Categories: ΘΕΑΤΡΟ

Ξαναβλέποντας την ίδια παράσταση (Η δεύτερη φορά είναι καλύτερη)

Απόψε, λέω, να αυτοσχεδιάσω. Και να φανταστώ, πρώτα απ’ όλα, ότι δεν υπάρχουν στις αθηναϊκές σκηνές καμιά 300αριά πρεμιέρες μόνο μέχρι τις γιορτές. Κι ότι μπορώ να παρακολουθήσω με άνεση και να απολαύσω αυτές που θα επιλέξω. Και όσες μου αρέσουν πολύ να τις ξαναδώ, γιατί το θέατρο είναι ζωντανή τέχνη και κάθε βράδυ είναι αλλιώς, και εκείνοι που είναι επί σκηνής και όσοι είναι από κάτω, στην πλατεία. Να ξαναπάω, λοιπόν, -φαντάζομαι- σ’ εκείνες που θέλω πολύ να ξαναδώ, να εστιάσω στις λεπτομέρειες, στις διαφορές της μιας βραδιάς από την άλλη, να διαπιστώσω αν διαρκούν τα συναισθήματα που προκάλεσε την πρώτη φορά, να παρασυρθώ ξανά στις λέξεις των κειμένων.

Είπα να κάνω αυτά που φαντάζομαι, για δύο μόνο παραστάσεις της περυσινής σεζόν που επαναλαμβάνονται. Οσο ήταν ακόμα καιρός, όσο δεν είχε αρχίσει ακόμα η καταιγίδα από τις νέες πρεμιέρες. Για να διαπιστώσω όσα φαντάστηκα. Επέλεξα, όχι τυχαία, το «Απόψε αυτοσχεδιάζουμε» του Λουίτζι Πιραντέλλο που σκηνοθέτησε, που έκτισε καλύτερα, ο Δημήτρης Μαυρίκιος στην Κεντρική Σκηνή του Εθνικού Θεάτρου και στον αγαπημένο μου «Θείο Βάνια» του Αντον Τσέχωφ έτσι όπως τον κέντησε η Μαρία Μαγκανάρη. Χωρίς μπλοκάκι για σημειώσεις, μόνο με τα μάτια και τ’ αυτιά ανοιχτά. 

Στο Bios στεγάζεται φέτος ο «Θείος Βάνιας» (παραγωγή του Θεάτρου του Νέου Κόσμου), πάλι με τη δράση στη μέση, πάλι με τη μικρή σοφίτα όπου είναι εγκατεστημένος ο καθηγητής Σερεμπριακόφ (Βασίλης Καραμπούλας), αποκλεισμένος στην αυτάρκεια και την έπαρσή του, πάλι με το σαμοβάρι πάνω στο τραπέζι, πάλι με τα χαλιά στη μέση που οριοθετούν το χώρο του σπιτιού. Ξαναείδα τον γοητευτικό γιατρό Αστροφ (Γιωργής Τσαμπουράκης), το παιχνίδι του με τη μοιραία Ελενα (Ανθή Ευστρατιάδου) που θέλει να ζήσει, αλλά τελικά υποκύπτει στις κοινωνικές επιταγές. Ηταν φυσικά εκεί ο θείος Βάνιας (Κώστας Κουτσολέλος), ο διαρκής έφηβος, ο φωνακλάς με τη μεγάλη καρδιά και τα μεγάλα παράπονα, και η Σόνια (Σύρμω Κεκέ), η ευσπλαχνική, που πάντα πηγαίνει δύο βήματα πίσω, που δεν πιστεύει στον εαυτό της, που καίγεται από έρωτα για τον γιατρό Αστροφ, που δέχεται πάντα τη μοίρα της. Ηταν η νένα (Μαρία Μαγκανάρη), η ήρεμη δύναμη, η στοργική, η υπομονετική, η διαθέσιμη να ακούσει και να κατανοήσει. Ηταν εκεί ο Τελεγκίν (Δημήτρης Nτάσκας), ο άνθρωπος που πονάει το σπίτι, τον τόπο και τους ανθρώπους που συναναστρέφεται κι ας μην του ανήκει τίποτα από το κτήμα, είναι όμως η σταθερά της ζωής του όλο αυτό και το προστατεύει, και η δεσποτική αλλά νεάζουσα γιαγιά (Ασπασία Κράλλη) της Σόνιας, που διαρκώς ενημερώνεται για τις νέες ιδέες και φέτος πρόσεξα ότι κρατάει στο χέρι ένα βιβλίο του Λένιν (το είχε και στην περυσινή παράσταση;).

«Ο θείος Βάνιας»

Υπήρχαν αλλαγές; Ναι. Πρώτα πρώτα άλλαξε ο χώρος. Μεγαλύτερος από τη θαλπωρή του Κέντρου Ελέγχου Τηλεοράσεων που το στέγασε πέρυσι, ευρύχωρος, έδινε μεγαλύτερη ανάσα στις κινήσεις τους -σα να χώραγε περισσότερο τη ρουτίνα και την απελπισία τους. Ηταν κι ο Σερεμπριακόφ, που φέτος ήταν άλλος ηθοποιός, ο Βασίλης Καραμπούλας. Διέφερε και φέτος από τους υπόλοιπους, μα με άλλον τρόπο. Ηταν ο απόμακρος πάλι, πιο οξύς όμως, πιο αυστηρός, πιο σκληρός, πιο γκρινιάρης, αλλά το ίδιο στον κόσμο του και στην αλαζονεία του. Η γιαγιά της Ασπασίας Κράλλη ήταν επίσης αλλαγή στο κάστινγκ, και ήταν πιο μητριαρχική, με μια πιο κεφάτη ιδιορρυθμία. Τους ξαναείδα όλους. Ακουσα και φέτος τη μουσική του Παναγιώτη Καλαντζόπουλου, που συνόδευε την πλήξη, τα αδιέξοδα και τις καταχωνιασμένες επιθυμίες όσων κατοικούσαν στο κτήμα. Και μπόρεσα να συναισθανθώ πιο έντονα -γιατί πιο έντονα το μετέδωσαν οι ηθοποιοί, αφού είχαν γίνει περισσότερο οι ρόλοι τους-  τον έρωτα που καίει τη Σόνια, τη δοτική και στηρικτική παρουσία του Τελεγκίν, την απελπισμένα παθιασμένη ερωτική σκηνή του Αστροφ και της Ελενας, την έκπληξη, την έκρηξη και τη θλιμμένη συνειδητοποίηση του θείου Βάνια, την αποδοχή της ατέρμονης και απαράλλακτης καθημερινότητας από τη Σόνια. 

«Ο θείος Βάνιας»

Λίγες μέρες μετά ξαναπήγα στην Κεντρική Σκηνή του Εθνικού Θεάτρου για να δω το «Απόψε αυτοσχεδιάζουμε» του Λουίτζι Πιραντέλλο και του Δημήτρη Μαυρίκιου. Και ζήτησα να το δω από την πρώτη σειρά του εξώστη αυτή τη φορά, να έχω πανοραμική θέα στα πολλά που συμβαίνουν επί σκηνής. Και ξαναείδα το θέατρο μέσα στο θέατρο και μέσα στο θέατρο έτσι όπως φτιάχνεται από ανθρώπους με πάθος και γνώση· γέλασα ξανά με τα επτά επίπεδα και τους «τσακωμούς» της Ράνιας Οικονομίδου με τον σκηνοθέτη (της παράστασης και στην παράσταση) Δημήτρη Μαυρίκιο και τις «διεκδικήσεις» των νέων ηθοποιών· είδα καθαρότερα τους καθρέφτες και τις αντανακλάσεις τους, είδα τα πολλαπλά είδωλα που σχημάτιζαν, τις φιγούρες των πραγματικών θεατών να καθρεφτίζονται -μέρος της παράστασης απολύτως· απόλαυσα όλους τους κυματισμούς της φωνής της Λυδίας Φωτοπούλου, είτε όταν ήταν Λυδία, είτε όταν ήταν Ινιάτσια. Ακουσα ξανά (έκλαψα ξανά) τη μουσική του Μάνου Χατζιδάκι και τον Νίκο Καραθάνο να τραγουδάει τον «Ταχυδρόμο». Παρατήρησα καλύτερα την εξέλιξη όλου αυτού του καλοσχεδιασμένου αυτοσχεδιασμού και αντιλήφθηκα λεπτομέρειες που μου είχαν ξεφύγει. Είδα πιο καθαρά τα κομμάτια της διαδρομής του Δημήτρη Μαυρίκιου που υπάρχουν σ’ αυτή την παράσταση -και υπάρχουν πολλά. Χάρηκα ξανά τη σκηνική νεότητα του  Γιάννη Βογιατζή (που εισέπραξε χειροκρότημα και στη διάρκεια της παράστασης). Καθηλώθηκα στη σκηνή του τέλους με τη συγκλονιστική Γιούλικα Σκαφιδά ως Μομμίνα και τον βασανισμένο από την αρρωστημένη ζήλια και βασανιστή σύζυγό της, Νεκτάριο Φαρμάκη -πολλά υποσχόμενος ηθοποιός.

«Απόψε αυτοσχεδιάζουμε»

Υπήρχαν αλλαγές; Στη σκηνή, μόνο ότι ο Νεκτάριος Φαρμάκης έπαιξε τον ρόλο που έκανε πέρυσι ο Αλέξανδρος Βάρθης. Στη δική μου διάθεση, καθώς παρακολουθούσα, αρκετές. Η κλίμακα της απόλαυσης, της συγκίνησης, της συναισθηματικής πληρότητας ανέβηκε πολλές γραμμούλες. Οι κόμποι στο λαιμό ήταν περισσότεροι. Το σύμπαν του Πιραντέλλο ξετυλίχτηκε και μπλέχτηκε δημιουργικά με το σύμπαν του Δημήτρη Μαυρίκιου.

«Απόψε αυτοσχεδιάζουμε»

Είναι πολλά που βλέπει ή ξαναβλέπει κανείς σε μια παράσταση που αγάπησε. Χωνεμένες, λιωμένες ήταν και οι δύο παραστάσεις που ξαναείδα. Αδημονούσα να ξαναδώ κάποιες σκηνές. Εξεπλάγην με άλλες που δεν τις είχα προσέξει σε όλη τους τη διάσταση. Μετείχα διαφορετικά στην εξέλιξη της. Τις χάρηκα, ίσως περισσότερο από την πρώτη φορά. Γιατί είναι «το ίδιο το θέατρο που θεραπεύει…» όπως λέει σε κάποια στιγμή ο σκηνοθέτης που παίζει τον σκηνοθέτη: ο Δημήτρης Μαυρίκιος.

Info
 To «Απόψε αυτοσχεδιάζουμε» θα βρίσκεται στην Κεντρική Σκηνή του Εθνικού Θεάτρου μέχρι τις 27 Οκτωβρίου
 «Ο θείος Βάνιας» θα είναι στο Bios μέχρι τις 5 Ιανουαρίου 2020.
Όλγα Σελλά