώσει σήματα στην ορχήστρα. Όταν το κάνεις αυτό σαν μαέστρος ή σαν τροχονόμος έχει διαφορά. Επίσης, μια από τις λειτουργίες του είναι να δώσει κίνηση στην ορχήστρα. Αν το κάνει αυτό σαν χορευτής ή χορογράφος, πάλι έχει διαφορά. Το λέω αυτό πολύ γενικά, επειδή το βασικό για μένα τουλάχιστον θέμα του μαέστρου, είναι ότι ένας άνθρωπος γίνεται μαέστρος όταν έχει πολύ καλά αυτιά. Μπορεί να ζητήσει ξεκάθαρα αυτό που θέλει από την ορχήστρα. Έχει άποψη, είναι πολύ μελετημένος, πιο μελετημένος από όλη την υπόλοιπη ορχήστρα μαζί, έχει μεγάλη ικανότητα, επικοινωνία και να έχει αυτό που λένε χάρισμα, να εμπνέει.
Πού διαφέρει η μελέτη της μουσικής ως μουσικός και πού ως μαέστρος; Ως μουσικός έχεις το όργανό σου και έχεις και άμεση επαφή με το όργανό σου, γιατί κάθεσαι και παίζεις π.χ πιάνο και παράγεις τον δικό σου ήχο. Ως μαέστρος, η δουλειά γίνεται σε απόλυτη σιωπή, γιατί παίρνεις μια παρτιτούρα και δεν έχεις ορχήστρα, ούτε βάζεις να ακούσεις την εκτέλεση του Φον Κάραγιαν, γιατί δεν είναι δική σου. Οπότε κάθεσαι με μια παρτιτούρα για να καταλάβεις και να δώσεις απαντήσεις στο γιατί έχει γραφτεί κάτι έτσι και με αυτά που γνωρίζεις ήδη για την ορχήστρα, τον συνθέτη και την μουσική να φτιάξεις αυτό που θέλεις να ακουστεί. Η ώρα που θα ακουστεί αυτό είναι η πρώτη πρόβα, εσύ όμως για να πας σε αυτή την πρόβα, έχεις ρίξει ατελείωτες ώρες μελέτης και φαντασίας.
Σαν σκηνοθέτης. Αυτό. Είναι ο σκηνοθέτης γιατί όταν θα πας μπροστά στην ορχήστρα, την πρόβα την κάνεις εσύ και σκηνοθετείς την όλη συνθήκη. Η μόνη διαφορά που έχει με τον σκηνοθέτη είναι ότι εσύ παίζεις και στην παράσταση. Και ο ρόλος που έχεις εκεί είναι πάρα πολύ σημαντικός γιατί εκεί είναι που εμπνέεις το φαινόμενο της στιγμής. Το live της μουσικής και όλων των τεχνών έχει να κάνει με το ότι είναι ζωντανό και δεν μπορεί να επαναληφθεί.
Πες ότι υπάρχει μια αρχαία τραγωδία, μια παράσταση που έχει ανεβεί πολλές φορές και ως σκηνοθέτης πας αλλάζεις τα κοστούμια, βάζεις μοντέρνα, αλλάζεις διαλόγους. Ποιες είναι όμως οι αντίστοιχες κινήσεις ενός μαέστρου; Η δουλειά στην κλασσική μουσική είναι η ερμηνεία και αυτό είναι το βασικότερο πράγμα απ΄όλα. Παίρνουμε κάτι σε ένα χαρτί, όπως ένας σκηνοθέτης στην Αντιγόνη. Εμείς παίρνουμε κάτι σε ένα χαρτί και αυτό που προσπαθούμε να κάνουμε είναι να αποτυπώσουμε όσο καλύτερα μπορούμε, ζωντανά αυτό το οποίο διαβάζουμε. Θα μπορούσε κάποιος να πει με το μυαλό του ότι εγώ δεν θα το κάνω σαν τον Μπετόβεν. Μπορείς αλλά γιατί δεν κάθεσαι να γράψεις ένα δικό σου έργο. Αφού υπάρχει το έργο, ο στόχος ουσιαστικά του μουσικού είναι να φτάσει όσο πιο κοντά στο μεδούλι αυτού που έχει γράψει ο Μπετόβεν. Τί μπορεί να αλλάξω και αυτό είναι πολύ μεγάλη κουβέντα αλλά ουσιαστικά δεν υπάρχει τίποτα δεδομένο στον ήχο και στον ρυθμό. Σκέψου ότι εμάς τους κλασσικούς οι τζαζίστες μας λένε άρρυθμους και εγώ ξέρω τον λόγο. Όταν βλέπεις ένα έργο 45 λεπτών ο ρυθμός είναι εκεί. Προφανώς ο ρυθμός είναι κάτω, σαν μια καρδιά η οποία χτυπάει και δεν σταματά, αλλά το πώς εσύ θα διαχειριστείς ακόμα και τον ρυθμό σε 45 λεπτά μέσα, το πού θα μαζέψεις, πού θα αφήσεις, πού θα πας πιο γρήγορα, σύμφωνα με τις οδηγίες ενός συνθέτη ο οποίος όμως δεν ζει και δεν μπορεί να τον ρωτήσεις.
Είναι κάπως απελευθερωτικό το ότι δεν έχεις ζωντανό τον συνθέτη απέναντί σου; Να σου πω τι έχω συναντήσει. Έχω δουλέψει με πολλού σύγχρονους συνθέτες. Χτες ηχογραφούσα με την φιλαρμονική του Μπρνο. Ο συνθέτης ήταν ζωντανά εκεί. Το έργο φεύγει από τα χέρια τους την ώρα που το πετάνε στο χαρτί. Άρα μετά, ναι μπορεί να κάνεις μια παραπάνω συνεννόηση αλλά συνήθως το παραδίδουν και αν σε έχουν επιλέξει, εμπιστεύονται το ένστικτό σου γιατί υπάρχει ένα σημείο στο οποίο φεύγει η λογική, η σκέψη, οι μετρήσεις των ρυθμών, οι νότες. Μένει το ένστικτο και η διαίσθηση για το τι θα λειτουργήσει οργανικά.
Παράγεται πια εξειδικευμένο κοινό στην κλασσική μουσική; Εννοείς αν εκπαιδεύουμε τον κόσμο ώστε να θέλει να ακούει περισσότερη κλασσική μουσική;
Ότι αν το 1950 υπήρχαν 1.000 που ακούγανε και ξέρανε, αν υπάρχουν 1.000 και το 2017; Εγώ πιστεύω ότι υπάρχουν και μάλιστα εγώ από προσωπική εμπειρία έχω την αίσθηση ότι ο κόσμος ενδιαφέρεται να ακούσει καινούρια πράγματα. Αυτό που ζητάει ο κόσμος όταν ακούει μουσική είναι να περάσει όμορφα και να τραφεί η ψυχή του με κάποιον τρόπο. Αυτό γίνεται με όλα τα είδη μουσικής αν αυτά είναι δοσμένα με ειλικρίνεια, ατόφια και ζωντανά. Οτιδήποτε άλλο δεν θα σταθεί στο χρόνο και δεν θα σταθεί και στην καρδιά κανενός. Σε ένα παιδί αν βάλεις κλασσική ή ρεμπέτικα και είναι σωστά θα τα αγαπήσει και τα δυο.
Πάντως το ποπ και το εφήμερο σαρώνει. Έχουμε επιστρέψει στην εποχή του single. Θεωρούμε ότι δεν έχουμε χρόνο να ακούσουμε ένα ολόκληρο κλασσικό έργο. Η έλλειψη χρόνου έχει χτυπήσει και την κλασσική μουσική. Εκεί που οι ορχήστρες έκαναν 10, 20, 30 πρόβες για να παίξουν, τώρα κάνουν τρεις γιατί δεν υπάρχει χρόνος. Ο χρόνος έχει να κάνει με τα χρήματα που πρέπει να δοθούν. Να σου πω τι νοιώθω εγώ; Και το εφήμερο είναι πολύ όμορφο και πρέπει να υπάρχει. Απλά εγώ αισθάνομαι ότι το βάθος που εγώ προσωπικά έχω βρει σε κάποιους καλλιτέχνες της μη κλασσικής μουσικής και σε όλη την κλασσική μουσική που έχει μείνει στον χρόνο, αυτό το βάθος που έχει πολλά επίπεδα, δεν θα μου το δώσει ένα ποπ τραγούδι τόσο εύκολα.
Οι μουσικοί που ασχολείστε με την κλασσική μουσική, θα έλεγες ότι είστε πιο πολύ προς το nerd ή πιο τρελοί από τους άλλους. Δηλαδή, είστε κάτι φρικιά που μελετάτε συνέχεια ή είστε οι σχιζοφρενείς τελείως, οι πραγματικοί, χωρίς τα ναρκωτικά και τα άλλα πάθη της ποπ κουλτούρας; Να σου πω ότι τα ναρκωτικά δεν παίζουν σε μας γιατί δεν χωράνε. Είμαστε και τα δυο και μέσα σε αυτό είμαστε και πάρα πολύ φυσιολογικοί. Δεν λέω ότι αναγνωρίζει ο ένας τον άλλο και κάνουμε παρεούλα μεταξύ μας, nerd, αλλά αν θεωρήσουμε nerd ότι εγώ έχω μελετήσει κάποια στιγμή στη ζωή μου 20 ώρες την ημέρα, τότε ναι είμαι nerd. Ήταν ο μόνος τρόπος όμως για να φτάσω εδώ που έχω πάει.
Πόσο καλύτερος όμως μπορείς να γίνεις; Συνέχεια. Δεν σταματάει. Δεν θα γίνεις ποτέ καλύτερος. Δεν υπάρχει η έννοια καλύτερος. Δεν υπάρχει κανένας τρόπος να συγκρίνεις. Υπάρχει για μένα μόνο πιο ζωντανός και πιο αληθινός. Γιατί πολύ απλά κάθε στιγμή που μαθαίνεις κάτι γίνεσαι καλύτερος σε όλα τα επίπεδα. Το αν είμαστε σχιζοφρενής; Τι να σου πω; Κι εγώ έχω ακούσει φωνές. Εννοώ ρε παιδί ότι όταν μπεις πάρα πολύ βαθιά σε ένα αντικείμενο και σου λείπει και ύπνος γιατί μελετάς πάρα πολλές ώρες, ναι θα σου φανούν περίεργα αυτά τα πράγματα και μέσα από τη διαδικασία αυτή θα σου φανούν και διαφορετικά. Το αν είναι κάτι διαφορετικό ή μη πραγματικό δεν με αφορά και πολύ.
Οι μουσικοί που παίζουν σε μια ορχήστρα μου φαίνονται οι πιο «εργάτες». Σε μια ορχήστρα άντε να ξέρεις τον μαέστρο, τον συνθέτη και τον σολίστ. Οι υπόλοιποι πώς έχουν τιθασεύσει το ψώνιο που έχει κάθε καλλιτέχνης, στο βωμό της ομάδας. Πώς το διαχειρίζεσαι όταν διευθύνεις μια ορχήστρα; Ο καθένας πρέπει να κάνει αυτό που ξέρει να κάνει καλά. Και αυτό πρέπει να το ξέρουν όλοι οι μουσικοί. Υπάρχουν άνθρωποι που έχουν καταστραφεί γιατί δεν είχαν την δυνατότητα να γίνουν μουσικοί και δεν το πήραν χαμπάρι τότε που έπρεπε ή δεν τους το είπε κάποιος ή απλά πίστεψαν ότι μπορούν να κάνουν κάτι άλλο. Και αυτό ισχύει σε όλα τα επαγγέλματα. Υπάρχουν προσωπικότητες που πρέπει να βγουν μπροστά, να πάρουν όλη την ευθύνη, να πάρουν και τα credits, να πάρουν και την κριτική, να πάρουν και την ντομάτα στην μούρη. Είναι οι αντίστοιχες που θα έβγαιναν και σε μια πορεία μπροστά. Υπάρχουν και οι άλλοι οι οποίοι θα ακολουθήσουν και θα φτιάξουν ουσιαστικά όλο το έδαφος για να γίνει γόνιμο αυτό το οποίο φτιάχνεται εκείνη την ώρα. Κάποιοι από αυτούς τους ανθρώπους μπορεί να θέλανε να γίνουν σολίστες και να μην τα κατάφεραν. Θέλω να πιστεύω ότι κατάλαβαν πόσο σημαντικό είναι να είσαι μέρος μιας ορχήστρας και ότι ένας να λείπει από αυτούς, η ομάδα δεν θα είναι ίδια. Άρα, εγώ όταν είμαι σε μια ορχήστρα και έχω 60-80 μουσικούς τους ξέρω όλους. Υπάρχει τρομερή αλληλεπίδραση με τον καθένα. Ξέρω πολύ καλά όταν κοιτάξω έναν μουσικό μες στα μάτια αν με εμπιστεύεται ή όχι. Ξέρω τι χρειάζεται για να νοιώσει εκείνος καλά. Όλοι νομίζουν ότι ο μαέστρος είναι κάτι πολύ σημαντικό. Αν η ορχήστρα δεν θέλει να παίξει για τον μαέστρο…
Έχει συμβεί αυτό; Φυσικά και έχει συμβεί. Φυσικά και θα τον διαλύσει τον μαέστρο και πολύ καλά θα κάνει. Γιατί αν τους φέρουν στο πόντιουμ έναν άχρηστο, τότε ναι η ορχήστρα δεν θα έπρεπε να παίζει γι΄ αυτόν. Δεν μπορώ να το πω απόλυτα αυτό γιατί δεν ξέρω πώς έχει φερθεί αυτός εκεί πάνω. Παλιά βρίσκονταν με πιο σωστά κριτήρια οι μαέστροι. Τώρα δεν θεωρώ ότι υπάρχουν τα σωστά κριτήρια.
Σεξιστικά κριτήρια υπάρχουν; Κοίτα, εγώ είμαι γυναίκα μαέστρος. Μπορώ να σου πω τις θεωρίες μου για ποιόν λόγο έχουν υπάρξει σεξιστικά κριτήρια απλά τελευταία σβήνουν.
Υπήρχαν δηλαδή πολλές περιπτώσεις γυναικών που ήταν να γίνουν μαέστροι και δεν έγιναν λόγω του φύλου τους; Ή δεν τους εμπιστεύεται η ορχήστρα; Εδώ μέχρι πρόσφατα δεν ψήφιζαν οι γυναίκες. Θα γίνονταν μαέστροι; Θα ήταν πάρα πολύ δύσκολο γιατί το να μπεις κάποιος μπροστά και να οδηγήσει θεωρούνταν ανδρική δουλειά. όπως το να γίνει κάποιος πιλότος.
Διευθύνεις μια ορχήστρα από Έλληνες και Τούρκους, που είναι νέοι. Τί σε ιντριγκάρει πιο πολύ ότι είναι νέοι, ή ότι έρχονται από αυτές τις δυο χώρες. Είναι και τα δυο και είναι και κάποια ακόμα. Το ότι είναι νέοι θεωρώ ότι εκεί στηριζόμαστε
Τα «σπάνε» πιο πολύ οι νέοι; Καλά δεν το συζητώ. Δίνουν τα πάντα οι νέοι. Στα δίνουν όλα και δεν κρατάνε τίποτα γι΄ αυτούς. Δεν έχουν κουραστεί, έχουν όρεξη και γουστάρουν. Είναι και σφουγγάρια γιατί θέλουν να μάθουν. Το αποτέλεσμα που βγαίνει είναι πάρα πολύ δημιουργικό, πάρα πολύ έντονο, πάρα πολύ συναισθηματικό, ερωτικό. Απ΄όλα. Φουλ στα πάντα.
Το ότι είναι Τούρκοι και Έλληνες; Θεωρώ ότι στην σημερινή εποχή δεν υπάρχουν τέτοια θέματα. Ξέρω ότι εμείς η νέα γενιά το γνωρίζουμε αυτό. Αλλά επειδή δεν βρισκόμαστε συχνά με αυτούς τους ανθρώπους, αυτοί που θα βρεθούνε, οι τριάντα με τους τριάντα, το βασικό στοιχείο είναι ότι επειδή δεν μιλάνε ίδια γλώσσα και το μόνο κοινό στοιχείο τους είναι η μουσική και οι νότες που θα παίξουν, το θεωρώ σημαντικό. Χρησιμοποιούν μια τρίτη γλώσσα, όχι για να ξεπεραστούν οι διαφορές γιατί πραγματικά δεν θεωρώ ότι υπάρχουν αλλά για να ενωθούμε περισσότερο. Με ενδιαφέρει σε αυτό το επίπεδο ότι δεν θα μιλήσουμε γλώσσα. Δεν χρειάζεται. Κάνουν μουσική. Στην Κίνα όταν θέλουν να πουν ότι δυο άνθρωποι επικοινωνούν, λένε ότι αυτοί οι άνθρωποι ξέρουν μουσική. Αυτό είναι από μια παλιά παλιά ιστορία όπου υπήρχε ένας τύπος που έμενε μόνιμα σε ένα χωριό και έπαιζε κάποιο όργανο και ένας άλλος τύπος που περιόδευε με το όργανό του και βρισκόταν με αυτόν κάθε χρόνο και δεν μιλούσαν. Βρίσκονταν και έπαιζαν μουσική για δυο τρεις μέρες. Αυτό το πράγμα συνέβαινε κάθε χρόνο. Δεν αντάλλασσαν ούτε λέξη αλλά έπαιζαν μουσική. Τελικά ο ένας πέθανε. Στην Κίνα λοιπόν όταν θέλουν να πουν ότι δυο άνθρωποι επικοινωνούν βαθιά, παίζουν μουσική.
Εμείς με τους Τούρκους μοιάζουμε πολύ. Ο κάθε λαός ανάλογα με τις καταβολές του, έχει διαφορετικό τρόπο παιξίματος ; Φυσικά. Εμείς οι νότιοι έχουμε, είναι δύσκολο να το πω αυτό γιατί δεν θέλω να γενικεύσω, αλλά επειδή στην Αυστρία, Γερμανία και στις υπόλοιπες δυτικές χώρες γεννιούνται με τη κλασσική μουσική να παίζει πολύ περισσότερο στα ραδιόφωνα απ΄ ότι εμείς, εμείς έχουμε κάποια στοιχεία, να πω πάθους και δυναμικότητας που δεν έχουν οι βόρειοι αλλά σίγουρα μας λείπει πολλές φορές η φινέτσα που αυτοί αποκτούν από μόνοι τους. Άρα, ο καθένας από μας θα έπρεπε να πάρει τον χρόνο για να δει τί είναι αυτό που του λείπει.
Ανοίγω σήμερα (σ.σ. όταν έγινε η συνέντευξη) το ίντερνετ να διαβάσω ένα άρθρο και έχει το New Yorker ένα αφιέρωμα με αφορμή τα 150 χρόνια από τη γέννηση του Τοσκανίνι και λέω δεν γίνεται να ναι τυχαίο. Αυτός πριν μελετήσει κάθε έργο και πριν το παρουσιάσει, στην ουσία ψιλοδιαλυόταν σαν άνθρωπος. Γινόταν κομμάτια. Και κάτι δεύτερο ότι ήταν πολύ ψηλές οι κεραίες του σχετικά με το τι γινόταν στην τέχνη συνολικά για να το ετοιμάσει αυτό. Διάβαζε την Κόλαση του Δάντη για να κατανοήσει τον Μπετόβεν. Και ήταν υψηλές οι κεραίες του και σχετικά με το τι γινόταν στην κοινωνία. Υπάρχουν δυο πράγματα που είναι πολύ σημαντικά. Για να ερμηνεύσεις το έργο σωστά πρέπει να το διαλύσεις, το αποδομείς και είναι σαν να μπαίνεις σε ένα ναό που ενώ ήσουν απ έξω έλεγες «ουάου» και τον διαλύεις όλο και τον ξαναχτίζεις και ξαναλές, «ουάου». Στην αρχή δεν ήξερες γιατί, τώρα πλέον που το λες με άλλον τρόπο πάλι δεν μπορείς να μιλήσεις, πάλι είναι τόσο μεγάλο αυτό που νοιώθουμε σε ένα έργο που ούτε εκεί μπορείς να μιλήσεις για ένα έργο. Με την διάλυση του έργου διαλυόμαστε κι εμείς. Επειδή μπαίνεις τόσο βαθιά, συνδέεσαι πάρα πολύ, δεν θέλω να πω με πράγματα μεταφυσικά γιατί δεν θέλω να ακουστεί περίεργο αυτό που θα πω. Μπαίνεις σε πολλούς και παράλληλους κόσμους. Πρέπει να ζεις την καθημερινότητά του, ότι θα σηκωθεί και θα πάρει πρωινό κανονικά, ότι μπορεί να έχει στο σπίτι του την οικογένειά του και ταυτόχρονα υπάρχουν παράλληλα άλλα δέκα σύμπαντα που εσύ λειτουργείς ότι και να συμβαίνει γύρω, εσύ έχεις να ετοιμάσεις μια συναυλία και ένα έργο. Όσο μπαίνεις πιο βαθιά και ανακαλύπτεις αυτό το πράγμα, είναι τόσο όμορφο. Εγώ τουλάχιστον βρίσκομαι μονίμως σε μια έντονη συγκίνηση μπροστά σ΄ αυτό. Με θαυμασμό και πολλές φορές κλαίω. Όχι από συναισθηματισμό, αλλά βλέπεις κάτι και λες «πώς στο διάολο το κανε αυτό». Σε ποια επίπεδα και με τι βάθος μπήκε για να καταφέρει αυτό το πράγμα. Οπότε, αν καταφέρεις και συνδεθείς σε αυτό το επίπεδο, πρώτον γνωρίζεις το έργο, δεύτερον εσύ ο ίδιος έχεις την υποχρέωση να γίνεις χίλια κομμάτια και να ξανασταθείς και το κάνουμε συνέχεια αυτό απλά κάποιες φορές δεν το ξέρουμε. Στην μελέτη μέσα γίνεται γιατί θέλει τόση συγκέντρωση. Πώς κάνουν άλλοι διαλογισμό, εμείς κάνουμε μελέτη. Αυτό το πράγμα είναι. Είναι τόσο έντονη η συγκέντρωση και μένεις εκεί και μπαίνεις σε αυτόν τον κόσμο ή τους κόσμους και παραμένεις ταυτόχρονα εκεί και αλλού, άρα είσαι ήδη διαλυμένος. Το ακέραιο δεν υπάρχει παρά μόνο αν τα φέρεις όλα μαζί κάπως.
Εκείνα τα δευτερόλεπτα που βγαίνεις στην σκηνή και σηκώνεται όλη η ορχήστρα και χειροκροτεί ο κόσμος; Ποια ορχήστρα; Πιο πριν να σου πω εγώ. Η ώρα που είσαι στην πόρτα της σκηνής, που έχει κουρδίσει το πρώτο βιολί και που ακούς αυτό το πάγωμα στο κοινό και έχουν σβήσει τα φώτα και ξέρεις ότι θα βγεις, για μένα είναι κάτι το πολύ έντονο. Η μοναδική στιγμή έκστασης που μπορεί να ζήσει ένας μουσικός συνειδητά γιατί ξέρεις ότι από την στιγμή που θα κάνεις το πρώτο βήμα, δεν υπάρχει πίσω. Πιστεύω ότι καμία ταχύτητα και καμία πτώση δεν μπορεί να σου δώσει τέτοια δύναμη και τέτοια ένταση και τέτοια δημιουργικότητα. Είναι μοναδικό αυτό γιατί πραγματικά η αδρεναλίνη δουλεύει και σε συγκεντρώνει και όταν τελικά ανέβεις στο πόντιουμ σταματάς να υπάρχεις. Εκείνη την ώρα υπάρχει μόνο το σώμα σου ως μέσο για να βγει η μουσική. Αυτή είναι η απόλυτη στιγμή διαλογισμού για μένα γιατί σταματάει ο χρόνος και ο τόπος.
«Αποφάσισα το βασικό μέρος του προγράμματος φέτος να είναι ρομαντικό, που δεν έχει ξαναγίνει σε αυτή την ορχήστρα, παίζανε κυρίως κλασσικό πρόγραμμα. Ξεκινάμε τη συναυλία με δυο ουγγρικούς χορούς του Μπραμς που είναι πολύ ωραίοι και πολύ γνωστοί και ουσιαστικά και για να ζεσταθεί η ορχήστρα και για να ακούσει κάτι το κοινό που θα χαρεί που το γνωρίζει ούτως ή άλλως. Το πρόγραμμα συνεχίζει με το Κοντσέρτο σε Ρε Μείζονα του Χάυντν για τσέλο το οποίο δεν ανήκει στη ρομαντική εκδοχή καθόλου, άρα έχει μεγάλη αντίθεση το δεύτερο μέρος της συναυλίας. Έχουμε σολίστ Τουρκάλα που είναι πάρα πολύ καλή και επέλεξα αυτό το κοντσέρτο γιατί είναι πολύ ελαφρύ κατά μια έννοια έτσι ώστε το κοινό να βρίσκεται σε μια χαρούμενη και ελαφριά διάθεση μέχρι να ξεκινήσει το πιο βαρύ μέρος. Αν τους φορτίσουμε πάρα πολύ από το πρώτο μέρος θα μου είναι κουρασμένοι στο δεύτερο.
Τους θέλω ξεκούραστους γιατί στο δεύτερο μέρος κάνω την Πέμπτη Συμφωνία του Τσαϊκόφσκι που είναι ένα αριστούργημα, είναι ένα μεγαλειώδες έργο, πάρα πολύ έντονο, με πάρα πολύ εσωτερική δύναμη, πάρα πολύ πάθος, πάρα πολύ αγάπη, πάρα πολύ πόνο. Κουβαλάει τα πάντα. Αυτή η συμφωνία έχει σχέση με τη μοίρα. Ο Τσαϊκόφσκι όταν την έγραψε άφησε κάποια γραπτά που έχουν να κάνουν με την δύναμη της μοίρας και το πότε μπορείς να ξεφύγεις. Αυτό βέβαια έχει συμβεί σε πολλές πέμπτες συμφωνίες. Είναι ένα εξαιρετικό έργο, μ’ ένα υπέροχο δεύτερο μέρος που είναι πάρα πολύ γνωστό. Εγώ πιστεύω ότι επειδή δεν παίζεται πάρα πολύ, ήθελα να την βγάλω προς τα έξω και για να την μάθουν τα παιδιά, γιατί θα λάβουν πάρα πολλά στοιχεία για το παίξιμο το ρομαντικό μέσα από αυτό και το ρώσικο παίξιμο. Και το κοινό. Έχω παρατηρήσει ότι ο κόσμος φοβάται λίγο την ρομαντική περίοδο της κλασσικής μουσικής γιατί έχει λίγο πόνο και ο κόσμος προτιμάει πολύ συχνά να πάει σε πιο ελαφριά πράγματα ή σε μπαρόκ που δεν βαραίνουν. Θεωρώ ότι το να βαρύνει τελικά και λίγο και να δώσει και λίγο πόνο δεν είναι κακό.»